Κόσμος|26.04.2020 12:34

Πανδημία... επιθέσεων των κρατών κατά της Κίνας με «πολιτικοποιημένα» πυρά

Γιώργος Σκαφιδάς

Αψηφώντας όσους ζητούν να μην «πολιτικοποιείται» η κρίση της πανδημίας, κυβερνήσεις και αξιωματούχοι -στον δυτικό κόσμο αλλά και στην Ασία- στρέφουν πια με αυξανόμενη ένταση τα «πολιτικοποιημένα» πυρά τους ενάντια στην Κίνα, θέτοντας μια σειρά από πιεστικά ερωτήματα (αναφορικά με τις πραγματικές αιτίες που οδήγησαν στην παγκόσμια εξάπλωση του κορονοϊού), αξιώνοντας απαντήσεις (γύρω από τη στάση που επέδειξε το Πεκίνο ειδικά κατά τους πρώτους μήνες της κρίσης) και καταγγέλλοντας (απόπειρες συγκάλυψης αλλά και εργαλειοποίησης της πανδημίας από την πλευρά του κινεζικού καθεστώτος).

Σύμφωνα με τους επικριτές της, η κινεζική ηγεσία επιχείρησε να συγκαλύψει τις διαστάσεις του προβλήματος, αφήνοντας έτσι τη διεθνή κοινότητα και τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) στο σκοτάδι. Οχι μόνο δεν ενημέρωσε τον έξω κόσμο εγκαίρως, ως όφειλε, αλλά και… χειραγώγησε την όποια ενημέρωση. Για να φτάσουν οι πρώτοι επιθεωρητές του ΠΟΥ στη Γουχάν, από όπου λέγεται πως «ξεκίνησε» ο ιός στα τέλη του 2019, έπρεπε να περάσουν μήνες. Και όταν η κινεζική ηγεσία κάποια στιγμή άρχισε να παράσχει πληροφορίες, το έκανε κατά τρόπο «φιλτραρισμένο» ώστε να μην πληγούν τα κινεζικά συμφέροντα, συμφέροντα τα οποία το Πεκίνο στην πορεία θα επιχειρούσε και να προωθήσει με μεγαλύτερη ορμή διεθνώς, εργαλειοποιώντας την ίδια την υγειονομική κρίση που είχε εν τω μεταξύ λάβει διαστάσεις πανδημίας.

Μέσα στην κρίση το Πεκίνο επιχείρησε να παρουσιαστεί ως διεθνής ευεργέτης (στέλνοντας υγειονομικό υλικό σε δεκάδες άλλες χώρες που το είχαν ανάγκη) και κράτος-πρότυπο ως προς την αντιμετώπιση της πανδημίας, ενισχύοντας έτσι το προφίλ αλλά και την επιρροή του διεθνώς. «Πρέπει να γνωρίζουμε ότι υπάρχει και μια γεωπολιτική διάσταση, συμπεριλαμβανόμενων ενός αγώνα για επιρροή μέσω προπαγάνδας (σ.σ.: spinning) και “πολιτικών της γενναιοδωρίας” (σ.σ.: politics of generosity)» θα διεμήνυε ο επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Ζοζέπ Μπορέλ στα τέλη Μαρτίου (στις 24 Μαρτίου συγκεκριμένα), αφήνοντας αιχμές κατά του κινεζικού καθεστώτος. Συμπτωματικά, περίπου τις ίδιες ημέρες (25 Μαρτίου) η ομάδα των G7 δεν θα κατάφερνε καν να συμφωνήσει σε ένα κοινό ανακοινωθέν λόγω φρασεολογικών διαφωνιών γύρω από τον Covid-19, τον οποίο το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών επιμένει να αποκαλεί «ιό της Γουχάν» («Wuhan virus») προκαλώντας έτσι ενόχληση στην κινεζική πλευρά, που προφανώς και δεν θέλει σε καμία περίπτωση να καταχωριστεί η Κίνα στη συνείδηση της διεθνούς κοινότητας ως η «πηγή» του προβλήματος.

Από την αρχή της κρίσης το αμερικανικό Στέιτ Ντιπάρτμεντ επιμένει να υπογραμμίζει τις ευθύνες του Πεκίνου, με τον υπουργό Εξωτερικών Μάικ Πομπέο (που δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι είχε περάσει για ένα διάστημα και από τη θέση του… αρχηγού της CIA) να «βομβαρδίζει» με καταγγελίες όχι γενικόλογα το Πεκίνο αλλά συγκεκριμένα το «κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα» (με τη συγκεκριμένη αναφορά να έχει προφανή ιδεολογική-πολιτική στόχευση, ειδικά σε μια χρονιά προεκλογική όπως είναι το 2020). «Ακόμη και αφότου ενημέρωσαν τον ΠΟΥ, δεν μοιράστηκαν όλες τις πληροφορίες που είχαν… Αντιθέτως, συγκάλυψαν το πόσο επικίνδυνη ήταν η ασθένεια. Δεν ανέφεραν τις μεταδόσεις του ιού από άνθρωπο σε άνθρωπο.

Λογόκριναν εκείνους που επιχείρησαν να προειδοποιήσουν τον κόσμο (…) και κατέστρεψαν δείγματα του κορονοϊού (σ.σ.: coronavirus samples)» άστραψε και βρόντηξε ο Μάικ Πομπέο στις 22 Απριλίου, στρέφοντας τα πυρά του κατά της Κίνας. Σημειωτέον ότι πηγές μέσα από το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών έχουν εκφράσει παράλληλα ανησυχίες και για τον «επισφαλή» τρόπο με τον οποίο λειτουργούσαν κάποια από τα επιστημονικά-βιολογικά εργαστήρια στη Γουχάν της Κίνας, αφήνοντας να εννοηθεί ότι ο ιός θα μπορούσε ενδεχομένως να έχει προέλθει κατά λάθος ακόμη και από τα πειράματα ή τις έρευνες σε κάποιο τέτοιο εργαστήριο της κεντρικής Κίνας. Μόλις στα μέσα Απριλίου, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε από την πλευρά του πως αναστέλλει μέχρι νεωτέρας την οικονομική συνδρομή των ΗΠΑ προς τον «κινεζοκεντρικό» Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας. Παράλληλα, αμφισβήτησε και την αξιοπιστία των στοιχείων που δίνει στη δημοσιότητα η Κίνα αναφορικά με την εξέλιξη της πανδημίας του Covid-19.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες, ωστόσο, δεν «μάχονται» μόνες ενάντια στο κινεζικό αφήγημα. Εχουν στο πλευρό τους και μια σειρά από «συμμάχους», που «κοντράρονται» με την Κίνα για λόγους όμως που προηγούνται της πανδημίας. Χώρες όπως η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα βρίσκονται παραδοσιακά σε «σύγκρουση» με τον κινεζικό «επεκτατισμό». Η σύγκρουση αποκτά, ωστόσο, πολύ πιο έντονα χαρακτηριστικά στην περίπτωση περιοχών όπως είναι το Χονγκ Κονγκ και η Ταϊβάν, περιοχών δηλαδή τις οποίες η ίδια η κεντρική εξουσία πίσω στο Πεκίνο αντιμετωπίζει ως κομμάτι της κινεζικής επικράτειας. Ανταγωνιστικές εντάσεις υπάρχουν βέβαια, από την άλλη, και στις σχέσεις της Ινδίας με την Κίνα, υπό τη σκιά των στενών δεσμών που έχει αναπτύξει το Πεκίνο με το «εχθρικό» προς την Ινδία Πακιστάν.

Αλλά και αρκετά νοτιότερα, σε Βραζιλία, Αυστραλία και περιοχές της Αφρικής (Νιγηρία, Γκάνα, Ουγκάντα κ.ά.), έχουν πια «βγει τα μαχαίρια» ενάντια στην Κίνα. Ενδεικτική η περίπτωση του Βραζιλιάνου βουλευτή Εντουάρντο Μπολσονάρου, γιου του ακροδεξιού προέδρου της Βραζιλίας, ο οποίος έσπευσε μέσω Twitter τον Μάρτιο να κατηγορήσει συγκεκριμένα το κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα ως υπεύθυνο για την πανδημία του κορονοϊού, προκαλώντας έτσι την αντίδραση της κινεζικής πρεσβείας στην πρωτεύουσα Μπραζίλια, μπροστά από το κτίριο της οποίας ωστόσο οι οπαδοί του Μπολσονάρου είχαν προλάβει εν τω μεταξύ να κρεμάσουν και πανό με υβριστικά συνθήματα κατά του Πεκίνου.

Επικριτικά «πυρά» προς την πλευρά της Κίνας εξαπολύονται ωστόσο το τελευταίο διάστημα και από το έδαφος της Αφρικής, κυρίως μέσα από δημοσιεύματα και καταγγελίες περί «κακομεταχείρισης» των Αφρικανών που ζουν σε περιοχές κυρίως της Νότιας Κίνας (Γκουανγκζού). Επικριτικά δημοσιεύματα έχουν κάνει την εμφάνισή τους τελευταία και στην Αυστραλία, με τους καταγγέλλοντες να υποστηρίζουν ότι εταιρείες κινεζικών συμφερόντων που δραστηριοποιούνται εντός των αυστραλιανών συνόρων έσπευσαν τους μήνες Ιανουάριο και Φεβρουάριο να «σηκώσουν» μεγάλο μέρος των αποθεμάτων που είχε η Αυστραλία σε μάσκες, γάντια, αντισηπτικά κ.ά. και να τα στείλουν στην Κίνα, με αποτέλεσμα όμως στην πορεία η χώρα να βρεθεί αντιμέτωπη με ελλείψεις. Παράλληλα, θα έρχονταν στην επιφάνεια και καταγγελίες που μιλούν για αποστολές «ελαττωματικού» υγειονομικού υλικού από την Κίνα σε χώρες όπως είναι η Αυστραλία, η Ισπανία, η Ολλανδία, η Φινλανδία κ.ά. Η υπόθεση του ελαττωματικού κινεζικού υλικού επρόκειτο μάλιστα να οδηγήσει και σε καρατομήσεις αξιωματούχων, σε χώρες όπως είναι, για παράδειγμα, η Φινλανδία

Για τον Βρετανό υπουργό Εξωτερικών Ντόμινικ Ράαμπ, υπάρχουν πλέον «δύσκολα ερωτήματα» που θα πρέπει κάποια στιγμή να απαντηθούν από το Πεκίνο αναφορικά με την εμφάνιση και την εξάπλωση του Covid-19. Οσο για τις σχέσεις ανάμεσα στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Κίνα, εκείνες θα είναι δύσκολο να επιστρέψουν σε ένα καθεστώς «business as usual» μετά το τέλος της πανδημίας, όπως σημείωσε χαρακτηριστικά ο Βρετανός ΥΠΕΞ εν είδει προειδοποίησης. Σκοτεινά σημεία υπάρχουν, ωστόσο, και για τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος δεν έχει παραλείψει να αφήσει αιχμές σε βάρος εκείνων των κοινωνιών «όπου η αλήθεια αποκρύπτεται». Πιο σκληρός στην κριτική του, ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ έσπευσε να χρεώσει στην Κίνα «εκστρατείες παραπληροφόρησης» που στόχο έχουν να διασπάσουν το δυτικό μέτωπο, όπως υποστήριξε.

Η πανδημία του κορονοϊού εργαλειοποιείται ωστόσο παράλληλα και από όλους εκείνους που έβλεπαν ανταγωνιστικά την Κίνα πολύ πριν από την έλευση του Covid-19. Οι «εχθροί» της Huawei και των μεγαλεπήβολων κινεζικών πρότζεκτ (One Belt-One Road, China-Pakistan Economic Corridor, ανάπτυξη δικτύων 5G), της κινεζικής διπλωματικής διείσδυσης (17+1) και των στρατηγικών σχεδιασμών του Πεκίνου (Made in China 2025) έχουν πλέον εξοπλίσει τη φαρέτρα τους με νέα «επιχειρήματα», κυρίως επικοινωνιακής φύσης.

Το μόνο που διαφαίνεται πια σίγουρο, σε κάθε περίπτωση, είναι αυτό που σημειώνει ο Ρόμπιν Νίμπλετ, διευθυντής του βρετανικού Chatham House, σε πρόσφατο άρθρο του: «Η διαχείριση των σχέσεων με την Κίνα, αφότου η κρίση του Covid-19 υποχωρήσει, θα είναι μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για τους πολιτικούς ηγέτες σε ΗΠΑ και Ευρώπη». 

... και η μονταζιέρα στο κόκκινο 

Σε καθαρά πολιτικό επίπεδο, η «κινεζική απειλή» αξιοποιείται πια από τους όπου Γης πρόθυμους ποικιλοτρόπως: ως αποδιοπομπαίος τράγος (σε μια λογική τύπου «δεν φταίμε εμείς, η Κίνα φταίει για όλα»), ως μέσο αποπροσανατολισμού (από τις πραγματικές αδυναμίες των εθνικών συστημάτων εντός των συνόρων) αλλά και ως προεκλογικό χαρτί, ειδικά σε χώρες όπως είναι οι ΗΠΑ που οδεύουν άλλωστε προς τις κάλπες (του Νοεμβρίου του 2020, για την εκλογή προέδρου στις Ηνωμένες Πολιτείες). Για τους υποστηρικτές του Ντόναλντ Τραμπ και του Ζαΐρ Μπολσονάρου, που βγήκαν προ ημερών στους δρόμους διαδηλώνοντας ενάντια στην… καραντίνα, όλα τα «δεινά» έχουν πλέον «κινεζική προέλευση», και όχι απλώς «κινεζική» αλλά και «κομμουνιστική», με τις κομμουνιστικές αναφορές να στοχεύουν προφανώς στην ενεργοποίηση αντιδραστικών αντανακλαστικών μεταξύ των ψηφοφόρων αλλά και σε μια εξ αντανακλάσεως σπίλωση πολιτικών αντιπάλων. «Ο Μπάιντεν υποστηρίζει την Κίνα, την ώρα που η Κίνα πλήττει τις ΗΠΑ» διακηρύττει σε προεκλογικό σποτ η εκστρατεία του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος Τραμπ υπενθυμίζεται ότι στο πρόσφατο παρελθόν είχε επιχειρήσει να στοχοποιήσει και τον Χάντερ Μπάιντεν (γιο του προεδρικού υποψηφίου των Δημοκρατικών Τζο Μπάιντεν) για την επιχειρηματική του δράση στην Κίνα.

ΒραζιλίαΜάικ ΠομπέοΝτόναλντ ΤραμπΚίναΚορονοϊός