Κόσμος|28.08.2024 07:05

Υπάρχουν άνθρωποι που προσφέρονται εθελοντικά να μολυνθούν από ασθένειες – Για ποιο λόγο;

Newsroom

Οι δοκιμές σε νέες θεραπείες και εμβόλια είναι μία διαδικασία που μπορεί να διαρκέσει χρόνια, αν όχι και ολόκληρες δεκαετίες, προκειμένου να συγκεντρωθεί ικανοποιητικός αριθμός δεδομένων για τους επιστήμονες. Κάποιοι από τους τελευταίους στρέφονται σε μία προσέγγιση αμφιλεγόμενη, η οποία και περιλαμβάνει τη σκόπιμη μόλυνση εθελοντών με ιούς δυνητικά θανατηφόρους, παράσιτα και βακτήρια.

Και εάν το να προσφερθεί κανείς εθελοντικά να μολυνθεί μπορεί να φαίνεται – και να είναι- ασυνήθιστο, υπάρχει μία ομάδα νεαρών ενηλίκων που περίμεναν να δεχθούν επίθεση από κουνούπια τα οποία φέρουν ένα παράσιτο που σκοτώνει πάνω από 600.000 ανθρώπους τον χρόνο. Αυτή η ομάδα εθελοντών έχει συμφωνήσει να συμμετάσχει σε μια ιατρική δοκιμή του στο Ινστιτούτου Jenner του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, προκειμένου να δοκιμάσει ένα νέο εμβόλιο κατά της ελονοσίας. Το σκεύασμα, γνωστό ως «R21», έχει προκαλέσει ενθουσιασμό στην επιστημονική κοινότητα, ήδη από τις πρώτες ημέρες δοκιμών του.

Η πρώτη δοκιμή του εμβολίου πραγματοποιήθηκε το 2017 παρότι, παρόμοια πειράματα με κουνούπια – ξενιστές πραγματοποιούσε το εργαστήριο από το 2001. Κάθε εθελοντής οδηγήθηκε ξεχωριστά στον χώρο του εργαστηρίου. Εκεί, πάνω σε ένα τραπέζι, υπήρχε ένα μικρό δοχείο σε σχήμα φλιτζανιού καφέ, καλυμμένο με ένα κομμάτι γάζα. Στο εσωτερικό του δοχείου υπήρχαν κουνούπια που βούιζαν, εισαγόμενα από τη Βόρεια Αμερική, τα οποία είχαν μολυνθεί με το παράσιτο της ελονοσίας. Κάθε εθελοντής τοποθετούσε το χέρι του στο χείλος του δοχείου ώστε τα έντομα να πιάσουν δουλειά, τσιμπώντας μέσα από τη γάζα το δέρμα του εθελοντή. Όσο τα κουνούπια ρουφούσαν το αίμα του πρόθυμου θύματος, το σάλιο που έφεραν προκειμένου το αίμα τους να μην πήξει μετέφερε στο δήγμα το παράσιτο της ελονοσίας. Αυτό το οποίο ευελπιστούσαν οι επιστήμονες ήταν ότι, το εμβόλιο υπό δοκιμή, θα πρόσφερε στους εθελοντές επίπεδα ανοσίας αρκετά υψηλά, ώστε να μην αναπτύξουν ελονοσία.

Η δοκιμή ανθρώπινης πρόκλησης

Όλη αυτή η διαδικασία είναι παραδειγματική της μεθόδου που έχει γίνει γνωστή ως «δοκιμή ανθρώπινης πρόκλησης». Πρόκειται για ένα πείραμα κατά το οποίο ένας εθελοντής εκτίθεται σκόπιμα σε κάποιον ιό. Μπορεί το να εκτίθεται κανείς σε κάποιο ιό εν γνώσει του ότι υπάρχει το ενδεχόμενο να αρρωστήσει σοβαρά να ακούγεται επικίνδυνο ή ακόμα και επιπόλαιο, ωστόσο η εν λόγω προσέγγιση είναι ιδιαίτερα δημοφιλής, τις τελευταίες δεκαετίες, στην ιατρική έρευνα. Πρόκειται επίσης για μία μέθοδο που αποδίδει καρπούς, έχοντας καταγράψει αξιοσημείωτες ιατρικές νίκες.

Μία εξ’ αυτών, είναι και το εμβόλιο R21, το οποίο αποδεδειγμένα είναι έως και 80% αποτελεσματικό στην πρόληψη της ελονοσίας ενώ έγινε το δεύτερο εμβόλιο κατά της ελονοσίας στην ιστορία, που συνίσταται από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ). Πρόσφατα, οι πρώτες δόσεις του R21 χορηγήθηκαν σε μωρά στην Ακτή Ελεφαντοστού και στο Νότιο Σουδάν- χώρες στις οποίες, κάθε χρόνο, χιλιάδες άνθρωποι χάνονται από ελονοσία. Όπως λένε οι επιστήμονες, αυτό κατέστη δυνατό εν μέρει χάρης τους εθελοντές που πρόθυμα έφεραν τις παλάμες τους σε επαφή με τα μολυσμένα κουνούπια. «Υπήρξε μία αξιοσημείωτη αναγέννηση των δοκιμών πρόκλησης τα τελευταία 20 χρόνια», εξηγεί στο BBC ο καθηγητής εμβολιολογίας και διευθυντής του Ινστιτούτου Jenner, Adrian Hill. «Από την κοινή γρίπη, μέχρι τον κορονοϊό, τα μοντέλα πρόκλησης έχουν αναπτυχθεί για τα πάντα. Ήταν πραγματικά πολύ σημαντικά», προσθέτει. Οι επιστήμονες επιδιώκουν, πλέον, να μολύνουν σκόπιμα εθελοντές με όλο και περισσότερες ασθένειες, με την ελπίδα να αναπτύξουν εμβόλια και θεραπείες όσο το δυνατόν μεγαλύτερης αποτελεσματικότητας. Παθογόνα όπως ο Ζίκα, ο τύφος και η χολέρα έχουν ήδη χρησιμοποιηθεί σε δοκιμές πρόκλησης. Άλλοι ιοί, όπως η ηπατίτιδα C, συζητούνται ως μελλοντικοί υποψήφιοι. Ο Hill εκτιμά πως, παρότι δεν υπάρχει κεντρικό μητρώο δοκιμών πρόκλησης, αυτές έχουν συμβάλει στην ανάπτυξη τουλάχιστον δώδεκα εμβολίων τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Η ανασκόπηση του βρετανικού μέσου εντόπισε 308 μελέτες πρόκλησης σε ανθρώπους, το διάστημα μεταξύ 1980 και 2021. Οι υπέρμαχοι της μεθόδου πιστεύουν ότι, τα οφέλη των μελετών αυτών αντισταθμίζουν σταθερά τους κινδύνους νόσησης – με δεδομένο πάντα ότι διεξάγονται υπό τις κατάλληλες συνθήκες. Ορισμένες πρόσφατες δοκιμές, ωστόσο, μπορεί να κινούνται πολύ οριακά στο πλαίσιο της ιατρικής δεοντολογίας καθώς, ένας -ομολογουμένως μικρός- αριθμός κορυφαίων επιστημόνων ήδη δηλώνει πως δεν νιώθει άνετα με την ταχύτητα ανάπτυξης πειραμάτων που κάποτε αποτελούσαν ταμπού.

Τα ναζιστικά πειράματα και το σχολείο Willowbrook

Αυτή την παρατεταμένη αίσθηση ανησυχίας που έχουν ορισμένοι γύρω από τις δοκιμές πρόκλησης είναι αδύνατον να την κατανοήσει κανείς χωρίς να ανατρέξει σε μερικές από τις σκοτεινότερες στιγμές της ιατρικής ιστορίας. Πιο διαβόητα είναι τα πειράματα που διεξήγαγαν οι επιστήμονες των ναζί, στα οποία μόλυναν με τη βία κρατούμενους στρατοπέδων συγκέντρωσης, με τον ιό της φυματίωσης ή και άλλους, παθογόνους μικροοργανισμούς. Λιγότερο γνωστές είναι οι ενέργειες Αμερικανών γιατρών στη Γουατεμάλα, στα μέσα της δεκαετίας του 1940, όταν μόλυναν σκόπιμα 1.308 άτομα με σύφιλη και άλλα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα. Στις αρχές της δεκαετίας του 1970, αποκαλύφθηκε ότι, μεταξύ 1950 και 1960, οι γιατροί του κρατικού σχολείου Willowbrook στη Νέα Υόρκη είχαν εκθέσει πάνω από 50 παιδιά ΑμΕΑ στον ιό της ηπατίτιδας, με σκοπό την ανάπτυξη του σχετικού εμβολίου. Το «Willowbrook» είναι συνώνυμο της κακής ερευνητικής δεοντολογίας μεταξύ των ερευνητών της ιατρικής. Αλλά τα πειράματα στο εν λόγω σχολείο συνέβαλλαν σημαντικά στην ανακάλυψη της επιστημονικής κοινότητας ότι,  για την ηπατίτιδα, ευθύνονται περισσότερα από ένα παθογόνα.

Όπως εξηγεί ο διευθυντής του Ινστιτούτου Δεοντολογίας Kennedy του Πανεπιστημίου Georgetown, Daniel Sulmasy, τα παραδείγματα αυτά έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην έντονη αντίδραση μερίδας επιστημόνων απέναντι στην ιδέα της σκόπιμης μόλυνσης ανθρώπων με παθογόνους μικροοργανισμούς. Ο Sulmasy υπήρξε μέλος της προεδρικής επιτροπής των ΗΠΑ που ανέλαβε να διερευνήσει τις δοκιμές σύφιλης στη Γουατεμάλα. Στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και κατά τη δεκαετία του 1970, επιστήμονες προερχόμενοι από χώρες υψηλού εισοδήματος συνέταξαν συλλογές κατευθυντήριων γραμμών για τις ιατρικές δοκιμές. Οι κατευθυντήριες αυτές έθεταν ως πρωταρχικό μέλημα την ευημερία των εθελοντών. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα οι δοκιμές πρόκλησης να γίνουν πολύ πιο δύσκολες στη διεξαγωγή τους.

Σταδιακά όμως, και καθώς η προσέγγιση στην ιατρική δεοντολογία εξελίσσεται απέναντι στην αυξανόμενη απειλή από πιθανές πανδημίες, οι επιστήμονες επεξεργάζονται ξανά τις δοκιμές πρόκλησης σε ανθρώπους. Βασικό κίνητρο για αυτό αποτελεί η ταχύτητα καθώς, σε μια παραδοσιακή δοκιμή εμβολίου, οι εθελοντές λαμβάνουν, είτε ένα εμβολιαστικό σκεύασμα, είτε ένα εικονικό φάρμακο ενώ, στη συνέχεια, καλούνται να συνεχίσουν κανονικά τη ζωή τους. Το σκεπτικό πίσω από αυτή την παραδοσιακή μέθοδο είναι ότι, κάποιοι θα εκτεθούν στον εκάστοτε ιό κατά τη διάρκεια της καθημερινής ζωής τους, προσφέροντας την ευκαιρία να δοκιμαστεί η αποτελεσματικότητα του εμβολίου. Αυτή η διαδικασία, όμως, μπορεί να είναι σκληρά αργή. Για μία μολυσματική ασθένεια, η ανάπτυξη ενός τυπικού εμβολίου μπορεί να απαιτεί πάνω από 10 χρόνια δοκιμών, με δαπάνες δεκάδων εκατομμυρίων δολαρίων. Καθ’ όλο αυτό το διάστημα, χιλιάδες – αν όχι και εκατομμύρια σε κάποιες περιπτώσεις- άνθρωποι συνεχίζουν να υποφέρουν από την  εκάστοτε ασθένεια. Οι δοκιμές πρόκλησης περνούν κατευθείαν στο ψητό εξαλείφοντας την περίοδο αναμονής, αφού εκθέτουν τους εμβολιασμένους ασθενείς απευθείας στον κάθε ιό.

«Μερικές φορές πρέπει πραγματικά να είμαστε πολύ πιο γρήγοροι»

Η καθηγήτρια ιατρικής στο Πανεπιστήμιο Johns Hopkins στη Βαλτιμόρη, Andrea Cox, εξηγεί στο βρετανικό μέσο πως, «έχει μεγάλη σημασία ο χρόνος. Μερικές φορές πρέπει πραγματικά να είμαστε πολύ πιο γρήγοροι». Για την ίδια, η υπόθεση των δοκιμών πρόκλησης είναι ισχυρή: εξοικονομούν χρόνο, χρήματα και, τελικά, σώζουν ανθρώπινες ζωές. Και, στις περιπτώσεις σπάνιων παθογόνων όπως η σαλμονέλα και η σιγκέλα, είναι ιδιαίτερα χρήσιμες αφού οι παραδοσιακές δοκιμές μπορεί να τραβήξουν χρόνια ολόκληρα μιας και οι επιστήμονες περιμένουν οι εθελοντές να έρθουν σε επαφή με την ασθένεια κατά τύχη. «Η φυσική έκθεση σε κάποιους ιούς δε συμβαίνει συχνά, έτσι η αναμονή μέχρι κάτι τέτοιο να συμβεί μπορεί να διαρκέσει πολύ καιρό», σημειώνει η ίδια. Το 2022, ερευνητές στις ΗΠΑ έδωσαν δύο στελέχη του ιού Ζίκα σε 20 υγιείς γυναίκες.

Οι δοκιμές πρόκλησης, όμως, μπορούν να λειτουργήσουν και ως συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης, σύμφωνα με τους επιστήμονες. Επιτρέπουν στους ερευνητές να έχουν ευελιξία, αφού μπορούν να δοκιμάσουν το κάθε εμβόλιο σε διαφορετικές κατηγορίες εθελοντών και μπορούν, με αυτό τον τρόπο, να αναδείξουν πιθανές «παγίδες» που μπορεί να κρύβει ένα σκεύασμα στην παρασκευή του. Η Cox λέει ότι, πράγματι, τα εμβόλια κατά την πρώτη φορά της κυκλοφορίας τους μπορεί να παρουσιάσουν «παιδικές ασθένειες» τις οποίες, βεβαίως, είναι καλύτερο να ανακαλύπτει κανείς στην άνεση του εργαστηρίου, όπου οι πιθανές θεραπείες είναι άμεσα διαθέσιμες. Όπως επισημαίνει το εμβόλιο Dengvaxia, που κυκλοφόρησε το 2016 από την κυβέρνηση των Φιλιππίνων για την αντιμετώπιση του δάγκειου πυρετού. Ο δάγκειος πυρετός μεταδίδεται από κουνούπια και, κάθε χρόνο, σκοτώνει χιλιάδες ανθρώπους. Το σκεύασμα χορηγήθηκε σε 800.000 παιδιά στις Φιλιππίνες. Οι ερευνητές, όμως, εντόπισαν ένα πρόβλημα: ενώ το εμβόλιο λειτούργησε καλά για τα παιδιά που είχαν ήδη υποφέρει από δάγκειο πυρετό, ήταν δυνητικά επικίνδυνο για τα παιδιά που δεν είχαν προηγουμένως μολυνθεί. . Το 2017, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας άλλαξε τις κατευθυντήριες γραμμές του, συνιστώντας να μην χορηγείται το Dengvaxia σε άτομα που δεν έχουν προηγουμένως μολυνθεί από τον άγριο δάγκειο ιό. Η Cox επισημαίνει ότι, αυτό, είναι ακριβώς το είδος της ανησυχητικής λεπτομέρειας την οποία μία μελέτη πρόκλησης θα μπορούσε να είχε εντοπίσει από νωρίς. Αν το Dengvaxia είχε δοκιμαστεί πρώτα με αυτό τον τρόπο, οι ερευνητές θα μπορούσαν να εξετάσουν με ποιο τρόπο ο εμβόλιο και ο ιός αλληλεπιδρούσαν μέσα στον οργανισμό κάποιων ασθενών - συμπεριλαμβανομένων εκείνων που είχαν ήδη μολυνθεί από δάγκειο πυρετό αλλά και εκείνων που δεν είχαν μολυνθεί. «Το να ξέρουμε ότι ένα εμβόλιο προκαλεί προβλήματα σε ένα περιβάλλον όπου υπάρχει εντατική παρακολούθηση και ιατρική περίθαλψη είναι καλύτερο από το να το μάθουμε σε μια περιοχή του κόσμου όπου οι πόροι είναι περιορισμένοι», λέει η Cox.

Οι «κόκκινες γραμμές» της ηθικής

Εδώ και καιρό, οι επιστήμονες συζητώντας τις δοκιμές πρόκλησης μιλούν για την ανάγκη μιας αξιόπιστης θεραπείας σε περίπτωση που κάτι πάει στραβά. Το 2001, οπότε και υπήρχαν ήδη αποτελεσματικές θεραπείες κατά της ελονοσίας, το Ινστιτούτο Jenner άρχισε να εκθέτει σκόπιμα ανθρώπους στην ασθένεια. Οι ερευνητές του ινστιτούτου φροντίζουν να χρησιμοποιούν ένα στέλεχος ελονοσίας ιδιαίτερα ευαίσθητο στη φαρμακευτική αγωγή, λόγω της αυξανόμενης ανθεκτικότητας του παρασίτου στα φάρμακα, όπως αυτή παρατηρείται σε πολλά μέρη του κόσμου. Ορισμένοι ανησυχούν ότι οι «κόκκινες γραμμές» ηθικής θολώνουν στην πραγματικότητα όταν αρχίζουν να χρησιμοποιούνται ασθένειες χωρίς διαθέσιμες θεραπείες.

Το 2022, στο πλαίσιο μιας δοκιμής με παρόμοιο αριθμό ανδρών εθελοντών, ερευνητές στις ΗΠΑ χορήγησαν δύο στελέχη του ιού Ζίκα σε 20 υγιείς γυναίκες, από τις οποίες καμία δεν ήταν έγκυος ή θηλάζουσα. Ο Ζίκα στους περισσότερους ενήλικες προκαλεί ήπια συμπτώματα, Μπορεί, όμως, να προκαλέσει γενετικές ανωμαλίες σε βρέφη που γεννιούνται από γονείς που μολύνθηκαν κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Σε σπάνιες περιπτώσεις, συνδέεται επίσης με νευρολογικά προβλήματα σε ενήλικες. Για τον Ζίκα δεν υπάρχει θεραπεία. Οι γυναίκες εθελόντριες ελέγχθηκαν πολλές φορές για πιθανή εγκυμοσύνη πριν από την εθελούσια μόλυνση ενώ τους ζητήθηκε να χρησιμοποιούν μεθόδους αντισύλληψης για δύο μήνες μετά. Σύμφωνα με στοιχεία που αναφέρθηκαν σε ιατρικό συνέδριο το 2023, όλες οι γυναίκες που έλαβαν τον ιό μολύνθηκαν, με τις περισσότερες να εμφανίζουν συμπτώματα, όπως εξάνθημα και πόνο στις αρθρώσεις, κατά τη διάρκεια καραντίνας.

Αυτή η μελέτη θα μπορούσε να αποτελέσει πρότυπο για μια μεγαλύτερη δοκιμή πρόκλησης του ιού Ζίκα, σύμφωνα με τη συν-συγγραφέα της, Άννα Ντέρμπιν, που είναι ειδική σε θέματα λοιμωδών νοσημάτων στη Σχολή Δημόσιας Υγείας Bloomberg του Τζονς Χόπκινς. Τώρα, οι ερευνητές στρατολογούν εθελοντές για μία δοκιμή αποτελεσματικότητας του εμβολίου κατά του δάγκειου πυρετού, απέναντι στην σκόπιμη μόλυνση με τον ιό Ζίκα. Περισσότερο αμφιλεγόμενη, με δεδομένες τις δια βίου συνέπειες της νόσου, είναι η δοκιμή πρόκλησης που έχει συζητηθεί ως δυνητική υπόθεση, με την χρήση του HIV. Η προοπτική μιας δοκιμής πρόκλησης για την ηπατίτιδα C, ωστόσο, είναι πιο ρεαλιστική καθώς, ο εν λόγω ιός υπό κανονικές συνθήκες -και με κάποιες εξαιρέσεις- είναι θεραπεύσιμος. Οι χρόνιες λοιμώξεις από τον ιό μπορούν να προκαλέσουν κίρρωση, ηπατική ανεπάρκεια και θάνατο, εάν δεν αντιμετωπιστούν.

Στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, για παράδειγμα, ερευνητές έχουν εξασφαλίσει χρηματοδότηση για μια δοκιμή πρόκλησης σε ένα πιθανό εμβόλιο κατά της ηπατίτιδας C. Η Cox προτείνει μία επιπλέον δοκιμή πρόκλησης με τον ιό μετά την απογοητευτική εμπειρία της, το 2012, της παραδοσιακής δοκιμής εμβολίου κατά της ηπατίτιδας C. Η ίδια εξηγεί πως, η δοκιμή, διήρκεσε έξι χρόνια και τελικά απέτυχε. Κατά το χρονικό διάστημα της απογοητευτικής και φορτισμένης αυτής διαδικασίας, εκατομμύρια άνθρωποι υπέκυψαν στην ασθένεια σε όλο τον κόσμο. Η καθηγήτρια υποστηρίζει ότι μία δοκιμή πρόκλησης θα ήταν πολύ πιο γρήγορη. Η ίδια προτείνει την ανάθεση της δοκιμής σε  πλήρως ενημερωμένους ενήλικους εθελοντές, οι οποίοι θα συναινούσαν ελεύθερα να συμμετάσχουν αλλά θα πληρώνονταν και για το χρόνο τους. Αφού εμβολιαστούν, θα εκτεθούν σκόπιμα στον ιό και στη συνέχεια θα παρακολουθούνται επί αρκετές εβδομάδες ή μήνες. Η Cox προτείνει τη χορήγηση αντιικών φαρμάκων σε όσους δεν αναπτύσσουν ανοσία στον ιό. Βεβαίως, ατυχήματα μπορούν να συμβούν ακόμη και με αυστηρούς ελέγχους ασφαλείας. Το 2012, εθελοντής δεν εμφανίστηκε για τον υποχρεωτικό ιατρικό έλεγχο, στο Ινστιτούτο Jenner ενώ είχε μολυνθεί με τον ιό της ελονοσίας. Όπως λέει ο Hill, ο εθελοντής αναζητούνται επί μία εβδομάδα. Τελικά ήταν καλά και το περιστατικό αναφέρθηκε στην επιτροπή δεοντολογίας, αλλά θα μπορούσε να επιφέρει πολύ πιο σοβαρές συνέπειες.

«Η ισορροπία γίνεται πολύ, πολύ λεπτή»

Την ίδια στιγμή, η ταχύτητα με την οποία διεξάγονται οι δοκιμές πρόκλησης μπορεί να αφήνει κάποιους επιστήμονες, όπως η ομότιμη καθηγήτρια λοιμώξεων και ανοσολογίας στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, Eleanor Riley, ανήσυχους. «Για ιούς που μπορούν να προκαλέσουν πολύ σοβαρή νόσηση, και δεν υπάρχει κάποιο φάρμακο ώστε να σταματήσει η ανάπτυξή τους, η ισορροπία γίνεται πολύ, πολύ λεπτή», εξηγεί η ίδια και προσθέτει πως, «για παράδειγμα, αν ο κίνδυνος θανάτου είναι ένας στους 1.000 ασθενείς, πρέπει κανείς να πείσει ότι, η δοκιμή πρόκλησης εξασφαλίζει στην επιστημονική κοινότητα πληροφορίες που δεν μπορούν να προκύψουν με άλλο τρόπο». Επιπλέον, αναμένεται να αυξηθεί και ο κατάλογος των παθογόνων που χρησιμοποιούνται - συμπεριλαμβανομένων ορισμένων επικίνδυνων και μη θεραπεύσιμων.

Άλλοι έχουν λιγότερες ανησυχίες. Ο Arthur Caplan, καθηγητής βιοηθικής στην Ιατρική Σχολή Grossman του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, πιστεύει ότι η ιδέα ότι οι δοκιμές πρόκλησης πρέπει να διεξάγονται μόνο σχετικά με θεραπεύσιμες ασθένειες είναι μια «μπερδεμένη ηθική». «Ο αλτρουισμός και η προσπάθεια να βοηθήσεις τους άλλους είναι ένας πολύ θεμιτός λόγος για να θέλεις να συμμετάσχεις σε έρευνα», υπογραμμίζει και δίνει ως παράδειγμα τα πειράματα που διεξάγονται στην εξερεύνηση του διαστήματος. Κατά τη διάρκεια αυτών των δοκιμών, προκειμένου να μιμηθούν τις επιπτώσεις της μικροβαρύτητας, οι εθελοντές καλούνται να ξαπλώσουν σε ένα κρεβάτι με κλίση προς τα πίσω που προκαλεί τη ροή του αίματος προς τον εγκέφαλό τους, για να μιμηθούν τις επιπτώσεις της μικροβαρύτητας. Συχνά, για τη συμμετοχή τους σε αυτές τις δοκιμές, οι ίδιοι λαμβάνουν ελάχιστα οφέλη. Το κάνουν απλά για το κοινό καλό, όπως εξηγεί ο Caplan. «Το προηγούμενο για τη χρήση ανθρώπων σε μελέτες που εθελοντικά αντιμετωπίζουν κίνδυνο χωρίς όφελος υπάρχει ήδη», επισημαίνει.

Το 2021, ανακοινώνοντας την πρώτη παγκοσμίως μελέτη πρόκλησης του Covid-19, έφερε στο προσκήνιο όλα αυτά τα ζητήματα. Η μελέτη έγινε δεκτή με ενθουσιασμό, ιδίως από την 1DaySooner, μία ομάδα στήριξης με έδρα τις ΗΠΑ, η οποία συστάθηκε με σκοπό τη διεκδίκηση περισσότερων μελετών πρόκλησης του κορονοϊού, εν μέσω πανδημίας. Η μελέτη παρείχε πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με το γιατί ορισμένοι άνθρωποι δεν αρρώσταιναν παρότι ήταν θετικοί στον ιό. Αποκάλυψε ότι, αυτή η κατηγορία εθελοντών είχε στην επένδυση της μύτης, μια τοπική ανοσολογική απόκριση η οποία και εμποδίζει τον ιό να εισέλθει στον οργανισμό τους. Η έρευνα αυτή, όμως, υπήρξε και αμφιλεγόμενη. Ο ιός  SARS-CoV-2 δεν έχει θεραπεία ενώ οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις του είναι απρόβλεπτες. Τριάντα έξι νέοι ενήλικες εκτέθηκαν στον ιό μέσω ενός υγρού που έπεσε στη μύτη τους και τέθηκαν σε καραντίνα για 14 ημέρες σε νοσοκομείο του Λονδίνου. «Είδαμε το ιικό φορτίο των εθελοντών να πολλαπλασιάζεται στη μύτη και το λαιμό τους ενώ αυτοί παρέμεναν θετικοί για περίπου 10 ημέρες», λέει η Anika Singanayagam, συν-συγγραφέας της μελέτης και , κλινική λέκτορας στο Imperial College του Λονδίνου. Η έρευνα βοήθησε επίσης και στην απόδειξη της ακρίβειας των δοκιμών πλευρικής ροής - των εύχρηστων, οικιακών δοκιμών Covid που χρησιμοποιούνταν ευρέως σε πολλές χώρες εκείνη την εποχή.

Η Sulmasy, του Ινστιτούτου Δεοντολογίας Kennedy του Πανεπιστημίου Georgetown πιστεύει ότι, η μελέτη του Imperial δεν πέρασε τη «βάση» του ελέγχου δεοντολογίας. «Δεν μάθαμε πολλά που δεν θα μπορούσαμε να έχουμε μάθει με εναλλακτική μεθοδολογία. Ο κορονοϊός ήταν καινούργιος. Δεν γνώριζαν πράγματα για τις συνέπειες της νόσησης μακροπρόθεσμα». Η ίδια προσθέτει ακόμα ότι, μέχρι την έναρξη της δοκιμής, είχαν ήδη εγκριθεί αρκετά από τα εμβόλια κατά του κορονοϊού. Έτσι η αναγκαιότητα ανάληψης αυτού του κινδύνου ήταν ακόμα μικρότερη. Το Imperial College σε ανακοίνωσή του, ανέφερε ότι το Remdesivir - η αντιιική θεραπεία που μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο σοβαρής ασθένειας στους ασθενείς με Covid-19 - ήταν διαθέσιμο καθ' όλη τη διάρκεια της μελέτης για κάθε εθελοντή που δεν αισθανόταν καλά σε βαθμό μεγαλύτερο από το αναμενόμενο. «Όταν η μελέτη εγκρίθηκε δεοντολογικά, βρισκόμασταν ήδη ένα χρόνο μέσα στην πανδημία», αναφέρει εκπρόσωπος. «Μέχρι τότε υπήρχαν πολλές πληροφορίες σχετικά με τη νόσο σε νέους υγιείς ενήλικες που έδειχναν πολύ χαμηλό κίνδυνο σοβαρής νόσου σε αυτή την ομάδα», τονίζεται στην ανακοίνωση όπου επισημαίνεται επίσης ότι, η μελέτη, «παρείχε πληθώρα λεπτομερών δεδομένων σχετικά με τη μόλυνση από κορονοϊό, που δεν θα ήταν δυνατή με άλλους τύπους δοκιμών».

Εθελοντές με το αζημίωτο

Μετά το Imperial έχουν ξεφυτρώσει και άλλες  δοκιμές πρόκλησης του Covid-19. Οι ερευνητές του Ινστιτούτου Jenner της Οξφόρδης επί του παρόντος «στρατολογούν» εμβολιασμένους εθελοντές για μία δοκιμή για την υποπαραλλαγή Omicron BA.5 του κορονοϊού. Στόχος των επιστημόνων είναι να κατανοήσουν περισσότερα σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο τα εμβόλια αλληλεπιδρούν με τις υποπαραλλαγές του ιού. Οι συμμετέχοντες θα πληρωθούν 4.935 λίρες Αγγλίας (6.400 δολάρια) για το χρόνο τους και τα έξοδα μετακίνησης. Και το ζήτημα της πληρωμής, όμως, θέτει ένα ακόμα ακανθώδες ερώτημα. Στις χώρες υψηλού εισοδήματος η σύσταση των επιτροπών δεοντολογίας είναι, οι εθελοντές να αποζημιώνονται για τον χρόνο τους. Είναι, όμως, σημαντικό το ύψος της πληρωμής να μην είναι τόσο υψηλό ώστε αυτή να λειτουργεί ως κίνητρο. Η ισορροπία είναι ιδιαίτερα εύθραυστη αφού αποσκοπεί στη διασφάλιση των σωστών κινήτρων των εθελοντών (την αγάπη για την επιστήμη ή τον αγνό αλτρουισμό), και όχι στην άμεση εξασφάλιση μετρητών.

Η Riley παρόλα αυτά εκπλήσσεται από τον αριθμό των ανθρώπων που συμμετέχουν εθελοντικά σε δοκιμές πρόκλησης χολέρας, οι οποίες μπορεί να προκαλέσουν σοβαρά περιστατικά διάρροιας. Αναρωτιέται αν τα χρήματα παίζουν κάποιο ρόλο. «Είμαι τυχερή που έχω αρκετά χρήματα για να ζήσω. Δεν θα έκανα μία δοκιμή μόλυνσης από χολέρα για 5.000 ή 10.000 λίρες. Για κάποιον άλλο, όμως, αυτό το ποσό μπορεί να είναι πολύ σημαντικό», εξηγεί. Ο 33χρονος κούριερ από το Σαουθάμπτον, Sean Cousins, πληρώθηκε πάνω από 11.000 λίρες για τη συμμετοχή του σε τρεις δοκιμές πρόκλησης μεταξύ 2014 και 2020. Σε δύο από αυτές μολύνθηκε από γρίπη, ενώ στην άλλη από τον αναπνευστικό συγκυτιακό ιό (RSV). Λέει ότι θα το έκανε και χωρίς πληρωμή. «Ήταν απλώς κάτι καινούργιο. Ήθελα να δώσω τον χρόνο μου και απλώς να βοηθήσω την ανθρωπότητα, αν μπορούσα», ισχυρίζεται.

Παρά τις διαφορετικές προσεγγίσεις, ωστόσο, οι επιστήμονες συμφωνούν σε ένα πράγμα: στο μέλλον είναι πιθανό να δούμε περισσότερες, και όχι λιγότερες, δοκιμές πρόκλησης.Επίσης αναμένεται να αυξηθεί και ο κατάλογος των παθογόνων που θα χρησιμοποιηθούν, συμπεριλαμβανομένων επικίνδυνων και μη θεραπεύσιμων ιών. Αυτό, για κάποιους επιστήμονες όπως ο Sulmasy, δημιουργεί ένα αίσθημα ανησυχίας που δύσκολα κατευνάζεται. «Νομίζω ότι θα διευρύνουμε τα όρια και θα σταματήσει μόνο όταν κάποιος πάθει κακό», λέει ο Cousins. Άλλοι, όμως, προβλέπουν τεράστιες ιατρικές ευκαιρίες. Λένε πως, με τους κατάλληλους ελέγχους, οι δοκιμές πρόκλησης θα μπορούσαν να φέρουν ταχύτερη και καλύτερη ανάπτυξη εμβολίων για ασθένειες που ταλαιπωρούν την ανθρωπότητα εδώ και αιώνες.

Κορονοϊόςεμβόλιαέρευναπανδημίαεθελοντέςμόλυνσηιόςειδήσεις τώρα