Κόσμος|06.10.2020 18:54

Κορονοϊός: 1.968 κρούσματα μόνο τη Δευτέρα στο Βέλγιο - Αυξάνεται ο αριθμός των θανάτων

Μαρία Ψαρά

Mόνο την Δευτέρα στο Βέλγιο καταγράφηκαν 1.968 νέα κρούσματα κορονοϊού, σύμφωνα με τα προσωρινά δεδομένα που δημοσίευσε το Επιστημονικό Ινστιτούτο Δημόσιας Υγείας Sciensano. Πρόκειται για μικρότερο αριθμό σε σχέση με τις προηγούμενες ημέρες, αλλά αυτό αποδίδεται στα μειωμένα τεστ που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια του Σαββατυκύριακου.

Ο ημερήσιος μέσος όρος νέων κρουσμάτων για το διάστημα από 26 Σεπτεμβρίου μέχρι και 2 Οκτωβρίου είναι 2.309 – αυξημένος κατά 48% σε σχέση με το προηγούμενο επταήμερο.

Ο αριθμός των θανάτων συνεχίζει να αυξάνεται με ανησυχητικό ρυθμό. Χθες έχασαν τη ζωή τους 14 άνθρωποι λόγω κορωνοϊού με αποτέλεσμα ο ημερήσιος μέσος όρος θανάτων να είναι στο 10,3 στο ως άνω διάστημα. Ο αριθμός των θανάτων υπερδιπλασιάστηκε μέσα σε μία εβδομάδα. Το σύνολο των θανάτων από την αρχή της πανδημίας έχει φτάσει τους 10.078. Ο ημερήσιος μέσος όρος εισαγωγών είναι 81. Τις τελευταίες 24 ώρες έγιναν 87 νέες εισαγωγές.

Από την αρχή της πανδημίας ο συνολικός αριθμός των εισαγωγών είναι 20.310. Αυτή τη στιγμή νοσηλεύονται 937 άτομα στη χώρα, εκ των οποίων οι 195 σε μονάδες εντατικής θεραπείας και 83 διασωληνωμένοι.

Όλοι οι δείκτες στο κόκκινο

Η ανησυχία αυξάνεται μεταξύ των ειδικών, καθώς οι εισαγωγές σε νοσοκομεία και ο αριθμός των θανάτων αυξάνονται, γράφει σήμερα στο κεντρικό της πρωτοσέλιδο η Le Soir. Μόνο χθες καταγράφηκαν 20 θάνατοι λόγω κορωνοϊού. Η κατάσταση δεν μπορεί να συγκριθεί με αυτήν του περασμένου Μαϊου, αλλά λογικά θα πρέπει να αναμένονται νέα μέτρα.

Η σταθεροποίηση του αριθμού των νέων κρουσμάτων, που αναμενόταν την περασμένη εβδομάδα, δεν ήρθε ποτέ. Αυτό δήλωσε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου ο ομοσπονδιακός εκπρόσωπος για θέματα κορωνοϊού, Yves Van Laethem, εκφράζοντας την απογοήτευση των ειδικών για την πορεία της επιδημίας στη χώρα. Και ο ίδιος αναγνώρισε ότι «απέχουμε πολύ από τη δραματική κρίση του Μαρτίου και του Απριλίου», αλλά η κατάσταση έχει γίνει πολύ ανησυχητική. «Η πορεία του κορωνοϊού στο Βέλγιο ακολουθεί την πορεία του ιού σε άλλες γειτονικές χώρες, όπως είναι η Γαλλία και η Ολλανδία», επεσήμανε ο Βέλγος ειδικός συμπληρώνοντας ότι παρατηρείται σαφής αύξηση των κρουσμάτων σε όλες τις ηλικιακές ομάδες και σε όλες τις περιοχές της χώρας. Ιδιαίτερο προβληματισμό προκαλεί η αύξηση των κρουσμάτων μεταξύ των πιο ηλικιωμένων, ειδικά στους άνω των 90 ετών. Τα κρούσματα σε αυτή την ηλικιακή ομάδα έχουν δεκαπλασιαστεί τον τελευταίο μήνα. Συνοψίζοντας, ο ομοσπονδιακός εκπρόσωπος δήλωσε: «Πρέπει να σφυρίξουμε το τέλος του διαλείμματος. Είμαστε στο κόκκινο».

Ο ιολόγος και έτερος ομοσπονδιακός εκπρόσωπος Steven Van Gucht σημειώνει από πλευράς του: «Όλα τα βαρόμετρα είναι σε ανοδική πορεία. Τα κρούσματα αυξάνονται στους νέους, αλλά και σε άτομα πιο μεγάλης ηλικίας. Κάποιοι θα νοσηλευθούν και ορισμένοι πιθανόν να πεθάνουν. Αυτό που με ανησυχεί είναι ότι αυτή η τάση δε θα αλλάξει, εάν δεν αλλάξουμε τη συμπεριφορά μας».

Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και η Καθηγήτρια Επιδημιολογίας Erika Vlieghe, η οποία τόνισε: “Όταν το σπίτι μας καίγεται, πρέπει να κάνουμε κάτι”. Η ίδια εκτιμά ότι πρέπει να υπάρξει μία πολύ δυναμική εκστρατεία ενημέρωσης προκειμένου να επιβραδυνθεί η διασπορά του ιού.

Ο Steven De Gucht πιστεύει ότι η έκφραση «το σπίτι μας καίγεται» είναι κάπως υπερβολική, «αλλά σίγουρα θα πρέπει να πάρουμε στα σοβαρά τη σημερινή τάση». Θα πρέπει, επομένως, να αναμένουμε νέα μέτρα, τα οποία θα συνδέονται με τη λειτουργία του επονομαζόμενου «βαρόμετρου του κορονοϊού», που παρουσιάστηκε από τους ειδικούς στους πολιτικούς, οι οποίοι είχαν σύσκεψη χτες το βράδυ και θα συνεδριάσουν εκ νέου σήμερα.

Το θέμα είναι τι μέτρα μπορούν να ληφθούν για να αποφευχθεί αυτό που φαίνεται αναπόφευκτο: Η επιβολή ή η επαναφορά υγειονομικών μέτρων που κανείς δε θέλει. Πώς, δηλαδή, να αποφύγουμε την περαιτέρω συρρίκνωση των επιτρεπομένων επαφών από 5 σε 3 και ένα νέο lockdown σε τοπικό ή επαρχιακό επίπεδο, όπως το έθεσε ο Ομοσπονδιακός Υπουργός Υγείας Frank Vandenbroucke (SP.A).

Ο Steven Van Gucht υποστήριξε ότι η καλύτερη στρατηγική είναι τώρα (και πάντα) η επικοινωνία: Η παροχή εξηγήσεων, η ενημέρωση, η επανάληψη των συμβουλών, η ευαισθητοποίηση, η ενθάρρυνση και προπάντων η στοχευμένη ενημέρωση συγκεκριμένων ομάδων. Οι χρυσοί κανόνες είναι αποτελεσματικοί, αρκεί να τηρούνται από όλους. Στον τομέα αυτό, του σεβασμού των κανόνων, θα πρέπει, λοιπόν να γίνει πολλή δουλειά. Κυρίως με τους νέους, αλλά και με συγκεκριμένες κοινότητες, που μιλούν άλλες γλώσσες ή έχουν διαφορετικές κουλτούρες και θα πρέπει να βοηθηθούν, να λάβουν στήριξη.

Αναφερόμενος στον ρυθμό εξάπλωσης του ιού, σημειώνει ότι η διασπορά ήταν πολύ ταχύτερη τον περασμένο Μάρτιο και Απρίλιο. Αυτό που τον ανησυχεί είναι ότι τα κρούσματα διπλασιάζονται κάθε 18 μέρες, ότι έχουν ήδη αυξηθεί κατά 30% σε μία μόλις εβδομάδα. “Τα νοσοκομεία γεμίζουν. Σε αυτό το στάδιο η κατάσταση είναι διαχειρίσιμη. Σε ορισμένα νοσοκομεία στις Βρυξέλλες το ένα τέταρτο των κλινών στις ΜΕΘ είναι ήδη κατειλημμένο από ασθενείς με κορωνοϊό και έχουμε ήδη ξεκινήσει να μεταφέρουμε ασθενείς σε άλλες περιοχές της χώρας. Εάν χρειαστεί, το επόμενο διάστημα θα προστεθούν κλίνες, αλλά αυτό θα επηρεάσει την κανονική περίθαλψη”.

Σε συνέντευξη που παραχώρησε ο επιδημιολόγος Yves Coppieters στο RTBF τόνισε ότι “πρέπει οπωσδήποτε να εντοπίσουμε εκείνο το επίπεδο μετάδοσης, με το οποίοι θα μπορέσουμε να βγάλουμε τον χειμώνα”. Πρότεινε δε να σταματήσουν οι γενικεύσεις με κάθε κόστος, επειδή σε άλλες επαρχίες, πλην των πιο έντονα πληγεισών (Βρυξέλλες, Brabant Βαλλονίας και Λιέγη), υπάρχει μία σταθεροποίηση παρά την ελαφρά αύξηση.

Στο πλαίσιο του ίδιου αφιερώματος στη Le Soir – και με την υπογραφή του Xavier Counasse - στην τρέχουσα επιδημιολογική κατάσταση στο Βέλγιο αναφέρεται ότι δε θα πρέπει να συγκρίνεται η σημερινή κατάσταση με ό,τι ίσχυε στη χώρα την άνοιξη, επειδή έχει αλλάξει μία σειρά παραμέτρων. Κατ΄ αρχάς τώρα πλέον γίνονται πολύ περισσότερα τεστ, περίπου 36.000 σε ημερήσια βάση έναντι 4.000 στα τέλη Μαρτίου. Επίσης, η χώρα είναι πια εξοπλισμένη με ένα σύστημα ιχνηλάτησης, το οποίο – παρά τις βελτιώσεις που θα μπορούσε να δεχθεί – επιτρέπει να “σπάσουν” κάποιες αλυσίδες μετάδοσης. Οι ασθενείς λαμβάνουν σήμερα καλύτερη περίθαλψη και το στοκ μασκών έχει αναπληρωθεί.

Το πρώτο κύμα δε θα πρέπει να λαμβάνονται ως αναφορά, αλλά εκείνο το σενάριο δε θα πρέπει σε καμία περίπτωση να επαναληφθεί. Δε θα πρέπει, τονίζεται, να περιμένουμε τα σημερινά δεδομένα να αγγίξουν ιστορικά επίπεδα. Για να μετρήσουμε την ένταση ενός κύματος, δεν παίρνουμε ως σημείο αναφοράς το μεγαλύτερο τσουνάμι στην ιστορία. Θα πρέπει, όμως, να παρακολουθούμε στενά την ταχύτητα ανόδου των δεικτών, οι οποίοι σκαρφαλώνουν σταθερά από την έναρξη της σχολικής χρονιάς και μετά. Σίγουρα η αύξηση δεν είναι τόσο ραγδαία όσο την άνοιξη, αλλά δεν παύει να αποτελεί αύξηση. Και όσο συνεχίζεται αυτή η τάση, ο κορoνοϊός θα προκαλεί ολοένα και μεγαλύτερα διαρθρωτικά προβλήματα σε νοσοκομεία, θα καταβάλλει τους γιατρούς και το νοσηλευτικό προσωπικό και προκαλεί ολοένα και περισσότερους θανάτους. Η πρόκληση σήμερα είναι να βρεθεί ένα «κοκτέιλ» σωστών μέτρων που θα σταθεροποιήσει τους δείκτες των νοσοκομείων σε ένα ανεκτό επίπεδο. Και αυτό θα πρέπει να γίνει άμεσα, χωρίς καθυστερήσεις, καταλήγει το άρθρο.

ΚορονοϊόςκρούσματαΒέλγιο