Κόσμος|06.10.2019 09:14

Μήνυμα στην Τουρκία μέσω Αθήνας- Τα σχέδια της Ουάσιγκτον

Μιχάλης Ιγνατίου

Το μόνιμο παράπονο των ελληνικών κυβερνήσεων -ιδιαίτερα μετά την περίοδο της υπουργίας της Χίλαρι Κλίντον- ήταν ότι οι επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και άλλοι ανώτεροι αξιωματούχοι των αμερικανικών κυβερνήσεων δεν πραγματοποιούσαν επισκέψεις μόνο στην Ελλάδα, αλλά έπρεπε να τις συνδυάζουν περιλαμβάνοντας και την Τουρκία. Το αντίθετο δεν συνέβαινε σχεδόν ποτέ.

Τα τελευταία χρόνια αυτή η τακτική άλλαξε και αυτό δεν οφείλεται μόνο στα οξύτατα προβλήματα που δημιουργεί η Τουρκία για τις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά και στο γεγονός ότι η γραφειοκρατία ανακάλυψε πως η Ελλάδα αποτελεί πραγματικά ένα στρατηγικό σημείο που εκτός των άλλων συνδυάζει και την ασφάλεια, αλλά διατηρεί και συμμαχίες με άλλες χώρες -σημαντικές για την Ουάσιγκτον- όπως το Ισραήλ, η Αίγυπτος, η Κύπρος, ο Λίβανος και όχι μόνο.

Την ίδια στιγμή, και ενώ τη χώρα κυβερνούσε μια ριζοσπαστική αριστερή κυβέρνηση, η οποία ήρθε στα πολιτικά δρώμενα το 2015 για να αλλάξει τα πάντα, αλλά στο τέλος μεταμορφώθηκε η ίδια, κατάλαβαν οι δύσπιστοι στην Ουάσιγκτον ότι η Ελλάδα υπό οποιαδήποτε κυβέρνηση παραμένει ένας πιστός σύμμαχος, ο οποίος δεν δημιουργεί προβλήματα ούτε στην Αμερική, ούτε στο ΝΑΤΟ. Και στην πραγματικότητα πρόκειται για μια χώρα που έχει κάθε δικαίωμα να εκφράζει παράπονα. Διότι οι εκάστοτε αμερικανικές κυβερνήσεις έθεταν πάντα πιο ψηλά την Τουρκία, της οποίας και δικαιολογούσαν σχεδόν όλα τα εγκλήματα, είτε αυτά αφορούσαν την Κύπρο, είτε τους Κούρδους, είτε την άκρατη επιθετικότητά της στο Αιγαίο.

Προβλήματα

Η έλευση του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάικ Πομπέο, ήταν σημαντική για πολλούς λόγους, που έχουν κατά καιρούς εξηγηθεί. Αλλά υπάρχει και ακόμα ένας λόγος που προέκυψε τις τελευταίες εβδομάδες και αφορά την αξία του ελληνικού θαλάσσιου οικοπέδου -όπως και της Κύπρου- στην πιθανή περίπτωση κατά την οποία ο Ταγίπ Ερντογάν συνεχίσει την καταστροφική πορεία του και προχωρήσει στο τελευταίο βήμα-χτύπημα προς τη Δύση, δημιουργώντας και άλλα, αξεπέραστα αυτήν τη φορά προβλήματα για την Ατλαντική Συμμαχία και τους Αμερικανούς, στη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ.

Μια εξέλιξη που δεν παραδέχονται φωναχτά στην Ουάσιγκτον είναι η διαπίστωση των αναλυτών, αλλά και των γραφειοκρατών, ότι το ΝΑΤΟ στην ευρύτερη γειτονιά μας της Ανατολικής Μεσογείου δεν αποτελεί πλέον καν απειλή για τη Ρωσία του Βλαντιμίρ Πούτιν, ακριβώς λόγω της στρατηγικής σχέσης που εγκαθίδρυσε η Αγκυρα με τη Μόσχα. Μπορεί να συνοδεύονται οι ανακοινώσεις των Αμερικανών για την Τουρκία με φανφάρες ότι «είναι σύμμαχοι» και διατηρούν «παραδοσιακές σχέσεις», αλλά όλα τα παραπάνω είναι μια «διπλωματική απάτη». Οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις βρίσκονται στο χειρότερο σημείο τους και εάν ο Ταγίπ Ερντογάν επιχειρήσει να εισβάλει στη βόρεια Συρία, η Αμερική θα βρεθεί ενώπιον μιας εξαιρετικά δυσάρεστης πραγματικότητας: να ανακαλύψει, όπως τον... Κολόμβο, ότι η σύμμαχός της στο ΝΑΤΟ, Τουρκία, εξυπηρετεί τα συμφέροντα της Ρωσίας και του Ιράν και όχι τα αμερικανικά.

Ο Μ. Πομπέο επισκέφθηκε την Ελλάδα όχι μόνο για να υπογράψει τη Συμφωνία Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας μεταξύ Ελλάδας και ΗΠΑ (την MDCA), αλλά και για να ερευνήσει τις δυνατότητες της χώρας στην περίπτωση που βρεθεί ενώπιον ανεξέλεγκτων καταστάσεων στην Τουρκία και τη Μέση Ανατολή. Χωρίς αμφιβολία, και πρέπει ως Ελληνες να το εμπεδώσουμε, οι Αμερικανοί αρνούνται να απολέσουν τη συμμαχία τους με την Τουρκία, και μάλιστα από τον αιώνιο εχθρό τους, τη Ρωσία. Δεν εξετάζουν καν την πραγματικότητα στην οποία έχουν βρεθεί με εντελώς δυσάρεστο τρόπο: ότι είναι ο Ταγίπ Ερντογάν και η ισλαμική ελίτ που δεν επιθυμούν τη συνέχιση της συνεργασίας με την Αμερική στο παλαιό πρότυπο. Ο Τούρκος πρόεδρος θεωρεί ότι η Αμερική ήταν πάντα το αφεντικό και η χώρα του η «σερβιτόρα». Και αυτό απαιτεί να αλλάξει.

Υποχωρήσεις

Από τη στιγμή, λοιπόν, που οι Αμερικανοί βρίσκονται σε ένα καθεστώς άρνησης, θα μπορούσαν για να πείσουν τους Τούρκους να παραμείνουν έστω και χαλαρά στο «μαντρί», να κάνουν αυτοί υποχωρήσεις. Και μια μεγάλη υποχώρηση -και δεν είναι η μόνη-, που δεν εκτίμησαν οι Τούρκοι, είναι ότι ο πρόεδρος Τραμπ πήρε το ρίσκο να αναβάλει τις κυρώσεις ως τιμωρία για την αγορά των ρωσικών S-400. Εκανε και άλλες υποχωρήσεις η Ουάσιγκτον, όπως η πρόταση για την πώληση του συστήματος Patriot σε συμφέρουσα τιμή και η αναβάθμιση των εμπορικών σχέσεων στα 100 δισ. δολάρια. Μέχρι αυτήν τη στιγμή η Τουρκία δεν συγκινήθηκε. Αξίζει να σημειωθεί, όχι μόνο προς χάρη της ανάλυσης, ότι η ακύρωση της συμμετοχής της Τουρκίας στο πρόγραμμα κατασκευής των μαχητικών F-35 ήταν ένα «γερό χτύπημα», καθώς η τουρκική πολεμική βιομηχανία απώλεσε 9 δισ. δολάρια. Ομως φαίνεται πως η Ρωσία και η παραβίαση του εμπάργκο στο Ιράν έχουν καλύψει με τον έναν ή τον άλλον τρόπο αυτές τις απώλειες.

Με την επίσκεψη του Μ. Πομπέο στην Αθήνα, η Αμερική ερευνά τις δυνατότητες για ανάπτυξη της συνεργασίας σε υψηλά επίπεδα, που θα καλύπτουν τον στρατιωτικό, τον διπλωματικό, τον οικονομικό και τον ενεργειακό τομέα. Η προηγούμενη κυβέρνηση της Ελλάδας προχώρησε τις σχέσεις στο καλύτερο σημείο που βρέθηκαν ποτέ, καθ’ ομολογίαν της αμερικανικής πλευράς. Ο κ. Μητσοτάκης έχει την ευκαιρία, λόγω και της προσήλωσής του στη Δύση, να τις αναπτύξει περαιτέρω. Τα αποτελέσματα της επίσκεψης του επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας δεν θα φανούν αμέσως. Αλλά η χώρα μας μπορεί να κερδίσει το κομμάτι της αμερικανικής εύνοιας, που της ανήκει δικαιωματικά, και μάλιστα σε μια εποχή κατά την οποία η Ρωσία -σε συνεργασία με την Τουρκίαεπιτυγχάνει νίκες σε βάρος της Αμερικής στην ευρύτερη περιοχή μας.

Η Μόσχα, αν και έχει τη φήμη της «μοναχοφαγούς», είναι την ίδια στιγμή και πιστή (loyal) στους συμμάχους της. Αυτήν την αφοσίωση (loyalty) αναμένει και η Ελλάδα από τις ΗΠΑ. Στο πλαίσιο της ανανέωσης της συμφωνίας MDCA, η Ουάσιγκτον μπορεί επιτέλους να υλοποιήσει τις υποχρεώσεις της προς τη χώρα μας.

ΗΠΑΜάικ ΠομπέοΤουρκίαΡετζέπ Ταγίπ Ερντογάν