Οι ΗΠΑ ματώνουν: Ρατσισμός, βία και οργή λαού μετά τη δολοφονία του George Floyd
Γιώργος ΣκαφιδάςΕκλογική χρονιά για τις ΗΠΑ, το 2020 θα ξεκινούσε με τους καλύτερους οιωνούς. Με την ανεργία σε ιστορικό χαμηλό (3,5%) και την ανάπτυξη σε αδιατάρακτη θετική πορεία, τη χρονικά μεγαλύτερη μάλιστα στην ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών. Ξεκινώντας από τον Ιούνιο του 2009 και έως τα τέλη του 2019, δεν υπήρξε μήνας αρνητικής ανάπτυξης στις ΗΠΑ. Και όμως, μόλις έξι μήνες μετά, το σκηνικό έχει πια αλλάξει άρδην, με τους αναλυτές μάλιστα να διερωτώνται «εάν το 2020 θα είναι η χειρότερη χρονιά στη σύγχρονη αμερικανική ιστορία» και τις σκηνές του χάους να μεταφέρονται στο κατώφλι του Λευκού Οίκου.
Ο αριθμός των ανέργων στις ΗΠΑ έχει πια εκτοξευθεί σε επίπεδα… Μεγάλης Ύφεσης (μεταξύ 15% και 20%), ενώ ρίγη προκαλεί και ο αριθμός των νεκρών από την πανδημία του κορονοϊού. Εως την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές, οι νεκροί από τον Covid-19 στις Ηνωμένες Πολιτείες άγγιζαν τους 110.000. Οσο για τους ανέργους, εκείνοι υπολογίζονταν σε περίπου 41 εκατομμύρια, με το αμερικανικό ΑΕΠ να συρρικνώνεται κατά 5% το πρώτο τρίμηνο του 2020 (σε ετήσια βάση) και κατά… 40% το δεύτερο. Μεταξύ των δεκάδων εκατομμυρίων ανθρώπων που έμειναν χωρίς δουλειά τους τελευταίους μήνες λόγω της πανδημίας ήταν και ένας 46χρονος Αφροαμερικανός, ονόματι George Floyd, ο άνθρωπος που βρήκε φρικτό θάνατο στα χέρια λευκών αστυνομικών στη Μινεάπολη στις 25 Μαΐου, αφήνοντας την τελευταία του πνοή σιδηροδέσμιος στην άσφαλτο, με ένα γόνατο να τον πνίγει και τη σκηνή να θυμίζει εκείνη τη ρατσιστική δολοφονία από την κινηματογραφική ταινία «Μαθήματα Αμερικανικής Ιστορίας» («American History X») του 1998.
Η δημοσιοποίηση του βίντεο της στυγνής ανθρωποκτονίας, όπως το κατέγραψαν με τα κινητά τους τηλέφωνα περαστικοί, με τον Φλόιντ να παρακαλεί για τη ζωή του λέγοντας «δεν μπορώ να αναπνεύσω» («I can’t breathe») και τον λευκό αστυνομικό Ντέρεκ Σόβιν να συνεχίζει να τον πνίγει, έμελλε να προκαλέσει σάλο αντιδράσεων. Διαδηλώσεις διαμαρτυρίας πραγματοποιήθηκαν σε περισσότερες από 100 πόλεις των ΗΠΑ, ακόμη και στην Ουάσιγκτον, με τους διαδηλωτές να «βομβαρδίζουν» τον θωρακισμένο με φράχτη Λευκό Οίκο και τον Τραμπ να αναζητά προσωρινά καταφύγιο στο ειδικά διαμορφωμένο «μπούνκερ» κάτω από το προεδρικό μέγαρο. Τα επεισόδια και οι λεηλασίες (ακόμη και καταστημάτων στην 5η Λεωφόρο στο Μανχάταν) θα ξυπνούσαν μνήμες από τις ταραχές που είχαν διαδεχθεί τον ξυλοδαρμό του Αφροαμερικανού Ρόντνεϊ Κινγκ από λευκούς αστυνομικούς πίσω στις αρχές της δεκαετίας του 1990, στο Λος Αντζελες.
Ανήμπορος να διαχειριστεί τις κρίσεις όταν σκάνε στα χέρια του αλλά και την κριτική όταν εκείνη κατευθύνεται στο πρόσωπό του, ο 74χρονος Ντόναλντ Τραμπ βρίσκεται πλέον, έξι μήνες πριν από τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου, να συγκρούεται με τους πάντες, καθώς οι ΗΠΑ φλέγονται: με τους κυβερνήτες των αμερικανικών πολιτειών, τους αντιπολιτευόμενους Δημοκρατικούς, τα μίντια (όχι μόνο τα παραδοσιακά αλλά και τα νέα), τη Σίλικον Βάλεϊ (χαρακτηριστική η σύγκρουσή του με το Twitter), τον έξω κόσμο, τους αστέρες της βιομηχανίας του θεάματος (ηθοποιούς, αθλητές), καθώς και με τα εκατομμύρια των Αμερικανών πολιτών, τους οποίους ο ίδιος σπεύδει πλέον να αποκηρύσσει ως «αποβράσματα της κοινωνίας», «αναρχικούς» και «πλιατσικολόγους», επειδή τολμούν να βγαίνουν στους δρόμους και να διαμαρτύρονται ενάντια στην αστυνομική βία και στον ρατσισμό.
Ο Τραμπ βαδίζει στην τέλεια καταιγίδα
Βαλλόμενος πανταχόθεν εν μέσω εντάσεων και σφοδρών επικρίσεων: Ετσι αναμένεται να γιορτάσει τα επερχόμενα 74α γενέθλιά του ο Ντόναλντ Τραμπ στις 14 Ιουνίου, με τους Αμερικανούς πολίτες να τον αποδοκιμάζουν, τους ηγέτες της Δύσης να τον αποφεύγουν και τους αναλυτές να τον αντιμετωπίζουν ως υπεύθυνο για κάποια από τα πλήγματα που έχει δεχθεί το διεθνές προφίλ των ΗΠΑ πρώτα με την πανδημία και έπειτα με τη δολοφονία του Αφροαμερικανού Τζορτζ Φλόιντ από λευκούς αστυνομικούς στη Μινεάπολη.
Σύμφωνα με δημοσκόπηση που πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό του δικτύου CBS, μόλις το 32% των Αμερικανών εγκρίνει τον τρόπο με τον οποίο ο 45ος πρόεδρος των ΗΠΑ επέλεξε να σταθεί απέναντι στην κρίση που διαδέχθηκε τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ. Στο σύνολό τους από την άλλη, όλες οι σφυγμομετρήσεις που είχαν πραγματοποιηθεί έως και τις 2 Ιουνίου στις ΗΠΑ (Ipsos/Reuters, Morning Consult, YouGov/CBS News κ.ά., ακόμη και εκείνες για λογαριασμό των «δεξιών» Washington Examiner και Fox News) παρουσίαζαν τον Τραμπ να υπολείπεται του Δημοκρατικού υποψηφίου Τζο Μπάιντεν -ακολουθώντας δεύτερος με διαφορά έως και 10 ποσοστιαίων μονάδων- στον δρόμο προς τις προεδρικές εκλογές του ερχόμενου Νοεμβρίου.
Αλγεινή εντύπωση
Το γεγονός ότι ο Τραμπ έστησε ολόκληρη αστυνομική επιχείρηση, με πάνοπλες αστυνομικές δυνάμεις να ρίχνουν δακρυγόνα και πλαστικές σφαίρες για να ανοίξουν δρόμο, προκειμένου να πάει και να... φωτογραφηθεί το βράδυ της Δευτέρας με τη Βίβλο ανά χείρας μπροστά από την εκκλησία του Αγίου Ιωάννη στην Ουάσιγκτον, το υπόγειο της οποίας είχε υποστεί περιορισμένες φθορές το προηγούμενο βράδυ κατά τη διάρκεια ταραχών, σχολιάστηκε αρνητικά μεταξύ άλλων και από την ίδια την εκκλησιαστική/ θρησκευτική κοινότητα των ΗΠΑ.
Αντιδράσεις προκάλεσαν όμως και πολλά από τα «τιτιβίσματα» του προέδρου για τους... ταραχοποιούς που είναι σίγουρα «ψηφοφόροι των Δημοκρατικών», για τους κυβερνήτες των αμερικανικών πολιτειών που είναι «αδύναμοι» και «ένα μάτσο βλάκες», για τα επικριτικά προς εκείνον δημοσιεύματα που είναι πάντοτε «fake news» των «Lamestream Media», για τους ανθρώπους του Τζο Μπάιντεν που «θέλουν να βγάλουν τους αναρχικούς από τη φυλακή», για το Twitter που πρέπει και εκείνο να επανέλθει στην τάξη επειδή τόλμησε να λογοκρίνει ως «εγκωμιαστικό πράξεων βίας» ένα από τα tweets του Τραμπ «Εάν δεν έχεις κάτι εποικοδομητικό να πεις, κράτα το στόμα σου κλειστό» ή -επί το λαϊκότερoν- «σκάσε» ήταν το μήνυμα που έστειλε απευθυνόμενος δημόσια στον Τραμπ ο αρχηγός της Αστυνομίας του Χιούστον, Αρτ Ασεβέδο, την 1η Ιουνίου. Τα προβλήματα ωστόσο για τον Αμερικανό πρόεδρο δεν ξεκίνησαν στις 25 Μαΐου με τη δολοφονία του Αφροαμερικανού Τζορτζ Φλόιντ, αλλά αρκετά νωρίτερα, με την πανδημία του Covid-19 που είχε ήδη επιφέρει πολλαπλά, βαρύτατα πλήγματα στις ΗΠΑ.
Μόλις το 32% των Αμερικανών εγκρίνει τον τρόπο με τον οποίο ο πρόεδρος επέλεξε να σταθεί απέναντι στην πρόσφατη κρίση, ενώ ο Τζο Μπάιντεν προηγείται έως και με 10 μονάδες στον δρόμο προς τις κάλπες του Νοεμβρίου
Φάσκει και αντιφάσκει
Ήταν 29 Φεβρουαρίου 2020 όταν, από το βήμα προεκλογικής ομιλίας του στη Νότια Καρολίνα, ο Ντόναλντ Τραμπ αποκήρυξε την υγειονομική απειλή του κορονοϊού ως «νέα απάτη» («new hoax») που χρησιμοποιούν οι Δημοκρατικοί για να τον σπιλώσουν. Νωρίτερα, στα τέλη του Ιανουαρίου, ο ίδιος είχε μάλιστα ευχαριστήσει δημοσίως την κινεζική ηγεσία για τις προσπάθειες που καταβάλλει «μέσα σε συνθήκες διαφάνειας» ώστε να περιορίσει την εξάπλωση του ιού. Στην πορεία βέβαια εκείνος θα έλεγε και άλλα πολλά: ότι ο Covid-19 «θα εξαφανιστεί μια ημέρα ως διά μαγείας» και ότι η αμερικανική κυβέρνηση έχει την κατάσταση «υπό απόλυτο έλεγχο», προτού όμως αλλάξει τροπάρι παραδεχόμενος ότι τελικώς «δεν είναι όλα υπό έλεγχο», ότι η κατάσταση είναι «κακή» και ότι ο ίδιος... το είχε νιώσει πως επρόκειτο για πανδημία προτού βγουν οι επιστήμονες και ανακοινώσουν ότι πρόκειται για πανδημία.
Στις 24 Απριλίου ο Αμερικανός πρόεδρος έφτασε στο σημείο, από το βήμα συνέντευξης Τύπου στον Λευκό Οίκο, να προτείνει ακόμη και την... ενέσιμη χορήγηση απολυμαντικών ως πιθανό τρόπο καταπολέμησης του κορονοϊού, προκαλώντας σοκ, γέλια αλλά και κλάματα, με την κορυφαία αξιωματούχο-γιατρό Ντέμπορα Μπερξ να κοιτά από δίπλα αμήχανη και αποσβολωμένη. Περίπου ενάμιση μήνα μετά, οι νεκροί από τον Covid-19 στις ΗΠΑ εξακολουθούν να πληθαίνουν, με την καραντίνα του κορονοϊού να έχει πλέον δώσει τη θέση της σε απαγορεύσεις κυκλοφορίας για την αποφυγή ταραχών και λεηλασιών. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δείχνουν πια, περίπου έξι μήνες πριν από τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου, να ζουν την «απόλυτη καταιγίδα».
Πανδημία, ύφεση, ανεργία και κοινωνική αναταραχή έρχονται μεμονωμένα αλλά και σε συνδυασμό να διαμορφώσουν ένα κοκτέιλ εκρηκτικό, πρωτοφανές για τα δεδομένα της υπερδύναμης, η οποία έχει μεν ξαναζήσει υφέσεις (συνολικά 14 από το 1929 έως το 2008) και φυλετικές ταραχές (1968), αλλά ποτέ ξανά όλα αυτά μαζί μέσα σε συνθήκες πανδημίας και με έναν τέτοιο πρόεδρο στο τιμόνι. Ο Τραμπ πάντως προσπαθεί να γυρίσει την πλάστιγγα προς όφελός του, μετακυλίοντας τις ευθύνες για όσα συμβαίνουν σε άλλους εντός και εκτός συνόρων. Για την πανδημία κατηγορεί την Κίνα (την οποία μόλις στα τέλη του περασμένου Ιανουαρίου ευχαριστούσε δημόσια) και τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ).
Οταν αναφέρονται, δε, ειδικά στην Κίνα τόσο εκείνος όσο και ο επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ (και πρώην αρχηγός της CIA) Μάικ Πομπέο δεν παραλείπουν να τη χαρακτηρίζουν και «κομμουνιστική», προφανώς σε μια προσπάθεια να κινητοποιήσουν τα μακαρθικά αντανακλαστικά των συντηρητικών Αμερικανών ψηφοφόρων. Για τις ταραχές εντός των ΗΠΑ από την άλλη, ο Τραμπ κατηγορεί την καλούμενη «ριζοσπαστική Αριστερά», τις επονομαζόμενες «Ηνωμένες Πολιτείες του Σοσιαλισμού» (στις οποίες εντάσσει τον Μπέρνι Σάντερς και την Ελίζαμπεθ Γουόρεν, τους «αναρχικούς» και περιθωριακές κινηματικές ομάδες τύπου «Antifa». Ο ίδιος δεν διστάζει μάλιστα να πάρει αυθαιρέτως όλους τους παραπάνω και να τους βάλει στο ίδιο τσουβάλι με την συστημική ελίτ του κόμματος των Δημοκρατικών (Μπάιντεν, Κλίντον κ.ά.).
Πλήγμα στο προφίλ
Υπό την ηγεσία του Τραμπ είναι όμως σαφές πια ότι έχει πληγεί σημαντικά και το προφίλ των ΗΠΑ διεθνώς ως ηγέτιδας δύναμης και γεωπολιτικού πόλου, ως προτύπου και προστάτη-εκφραστή των δυτικών φιλελεύθερων αξιών και της ελεύθερης αγοράς. Σημειώνεται ότι επί Τραμπ, από το 2016 και έπειτα, οι ΗΠΑ έχουν αποσυρθεί ή απειλήσει να αποσυρθούν από: τη Συνθήκη των Ανοικτών Ουρανών, τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, τη Συμφωνία των Παρισίων για το Κλίμα, τη διεθνή συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης (JCPOA), την UNESCO, το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, τη Συνθήκη για την Εξάλειψη των Πυρηνικών Οπλων Μεσαίου και Μικρού Βεληνεκούς INF, το Σύμφωνο Συνεργασίας των δύο πλευρών του Ειρηνικού TPP και την παλαιά Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου Βόρειας Αμερικής NAFTA.
Η σύνοδος της ομάδας του G7 που ήταν προγραμματισμένο να πραγματοποιηθεί στις ΗΠΑ (Καμπ Ντέιβιντ) την ερχόμενη εβδομάδα (10-12 Ιουνίου) αναβλήθηκε, αφότου η Γερμανίδα καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ ανακοίνωσε ότι δεν πρόκειται να παρευρεθεί, επικαλούμενη ως αιτία την πανδημία. Ο Τραμπ θέλει τώρα να την επαναπρογραμματίσει για κάποια στιγμή μέσα στο 2020, μετά τον Σεπτέμβριο, προσκαλώντας όμως και τη Ρωσία, ενδεχόμενο που προκαλεί την αντίδραση Βρετανών και Καναδών. Εν τω μεταξύ πάντως, και με αφορμή τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ, πολλοί είναι εκείνοι που σπεύδουν πλέον να... πληρώσουν τις ΗΠΑ με το ίδιο νόμισμα, ανταποδίδοντας τις κατηγορίες που είχε εξαπολύσει εναντίον τους η Ουάσιγκτον περί μη σεβασμού των δημοκρατικών ελευθεριών.
«BlackLivesMatter» έγραψε στο Twitter ο υπουργός Εξωτερικών του Ιράν, Τζαβάντ Ζαρίφ, καλώντας την υφήλιο να συμπαραταχθεί ενάντια στον ρατσισμό, με τον εκπρόσωπο του ιρανικού ΥΠΕΞ να στέλνει παράλληλα από την πλευρά του μήνυμα συμπαράστασης στα αγγλικά προς τον αμερικανικό λαό ενάντια στο «καθεστώς καταπίεσης» της Ουάσιγκτον. «I can’t breathe» («Δεν μπορώ να αναπνεύσω»: φράση που είπε ο Τζορτζ Φλόιντ πριν πεθάνει) έγραψε στο Twitter η εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών χαρακτηρίζοντας τον ρατσισμό «χρόνια πάθηση της αμερικανικής κοινωνίας» και αυτό σε μια περίοδο κατά την οποία η Ουάσιγκτον κατηγορεί το Πεκίνο ότι καταστέλλει τις φωνές των αντιφρονούντων στο Χονγκ Κονγκ. Ακόμη και η ρωσική πρεσβεία στην Ουάσιγκτον εξέφρασε δημόσια την ανησυχία της για την αστυνομική βία στις ΗΠΑ, ενώ και ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν έχασε την ευκαιρία να στηλιτεύσει τη «ρατσιστική και φασιστική προσέγγιση» της αμερικανικής Αστυνομίας...