Τζο Μπάιντεν, ο πλουσιότερος από τους διεκδικητές του χρίσματος των Δημοκρατικών
NewsroomΟ πρώην αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν και η σύζυγός του Τζιλ κέρδισαν περισσότερα από 15 εκατομμύρια δολάρια το 2017 και το 2018, αφού έφυγαν από τον Λευκό Οίκο, γεγονός που τον καθιστά τον πιο πλούσιο από τους υποψήφιους των Δημοκρατικών για το χρίσμα για τις προεδρικές εκλογές του 2020.
Το μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματός τους προέρχεται από ομιλίες, διαλέξεις σε πανεπιστήμια και τα χρήματα που έλαβαν για δύο βιβλία που έγραψε ο Μπάιντεν, ένα από τα οποία αφορούσε στους τελευταίους μήνες του γιου του, ο οποίος πέθανε από καρκίνο το 2015, διευκρίνισε η προεκλογική του ομάδα.
Δηλωμένος υπέρμαχος της «μεσαίας τάξης», δημοφιλής μεταξύ των εργατών, ο πρώην αντιπρόεδρος του Μπαράκ Ομπάμα «έδωσε στη δημοσιότητα τις φορολογικές του δηλώσεις των 21 τελευταίων ετών, των περισσότερων από οποιονδήποτε άλλο υποψήφιο για τις προεδρικές εκλογές», επισημαίνεται στην ανακοίνωση, στην οποία τονίζεται ότι ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ δεν το έχει κάνει ακόμη. Ο Ρεπουμπλικάνος δισεκατομμυριούχος επιχειρηματίας είναι ο μοναδικός Αμερικανός πρόεδρος που αρνήθηκε να δώσει στη δημοσιότητα τις φορολογικές του δηλώσεις μετά τον Ρίτσαρντ Νίξον.
Ο Μπάιντεν κέρδισε 11 εκατομμύρια δολάρια το 2017, την πρώτη χρονιά που αποχώρησε από τον Λευκό Οίκο, και 4,5 εκατομμύρια το 2018. Τα εισοδήματα αυτά τον καθιστούν τον πιο πλούσιο από τους υποψήφιους που διεκδικούν την προεδρία το 2020.
Η δεύτερη σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις Καμάλα Χάρις κέρδισε περίπου 2 εκατομμύρια δολάρια το 2018, βάσει της κοινής φορολογικής δήλωσης που κατέθεσε μαζί με τον σύζυγό της που είναι δικηγόρος.
Ο ανεξάρτητος γερουσιαστής Μπέρνι Σάντερς αποκάλυψε ότι έγινε εκατομμυριούχος μετά την αποτυχημένη απόπειρά του να κερδίσει το χρίσμα των Δημοκρατικών για τις προεδρικές εκλογές του 2016. Χάρη στα χρήματα που έλαβε για το βιβλίο του «Η επανάστασή μας: Ένα μέλλον στο οποίο μπορούμε να πιστεύουμε» (Our Revolution: A future to believe in”), το οποίο μεταφράστηκε σε πέντε γλώσσες, κέρδισε περίπου ένα εκατομμύριο δολάρια το 2016 και το 2017.