Πολιτική|18.12.2022 07:36

Κουτεντάκης: Δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο ύφεσης - Ο επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού στο ethnos.gr

Κατερίνα Κοκκαλιάρη

«Δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο ύφεσης στην περίπτωση που συνεχιστεί η γεωπολιτική αστάθεια, οι μεταβολές των τιμών ενέργειας και -κυρίως- οι αυξήσεις των επιτοκίων» σημειώνει ο Φραγκίσκος Κουτεντάκης, επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή.

Σε συνέντευξη του στο ethnos.gr, υπογραμμίζει ότι θα δούμε πώς θα εξελιχθεί και το επόμενο τρίμηνο και ιδιαίτερα το επόμενο έτος, καθώς χαρακτηρίζεται από έντονη αβεβαιότητα.

Αναφορικά με τις εξελίξεις την επόμενη χρονιά, ο Φραγκίσκος Κουτεντάκης υπογραμμίζει πως «δεν νομίζω πως υπάρχει μεγάλη πιθανότητα για την απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας πριν τη διενέργεια των εκλογών και το σχηματισμό σταθερής κυβέρνησης». Προσθέτει δε πως «από εκεί και πέρα, θα εξαρτηθεί και από τις διεθνείς οικονομικές εξελίξεις και τις επιδόσεις της χώρας μας».

Όσον αφορά στην ευρωπαϊκή συζήτηση για το σύμφωνο σταθερότητας επισημαίνει πως η πρόταση που κατέθεσε η Επιτροπή κινείται οπωσδήποτε σε θετική κατεύθυνση. Ωστόσο, υπάρχουν ζητήματα «που δεν είναι ξεκάθαρα, όπως για παράδειγμα οι διαδικασίες επιβολής κυρώσεων στις χώρες που αποκλίνουν από τους στόχους ή ο βαθμός κατά τον οποίο το οικονομικό πρόγραμμα μιας κυβέρνησης δεσμεύει και τις επόμενες».

Τέλος, σημειώνει πως μένει να φανεί «μέχρι πόσο θα χρειαστεί να αυξήσει τα επιτόκια η ΕΚΤ και για πόσο καιρό θα τα διατηρήσει υψηλά ώστε να τεθεί ο πληθωρισμός υπό έλεγχο. Από αυτό θα εξαρτηθεί και το συνολικό οικονομικό κόστος της αντιπληθωριστικής πολιτικής».

Ολόκληρη η συνέντευξη του Φραγκίσκου Κουτεντάκη στο ethnos.gr:

Μια σειρά μηνυμάτων - το φρένο στην ανάπτυξη, ο υψηλός πληθωρισμός, οι τιμές στην ενέργεια - δημιουργούν προβληματισμό  για την επόμενη ημέρα στην οικονομία. Σας ανησυχεί το ενδεχόμενο καταγραφής αρνητικών ρυθμών ανάπτυξης την επόμενη χρονιά λόγω επιδείνωσης και του διεθνούς περιβάλλοντος; 

Τα δεδομένα για το ΑΕΠ δείχνουν μια κατάσταση επιβράδυνσης της οικονομικής μεγέθυνσης, όπως άλλωστε ήταν αναμενόμενο. Παρότι είχαν καλλιεργηθεί υψηλές προσδοκίες για την επίδοση του τουρισμού, φαίνεται πως δεν συνεισέφερε όσο αναμένονταν στη συνολική μεγέθυνση ούτε και στη βελτίωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Θα δούμε πως θα εξελιχθεί και το επόμενο τρίμηνο και ιδιαίτερα στο επόμενο έτος, καθώς χαρακτηρίζεται από έντονη αβεβαιότητα. Δεν μπορεί να αποκλειστεί το  ενδεχόμενο ύφεσης στην περίπτωση που συνεχιστεί η γεωπολιτική αστάθεια, οι μεταβολές των τιμών ενέργειας και -κυρίως- οι αυξήσεις των επιτοκίων.

Στην Ε.Κ.Τ  υιοθετείται μια στρατηγική αύξησης των επιτοκίων σε μια προσπάθεια να «τιθασευθεί» ο υψηλός πληθωρισμός. Πώς αυτό μπορεί να επηρεάσει τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις στην Ελλάδα; 

Οι αυξήσεις των επιτοκίων θα καταστήσουν ακριβότερο τόσο τον νέο δανεισμό όσο και την εξυπηρέτηση του υπάρχοντος χρέους. Και τα δύο αναμένεται να επηρεάσουν αρνητικά τις επενδυτικές και καταναλωτικές δαπάνες νοικοκυριών και επιχειρήσεων και ειδικά σε κάποιες ευάλωτες κατηγορίες ενδέχεται να δημιουργήσουν πρόβλημα βιωσιμότητας. Το ερώτημα είναι μέχρι πόσο θα χρειαστεί να αυξήσει τα επιτόκια η ΕΚΤ και για πόσο καιρό θα τα διατηρήσει υψηλά ώστε να τεθεί ο πληθωρισμός υπό έλεγχο. Από αυτό θα εξαρτηθεί και το συνολικό οικονομικό κόστος της αντιπληθωριστικής πολιτικής.

Από το eurogroup το μήνυμα που εκπέμπεται είναι πως πρέπει να υπάρχουν στοχευμένες παρεμβάσεις, που θα απευθύνονται στους ευάλωτους. Ωστόσο, με τον πληθωρισμό να παραμένει σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα και το ενεργειακό ράλι να συνεχίζεται η υιοθέτηση μεμονωμένων και όχι οριζόντιων παρεμβάσεων δεν απειλεί την κοινωνική συνοχή; Εκτιμάτε πως υπάρχουν δημοσιονομικά περιθώρια για την μείωση φόρων στα καύσιμα ή και σε βασικά αγαθά για να στηριχθούν περαιτέρω τα νοικοκυριά ; 

Το Γραφείο έχει πει αρκετές φορές ότι ο κρατικός προϋπολογισμός δεν μπορεί -ούτε και πρέπει- να αναλάβει εξολοκλήρου το κόστος των οικονομικών διαταραχών στον ιδιωτικό τομέα. Η στήριξη θα πρέπει να παρέχεται σε εκείνους που έχουν πραγματικά ανάγκη και με γνώμονα το ευρύτερο κοινωνικό συμφέρον. Γενικευμένες και οριζόντιες παρεμβάσεις μπορούν να εκτροχιάσουν τα δημόσια οικονομικά και να απαιτήσουν μεγάλο οικονομικό κόστος για την επαναφορά στην ισορροπία. Είδαμε άλλωστε τι συνέβη στην περίοδο της πανδημίας όπου δόθηκαν πολλές εισοδηματικές ενισχύσεις χωρίς αυστηρά κριτήρια, με αποτέλεσμα να υπάρξει σοβαρή δημοσιονομική επιβάρυνση της τάξης των 30 περίπου δις ευρώ για τη διετία.

Πώς προχωρά η ευρωπαϊκή συζήτηση για το σύμφωνο σταθερότητας και τι μπορεί αυτό να σημαίνει για την Ελλάδα; 

Η πρόταση που κατέθεσε η Επιτροπή κινείται οπωσδήποτε σε θετική κατεύθυνση. Τα σημεία που ξεχωρίζουν είναι το κριτήριο των καθαρών δημόσιων δαπανών και η κατά περίπτωση εξέταση των συνθηκών κάθε χώρας, τα οποία εισάγουν περισσότερη απλότητα και ευελιξία στο πλαίσιο των δημοσιονομικών κανόνων. Υπάρχουν βέβαια ζητήματα που δεν είναι ξεκάθαρα, όπως για παράδειγμα οι διαδικασίες επιβολής κυρώσεων στις χώρες που αποκλίνουν από τους στόχους ή ο βαθμός κατά τον οποίο το οικονομικό πρόγραμμα μιας κυβέρνησης δεσμεύει και τις επόμενες. Μένει λοιπόν να δούμε πως θα εξελιχθεί η διαπραγμάτευση μεταξύ των κρατών-μελών στη διάρκεια του επόμενου έτους.

Ο στόχος για την απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας μέσα στο 2023 είναι εφικτός;  Τι πρέπει να γίνει για να μην τεθεί εν κινδύνω;

Δεν νομίζω πως υπάρχει μεγάλη πιθανότητα για την απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας πριν τη διενέργεια των εκλογών και το σχηματισμό σταθερής κυβέρνησης. Από εκεί και πέρα, θα εξαρτηθεί και από τις διεθνείς οικονομικές εξελίξεις και τις επιδόσεις της χώρας μας.

Μια σειρά μηνυμάτων - το φρένο στην ανάπτυξη, ο υψηλός πληθωρισμός, οι τιμές στην ενέργεια - δημιουργούν προβληματισμό  για την επόμενη ημέρα στην οικονομία. Σας ανησυχεί το ενδεχόμενο καταγραφής αρνητικών ρυθμών ανάπτυξης την επόμενη χρονιά λόγω επιδείνωσης και του διεθνούς περιβάλλοντος; 

Τα δεδομένα για το ΑΕΠ δείχνουν μια κατάσταση επιβράδυνσης της οικονομικής μεγέθυνσης, όπως άλλωστε ήταν αναμενόμενο. Παρότι είχαν καλλιεργηθεί υψηλές προσδοκίες για την επίδοση του τουρισμού, φαίνεται πως δεν συνεισέφερε όσο αναμένονταν στη συνολική μεγέθυνση ούτε και στη βελτίωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Θα δούμε πως θα εξελιχθεί και το επόμενο τρίμηνο και ιδιαίτερα στο επόμενο έτος, καθώς χαρακτηρίζεται από έντονη αβεβαιότητα. Δεν μπορεί να αποκλειστεί το  ενδεχόμενο ύφεσης στην περίπτωση που συνεχιστεί η γεωπολιτική αστάθεια, οι μεταβολές των τιμών ενέργειας και – κυρίως – οι αυξήσεις των επιτοκίων.

Στην Ε.Κ.Τ  υιοθετείται μια στρατηγική αύξησης των επιτοκίων σε μια προσπάθεια να «τιθασευθεί» ο υψηλός πληθωρισμός. Πως αυτό μπορεί να επηρεάσει τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις στην Ελλάδα; 

Οι αυξήσεις των επιτοκίων θα καταστήσουν ακριβότερο τόσο τον νέο δανεισμό όσο και την εξυπηρέτηση του υπάρχοντος χρέους. Και τα δύο αναμένεται να επηρεάσουν αρνητικά τις επενδυτικές και καταναλωτικές δαπάνες νοικοκυριών και επιχειρήσεων και ειδικά σε κάποιες ευάλωτες κατηγορίες ενδέχεται να δημιουργήσουν πρόβλημα βιωσιμότητας. Το ερώτημα είναι μέχρι πόσο θα χρειαστεί να αυξήσει τα επιτόκια η ΕΚΤ και για πόσο καιρό θα τα διατηρήσει υψηλά ώστε να τεθεί ο πληθωρισμός υπό έλεγχο. Από αυτό θα εξαρτηθεί και το συνολικό οικονομικό κόστος της αντιπληθωριστικής πολιτικής.

Από το  eurogroup το μήνυμα που εκπέμπεται είναι πως πρέπει να υπάρχουν στοχευμένες παρεμβάσεις, που θα απευθύνονται στους ευάλωτους. Ωστόσο με τον πληθωρισμό να παραμένει σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα και το ενεργειακό ράλι να συνεχίζεται η υιοθέτηση μεμονωμένων και όχι οριζόντιων παρεμβάσεων δεν απειλεί την κοινωνική συνοχή ; Εκτιμάτε πως υπάρχουν δημοσιονομικά περιθώρια για την μείωση φόρων στα καύσιμα ή και σε βασικά αγαθά για να στηριχθούν περαιτέρω τα νοικοκυριά ; 

Το Γραφείο έχει πει αρκετές φορές ότι ο κρατικός προϋπολογισμός δεν μπορεί – ούτε και πρέπει – να αναλάβει εξολοκλήρου το κόστος των οικονομικών διαταραχών στον ιδιωτικό τομέα. Η στήριξη θα πρέπει να παρέχεται σε εκείνους που έχουν πραγματικά ανάγκη και με γνώμονα το ευρύτερο κοινωνικό συμφέρον. Γενικευμένες και οριζόντιες παρεμβάσεις μπορούν να εκτροχιάσουν τα δημόσια οικονομικά και να απαιτήσουν μεγάλο οικονομικό κόστος για την επαναφορά στην ισορροπία. Είδαμε άλλωστε τι συνέβη στην περίοδο της πανδημίας όπου δόθηκαν πολλές εισοδηματικές ενισχύσεις χωρίς αυστηρά κριτήρια, με αποτέλεσμα να υπάρξει σοβαρή δημοσιονομική επιβάρυνση της τάξης των 30 περίπου δις ευρώ για τη διετία.

Πως προχωρά η ευρωπαϊκή συζήτηση για το σύμφωνο σταθερότητας και τι μπορεί αυτό να σημαίνει για την Ελλάδα; 

Η πρόταση που κατέθεσε η Επιτροπή κινείται οπωσδήποτε σε θετική κατεύθυνση. Τα σημεία που ξεχωρίζουν είναι το κριτήριο των καθαρών δημόσιων δαπανών και η κατά περίπτωση εξέταση των συνθηκών κάθε χώρας, τα οποία εισάγουν περισσότερη απλότητα και ευελιξία στο πλαίσιο των δημοσιονομικών κανόνων. Υπάρχουν βέβαια ζητήματα που δεν είναι ξεκάθαρα, όπως για παράδειγμα οι διαδικασίες επιβολής κυρώσεων στις χώρες που αποκλίνουν από τους στόχους ή ο βαθμός κατά τον οποίο το οικονομικό πρόγραμμα μιας κυβέρνησης δεσμεύει και τις επόμενες. Μένει λοιπόν να δούμε πως θα εξελιχθεί η διαπραγμάτευση μεταξύ των κρατών-μελών στη διάρκεια του επόμενου έτους.

Ο στόχος για την απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας μέσα στο 2023 είναι εφικτός;  Τι πρέπει να γίνει για να μην τεθεί εν κινδύνω ;

Δεν νομίζω πως υπάρχει μεγάλη πιθανότητα για την απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας πριν τη διενέργεια των εκλογών και το σχηματισμό σταθερής κυβέρνησης. Από εκεί και πέρα, θα εξαρτηθεί και από τις διεθνείς οικονομικές εξελίξεις και τις επιδόσεις της χώρας μας.

Γραφείο ΠροϋπολογισμούΦραγκίσκος Κουτεντάκηςειδήσεις τώραπροϋπολογισμός