Πολιτική|12.07.2020 18:38

Η «τζιχάντ» του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν - Από τη μαντίλα στην Αγία Σοφία

Γιώργος Σκαφιδάς

Ήταν Αύγουστος του 2013 όταν στο περιοδικό «Skylife» των κρατικών Τουρκικών Αερογραµµών δηµοσιεύθηκε ένα µακροσκελές άρθρο µε τον χαρακτηριστικό τίτλο «Αγία Σοφία, τζαµί των σουλτάνων». «Η Αγία Σοφία µετατράπηκε σε µουσείο µε διάταγµα του Συµβουλίου των Υπουργών στις 24 Νοεµβρίου 1934. Υπάρχουν, ωστόσο, αµφιβολίες σχετικά µε τη νοµιµότητα αυτού του διατάγµατος» έγραφαν τότε οι συντάκτες του κειµένου, που είχε δηµοσιευτεί όχι µόνο στα τουρκικά αλλά και στα αγγλικά, απευθυνόµενοι στο διεθνές κοινό µέσα από τις σελίδες ενός περιοδικού το οποίο µπορεί κανείς να διαβάσει δωρεάν εν πτήσει όταν ταξιδεύει µε τις Τουρκικές Αερογραµµές (Turkish Airlines).

Επτά χρόνια µετά, εν έτει 2020, ήρθε πια η ώρα για την ελεγχόµενη από τον ισλαµιστή Ερντογάν τουρκική «∆ικαιοσύνη» να… αποδοµήσει την κληρονοµιά του «κοσµικού» Μουσταφά Κεµάλ. ∆ιότι ήταν επί Κεµάλ που η Αγία Σοφία είχε µετατραπεί από ισλαµικό τέµενος σε µουσείο το 1934, σε µια κίνηση τότε γεφυροποιητική, προκειµένου η ακόµη νεοσυσταθείσα Τουρκική ∆ηµοκρατία να αρχίσει να αναπτύσσει στενότερους πολιτισµικούς δεσµούς µε τη ∆ύση. Και είναι επί Ερντογάν, σχεδόν 100 χρόνια πια έπειτα από την ίδρυση της σύγχρονης Τουρκικής ∆ηµοκρατίας, που ανοίγει ο δρόµος της… επιστροφής για την επανα-τεµενοποίηση της Αγίας Σοφίας, σε µια κίνηση όµως υπονοµευτική των δεσµών της Τουρκίας όχι µόνο µε τη χριστιανική ∆ύση αλλά και µε τη χριστιανική Ευρασία (βλέπε ορθόδοξη Ρωσία).

Μόνος εναντίον όλων, ο Τούρκος πρόεδρος παίρνει το ισλαµοεθνικιστικό του γιαταγάνι και εφορµά ωσάν νέος «πορθητής»… ξηλώνοντας την κληρονοµιά του προσανατολισµένου στη ∆ύση Μουσταφά Κεµάλ, από τη µία πλευρά, και προκαλώντας τη διεθνή κοινότητα, από την άλλη.

Τι κι αν αντιδρούν έντονα Ρώσοι, Αµερικανοί, Ευρωπαίοι, Οικουµενικό Πατριαρχείο, Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία και UNESCO; Το ισλαµοεθνικιστικό τουρκικό κατεστηµένο πήρε τελικώς την απόφαση να δώσει το «πράσινο φως» για τη µετατροπή της Αγίας Σοφίας σε ισλαµικό τέµενος, ικανοποιώντας έτσι ένα πάγιο αίτηµα των Τούρκων ισλαµιστών. Ηδη από την εποχή του Νετζµετίν Ερµπακάν (πρώτου ισλαµιστή πρωθυπουργού της σύγχρονης Τουρκίας), το πολιτικό ισλάµ στη γείτονα πορευόταν µε σηµαία του µια σειρά από αιτήµατα περί: ανέγερσης ισλαµικού τεµένους στην πλατεία Ταξίµ της Κωνσταντινούπολης, «επανεισδοχής» της ισλαµικής µαντίλας στον τουρκικό δηµόσιο βίο (στους χώρους της εκπαίδευσης, της πολιτικής, των σωµάτων ασφαλείας, του στρατού) και µετατροπής της Αγίας Σοφίας σε τζαµί.

Ο ίδιος ο Ερντογάν, ως υποψήφιος δήµαρχος της Κωνσταντινούπολης πίσω στη δεκαετία του 1990, είχε πορευτεί µε ακριβώς µια τέτοια ατζέντα. Σχεδόν δυόµισι δεκαετίες µετά, ως πρόεδρος πλέον και επίδοξος «Κεµάλ στη θέση του Κεµάλ», ο 66χρονος Τούρκος ηγέτης κοντεύει όντως… να κάνει τικ σε όλα τα κουτάκια. Την ισλαµική µαντίλα την αποκατέστησε. Το ισλαµικό τέµενος στην Ταξίµ το έχει… θεµελιώσει. Οσο για την Αγία Σοφία, εκείνη είναι πλέον πιο κοντά από ποτέ άλλοτε µετά το 1934 στο να µετατραπεί σε τέµενος, έπειτα και από την απόφαση του τουρκικού Συµβουλίου της Επικρατείας, µια απόφαση στη βάση της οποίας ο Ερντογάν παραδίδει πλέον τα κλειδιά της Αγίας Σοφίας στην αµφιλεγόµενη τουρκική ∆ιεύθυνση Θρησκευτικών Υποθέσεων (Diyanet).

Επί Ερντογάν έχουν άλλωστε και άλλα βυζαντινά µνηµεία της Τουρκίας -τα οποία λειτουργούσαν ως µουσεία- αλλάξει καθεστώς χρήσης µετατρεπόµενα σε τεµένη. Ενδεικτικές οι περιπτώσεις της Αγίας Σοφίας στην Τραπεζούντα καθώς και της Αγίας Σοφίας στην Προύσα.

Οι λόγοι πίσω από την τεμενοποίηση

Στα χέρια του Ερντογάν η Αγία Σοφία υποβιβάζεται σε «εργαλείο πολιτικής», εξυπηρετώντας µια σειρά από ιδιοτελείς µεθοδεύσεις: Από καθαρά ψηφοθηρική/εκλογική σκοπιά, έρχεται να προσφέρει µια «νίκη» στους ισλαµιστές ψηφοφόρους, όπως άλλωστε και στο µεγαλύτερο µέρος των εθνικιστών (του συγκυβερνώντος MHP ως επί το πλείστον, πλην όµως όχι και του περισσότερου κοσµικού VATAN).

Την ίδια ώρα λειτουργεί αποπροσανατολιστικά, µεταθέτοντας την εστία της δηµόσιας αντιπαράθεσης από τα ουσιαστικά προβλήµατα της τουρκικής οικονοµίας, όπως εκείνα έχουν διαµορφωθεί-επιδεινωθεί στον απόηχο της πανδηµίας του κορονοϊού (βλέπε, µεταξύ άλλων, και την κατάρρευση της τουριστικής κίνησης), σε ένα άλλο… φαινοµενικώς ανεπίκαιρο (ή µάλλον διαχρονικά επίκαιρο, αλλά για ψηφοθηρικούς λόγους) θέµα όπως είναι εκείνο της Αγίας Σοφίας, ένα θέµα το οποίο δίνει την ευκαιρία στον Ερντογάν να… συγκρουστεί παράλληλα και µε τη ∆ύση πατώντας πάνω στα φοβικά σύνδροµα καταδίωξης του συλλογικού µετα-οθωµανικού θυµικού («Σύνδροµο των Σεβρών»).

Στόχος η δημοσκοπική ανάκαμψη 

Ο Ερντογάν θα ήθελε ιδανικά να εκµεταλλευτεί τις όποιες αποφάσεις για την Αγία Σοφία ως εφαλτήριο δηµοσκοπικής ανάκαµψης για τον ίδιο και την παράταξή του. Οι σφυγµοµετρήσεις των τελευταίων εβδοµάδων ήταν, άλλωστε, απογοητευτικές για τον Τούρκο ηγέτη και το ισλαµοσυντηρητικό Κόµµα ∆ικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP), όπως άλλωστε και για τους εθνικιστές (MHP) του Ντεβλέτ Μπαχτσελί. ∆ηµοσκοπήσεις των εταιρειών KONDA, Metropoll και Eurasia Public Opinion Research Center εµφάνιζαν µόλις τον περασµένο µήνα το AKP κοντά στο 30% (ή ακόµη και κάτω από το 30%) και το MHP κοντά στο 7%, ποσοστά απογοητευτικά εάν αναλογιστεί κανείς ότι στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές του 2018 το AKP είχε λάβει πάνω από 42% και το MHP πάνω από 11%. Οι τελευταίες δηµοσκοπήσεις εµφανίζουν ωστόσο παράλληλα τους Τούρκους ψηφοφόρους να απορρίπτουν στην πλειονότητά τους και το σύστηµα της εκτελεστικής υπερπροεδρίας που εισήγαγε ο Ερντογάν, εκµεταλλευόµενος εκείνο το οριακό «ναι» στο σχετικό δηµοψήφισµα του 2017.

Από δηµοσκοπική σκοπιά, το ισλαµοεθνικιστικό καθεστώς δεν φαίνεται να τα πηγαίνει καλά, µε την πανδηµία του κορονοϊού να επιτείνει µάλιστα εκείνα τα προβλήµατα που όχι µόνο προϋπήρχαν αλλά και είχαν ήδη κοστίσει πολιτικά στο AKP, οδηγώντας στην απώλεια όλων των µεγαλύτερων τουρκικών δήµων (Αγκυρας, Κωνσταντινούπολης κ.ά.) στις δηµοτικές εκλογές του 2019.

Η «κακή» Δύση και το ισλάμ 

Παίζοντας το χαρτί της Αγίας Σοφίας, ο Ερντογάν επιδιώκει να συσπειρώσει γύρω του τους ισλαµιστές και εθνικιστές ψηφοφόρους, εκβιάζοντας έτσι τη στήριξή τους όχι µόνο στο εσωτερικό µέτωπο (ενάντια στην κεµαλική αντιπολίτευση) αλλά και στο εξωτερικό (υπέρ των επεκτατικών κινήσεων της Αγκυρας σε Λιβύη και Συρία). Κατ’ αυτόν τον τρόπο όµως, ο ισλαµιστής Τούρκος πρόεδρος ξηλώνει και την κληρονοµιά του Μουσταφά Κεµάλ. 

Μέσα σε όλα αυτά, συγκρούεται και µε τον «έξω κόσµο», εµφανιζόµενος ο ίδιος ως «αυτόνοµος» και «ανεξάρτητος» παίκτης στη διεθνή σκηνή, αλλά και ως ηγέτης των απανταχού µουσουλµάνων, ηγέτης που τολµά µάλιστα να υψώνει ανάστηµα στους χριστιανούς, είτε αυτοί είναι Ρώσοι και Ελληνες, είτε Αµερικανοί.

Ενόψει κρίσιμων επετείων για πραξικόπημα, Κύπρο, Λωζάνη  

Οι τουρκικές αποφάσεις έρχονται λίγα 24ωρα πριν από την επέτειο της συµπλήρωσης τεσσάρων ετών από το αποτυχηµένο τουρκικό πραξικόπηµα του 2016 (15 Ιουλίου), αλλά και λίγες ηµέρες πριν από την επέτειο της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο (20 Ιουλίου). Εάν µάλιστα ισχύσουν όσα διεµήνυσε ο Ερντογάν στο διάγγελµά του το βράδυ της Παρασκευής, τότε η πρώτη ισλαµική προσευχή πρόκειται να πραγµατοποιηθεί στην Αγία Σοφία στις 24 Ιουλίου… ηµέρα υπογραφής της Συνθήκης της Λωζάνης. Η τουρκική απόφαση για την Αγία Σοφία έρχεται όµως και λίγα 24ωρα πριν από το προσανατολισµένο στην Τουρκία Συµβούλιο των Υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ (13 Ιουλίου) και την επερχόµενη ευρωπαϊκή Σύνοδο Κορυφής (17-18 Ιουλίου). Από την πλευρά της, η ελληνική κυβέρνηση θα πιέσει για τις ουσιαστικότερες δυνατές αντιδράσεις-κυρώσεις, ως απάντηση σε ένα ζήτηµα οικουµενικής σηµασίας και πανανθρώπινης πολιτισµικής αξίας όπως είναι εκείνο της Αγίας Σοφίας.

Το ότι η διεθνής κοινότητα θα αντιδράσει είναι σαφές. Ο επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωµατίας Ζοζέπ Μπορέλ αποκήρυξε ως «λυπηρή» την απόφαση του προέδρου Ερντογάν για την Αγία Σοφία, πράγµα που έκανε από την πλευρά της και η UNESCO, ενώ και το αµερικανικό Στέιτ Ντιπάρτµεντ δεν έκρυψε την «απογοήτευσή» του. Αντιδράσεις είχαµε και από το σύνολο του πολιτικού κόσµου στην Ελλάδα, ενώ για το θέµα παρενέβη και ο Ιβάν Σαββίδης, ο οποίος µε επιστολή προς τον Βλαντιµίρ Πούτιν καλεί τη Ρωσία «να υπερασπιστεί την προστασία των παγκόσµιων χριστιανικών αξιών».

Οι κυρώσεις ως ζητούμενο 

Το κρίσιµο ερώτηµα είναι εάν όλες αυτές οι αντιδράσεις θα µπορούσαν στην πράξη να αποκτήσουν και χαρακτήρα κυρώσεων κατά της Τουρκίας. Το καθεστώς Ερντογάν, από την πλευρά του, σαφώς και θα επιχειρήσει να παρουσιάσει προς τα έξω µια εικόνα σεβασµού της µακράς κληρονοµιάς της Αγίας Σοφίας αλλά και συνέχισης της λειτουργίας της ως µουσείου ανοιχτού στους πιστούς όλων των θρησκειών από ολόκληρο τον κόσµο. Βρίσκοντας καταφύγιο, δε, πίσω από την απόφαση του τουρκικού Συµβουλίου της Επικρατείας, ο Ερντογάν θα επιχειρήσει να παρουσιάσει παράλληλα την Τουρκία και ως κράτος δικαίου, προσποιούµενος ότι σέβεται τις αποφάσεις της «ανεξάρτητης» τουρκικής ∆ικαιοσύνης (και αυτό, σε µια περίοδο κατά την οποία οι Τούρκοι δικηγόροι βρίσκονται στους δρόµους διαδηλώνοντας µαζικά ενάντια στην κυβέρνηση). Πέρα από τις όποιες ρητορικές ακροβασίες και τα µαγειρέµατα, είναι ωστόσο σαφές πια ότι η Τουρκία µπαίνει ολοένα βαθύτερα σε τροχιά ισλαµοποίησης

Για την ελληνική πλευρά, η πληγή της επαπειλούµενης µετατροπής της Αγίας Σοφίας σε ισλαµικό τέµενος αποτελεί ζήτηµα διεθνές, όχι διµερές. Πρόκειται ωστόσο για ένα θέµα που, εκ των πραγµάτων, έρχεται να ρίξει βαριά τη σκιά του πάνω και από όλα τα διµερή. Με τις κινήσεις του ο Ερντογάν προφανώς και ναρκοθετεί κάθε προσπάθεια ελληνοτουρκικής προσέγγισης… λίγες ηµέρες µετά την τηλεφωνική συνοµιλία που είχε µε τον Ελληνα πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη. «Η Ελλάδα καταδικάζει µε τον πιο έντονο τρόπο την απόφαση της Τουρκίας να µετατρέψει την Αγία Σοφία σε τζαµί (…). Η απόφαση αυτή (…) προσβάλλει όλους όσοι αναγνωρίζουν το µνηµείο ως κτήµα του παγκόσµιου πολιτισµού. Και, βεβαίως, επηρεάζει όχι µόνο τις σχέσεις της Τουρκίας µε την Ελλάδα, αλλά και τις σχέσεις της µε την Ευρωπαϊκή Ενωση, την UNESCO και την παγκόσµια κοινότητα συνολικά» σηµείωσε από την πλευρά του ο Ελληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης.

Μουσταφά ΚεμάλΡετζέπ Ταγίπ ΕρντογάνΑγία ΣοφίαΤουρκία