Ποιος φοβάται τη woke κουλτούρα;
Αφροδίτη Γκόγκογλου«Η πολιτεία πρέπει να νομοθετεί για όλους. Ο κίνδυνος είναι η τυραννία της πλειοψηφίας. Γι' αυτό και τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν μπαίνουν σε δημοψηφιστικές πολιτικές».
«Ένας από τους καθηγητές μου, είπε αν έχεις το δικαίωμα του λόγου έχει το καθήκον να ακούσεις. Φοβάμαι αυτό έχει χαθεί σε αυτό που λέμε woke κουλτούρα των ΗΠΑ. Για εμένα αυτό διαφέρει από τον παραδοσιακό φιλελευθερισμό. Έχουμε την τυραννία των μειονοτήτων και αν το αμφισβητήσεις σε λένε φασίστα, θιασώτη της πατριαρχίας. Σίγουρα δεν υπάρχει στην Ελλάδα. Και αν αυτό εξαρτάται από εμένα, δε θα ήθελα ποτέ να υπάρξει στην Ελλάδα».
Δύσκολα θα μπορούσε κανείς να πιστέψει ότι, οι παραπάνω δηλώσεις, ανήκουν στον ίδιο άνθρωπο – και, μάλιστα, έχουν γίνει με χρονική διαφορά μόλις ενός 8μήνου. Ο λόγος για τον Κυριάκο Μητσοτάκη που φαίνεται να άλλαξε άρδην απόψεις από τον περασμένο Μάρτιο, όταν συζητούσε με τον -ανοιχτά gay- Γιώργο Καπουτζίδη για τον γάμο ανεξαρτήτως φύλου, έως την περασμένη εβδομάδα, όταν συνομιλούσε με τον Πασκάλ Μπρυκνέρ για τη woke ατζέντα. Τι μεσολάβησε;
Μία εμφανής, πρώτη ερμηνεία θα μπορούσε να είναι το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών και η σαρωτική νίκη του Ντόναλντ Τραμπ που, σε μεγάλο βαθμό, βασίστηκε στην αντί – woke ρητορική. «Πιστεύω ακράδαντα ότι αυτό που εκτόξευσε τη δημοτικότητα Τραμπ και που εξηγεί τον σαρωτικό χαρακτήρα της νίκης του είναι ένα τεράστιο "Ως εδώ με την παράνοια της woke ατζέντας". Και με συγχωρείτε, αλλά είμαι κι εγώ ένας από αυτούς που πιστεύω ότι όλο αυτό πλέον παράγινε. Ως εδώ!», ήταν το μήνυμα του Άδωνι Γεωργιάδη μετά τις αμερικανικές εκλογές, με τον Θάνο Πλεύρη να υπερθεματίζει, σχολιάζοντας ότι «οι πολίτες στις ΗΠΑ ψήφισαν μεταξύ άλλων με γνώμονα την οικονομία και κατά της λαθρομετανάστευσης αλλά και της woke ατζέντας» και τον -πάλαι ποτέ υπουργό μετανάστευσης-, Νότη Μηταράκη, να σημειώνει ότι, η νίκη του ακροδεξιού αμερικανού προέδρου, «σίγουρα είναι μια αντίδραση στην επιθετική woke culture και στην παράνομη μετανάστευση».
Το κύμα του τραμπισμού
Ενάμιση χρόνο πριν τις αμερικανικές εκλογές, όμως, στα καθ’ ημάς, οι έλληνες ψηφοφόροι στις εθνικές εκλογές του Ιουνίου 2023, έβαλαν εντός ελληνικού κοινοβουλίου τρία ακροδεξιά κόμματα (Ελληνική Λύση, Κόμμα Νίκη, Σπαρτιάτες). Λίγες μέρες πριν από εκείνες τις εκλογές, ο -πλέον διαγραφείς αλλά για αλλους λόγους- πρώην πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, Αντώνης Σαμαράς, κατά την παρέμβασή του στην εκδήλωση για την ημέρα της Ευρώπης, έλεγε ότι «Σήμερα υπάρχει και η λεγόμενη "αποδόμηση". Το woke culture. Κι όχι μόνο στην Ευρώπη. Στη Δύση γενικότερα... Δηλαδή το γκρέμισμα όσων συνιστούν την κοινή κληρονομιά μας. Όπου τα ιερά πρόσωπα της Μάνας και του Πατέρα, υποβιβάζονται σε απρόσωπους αριθμούς: "Γονέας 1 και Γονέας 2". Αυτό δεν είναι Ευρώπη!».
Θα πίστευε κανείς ότι, η μάχη του αντί – woke μετώπου είναι κάτι που αφορά μόνο τα δεξιά κόμματα και τα ακροατήρια τους. Φαίνεται, όμως, ότι και μέσα στο ΠΑΣΟΚ (που πλέον είναι αξιωματική αντιπολίτευση), υπάρχουν πρόθυμοι και πρόθυμες να καβαλήσουν το κύμα του τραμπισμού. Η υπεύθυνη πολιτικού σχεδιασμού του κόμματος, Άννα Διαμαντοπούλου, κατά τη διάρκεια συνέντευξής της, έκανε λόγο για «υπερβολές της woke ατζέντας». Και βρήκε στήριξη από τον εκπρόσωπο Τύπου του ΠΑΣΟΚ, Κώστα Τσουκαλά, ο οποίος, κληθείς να σχολιάσει την εν λόγω δήλωση, μίλησε για «λογική επιβολής κάποιων πραγμάτων».
Τι είναι, τελικά η woke ατζέντα, και για ποιο λόγο γίνεται αυτή η προσπάθεια να δαιμονοποιηθεί τόσο ο όρος; «Ο όρος ξεκίνησε τη δεκαετία του 1930 και αφορούσε την “αφύπνιση” των μαύρων, δηλαδή την κινηματική τους οργάνωση και τις διεκδικήσεις τους -ως προς το segregation (πολιτικές διαχωρισμού), τα πολιτικά τους δικαιώματα κ.λπ.», εξηγεί στο ethnos.gr η ψυχολόγος και επιστημονικά συνυπεύθυνη του ORLANDO LGBT+, Έλενα Όλγα Χρηστίδη. Η ίδια προσθέτει πως, «σήμερα, δυστυχώς, σε συνδυασμό συχνά και με τη λέξη “ατζέντα” είναι ένας όρος που έχει οικειοποιηθεί η ακροδεξιά παγκοσμίως για να στοχοποιήσει έμφυλα, φυλετικά και άλλα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα, παρουσιάζοντας τους αγώνες για αυτά ως υπερβολές και ανάγοντας τους πολέμους κουλτούρας σε κεντρικό άξονα οργάνωσης των δυνάμει ψηφοφόρων της. Με αυτή την έννοια ο όρος “woke ατζέντα” τείνει να γίνει ένας όρος ομπρέλα που συμπεριλαμβάνει κάθε δίκαιο αγώνα τον οποίο στοχοποιεί η ακροδεξιά και επίτηδες τοποθετεί στο φάσμα της “επικίνδυνης” ριζοσπαστικής αριστεράς για να τον απονομιμοποιήσει: από το δικαίωμα στην άμβλωση και τη σεξουαλική συναίνεση μέχρι τα ΛΟΑΤΚΙ+ δικαιώματα, τα δικαιώματα προσφύγων και μεταναστών, αλλά κάποιες φορές, στις ΗΠΑ, μέχρι και τον αγώνα για την αναγνώριση της γενοκτονίας στην Παλαιστίνη (αφού τα κουήρ και μαύρα ριζοσπαστικά κινήματα έχουν οργανωθεί γύρω από αυτό τον τελευταίο χρόνο). Η δαιμονοποίηση όλων αυτών από την ακροδεξιά (και η συχνή υιοθέτηση παρόμοιων επιχειρημάτων και από τη συστημική δεξιά) έχει βασικό στόχο την απεύθυνση σε ευρύ πεδίο ψηφοφόρων που με άλλον τρόπο (π.χ .μέσω της οικονομικής πολιτικής τους) θα αδυνατούσαν να προσεγγίσουν ή να τσιμεντοποιήσουν την εμπιστοσύνη τους».
«Δεν πρέπει να υποτιμούμε τη νοημοσύνη του Πρωθυπουργού»
Ακόμα και μετά τον ορισμό της woke κουλτούρας όμως, οι δηλώσεις Μητσοτάκη εξακολουθούν να είναι εξαιρετικά αντιφατικές, αν σκεφτεί κανείς ότι, από την «τυραννία της πλειοψηφίας» περάσαμε στην «τυραννία της μειοψηφίας», μέσα σε μόλις οκτώ μήνες. Μήπως ο πρωθυπουργός, ο οποίος, το 2017, ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης επικαλούνταν από το βήμα της Βουλής έναν εξωγήινο στον Υμηττό, προκειμένου να καταψηφίσει τη νομική αναγνώριση ταυτότητας φύλου της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, κάτι δεν έχει καταλάβει καλά; Η κ. Χρηστίδη τονίζει ότι, «δε θα πρέπει να υποτιμούμε τη νοημοσύνη του Πρωθυπουργού θεωρώντας ότι παρανοεί ή αδυνατεί να κατανοήσει τα επίδικα. Ο ίδιος μοιάζει να εφαρμόζει όλους τους βασικούς κανόνες του διπλού (αντιφατικού) λόγου σε αυτά τα ζητήματα με συγκεκριμένη στόχευση: από τη μία να διατηρήσει ένα φιλελεύθερο προφίλ για το οποίο μάλιστα έχει κατηγορηθεί από την βαθιά συντηρητική μεριά του κόμματός του, όπως έγινε με την ισότητα στον γάμο, και από την άλλη, ειδικά όταν βλέπει ότι τα πράγματα δυσκολεύουν στις πολιτικές δυναμικές, να συσπειρώσει ένα λαϊκό ακροατήριο ανοιχτό σε ακροδεξιά επιχειρήματα, το οποίο μέσα στο καθεστώς οικονομικής επισφάλειας που εντείνεται δε θα μπορούσε αλλιώς να το οργανώσει υπέρ του».
Ψευδές το δίλημμα “με τo woke ή εναντίον”
Και όμως, μόλις προχθές ήταν όταν, ο Άδωνις Γεωργιάδης, από το βήμα της Βουλής, και απαντώντας στον Δημήτρη Νατσιό της Νίκης, μετ’ επιτάσεως τόνιζε ότι, «όσο και εάν δε σας αρέσει, ο Κυριάκος Μητσοτάκης παραμένει ένας φιλελεύθερος πρωθυπουργός, που μπορεί να ισορροπεί μεταξύ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της υπερασπίσεώς τους και της υπεράσπισης της παραδοσιακής ελληνικής κοινωνίας». Ο -προερχόμενος από το ΛΑΟΣ- υπουργός υγείας, βεβαίως, κάποιες μέρες πριν, προσπαθώντας να δώσει έναν ορισμό της woke κουλτούρας, έκανε λόγο για «μία κυρία στην Αμερική που προεκλογικά διαμαρτυρήθηκε δημοσίως διότι ο γιος της αυτοπροσδιοριζόταν ως γάτα και του φερόντουσαν ως γάτα. Ξεκίνησε να πηγαίνει σε κτηνιάτρους να τον εξετάσουν». Τι συμβαίνει, τελικά, στη «μεγάλη αστική παράταξη»; Πρέπει να αποδώσουμε όλο αυτό τον παραλογισμό στην ακροδεξιά που παίρνει τα πάνω της και σε ευρωπαϊκές χώρες όπως η Ιταλία, η Ουγγαρία, η Αυστρία και εσχάτως η Γερμανία; Η Έλενα Όλγα Χρηστίδη υπογραμμίζει ότι, «βασικά εργαλεία της ακροδεξιάς αλλά δυστυχώς και των “μεγάλων αστικών παρατάξεων” που αφομοιώνουν επιχειρήματά της (ή που, όπως οι Ρεπουμπλικάνοι στις ΗΠΑ, φτάνουν να αφομοιωθούν πλήρως από αυτά) είναι η προπαγάνδα και ο ηθικός πανικός. Αποσπασματικά αληθείς ή και πλήρως ψευδείς ισχυρισμοί, εξαιρέσεις που παρουσιάζονται σαν κανόνας, αντιστροφή της πραγματικότητας και (όπως είδαμε στην ομιλία του Πρωθυπουργού περί “τυραννίας των μειονοτήτων”) τοποθέτηση του θύματος, δηλαδή των πιο καταπιεσμένων πληθυσμών, στη θέση του θύτη. Όλα αυτά αυτονόητο είναι ότι αποτελούν σήμερα βασικό ζήτημα Δημοκρατίας» και καταλήγει πως, «αυτήν καλούμαστε να υπερασπιστούμε σήμερα, μια Δημοκρατία ώριμη και ισχυρή, και όχι αναιμική ή υπό αίρεση. Και οι ώριμες Δημοκρατίες, όπως έχουμε μάθει με τραγικούς τρόπους στην ιστορία μας, κρίνονται από το πώς αντιμετωπίζουν τις πιο ευάλωτες ή καταπιεσμένες ομάδες μιας κοινωνίας. Το δίλημμα επομένως “με τo woke ή εναντίον” είναι ψευδές: ή υπερασπιζόμαστε χωρίς καμία σχετικοποίηση και υποχώρηση τα ανθρώπινα και πολιτικά δικαιώματα ΟΛΩΝ, ή ανοίγουμε τις κερκόπορτες. Και πολύ φοβάμαι ότι μετά τις ΗΠΑ, αυτές έχουν πια ανοίξει και στην ΕΕ».