Οικονομία | 24.02.2023 07:00

Από την οικονομία του κόστους στην οικονομία της ασφάλειας: Σε εξέλιξη ο ακήρυχτος οικονομικός πόλεμος μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία

Γιάννης Φώσκολος

Όταν ο Πωλ Γκρούκμαν εκτιμούσε στους New York Times τον Μάρτιο του 2022, δυο εβδομάδες μετά την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, ότι το ενεργειακό σοκ από τον πόλεμο του Πούτιν δεν θα αποδειχθεί τόσο σοβαρό όσο οι πετρελαϊκές κρίσεις που συντάραξαν την παγκόσμια οικονομία τη δεκαετία του 1970, ίσως δεν μπορούσε να φανταστεί πως ο πόλεμος θα διαρκέσει ένα χρόνο και βάλε…

Αρκετούς μήνες μετά, το καλοκαίρι του 2022 κι ενώ ο ενεργειακός πόλεμος Ρωσίας – Δύσης ήταν πια σε πλήρη εξέλιξη, ο Γενικός Διευθυντής του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (IEA), Φατίχ Μπιρόλ, ξεκαθάριζε πως ο κόσμος μας αντιμετωπίζει για πρώτη φορά στην ιστορία του μια ενεργειακή κρίση με αυτό το βάθος και με αυτήν την πολυπλοκότητα.

Οι εκτιμήσεις του ΟΟΣΑ το περασμένο φθινόπωρο ανέφεραν πως το κόστος του πολέμου στην παγκόσμια οικονομία θα φτάσει τα 2,8 τρισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το τέλος του 2023. Αυτό είναι το μέγεθος του παγκόσμιου ΑΕΠ που χάθηκε και χάνεται στα μέτωπα του πολέμου. Περίπου την ίδια εκτίμηση κάνει σήμερα και το Ινστιτούτο Γερμανικής Οικονομίας της Κολωνίας (IW). Σε νέα μελέτη του που είναι προς δημοσίευση υπολογίζει το κόστος του πολέμου το 2022 πάνω από 1,6 τρισεκατομμύρια δολάρια, ενώ το 2023 «αν συνεχιστεί ο πόλεμος, οι απώλειες στην παγκόσμια παραγωγή θα μπορούσαν να ανέλθουν σε άλλο 1 τρισεκατομμύριο δολάρια», αναφέρει η μελέτη.

 Ένα χρόνο μετά τίποτα δεν είναι ίδιο

Ένα χρόνο μετά την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία τίποτε δεν είναι πια το ίδιο στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Ο πόλεμος στην καρδιά της Ευρώπης δημιούργησε ήδη και συνεχίζει να δημιουργεί μια νέα πραγματικότητα, προκαλώντας κατ αρχήν μια άνευ προηγούμενου πολυεπίπεδη ενεργειακή κρίση.

Με ελατήριο την κρίση στην ενέργεια και ρίζες στην πανδημία, θέριεψε μια ιδιαίτερα σοβαρή κρίση πληθωρισμού, σε βάθος που είχε 10ετίες να ζήσει η Ευρώπη και ο κόσμος, η οποία συνδυάζεται και ανατροφοδοτείται από σημαντικές διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα, απανωτά σοκ στο κόστος παραγωγής και στις πρώτες ύλες. Οι εμπορικοί περιορισμοί που επιβλήθηκαν στη Ρωσία και τη Λευκορωσία και οι αντικυρώσεις της Μόσχας μόχλευσαν ακόμη περισσότερο τον ρυθμό αύξησης του πληθωρισμού, επιβραδύνοντας περαιτέρω την οικονομική ανάπτυξη.

Καθώς οι αγορές αλλάζουν και αναπροσανατολίζονται, η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων στην Ευρώπη μπαίνει σε κίνδυνο, η βιομηχανία και η επιχειρηματικότητα απειλούνται με βίαιη αναδιάρθρωση. Αξίζει για παράδειγμα να αναφερθεί πως λόγω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, ο ρυθμός αύξησης της παγκόσμιας βιομηχανικής παραγωγής μειώθηκε σημαντικά από 5,5% τον Φεβρουάριο του 2022 σε 1,3% ήδη από τον Απρίλιο του 2022.

Το υψηλό κόστος παραγωγής επιβαρύνει τις εταιρείες και η μετακύλιση των υψηλότερων τιμών στους καταναλωτές μειώνει την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών. Η υψηλή αβεβαιότητα, άλλωστε, έχει συνήθως αρνητικό αντίκτυπο στις επενδυτικές και καταναλωτικές αποφάσεις επιχειρήσεων και νοικοκυριών.

Και φυσικά, το ράλι του πληθωρισμού έχει πυροδοτήσει το «ταξίδι» αύξησης των επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες του δυτικού και όχι μόνο κόσμου, που επιβραδύνει περαιτέρω την ανάπτυξη της οικονομίας και σηματοδοτεί μετά από πολλά χρόνια το τέλος της εποχής του φτηνού χρήματος.

Δεν υπάρχει, λοιπόν, καμία αμφιβολία, πως ο συνεχιζόμενος πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία – ένας πόλεμος που αποδείχθηκε οτιδήποτε άλλο παρά Blitzkrieg δηλαδή «πολέμος αστραπή» – έχει ανατρέψει τα δεδομένα στην παγκόσμια οικονομία.

Όπως παρατηρούν εύστοχα οικονομικοί αναλυτές και υψηλόβαθμα στελέχη χρηματοπιστωτικών οργανισμών, πριν το ξέσπασμα του πολέμου η παγκόσμια οικονομία είχε «στηθεί» με βασικό κριτήριο το κόστος. Γραμμές παραγωγής στην Ασία και σε χώρες με φτηνό εργατικό δυναμικό όπως και ευνοϊκή φορολογική μεταχείριση, συμπιεσμένο κόστος παραγωγής χιλιάδων προϊόντων, εφοδιαστικές αλυσίδες και γραμμές logistics που διέσχιζαν την παγκόσμια σφαίρα, τροφοδοσία χωρίς προβλήματα των πλούσιων αγορών της Δύσης. Φτηνό ρωσικό αέριο που έφτανε με αγωγούς σε ολόκληρη την Ευρώπη συντηρώντας το «γερμανικό θαύμα» και την οικονομία της πλούσιας γηραιάς ηπείρου. Μια πλήρως παγκοσμιοποιημένη οικονομία, «κουρδισμένη» γύρω από υπερτοπικά συμφέροντα και πολυεθνικά εγχειρήματα.

Το «παιχνίδι» της οικονομίας αλλάζει

Πλέον το παιχνίδι της οικονομίας αλλάζει και επιχειρείται να στηθεί με βασικό κριτήριο την «ασφάλεια», ακόμη και με σημαντικές… εκπτώσεις στο κόστος. Η συνεργασία με ασφαλείς εταίρους και η μεταφορά των γραμμών παραγωγής «εντός των τειχών» είναι η νέα αναδιάρθρωση της οικονομίας. Ο επικεφαλής οικονομολόγος της S&P, Paul Gruenwald, έδειχνε πρόσφατα ως βασική συνέπεια του πολέμου την πιθανότητα μιας γενναίας αναδιάρθρωσης του παγκόσμιου εμπορίου, καθώς η παγκόσμια οικονομία γίνεται πλέον ολοένα και πιο «περιφερειακή», με μικρότερες αλυσίδες εφοδιασμού και πιο αξιόπιστους εταίρους (CNBC 2022). Σε αντίστοιχο μήκος κύματος, ο διευθυντής ερευνών στην εταιρεία συμβούλων Wood Mackenzie, Peter Martin, παρατηρεί ότι η παγκόσμια οικονομία μπορεί να υφίσταται ριζικές αλλαγές, καθώς αυξάνεται ραγδαία η σημασία των αξιόπιστων εμπορικών εταίρων (CNBC 2022).

Η τροχιά παγκοσμιοποίησης της οικονομίας αμφισβητείται και αναστρέφεται. Η διεθνής εταιρεία συμβούλων Oxford Analytica εκτιμά πως ως αποτέλεσμα του πολέμου στην Ουκρανία θα προκύψει μια νέα γεωπολιτική διαίρεση, που θα κατακερματίσει την παγκόσμια οικονομία.

Η ώθηση για αποπαγκοσμιοποίηση που ξεκίνησε κατά τη διάρκεια της πανδημίας, θα ενταθεί. «Ο πόλεμος μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας θα μπορούσε να είναι το προοίμιο μιας νέας γεωπολιτικής εποχής, στην οποία οι επιχειρήσεις μπορεί να χρειαστεί να βρουν το δρόμο τους σε έναν διαφορετικό παγκόσμιο χάρτη», είναι η εκτίμηση της KPMG. Οι γεωπολιτικές εντάσεις οδηγούν σε οικονομικό κατακερματισμό, ιδίως στο εμπόριο και την τεχνολογία. Η Ρωσία γυρνάει την πλάτη στην Ευρώπη, που για δεκαετίες ολόκληρες αποτελούσε τον «φυσικό της χώρο» με ενεργειακά project δισεκατομμυρίων ευρώ. Στρέφεται στην Ασία, αναζητώντας σε χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία αλλά και η Τουρκία «στήριγμα» για τα πολύτιμα ενεργειακά της προϊόντα. Πουλάει φτηνά το πετρέλαιό της και επιχειρεί να τυφλώσει τα ραντάρ των κυρώσεων που πληθαίνουν.

Η Ευρώπη ως παράπλευρη απώλεια

Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, οι ΗΠΑ νομοθέτησαν πρόσφατα τον IRA (Inflation Reduction Act ή νόμος για τη μείωση του πληθωρισμού) ο οποίος μπορεί να αποτελεί το καύχημα της κυβέρνησης Biden στον δρόμο της πράσινης μετάβασης και του αγώνα κατά της κλιματικής αλλαγής, αλλά σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται για ένα νόμο που στοχεύει μόνο στην μείωση του πληθωρισμού και την προστασία του κλίματος μέσω της ενίσχυσης των πράσινων επενδύσεων. Όπως παρατηρούν εύστοχα ευρωπαίοι αναλυτές, πρόκειται, κυρίως, για τον περιορισμό της εξάρτησης των ΗΠΑ από τις εισαγωγές και την επιστροφή της παραγωγής «εντός των τειχών».

Για παράδειγμα, η νέα νομοθεσία καθιερώνει φοροαπαλλαγές ύφους έως και 7.500 δολαρίων για την αγορά ηλεκτρικού αυτοκινήτου στις ΗΠΑ, υπό την προϋπόθεση ότι τα βασικά μέρη (π.χ. η μπαταρία) θα είναι αμερικανικής κατασκευής και η συναρμολόγηση θα έχει γίνει επίσης εντός συνόρων ΗΠΑ. Είναι προφανές ότι η αμερικανική κυβέρνηση επιχειρεί να ενισχύσει την εγχώρια αυτοκινητοβιομηχανία, μειώνοντας παράλληλα την εξάρτηση των ΗΠΑ από πρώτες ύλες και προμηθευτές στην Κίνα.

Η Κίνα είναι ο βασικός «εχθρός» του Inflation Reduction Act στον εμπορικό πόλεμο που μόλις ξεκινά. Το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ με την Κίνα ήταν 355,3 δις $ το 2021, από 310,3 δις $ το 2020.

Ωστόσο η Ευρώπη είναι σημαντική… παράπλευρη απώλεια. Δεν είναι τυχαίο πως ο IRA διέσπασε για πρώτη φορά το μέτωπο της Δύσης έναντι του Πούτιν και ξεσήκωσε τους Ευρωπαίους, που είδαν ορατή την απειλή της μεταφοράς σημαντικών επενδύσεων από την Ευρώπη στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Οι πράσινες επιδοτήσεις και οι γενναίες φοροαπαλλαγές του Μπάιντεν, σύμφωνα με τις Βρυξέλλες, στρέφουν άδικα το εμπόριο μακριά από την ΕΕ και απειλούν να καταστρέψουν τις ευρωπαϊκές βιομηχανίες.

Ο νόμος υπόσχεται να μοχλέυσει με φοροαπαλλαγές και επιδοτήσεις πόρους άνω των 370 δις. δολαρίων, ενώ ήδη έχει δημιουργήσει από την 1η Ιανουαρίου όταν και τέθηκε επίσημα σε ισχύ – όπως μετέδωσε πρόσφατα το Bloomberg – 100.000 θέσεις εργασίας στις ΗΠΑ.

Ο οικονομικός ιστός της Γηραιάς ηπείρου, που ήδη υποφέρει από την κρίση του φυσικού αερίου, κινδυνεύει να υποστεί ακόμη μεγαλύτερες ζημιές, ελλείψει ισοδύναμων επιδοτήσεων από την Ε.Ε. Μετά την πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής, όπου διατυπώθηκαν μάλλον ευχολόγια για την οργάνωση της «ευρωπαϊκής απάντησης στην αμερικανική πρόκληση» του προστατευτισμού, το θέμα που «καίει» τον Γαλλογερμανικό άξονα θα βρεθεί στο τραπέζι της επικείμενης συνάντησης Μπάιντεν – Σολτς στον Λευκό Οίκο στις 3 Μαρτίου. Θα φανεί αν θα εισπράξει και αυτός… τσάι και συμπάθεια, όπως συνέβη με τον Γάλλο ομόλογό του, Εμάνουλ Μακρόν, τον Δεκέμβρη.

Ο κόσμος αλλάζει

Ο κόσμος αλλάζει. Ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία ήρθε να επιδεινώσει μια ήδη δύσκολη συγκυρία, λόγω της αμερικανο-κινεζικής εμπορικής αντιπαράθεσης, του αντίκτυπου στην οικονομία από την πανδημία COVID-19, όπως και 14 χρόνια χαλαρής νομισματικής πολιτικής. Οι διαδικασίες που είναι σε εξέλιξη για την αναδιάρθρωση του παγκόσμιου εμπορίου ενέργειας, των αλυσίδων εφοδιασμού, των δικτύων πληρωμών θα μπορούσαν να αλλάξουν θεμελιωδώς την παγκόσμια οικονομική και γεωπολιτική τάξη μακροπρόθεσμα εκτιμά το ΔΝΤ.

Κι ενώ οι βιομηχανίες και οι επιχειρήσεις στην Ευρώπη και τον κόσμο αναζητούν νέο βηματισμό, τα επιτόκια θα συνεχίσουν να αυξάνονται και το χρήμα θα γίνεται ολοένα και πιο ακριβό για κράτη, επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Τουλάχιστον δυο ακόμη αυξήσεις επιτοκίων έχει στην ατζέντα της η Κριστίν Λανγκάρντ, με στόχο να δαμάσει το θηρίο του πληθωρισμού που δείχνει ακόμη τα δόντια του, πολύ περισσότερο στα τρόφιμα πια και λιγότερο στην ενέργεια.

Στην πτώση των τιμών της ενέργειας έπαιξε σημαντικό ρόλο ο ήπιος χειμώνας, που ήρθε σαν «από μηχανής θεός» φέτος να συνδράμει την Ευρώπη στον άνισο ακόμη ενεργειακό πόλεμό της με την Ρωσία. Ο καλοκαιρινός χειμώνας που δεν βοήθησε τον Πούτιν και τους συμμάχους του στον εκβιασμό της Ευρώπης – όλοι θυμόμαστε τις εικόνες του Σεπτεμβρίου με τον Λουκασένκο να κόβει ξύλα για να… βοηθήσει την Ευρώπη "να μην πεθάνει από το κρύο" – αλλά και οι αγωνιώδεις προσπάθειες της Ευρώπης, που απέδωσαν, να φουλάρουν οι υπόγειες αποθήκες φυσικού αερίου πριν την χειμερινή περίοδο με όποιο κόστος, έριξαν τις τιμές και διατήρησαν την ενεργειακή ασφάλεια. Τι θα γίνει όμως τον επόμενο χειμώνα; Και οι τιμές θα παραμείνουν χαμηλά ή θα πέσουν κι άλλο σε προ κρίσης επίπεδα;

Οι δύσκολες απαντήσεις

Οι απαντήσεις δεν είναι εύκολες. Οι αναλυτές υποστηρίζουν πως ο χειμώνας του 2023 μπορεί να είναι χειρότερος, καθώς οι αποθήκες θα πρέπει να γεμίσουν εκ νέου το καλοκαίρι χωρίς σταγόνα ρωσικού αερίου αυτή τη φορά, ενώ κανείς δεν μπορεί να διαβλέψει τις μετεωρολογικές συνθήκες του επόμενου χειμώνα.

Όσο για τις τιμές; Δεν θα δούμε ξανά τιμές στα ύψη – όπως π.χ. 300 ευρώ η μεγαβατώρα τον περασμένο Αύγουστο – εκτιμούν οι περισσότεροι αναλυτές, αλλά κανείς δεν μπορεί να προεξοφλήσει πώς θα κινηθούν οι διεθνείς αγορές από την άνοιξη και μετά.

Αυτό που είναι μάλλον σίγουρο είναι πως οι τιμές της ενέργειας και κυρίως του φυσικού αερίου δεν πρόκειται να επιστρέψουν σε προ κρίσης και κυρίως σε προπανδημικά επίπεδα. Το φτηνό ρωσικό αέριο δεν θα υπάρχει πλέον για την Ευρώπη, τουλάχιστον στο βαθμό που έρεε πριν τον πόλεμο και το LNG είναι ακριβότερο. Οι τιμές της επόμενης ημέρας σε καύσιμα και τρόφιμα θα είναι πιο υψηλές από την εποχή πριν τον πόλεμο. 

...και η Ελλάδα

Η Ελλάδα είναι από τους λίγους εναπομείναντες πελάτες της Gazprom στην Ε.Ε. και συνεχίζει απρόσκοπτα να λαμβάνει ρωσικό αέριο μέσω του αγωγού Turkstream. Η μείωση, ωστόσο, της εξάρτησης από το ρωσικό αέριο είναι συνεχής και σημαντική. Η Ρεβυθούσα έχει αναδειχθεί σε στρατηγικής σημασίας ενεργειακή υποδομή ολόκληρης της νοτιοανατολικής Ευρώπης. Σε φάση ανάπτυξης είναι κι άλλοι σταθμοί FSRU σε Αλεξανδρούπολη, Κόρινθο, Βόλο. Ωστόσο η ισορροπία είναι λεπτή για την Ελλάδα που δεν διαθέτει υπόγειες αποθήκες αερίου και σε περίπτωση που η Gazprom έκλεινε εντελώς την στρόφιγγα θα έπρεπε να επιδοθεί σε έναν δύσκολο αγώνα δρόμου για να μην αντιμετωπίσει προβλήματα τροφοδοσίας.

Προς το παρόν πάντως, η Ελλάδα έχει διαβλέψει μια ευκαιρία στο νέο γεωπολιτικό σκηνικό επιζητώντας την εξέλιξη σε ενεργειακό hub της νοτιοανατολικής Ευρώπης. Με αγωγούς που μπορεί να φτάνουν έως την Ουκρανία και άπλετη πρόσβαση στη θάλασσα, μπορεί η Ελλάδα να γίνει ο κόμβος μεταφοράς του αμερικανικού – και όχι μόνο – φυσικού αερίου στην ανατολική Ευρώπη. Αντίστοιχο ρόλο επιζητά για τον εαυτό της και η Τουρκία, με στήριγμα όμως τη Ρωσία, αλλά μετά και τους τελευταίους καταστροφικούς σεισμούς δεν είναι πολύ πιθανό το εγχείρημα – αν υπήρχε πράγματι – να πετύχει.

Μέχρι, όμως, να εξελιχθούν τα υπερατλαντικά σχέδια για το νέο ρόλο της Ελλάδας στην νοτιοανατολική Μεσόγειο, η χώρα μας έχει να παλέψει με έναν τεράστιο πληθωρισμό, όπως και όλος ο υπόλοιπος κόσμος. Όπως και στην Ευρώπη, το πρόβλημα σταδιακά αποσύρεται από την ενέργεια και επικεντρώνει στα τρόφιμα.

Το ζήτημα των τροφίμων

Αυτό το είχε διαβλέψει σωστά, ένα χρόνο πριν, ο νομπελίστας οικονομολόγος Πωλ Κρούγκμαν. «Τα τρόφιμα μπορεί στην πραγματικότητα να αποτελέσουν μεγαλύτερο πρόβλημα από την ενέργεια», είχε πει τον Μάρτιο του 2022, συνυπολογίζοντας πως πριν τον πόλεμο του Πούτιν, Ρωσία και Ουκρανία μαζί αντιπροσώπευαν πάνω από το 25% των παγκόσμιων εξαγωγών σιταριού. Με τη Ρωσία στο στόχαστρο κυρώσεων και την Ουκρανία σε εμπόλεμη κατάσταση, οι τιμές του σιταριού έχουν εκτοξευθεί.

Πέρα από τα προβλήματα εφοδιασμού – τα οποία αντιμετωπίζονται μετά τη συμφωνία της Κωνσταντινούπολης και το πράσινο φως για να φτάσουν στις αγορές της Ασίας και της Αφρικής 21 εκατομμύρια τόνοι δημητριακών και σιτηρών από την 1η Αυγούστου 2022 έως τις 15 Φεβρουαρίου 2023 – η αβεβαιότητα  παραμένει λόγω της αύξησης των τιμών.

Πριν από την εισβολή, ένας τόνος σιταριού κόστιζε μεταξύ 150 και 200 ??ευρώ. Μετά την έναρξη του πολέμου και έως τον περασμένο Μάιο καταγράφηκε ισχυρή άνοδος των διεθνών τιμών με αποτέλεσμα ο τόνος να φτάσει στα 260 με 430 ευρώ. Σήμερα ένας τόνος σιταριού διαπραγματεύεται κοντά στα 300 ευρώ. Το ίδιο ισχύει και για το καλαμπόκι, όπου ο τόνος διαπραγματευόταν πριν τον πόλεμο στα 320 ευρώ, ανέβηκε στα 390 ευρώ τον Μάιο πριν υποχωρήσει σήμερα στα  300 ευρώ.

Οι τιμές και στα τρόφιμα μπορεί σταδιακά και προς το 2024 να αποκλιμακωθούν κάπως, αλλά θα παραμείνουν μάλλον για καιρό ψηλά, χωρίς να πέφτουν εύκολα σε προπολεμικά επίπεδα. Αυτό περιμένουν οι αναλυτές.

Το ίδιο είπε και η Λανγκάρντ πρόσφατα. Προβλέποντας δυο ακόμη αυξήσεις επιτοκίων – τουλάχιστον – είπε πως όχι μόνο θα συνεχιστούν οι αυξήσεις, αλλά τα επιτόκια θα παραμείνουν στα υψηλά επίπεδα για αρκετό διάστημα όταν θα έχει πια κορυφωθεί η καμπύλη της ανόδου.

Δηλαδή με άλλα λόγια, στην μεταπολεμική εποχή διαφαίνεται πως θα έχουμε ακριβότερη ενέργεια, ακριβότερα τρόφιμα και προϊόντα, αλλά και ακριβότερο χρήμα. Η εποχή του φτηνού ρωσικού αερίου θεωρείται πεπερασμένη για την Ευρώπη, η εποχή των φτηνών πρώτων υλών επίσης, όπως και η εποχή των αρνητικών επιτοκίων και του φτηνού χρήματος.

Μπορεί οι οικονομίες της Ευρώπης να γλιτώσουν την ύφεση φέτος, όπως δείχνουν πια όλες οι νέες εκθέσεις, διασωζόμενες από τον καλό καιρό και την πτώση των τιμών της ενέργειας, ωστόσο η επόμενη μέρα του πολέμου δεν θα είναι ανέφελη για τις οικονομίες, τις κυβερνήσεις και πολύ περισσότερο τους ευρωπαίους πολίτες.

Το είπαν άλλωστε πρόσφατα και οι αναλυτές στρατηγικής της JPMorgan Chase: Προσοχή στην υπερβολική αισιοδοξία που όψιμα ενδημεί στους ευρωπαϊκούς χρηματοπιστωτικούς οίκους και τους επενδυτές. «Είναι πολύ νωρίς για να πούμε ότι δεν θα υπάρξει ύφεση. Ο αντίκτυπος της νομισματικής πολιτικής στην οικονομία μπορεί να καθυστερήσει κατά ένα ή δύο χρόνια».

Και πολύ περισσότερο δεν πρόκειται να επιστρέψουμε πίσω, στον κόσμο πριν τον πόλεμο που σε κάθε περίπτωση ήταν ένας άλλος κόσμος. Το είπε και ο Νουριέλ Ρουμπινί «Οι συνέπειες της ουκρανικής κρίσης και της ευρύτερης γεωπολιτικής ύφεσης που προμηνύει, θα μπορούσαν να οδηγήσουν οπουδήποτε, αλλά δεν υπάρχει επιστροφή στην αρχική κατάσταση των πραγμάτων»…

εισβολήΡωσίαΟυκρανίαειδήσεις τώραπόλεμοςΑφιέρωμα Ουκρανία