Πολιτική|06.07.2020 14:33

Δέκα χρόνια φαγούρα: Η πολυκύμαντη σχέση του ΣΥΡΙΖΑ με τα media

Γεώργιος Σαρρής

Εάν πλησιάσεις πολύ κοντά σε ένα αναµµένο τζάκι κινδυνεύεις να καείς. Εάν από την άλλη αποµακρυνθείς αρκετά, κινδυνεύεις να κρυώσεις. Το ιδανικότερο είναι να κρατά µια απόσταση ασφαλείας. Αυτό ακριβώς πράττει τόσα χρόνια και ο ΣΥΡΙΖΑ στον τρόπο που αντιµετωπίζει τα Μέσα Μαζικής Ενηµέρωσης. Η σχέση του µε τα media τα τελευταία δέκα χρόνια µπορεί µεν να υπήρξε πολυκύµαντη, µε περιόδους προσέγγισης και στηλίτευσης όπως θα δούµε, αλλά ως επί το πλείστον η ηγεσία και τα στελέχη του τηρούσαν αποστάσεις ασφαλείας και µια διαχρονική επιφυλακτικότητα. Αυτό φάνηκε όχι µόνο την εποχή που το κόµµα βρισκόταν στα έδρανα της ελάσσονος ή της µείζονος αντιπολίτευσης όπως συµβαίνει σήµερα, αλλά και το χρονικό διάστηµα που ανήλθε στην εξουσία. Τα όσα συνέβησαν µόλις την τελευταία εβδοµάδα είναι ενδεικτικά της στάσης που τηρεί η Κουµουνδούρου.

Ο ΣΥΡΙΖΑ ζήτησε εξαρχής επίµονα από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Στέλιο Πέτσα να δώσει στη δηµοσιότητα την αναλυτική λίστα µε το ποσό που έλαβε κάθε µέσο ενηµέρωσης για την προβολή της καµπάνιας ενηµέρωσης κατά του κορονοϊού. Είναι αυτονόητο ότι ο Ελληνας φορολογούµενος θα πρέπει να γνωρίζει επακριβώς τον τρόπο µε τον οποίο µοιράστηκε το διόλου ευκαταφρόνητο ποσό των 20 εκατοµµυρίων ευρώ σε 1.232 µέσα ενηµέρωσης (εφηµερίδες, τηλεοπτικά κανάλια, ιστοσελίδες και ραδιοφωνικούς σταθµούς ανά την Ελλάδα). Πόσα χρήµατα πήρε το κάθε Μέσο και µε ποια κριτήρια.

«Η απόκρυψη της λίστας αποτελεί οµολογία ενοχής» υποστήριξε το κόµµα. Στο πλαίσιο αυτό κρίθηκε σκόπιµο να δηµιουργηθεί και ένα σχετικό σποτάκι διάρκειας ενός λεπτού και οκτώ δευτερολέπτων, που θα στηλιτεύει την πολιτική της κυβέρνησης να διανείµει κρατική διαφήµιση δεκάδων εκατοµµυρίων ευρώ χωρίς ξεκάθαρα κριτήρια. Επιστράτευσε την ηθοποιό Αννα Ελεφάντη (υποψήφια βουλευτής του κόµµατος και κόρη του εµβληµατικού διανοουµένου της Ανανεωτικής Αριστεράς, Αγγελου Ελεφάντη), που εµφανίζεται στο σποτ ως δηµοσιογράφος που αρπάζει 50ευρα χαρτονοµίσµατα, τα οποία πέφτουν από τον ουρανό κάθε φορά που αναφέρεται στο όνοµα «Κυριάκος Μητσοτάκης». Η πλειονότητα των εκπροσώπων του Τύπου το χαρακτήρισε ισοπεδωτικό και προσβλητικό για τον κλάδο τον οποίο εµφανίζει, ούτε λίγο ούτε πολύ, ως αργυρώνητο. Μάλιστα παρενέβη άµεσα το διοικητικό συµβούλιο της ΕΣΗΕΑ στέλνοντας επιστολή στον γραµµατέα του ΣΥΡΙΖΑ Πάνο Σκουρλέτη, που ανέφερε ότι «στηλιτεύουµε τον απαράδεκτο διασυρµό συλλήβδην του δηµοσιογραφικού κόσµου µέσω του προκλητικού βίντεο που δηµοσιεύσατε στον βωµό της πολιτικής αντιπαράθεσης και της αντιπολιτευτικής τακτικής».

Αναδίπλωση

Στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ υπήρξε αναδίπλωση, µε τον κ. Σκουρλέτη να διαβεβαιώνει τους δηµοσιογράφους πως «σε καµία περίπτωση δεν είχαµε την πρόθεση να προσβάλουµε τον δηµοσιογραφικό κόσµο µε το συγκεκριµένο βίντεο. Αντιθέτως θεωρούµε ότι η πλειοψηφία των δηµοσιογράφων είναι αδύνατο να ταυτιστεί µε ό,τι αντιπροσωπεύει η µορφή που πρωταγωνιστεί σε αυτό». Περίπου τα ίδια ειπώθηκαν και στη διά ζώσης συνάντηση που είχε µε το ∆Σ της ΕΣΗΕΑ, παρόντος και του εκπροσώπου Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξη Χαρίτση. Η ζηµιά όµως σε επικοινωνιακό επίπεδο είχε γίνει. Από τη στιγµή που αναγκάζεσαι να δώσεις εξηγήσεις για το τι εννοεί το σποτ και σε ποιον επιτίθεται, σηµαίνει ότι δεν έχεις περάσει ξεκάθαρα το πολιτικό µήνυµα που θέλεις να εκπέµψεις. Από τον µακρινό Μάιο του 2011 που ξεκίνησε να γιγαντώνεται το «κίνηµα της πλατείας», µε τους επονοµαζόµενους «Αγανακτισµένους» της πλατείας Συντάγµατος να διαδηλώνουν κατά της µνηµονιακής πολιτικής, ο ΣΥΡΙΖΑ (ως πέµπτο κόµµα ακόµη, που είχε λάβει 4,6% στις εθνικές εκλογές του 2009) είχε αρχίσει να... κλείνει το µάτι στους συγκεντρωµένους στηλιτεύοντας τον ρόλο των µέσων ενηµέρωσης και συγκεκριµένων δηµοσιογράφων – κυρίως µεγάλων τηλεοπτικών καναλιών.

Η ίδια στάση συνεχίστηκε από τον κ. Αλέξη Τσίπρα και τους συντρόφους του ακόµη και µετά τις βουλευτικές εκλογές του 2012, που ανέδειξαν τον ΣΥΡΙΖΑ δεύτερο κόµµα µε ποσοστό 16,78%. Οταν άρχισε να αχνοφαίνεται όµως η εξουσία, υπήρξε µεταστροφή στην αντιµετώπιση των ΜΜΕ. Μετά τις ευρωεκλογές του Μαΐου 2014 (που ο ΣΥΡΙΖΑ πρωτεύει µε 26,56%) ξεκινούν οι επαφές του κ. Τσίπρα µε µεγαλοεκδότες, όπως ο Σταύρος Ψυχάρης, ζητώντας πολιτική στήριξη. Το πρωινό της 26ης Ιανουαρίου 2015, ο Αλέξης Τσίπρας γίνεται ο νεότερος πρωθυπουργός στην Ιστορία της Ελλάδας. Αρχικά η συντριπτική πλειονότητα των µέσων ενηµέρωσης δείχνουν να τον στηρίζουν, όπως συµβαίνει άλλωστε µε κάθε νέα κυβέρνηση. Οσο περνούν οι εβδοµάδες όµως και δεν επιτυγχάνεται συµφωνία µε τους ευρωπαϊκούς θεσµούς και το ∆ιεθνές Νοµισµατικό Ταµείο για το µέλλον της οικτρής οικονοµίας µας, το µιντιακό σύστηµα δείχνει να προβληµατίζεται. Κυβερνητικά στελέχη κατηγορούν τα κανάλια και τις εφηµερίδες ότι διαστρεβλώνουν τα λόγια τους, όπως για παράδειγµα την πολυσυζητηµένη φράση της υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής Τασίας Χριστοδουλοπούλου ότι οι µετανάστες... λιάζονται στην Οµόνοια.

Την περίοδο του δηµοψηφίσµατος για την έγκριση του σχεδίου οικονοµικής συµφωνίας µε τους θεσµούς τον Ιούλιο του 2015, η συντριπτική πλειονότητα των µέσων ενηµέρωσης τάσσονται ανοικτά υπέρ του «ναι», µε κάποιους παρουσιαστές να υποστηρίζουν στα πάνελ πως εάν βγει το «όχι» θα... έρθουν οι κοµµουνιστές να µας πάρουν τα σπίτια. Είναι προφανές ότι θα πρέπει να υπάρξουν αλλαγές στο επικοινωνιακό επιτελείο. Τον επόµενο µήνα αλλάξει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος και τη θέση του Γαβριήλ Σακελλαρίδη παίρνει η Ολγα Γεροβασίλη. Μετά τις δεύτερες εθνικές εκλογές τον Σεπτέµβριο του 2015, το Μέγαρο Μαξίµου θα επιχειρήσει να δηµιουργήσει µια οµάδα που θα καταγράφει νυχθηµερόν τα όσα λέγονται και γράφονται στα µέσα ενηµέρωσης, ούτως ώστε να υπάρχει µια συνολική εικόνα. Παράλληλα εισέρχεται δυναµικά στα social media αντιλαµβανόµενο την επιρροή που ασκούν. Πρώτο µέληµα είναι να µπει µια τάξη στο άναρχο τηλεοπτικό τοπίο. Ετσι δηµιουργείται ο νόµος 4339/2015 που µεταβιβάζει την αρµοδιότητα αδειοδότησης των καναλιών στον υπουργό Επικρατείας.

Ο διαγωνισµός όµως δεν θα έχει οµαλή κατάληξη, αφού το Συµβούλιο της Επικρατείας θα αποφανθεί οριστικά τον Ιανουάριο του 2017 ότι ο νόµος παραβιάζει τη συνταγµατική διάταξη που προβλέπει ότι το Εθνικό Συµβούλιο Ραδιοτηλεόρασης είναι το µόνο και αποκλειστικά αρµόδιο όργανο για τη ρύθµιση του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου. Οσο περνά ο καιρός ο ΣΥΡΙΖΑ επωµίζεται την εκ των πραγµάτων φθορά της εξουσίας, αλλά µεταφέρει την ευθύνη για την αρνητική εικόνα που βγαίνει προς τα έξω αποκλειστικά και µόνο στα µέσα µαζικής ενηµέρωσης, επειδή δεν προβάλλουν το έργο που παράγεται. Τον Ιανουάριο του 2019 ο αναπληρωτής υπουργός Υγείας Παύλος Πολάκης θα δηλώσει στους δηµοσιογράφους των «βοθροκάναλων της διαπλοκής» ότι «είστε όλοι σε διατεταγµένη υπηρεσία. Εξαίρεση στην προβολή του κυβερνητικού έργου αποτελεί για το Μέγαρο Μαξίµου η δηµόσια τηλεόραση της ΕΡΤ, που επαναλειτουργεί από το 2015 µετά το «µαύρο» που είχε επιβάλει η συγκυβέρνηση Ν∆-ΠΑΣΟΚ το 2013.

Εμπάργκο

Με τη δηµιουργία του Μητρώου Επιχειρήσεων Ηλεκτρονικών Μέσων Ενηµέρωσης επιχειρήθηκε επίσης για πρώτη φορά να µπει τάξη σε ένα άναρχο τοπίο, «βελτιώνοντας τις συνθήκες εργασίας αλλά και τους όρους παροχής υπηρεσιών προς τους πολίτες από τις ενηµερωτικές ιστοσελίδες», όπως υποστηρίζει σήµερα ο ΣΥΡΙΖΑ. Επίσης, το κόµµα της αξιωµατικής αντιπολίτευσης ισχυρίζεται ότι ήταν καταλυτική η συµµετοχή της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ στην προσπάθεια διάσωσης του επικουρικού Ταµείου των δηµοσιογράφων, του Ε∆ΟΕΑΠ, που είχε ως κατάληξη τον νόµο 4498/2017, ο οποίος ψηφίστηκε µε συντριπτική πλειοψηφία στη Βουλή. Μετά τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι τον Ιούλιο του 2018, ο ΣΥΡΙΖΑ θα επιβάλει εµπάργκο στον ΣΚΑΪ επειδή µετέδωσε την πληροφορία ότι ο πρωθυπουργός σκέφτεται να αποπέµψει υπηρεσιακά στελέχη της Πυροσβεστικής και της Αστυνοµίας.

Από τότε µέχρι και τις εκλογές του 2019, κανένας υπουργός ή βουλευτής δεν πάτησε το πόδι του στο στούντιο του σταθµού. Λίγες εβδοµάδες µετά τη µετάδοση της πληροφορίας, πάντως, αποπέµφθηκαν όντως τόσο ο αρχηγός του Πυροσβεστικού Σώµατος όσο και της ΕΛ.ΑΣ. Τέλος, δεν θα πρέπει να παραλείψουµε ότι επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ συστάθηκε στη Βουλή Εξεταστική Επιτροπή προκειµένου να διερευνήσει τη νοµιµότητα των δανειοδοτήσεων κοµµάτων και ΜΜΕ από τις τράπεζες. Επειτα από εννέα µήνες συνεδριάσεων, το τελικό πόρισµα των 965 σελίδων που παραδόθηκε στις 23 Ιανουαρίου 2017 έκανε λόγο για τρίγωνο διαπλοκής µεταξύ πολιτικών, τραπεζιτών και µιντιαρχών. Μόλις τον περασµένο Νοέµβριο, όµως, ο υπουργός ∆ικαιοσύνης Κώστας Τσιάρας ενηµέρωσε την Ολοµέλεια ότι διαβιβάστηκαν από το Γραφείο του Εισαγγελέα Οικονοµικού Εγκλήµατος τα στοιχεία για την πορεία των ερευνών, αλλά η συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων που εξετάστηκαν έχει αρχειοθετηθεί.

δημοψήφισμαΣΥΡΙΖΑαγανακτισμένοιΑλέξης Τσίπρας