Οικονομία|31.08.2019 13:19

Νέα ύφεση απειλεί την παγκόσμια οικονομία: «Ντόμινο» από τη διαμάχη ΗΠΑ-Κίνας

Newsroom

Πληθαίνουν τα σημάδια ότι η παγκόσμια οικονομία βαίνει προς μία νέα μεγάλη ύφεση, εξαιτίας των εξελίξεων στην αγορά ομολόγων των ΗΠΑ, αλλά και εξαιτίας του εμπορικού πολέμου που έχει ξεσπάσει μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του πλανήτη, της Κίνας και των ΗΠΑ, καθώς την Κυριακή θα τεθούν σε ισχύ οι νέοι τελωνειακοί δασμοί.Την αναταραχή έκαναν πιο έντονη τα δεδομένα της αγοράς κρατικών ομολόγων των ΗΠΑ και συγκεκριμένα η αντιστροφή της καμπύλης αποδόσεων των ομολόγων. Η καμπύλη αυτή είναι ένας από τους πιο αξιόπιστους δείκτες ότι μία νέα ύφεση της αμερικανικής και της παγκόσμιας οικονομίας είναι προ των πυλών.

Το νέο δεδομένο που κάνει τις κυβερνήσεις, τους επενδυτές, και τους οικονομολόγους να στριφογυρίζουν στον ύπνο τους, είναι το «βάθεμα» της αντιστροφής της καμπύλης των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων των ΗΠΑ σε επίπεδα που έχουν να φτάσουν από το 2007.

Το συγκεκριμένα «φαινόμενο» κατά το οποίο οι αποδόσεις των βραχυπρόθεσμων ομολόγων γίνονται μεγαλύτερες από αυτές των μακροπρόθεσμων, έχει προηγηθεί κάθε φορά που έχει σημειωθεί ύφεση της αμερικανικής οικονομίας. Για πρώτη φορά φέτος η καμπύλη αυτή αντιστράφηκε τον Μάρτιο, όμως η διαφορά στις αποδόσεις μεταξύ των δύο κατηγοριών ομολόγων (βραχυπρόθεσμα- μακροπρόθεσμα) έκτοτε μεγαλώνει σταθερά και χθες έφτασε σε επίπεδα ρεκόρ δωδεκαετίας.

Σύμφωνα με τους αναλυτές, το σπρεντ μεταξύ των αποδόσεων των κρατικών αμερικανικών ομολόγων που λήγουν σε τρεις μήνες και των δεκαετών ξεπέρασε τις 52 μονάδες βάσεις, διαφορά που έχει να εμφανιστεί από το 2007 και το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης. Η κατάσταση αυτή, σύμφωνα με τους ειδικούς, αντανακλά την ανησυχία των επενδυτών για το ενδεχόμενο μίας νέας ύφεσης (δηλαδή ένας φαύλος κύκλος δημιουργείται) και εντείνεται εξαιτίας της αβεβαιότητας που έχει προκαλέσει στις εμπορικές συναλλαγές η πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ επιβολής δασμών σε κινεζικά προϊόντα και η απάντηση της κινεζικής ηγεσίας.

Το γερμανικό ζήτημα

Στις 19 Αυγούστου, η Κεντρική Τράπεζα της Γερμανίας(Bundesbank) προειδοποίησε μέσω έκθεσης που έδωσε στη δημοσιότητα ότι η οικονομία της χώρας, που είναι και η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης, ακροβατεί πια στο χείλος της ύφεσης, «πληγωμένη» κυρίως από την πτώση στις εξαγωγές γερμανικών αυτοκινήτων και βιομηχανικού εξοπλισμού.  

Επιβράδυνση και συρρίκνωση τα νέα δεδομένα

Πράγματι, οι γερμανικές εξαγωγές μειώθηκαν το καλοκαίρι που φεύγει (Απρίλιος-Ιούνιος) ακολουθώντας μια πτωτική πορεία η οποία, σύμφωνα με τη Bundesbank, αναμένεται να συνεχιστεί και το φθινόπωρο. Η γερμανική οικονομία συρρικνώθηκε κατά 0,1% το δεύτερο τρίμηνο του 2019 (σε σχέση με την αμέσως προηγούμενη περίοδο) και μπήκε στο τρίτο τρίμηνο (που ολοκληρώνεται τον Σεπτέμβριο) χωρίς να δείχνει σημάδια ανάκαμψης, οδεύοντας έτσι πιο κοντά στην ύφεση η οποία άλλωστε ορίζεται ως δύο συνεχόμενα τρίμηνα συρρίκνωσης. Ο ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης (0,4%) του δεύτερο τριμήνου ήταν στη Γερμανία, την καλούμενη και ατμομηχανή της ευρωζώνης, ο χαμηλότερος της τελευταίας εξαετίας, με τις προοπτικές μάλιστα να διαφαίνονται δυσοίωνες για τους Γερμανούς εξαγωγείς ειδικά στην περίπτωση ενός άτακτου Brexit στις 31 Οκτωβρίου.  

Αναζητώντας τις αιτίες πίσω από την πτώση στις γερμανικές εξαγωγές, η γερμανική Κεντρική Τράπεζα εστιάζει κυρίως σε εξελίξεις όπως είναι ο επιδεινούμενος εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ-Κίνας, οι επαπειλούμενοι αμερικανικοί δασμοί στις ευρωπαϊκές εξαγωγές και το επικείμενο Brexit το οποίο μάλιστα, εάν κρίνουμε από την «ανταπόκριση» που βρήκε ο Βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον κατά την τελευταία περιοδεία του στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, αναμένεται… σκληρό και άτακτο.  

Σημειώνεται ότι οι ΗΠΑ, η Κίνα αλλά και το Ηνωμένο Βασίλειο ξεχωρίζουν ως κάποιοι από τους μεγαλύτερους εμπορικούς εταίρους της Γερμανίας, μιας Γερμανίας στην οποία ωστόσο η οικονομική επιβράδυνση έρχεται πλέον να συνδυαστεί και με πολιτικούς πονοκεφάλους δημιουργώντας ένα πραγματικό εκρηκτικό κοκτέιλ για τον μεγάλο κυβερνητικό συνασπισμό υπό την Άνγκελα Μέρκελ που πολλοί θεωρούν ότι δεν θα καταφέρει να βγάλει την τετραετία έως το 2021.

Ρευστό (και) το πολιτικό τοπίο στην Ευρώπη 

Εκατομμύρια Γερμανοί οδεύουν στις κάλπες τους επόμενους μήνες (Σεπτέμβριο και Οκτώβριο) για να εκλέξουν τοπικές κυβερνήσεις στα κρατίδια του Βρανδεμβούργου, της Σαξονίας και της Θουριγγίας, με τις δημοσκοπήσεις να προβλέπουν σημαντικές απώλειες για τους Χριστιανοδημοκράτες (CDU) και τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD), για τα δύο μεγάλα κόμματα δηλαδή ενός κυβερνητικού συνασπισμού που, εάν κλονιστεί έτι περαιτέρω, μπορεί και να καταρρεύσει συμπαρασύροντας έτσι και την γερμανική οικονομία σε νέες ατραπούς αστάθειας και αβεβαιότητας. Σημειώνεται ότι στα τέλη του επερχόμενου Οκτωβρίου, μόλις λίγα 24ωρα πριν την καταληκτική ημερομηνία του Brexit, αναμένεται να ανακοινωθεί και το όνομα του επερχόμενου νέου ηγέτη του SPD, ενός ηγέτη που ενδεχομένως να θελήσει να αποσύρει τους Σοσιαλδημοκράτες από τον μεγάλο συνασπισμό ή να επαναδιαπραγματευτεί τη θέση τους σε αυτόν.

Θα θυσιάσει τον ισοσκελισμένο προϋπολογισμό το Βερολίνο;

Η κυβέρνηση Μέρκελ εμφανίζεται, πάντως, επί του παρόντος να εξετάζει συνταγές τόνωσης της γερμανικής οικονομίας, συνταγές  που άλλοτε, τον καιρό της «ελληνικής κρίσης», αποκήρυττε ως ανάθεμα. Οι «έξω» (το ΔΝΤ, το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ κ.ά.) την καλούν να λάβει συγκεκριμένα μέτρα για την ενίσχυση της εσωτερικής ζήτησης, να μειώσει φόρους και να αυξήσει τις δαπάνες (σε έργα υποδομών κ.ά.). Κάποιοι την καλούν να απαρνηθεί ακόμη και τον εμμονικό κανόνα των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών, «καλωσορίζοντας» αντιθέτως δαπάνες και ελλείμματα ως αναπτυξιακά μέτρα… Εάν μάλιστα κρίνουμε και από πρόσφατες δηλώσεις του Σοσιαλδημοκράτη υπουργού Οικονομικών, Όλαφ Σολτς, η γερμανική συγκυβέρνηση όντως το σκέφτεται να «θυσιάσει» της αρχή των μηδενικών δημοσιονομικών ελλειμμάτων.  

Ό,τι συμβαίνει, ωστόσο, στη Γερμανία, δεν μένει στη Γερμανία. Αντιθέτως, επηρεάζει ολόκληρη την ευρωζώνη, ειδικά σε μια περίοδο «μεταβάσεων» όπως είναι η τρέχουσα, καθώς οι πολιτικές δυνάμεις σε Ισπανία και Ιταλία προσπαθούν να σχηματίσουν κυβερνήσεις συνεργασίας υπό την απειλή πρόωρων εκλογών, καθώς η Βρετανία του Μπόρις Τζόνσον οδεύει προς ένα άτακτο Brexit και οι ευρωπαϊκοί θεσμοί (Κομισιόν, ΕΚΤ) αλλάζουν φρουρά μέσα στο φθινόπωρο.  

Η ευρωζώνη πάντως ως σύνολο έχει ήδη εισέλθει σε τροχιά επιβράδυνσης, με την ανάπτυξη να υποχωρεί στο μόλις 0,2% κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2019 (από 0,4% που ήταν το αμέσως προηγούμενο πρώτο τρίμηνο) και όλες τις μεγάλες ευρωπαϊκές οικονομίες να «κατεβάζουν στροφές» (στο μείον 0,1% η ανάπτυξη στη Γερμανία το δεύτερο τρίμηνο του 2019, στο συν 0,5% στην Ισπανία, στο συν 0,2% στη Γαλλία, στο 0% στην Ιταλία). Και όλα αυτά, με τον πληθωρισμό παράλληλα να υποχωρεί τον Ιούλιο στην ευρωζώνη στο 1%, κάτω δηλαδή από τον στόχο του 2% που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και στο χαμηλότερο σημείο από το 2016.  

Brexit, Κίνα και ΗΠΑ επιτείνουν την ανησυχία  

Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, η ΕΚΤ, υπό τον απερχόμενο Μάριο Ντράγκι, ετοιμάζεται να ανακοινώσει ένα νέο πακέτο αναπτυξιακών-τονωτικών μέτρων στις 12 Σεπτεμβρίου. Τα μηνύματα που έρχονται, ωστόσο, εκτός ευρωζώνης, τόσο από τη Βρετανία όσο και από τις ΗΠΑ και την Κίνα, είναι δυσοίωνα.

Ένα άτακτο Brexit ισοδυναμεί από μόνο του με ταραχώδη είσοδο σε αχαρτογράφητα νερά, ειδικά για τη βρετανική οικονομία που οδεύει προς μια δυνητικά μακρόχρονη περίοδο βαθιάς ύφεσης. Ήδη, το βρετανικό ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά 0,2% το δεύτερο τρίμηνο του 2019 (Απρίλιος-Ιούνιος), πράγμα που είχε να συμβεί από το τέταρτο τρίμηνο του 2012.  

Αλλά και η Κίνα από την πλευρά της, μόλις κατέγραψε τον χαμηλότερο ρυθμό ανάπτυξης των τελευταίων 27 ετών: 6,2% κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2019…

Κλιμακώνεται ο εμπορικός πόλεμος μεταξύ ΗΠΑ-Κίνας

Ο εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ-Κίνας κλιμακώνεται με τον Ντόναλντ Τραμπ να επιβεβαιώνει ότι από την Κυριακή θα τεθούν σε ισχύ οι νέοι τελωνειακοί δασμοί ύψους 15% σε εισαγόμενα κινεζικά αγαθά αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Από τον Μάρτιο του 2018, ο Τραμπ εξαπέλυσε έναν ανελέητο εμπορικό πόλεμο με την Κίνα, απαιτώντας να τερματιστούν αυτές που αποκαλεί «κακόπιστες» κινεζικές εμπορικές πρακτικές, όπως είναι η «εξαναγκαστική» μεταφορά αμερικανικών τεχνολογιών και οι «μαζικές» επιχορηγήσεις κινεζικών κρατικών εταιρειών. Το Πεκίνο μέχρι σήμερα δεν υποχωρεί στον βαθμό που θα ικανοποιούσε τον Ρεπουμπλικάνο πρόεδρο και ανταποδίδει τα μέτρα με δικούς του δασμούς σε αντίποινα. Οι κινεζικοί δασμοί πλήττουν πλέον ουσιαστικά το σύνολο των προϊόντων που εισάγονται από τις ΗΠΑ. Μέχρι τώρα, επιβάλλονταν επιπρόσθετοι δασμοί σε κινεζικά εισαγόμενα αγαθά ύψους 250 δισεκατομμυρίων και πλέον από ένα σύνολο αγαθών αξίας περίπου 540 δισεκ. δολαρίων (τα στοιχεία αφορούν εμπορικές συναλλαγές του 2018).

οικονομική κρίσηύφεση