Οικονομία|22.10.2019 14:33

Ουτοπία Α.Ε.

Νίκος Μπαρτζελιώτης

7 Οκτωβρίου 1893, Λονδίνο. Στο Γουέστ Εντ ανεβαίνει μια όπερα υπό τον τίτλο «Ουτοπία Α.Ε.». Κάποια στιγμή στην τελευταία πράξη ο Βασιλιάς της Ουτοπίας ζητεί να μάθει: «Αν καλώς σας αντελήφθην, την Μεγάλην Βρετανίαν κυβερνά η Ανώνυμος Εταιρείαν;». Εναν χρόνο νωρίτερα, ο Ράδερφορντ, 19ος Πρόεδρος των ΗΠΑ, έκρουε τον κώδωνα του «κινδύνου»: «Αυτή η κυβέρνηση δεν πηγάζει πλέον από τον λαό, δεν εκπροσωπεί τον λαό, δεν υπηρετεί το συμφέρον του λαού. Αυτή κυβέρνηση πηγάζει από τις εταιρείες, εκπροσωπεί το συμφέρον των εταιρειών, υπηρετεί τις εταιρείες...». Και ο ταραχοποιός αυτός θεσμός από τότε παρουσιάζει επιρροή διάχυτη.

Σύμφωνα με τον Χέγκελ, θεμέλιο της νεότερης κοινωνίας θα ήταν το κράτος. Για τον Μαρξ, η κολλεκτίβα. Για τον Λένιν και τον Χίτλερ, το πολιτικό κόμμα. Προνεωτερικά, ολόκληρο το συναξάρι των σοφών και των αγίων θα ισχυρίζονταν το ίδιο για την ενοριακή εκκλησία, το φεουδαλικό τιμάριο, τη μοναρχία. Και όλοι τους έσφαλαν. Ο σημαντικότερος θεσμός στον κόσμο είναι η εταιρεία. Σ’ αυτόν βασίστηκε η ευημερία της Δύσης.

Πράγματι, για τους περισσότερους από εμάς, από όσους έχουμε ακόμη δουλειά δηλαδή, ο μοναδικός ανταγωνιστής της εταιρείας σε σχέση με τον χρόνο που καταναλώνουμε είναι η οικογένεια, την ίδια στιγμή που η πλέον περίβλεπτη οικογένεια του πλανήτη, η βασιλική οικογένεια της Μεγάλης Βρετανίας, αυτοαποκαλείται «Τhe Brand». Και από το 1862, με τη θέσπιση για πρώτη φορά παγκοσμίως του νόμου «Περί ανωνύμων εταιρειών» στη Βρετανία, δεν υπήρξε ούτε ένας που να μην πίστευε ότι συμμετέχοντας σε κάποιο επιχειρηματικό σχέδιο δεν θα πλούτιζε.

Οι οικονομολόγοι έχουν μελετήσει επισταμένως τον λόγο της επιτυχίας του θεσμού των ανωνύμων εταιρειών. Οι επιχειρήσεις αυξάνουν το επενδεδυμένο κεφάλαιο και επιτρέπουν τη διασπορά του ρίσκου. Επιπλέον, σε αντίθεση με το Δημόσιο, έχουν, ως επί το πλείστον, αποτελεσματικές δομές διαχείρισης. Ένας γαλαξίας ανταγωνιστικών εταιρειών αποτελεί εχέγγυο κοινωνικής ευημερίας. Αρκεί να στρέψει κανείς το βλέμμα στη σύγχρονη Γη της Επαγγελίας, τη Σίλικον Βάλλεϋ, για να το αντιληφθεί.

Ωστόσο, στην Ελλάδα ακόμη υστερούμε. Εδώ το εθνικό κράτος (αριστερό και δεξιό, κυβερνών και αντιπολιτευόμενον) βρίσκεται σε αμυντική θέση, διαμορφώνοντας μια ατζέντα που στρέφει το ενδιαφέρον σε ήσσονος σημασίας θέματα. Εδώ οι εκκλησίες αναζητούν νέους προσηλύτους όχι για να σώσουν, αλλά για να θολώσουν βλέμματα και μυαλά. Εδώ τα συνδικάτα, σκιές του παλιού εαυτού τους, επιδίδονται στη διαπλοκή αποκομίζοντας εφήμερα οφέλη, έχοντας κάνει στην άκρη το συλλογικό συμφέρον. Εδώ το κεφάλαιο έχει παγιδευτεί σε κρατικά μονοπώλια και σε ένα περιβάλλον υπερρύθμισης που καθορίζεται κατά το εκάστοτε πολιτικό δοκούν κάθε τυχοδιώκτη που καταφέρνει να ανέλθει στον εξουσιαστικό θώκο. Εδώ κάθε νεανίας με ναπολεόντειες φιλοδοξίες λαχταρά μια γεύση από Δημόσιο, αντί να ενταχθεί στον πραγματικό παραγωγικό τομέα του επιχειρείν. Μοιραία εδώ το αόρατο χέρι της αγοράς, λόγω διαπλοκής, έχει μετεξελιχθεί στο ορατό χέρι… κομμένο.

Επιχειρώντας μια σύνοψη για το επιχειρηματικό περιβάλλον, όπως έχει αποτυπωθεί από την Παγκόσμια Τράπεζα, η Ελλάδα την τελευταία δεκαετία δεν μπόρεσε να διαμορφώσει ένα ελκυστικό θεσμικό περιβάλλον για τις επιχειρήσεις λόγω του χαμηλού επιπέδου FDI (Foreign direct investment) και των εταιρικών επενδύσεων, τα διάφορα εμπόδια αυξάνουν το κόστος παραγωγής και αποτελούν τη βασική αιτία για τη χαμηλή παραγωγικότητα, το κόστος εισόδου ευνοεί τη δημιουργία ολιγοπωλιακών δομών με λιγοστούς εγχώριους παίκτες, ενώ λόγω ρυθμιστικών εμποδίων πολλές επιχειρήσεις επιλέγουν να παραμείνουν μικρές.

Ως εκ τούτου, η αποτελεσματικότητα μικρότερη και περιορισμένη εξαγωγική δραστηριότητα. Ευνόητο είναι ότι πολλά μένουν να αλλάξουν, να βρει ο κόσμος δουλειά, και αν βρει, να μπορεί να ζει από αυτή. Οι ειδικοί ξέρουν, κατανοούν, αντιλαμβάνονται. Η πολιτική βούληση φαίνεται να υπάρχει. Η εταιρεία στους νέους καιρούς είναι εκ των ων ουκ άνευ. Κάτι μάλλον αλλάζει.

Και αν παρ’ ελπίδα το βαρέλι έχει… πάτο, αυτό που περιμένουν εργαζόμενοι και μη, πέρα από κινήματα, τάσεις και λοιπούς «-ισμούς», είναι, επιτέλους, το βάρος των ευθυνών και των επιλογών, όπως διαμορφώνονται στην πολιτική ατζέντα, να πέσει στην οικονομική ανάταση του τόπου, ρεαλιστικά.

επιχειρήσειςεπενδύσεις