Ρομπέν των Δασών: Hρωας, τοξότης, εραστής και... δολοφόνος
NewsroomΤον Ρομπέν των Δασών ίσως τον έχετε ακουστά. Έζησε τον Μεσαίωνα. Ήταν ένας αξιαγάπητος κατεργάρης με πράσινο καλτσόν, ικανότατος τοξότης (και απαράμιλλος γυναικοκατακτητής), που ζούσε σ’ ένα κρησφύγετο στο Δάσος του Σέργουντ μαζί με τη συμμορία των πρόσχαρων παρανόμων. Κύρια «εργασία» τους ήταν η ληστεία άπληστων πλουσίων με την απειλή της βίας προτού τους απελευθερώσουν εντελώς άφραγκους. Ήταν φημισμένος για τη γενναιοδωρία του απέναντι στους καταπιεσμένους και τους φτωχούς.
Ο απλός κόσμος τον αγαπούσε, ενώ οι πλούσιοι και ισχυροί τον μισούσαν βαθύτατα. Ήταν πραγματικός διάβολος με τις κυρίες, αν πιάνετε το υπονοούμενο – ιδίως με τις δεσποινίδες της αριστοκρατίας που βρίσκονταν παγιδευμένες σε φανταστικούς (ή πραγματικούς, ανάλογα με την ιστορία) πύργους. Μπορεί να μην τα πήγαινε καλά με τους ανθρώπους της διεφθαρμένης εξουσίας, αλλά, όπως θα γνωρίζετε, ο Ρομπέν των Δασών υπήρξε ένας αφοσιωμένος άγγλος πατριώτης: όλα όσα έκανε, τα έκανε για την πατρίδα του και για τον νόμιμο βασιλιά, Ριχάρδο Γ΄ της Αγγλίας, ο οποίος πολεμούσε ως σταυροφόρος εναντίον αχρείων απίστων, χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά.
Κανείς δεν πιστεύει αβασάνιστα την ιστορία του Ρομπέν των Δασών όπως την ξέρουμε σήμερα. Φαίνεται πως υπάρχει η φαιδρή κατά κάποιον τρόπο συνήθεια να ανακυκλώνονται διάφορες ιστορίες σε βαθμό που γίνεται δύσκολο να διακρίνονται τα πραγματικά από τα φανταστικά γεγονότα. Ο θρύλος του Ρομπέν των Δασών μοιάζει όχι άδικα σαν το παιδικό παιχνίδι «χαλασμένο τηλέφωνο» που περνά από γενιά σε γενιά.
Κατά τη διάρκεια της μετάδοσής του προστέθηκαν διάφορα χαρακτηριστικά και λεπτομέρειες, ενώ αφαιρέθηκαν άλλες που θεωρήθηκαν σκοτεινές, δυσάρεστες ή πολιτικά ανάρμοστες. Με την ίδια διεργασία, η τεχνολογική εξέλιξη στον χώρο της επικοινωνίας κατά τον 20ό αιώνα μετέτρεψε τον Ρομπέν των Δασών σε παγκοσμίου φήμης αναγνωρισμένο ήρωα. Ειδικότερα, τις τελευταίες δεκαετίες προσθέτουμε κι εμείς τη δική μας πινελιά σ’ αυτή τη ρομαντική ιστορία του επαναστάτη τοξότη, όπως προκύπτει μέσα από τις περιπέτειες του δυσαρεστημένου στρατιώτη Ράσελ Κρόου, του ευγενικού «Πρίγκιπα των Κλεφτών» Κέβιν Κόστνερ και του πρόσχαρου κατεργάρη παλικαρά Έρολ Φλιν.
Αν εδώ σκοπεύουμε να ξεχωρίσουμε την ιστορία από τον μύθο, οφείλουμε να μελετήσουμε τον «χολιγουντιανό Μπάτμαν του Μεσαίωνα» επιστρέφοντας στο σημείο από όπου ξεκίνησε, κάπου στον 12ο αιώνα, και να εξακριβώσουμε την αληθινή προέλευση της σημερινής ιστορίας. Ο Ρομπέν των δασών φέρεται να έζησε την εποχή του βασιλιά της Αγγλίας Ιωάννη του Ακτήμονα, ο οποίος είχε γεννηθεί το 1166 και βασίλευσε από το 1199 έως τον θάνατό του, το 1216. Οι μπαλάντες και οι ιστορίες αυτές γεννήθηκαν και εξελίχθηκαν σε μια εποχή κοινωνικής αναταραχής. Το τέλος της βασιλείας του Ιωάννη Ακτήμονα σημαδεύτηκε από την εξέγερση της αγγλικής βαρονίας και την υπογραφή της Μάγκνα Κάρτα. Το γεγονός αυτό συνιστά το πρώτο βήμα σε μια μακρά διαδρομή για την κατάργηση της φεουδαρχικής διακυβέρνησης.
Ποιοι ήταν ο Ρομπέν των Δασών και οι σύντροφοί του
Είναι σαφές ότι μερικοί από τη συμμορία των «Πρόσχαρων Παλικαριών» του Ρομπέν εμφανίζονται εκείνη την εποχή, ενώ χαρακτήρες όπως η Λαίδη Μάριον εμφανίζονται σε μεταγενέστερες ιστορίες. Η ακριβής ταυτότητα ωστόσο του Ρομπέν των Δασών παραμένει αδιευκρίνιστη. Σύμφωνα με μια από τις πιο πρόσφατες θεωρίες, που μεταξύ άλλων έχει υποστηρίξει ο ιστορικός Ντέιβιντ Μπάλντουιν, η αληθινή ταυτότητα του Ρομπέν των Δασών ανήκε στον Ρόμπερτ Γκόντμπερντ, έναν αγρότη του 13ου αιώνα που η δράση του δεν θυμίζει σε τίποτα τις ιστορίες που γνωρίζουμε σήμερα.
Τα εγκλήματα για τα οποία κατηγορήθηκαν αυτός και η συμμορία του διαπράχθηκαν γύρω από το Νότιγχαμ και τις πέριξ κομητείες τη βίαιη εκείνη εποχή στην οποία έζησε. Διαρρήξεις, εμπρησμοί, επιθέσεις σε βάρος κληρικών και δολοφονίες ταξιδιωτών αποτελούν την κύρια «δραστηριότητά» του. Στο πέρασμα των χρόνων η φύση των παράνομων πράξεων σταδιακά διαφοροποιήθηκε προσαρμοζόμενη σ’ ένα αυξανόμενο φιλειρηνικό κοινό που σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μεσαιωνικό πληθυσμό δεν ήταν συνηθισμένο στη βία.
Συνεπώς, ο Γκόντμπεργκ και οι ληστές σύντροφοί του αψηφούσαν μόνο έναν τύραννο, ο οποίος κυβερνούσε με σιδερένια πυγμή τις εκτεταμένες δασώδεις περιοχές του Νότιγχαμ. Ο Ιωάννης ο Ακτήμων είχε επιβάλει με απίστευτη σκληρότητα τον Δασικό Νόμο, σύμφωνα με τον οποίο η πρόσβαση και η θήρευση στους αχανείς κυνηγότοπους επιτρεπόταν αποκλειστικά στον ίδιο και στα μέλη της βασιλικής αυλής.
Συνεπώς, μέσα από τη διαδικασία αποσιώπησης που προαναφέρθηκε, ηθικά, ο απλός άνθρωπος δικαιολογούσε τις πράξεις του Γκόντμπεργκ καθώς αποσκοπούσαν στο κοινό καλό. Στη διάρκεια της εποχής αυτής και σε μια περίοδο 150 χρόνων υπάρχουν αναφορές για πολλά πρόσωπα με το όνομα Ρομπέν που διέθεταν ανάλογα χαρακτηριστικά. Παλαιότερος είναι ο Ρόμπερτ Χοντ από το Σιρένσεστερ, ένας δουλοπάροικος που ζούσε στην κατοικία κάποιου ηγούμενου στην περιοχή του Γκλούσεστερ.
Στις αρχές του 13ου αιώνα δολοφόνησε έναν επισκέπτη αξιωματούχο, διέφυγε με τους συνεργούς του, και στη συνέχεια κηρύχθηκε παράνομος από τον Τζιρντ ντ’ Αθί, τον μισητό υπουργό του βασιλιά Ιωάννη. Το 1265 γίνεται λόγος για άλλους τέσσερις Ρόμπερτ Χοντ, που πολέμησαν στη Μάχη του Έβεσαμ, την περίοδο της βασιλείας του Ερρίκου Γ΄.
Ο καθένας απ’ αυτούς έγινε φυγάς και παράνομος για διάφορους λόγους, όπως η ληστεία σε βάρος ταξιδιωτών και η επιδρομή σε ένα αβαείο στο Γιόρκσαϊρ. Η επιδρομή αυτή ενδεχομένως συνδέεται με τη μορφή του καλόγερου Τακ που ενσωματώνεται αργότερα στις ιστορίες του Ρομπέν των Δασών. Μεταγενέστερες εκδοχές αναφέρουν δυο άλλους Ρομπέν (Robyn) Χοντ, έναν τοξότη στη φρουρά της νήσου Γουάιτ και έναν άνδρα που το 1354 φυλακίσθηκε κυνηγώντας χωρίς άδεια ελάφια στο βασιλικό δάσος. Το όνομα Ρομπέν ήταν εξάλλου κοινότοπο εκείνη την εποχή, ενώ το προσωνύμιο Χοντ ή Χόουντ πιθανόν προήλθε από την παλιά αγγλική λέξη που αποδίδει ένα είδος καπέλου.
Μια άλλη ερμηνεία του συνδέεται με το δάσος (Wood), πεδίο δράσης των ιστοριών. Η πληθώρα προσώπων με κοινό όνομα και κοινά χαρακτηριστικά την εν λόγω εποχή καθιστά, όπως είναι φυσιολογικό, δύσκολη από τους ιστορικούς την ακριβή ταύτιση με ένα συγκεκριμένο ιστορικό πρόσωπο.
Οι παλαιότερες μπαλάντες της ιστορίας του Ρομπέν των Δασών που διασώζονται δεν αναφέρονται σχεδόν καθόλου στα κατορθώματά του: δεν κάνουν λόγο στα προβλήματα της εποχής, στον αγώνα του Ρομπέν ή στα χρόνια που έζησε. Καταγράφουν απλώς την ιστορία ενός παρανόμου που έδρασε στην περιοχή μεταξύ του Σέργουντ και του Μπάρνσντεϊλ. Οι πληροφορίες είναι ακόμη περισσότερο συγκεχυμένες καθώς ήδη από τον 13ο και τον 14ο αιώνα υπάρχουν πολλές αφηγήσεις παρανόμων, οι οποίοι υιοθέτησαν το όνομα του Ρομπέν των Δασών και του Μικρού Τζον.
Το γεγονός αυτό δηλώνει ότι ακόμα και τότε η ιστορία είχε απήχηση. Η πρακτική υιοθέτησης του ονόματος ενός φημισμένου παράνομου –φανταστικού ή αληθινού– ήταν συνηθισμένο πράγμα εκείνη την εποχή. Ο συγκεκριμένος Ρομπέν των Δασών ήταν ανύπαντρος, δεν είχε οικογένεια, ούτε γη και σε καμία περίπτωση δεν διέθετε κάποιον τίτλο ευγενείας.
Δεν αναφέρεται ο λόγος που τον έστρεψε στο έγκλημα και τα χαρακτηριστικά του απεικόνιζαν πιθανότατα τους πραγματικούς παρανόμους της εποχής. Από τις πλέον χαρακτηριστικές πλευρές αυτών των ιστοριών είναι η γλώσσα στην οποία είναι γραμμένες: μέχρι το 1362, όταν το Κοινοβούλιο αποφάσισε ότι η Αυλή θα χρησιμοποιούσε τα αγγλικά, τα γαλλικά ήταν ευρέως διαδεδομένα στην ύπαιθρο.
Ο Ρομπέν των Δασών στη λογοτεχνία
Οι αρχαιότερες ιστορίες του Ρομπέν είναι γραμμένες ωστόσο στα αγγλικά, γεγονός που συμβάλλει καθοριστικά στη χρονολόγησή τους. Τον 14ο και τον 15ο αιώνα, οι ιστορίες του Ρομπέν των Δασών είχαν γίνει γνωστές, καθώς απαγγέλλονταν στις παραδοσιακές πρωτομαγιάτικες γιορτές. Την ίδια εποχή, η ιστορία του αρχίζει να εμπνέει θεατρικά έργα και μπαλάντες. Σ’ αυτά δεν υπάρχει καμία αναφορά στον λαϊκό ήρωα που ζούσε την εποχή του Ιωάννη του Ακτήμονα.
Η μορφή του ωστόσο αρχίζει να σκιαγραφείται σε ιστορίες του 15ου αιώνα όπως: Ο Ρομπέν των Δασών και ο Καλόγερος, Το Μικρό Ρομάντζο του Ρομπέν των Δασών, Ο Ρομπέν των Δασών και ο Γκυ του Γκίσμπορν, Ο Ρομπέν των Δασών και ο Μοναχός με το Κοντό Ράσο και Ο θάνατος του Ρόμπιν Χόουντ. Τα θεατρικά Ο Ρομπέν των Δασών και ο Καλόγερος και Ο Ρομπέν των Δασών και ο Κανατάς γράφτηκαν αποκλειστικά για τη γιορτή της Πρωτομαγιάς του 1560 και βασίζονταν σε προγενέστερες μπαλάντες με τον ίδιο τίτλο. Κατά την περίοδο αυτή, τα Πρόσχαρα Παλικάρια του άρχισαν να «συγκεντρώνονται» από διάφορες πηγές καθώς η ιστορία του Ρομπέν εμπλουτιζόταν με επικαλυπτόμενες λεπτομέρειες.
Η μορφή του και οι ιστορίες είχαν αρχίσει να γίνονται γνωστές πέρα από τις κομητείες της κεντρικής Αγγλίας. Στα τέλη του 15ου αιώνα αναφέρονται θεατρικά γραμμένα σε μακρινές περιοχές όπως το Σόμερσετ και το Ρέντινγκ. Ήταν γνωστός και στον περίφημο γυναικά, πολεμοχαρή βασιλιά της Αγγλίας Ερρίκο Η΄ και στους αυλικούς του. Ο νεαρός μονάρχης στο πλαίσιο του εορτασμού της Πρωτομαγιάς θέλησε να πραγματοποιήσει μια επίσκεψη μαζί με τους αυλικούς στο δωμάτιο της πρώτης συζύγου του Αικατερίνης της Αραγονίας, «ντυμένοι με κοντούς χιτώνες του Κέντις Κένταλ, φορώντας κουκούλα στο κεφάλι και ταιριαστό κοντοβράκι, κρατώντας ο καθένας τόξο και έχοντας μια φαρέτρα, κουβαλώντας τέλος ξίφος και μικρή ασπίδα, όπως οι παράνομοι του Ρομπέν των Δασών».
Αυτά καταγράφονται στο Χρονικό΄του Χολ του Έντουαρντ Χολ, ενός λόγιου της εποχής. Στα τέλη του 16ου αιώνα, στους συντρόφους του Ρομπέν των Δασών είχε προστεθεί και ένας καλόγερος. Ο ήρωας είχε πλέον ερωμένη και του είχε απονεμηθεί τίτλος ευγενείας. Ο θεατρικός συγγραφέας Άντονι Μάντεϊ έγραψε δυο έργα με κεντρικό ήρωα τον Ρομπέν: Η Πτώση του Ρόμπερτ, Κόμη του Χάντινγκτον και Ο θάνατος του Ρόμπερτ Κόμη του Χάρινγκτον, όπου γίνεται σαφές πως ο Ρομπέν ανήκε στην υψηλή κοινωνία. Αυτή τουλάχιστον ήταν η θέση του πριν τη χάσει. Ειδικότερα, στα έργα του ο Μάντεϊ παρουσιάζει τον Ρομπέν ως κόμη επί βασιλείας του Ριχάρδου Α΄, ο οποίος όμως χάνει τον τίτλο του από τον Ιωάννη τον Ακτήμονα. Στο Γκρίνγουντ όπου καταφεύγει, τον ακολουθεί η κόρη του Ρόμπερτ Φίτζγουοτερ, ενός από τους σημαντικότερους βαρόνους που έχει στραφεί εναντίον του βασιλιά. Ερωτεύονται και εκείνη αλλάζει το όνομά της σε Λαίδη Μάριον.
Ο Ιωάννης ο Ακτήμονας εξοργίζεται που ένας παράνομος κλέβει τη μέλλουσα σύζυγό του. Στο δεύτερο έργο εμφανίζεται να την καταδιώκει και τελικά να τη δηλητηριάζει στο μοναστήρι του Ντάνμοου. Η ιδέα πως ο Ρομπέν ήταν ένας έκπτωτος ευγενής και ότι υπήρχε ερωτικό τρίγωνο μεταξύ του Ιωάννη, της Λαίδη Μάριον και του Ρομπέν, επιβιώνει ακόμα και σήμερα σε αρκετές παραλλαγές του μύθου. Αναμφίβολα, η εμφάνιση του Ρομπέν ως εραστή και γαλαζοαίματου κατά τον 16ο αιώνα συνιστά μια μετάβαση από τον βάναυσο και συχνά φονικό παράνομο που αψηφά τη μοναρχία, σε έναν πιο πράο ήρωα που οι κυρίαρχες τάξεις μπορούσαν να θαυμάζουν και να ταυτίζονται μαζί του. Μετατρέπεται σε σύμβολο κάθε δίκαιου αγώνα κατά του αχρείου κυβερνήτη. Από τον 16ο αιώνα και μετά, με την εφεύρεση της τυπογραφίας, η ιστορία του Ρομπέν των Δασών γίνεται πιο εκλεπτυσμένη και πολύ πιο οικεία στο ευρύ κοινό. Στους επόμενους αιώνες, ο χαρακτήρας και η ιστορία διανθίζονται με γνωρίσματα και στοιχεία που θα ταίριαζαν στις προτιμήσεις του κοινού της εποχής.
Ειδικότερα, ο Ρομπέν των Δασών του 18ου αιώνα αντιμετωπίζει φαιδρές καταστάσεις. Για παράδειγμα, γίνεται λόγος για μια σειρά εμπόρων και επαγγελματιών που έχουν το πλεονέκτημα έναντι του άτυχου παράνομου, ενώ ο Ρομπέν είναι καλύτερος μόνο από το Σερίφη του Νότιγχαμ. Στο Χρυσό Έπαθλο του Ρομπέν μεταμφιέζεται σε καλόγερο και εξαπατά δυο ιερείς για πεντακόσιες λίρες –περίπου 11.300 ευρώ σε σημερινά χρήματα– πριν τον πιάσουν και καλέσει τα Πρόσχαρα Παλικάρια του με το κέρας του. Ακόμα και οι βικτοριανοί που φημίζονταν για την τάση ωραιοποίησης της ιστορίας, άφησαν το σημάδι τους στον Ρομπέν των Δασών.
Ο αμερικανός συγγραφέας και εικονογράφος Χάουαρντ Πάιλ πήρε την παραδοσιακή ιστορία του Ρομπέν των Δασών και την προσάρμοσε σε μια δική του εκδοχή για παιδιά, δημιουργώντας μια σειρά από σύντομες ιστορίες με τίτλο Οι εύθυμες περιπέτειες του Ρομπέν των Δασών. Ο πανούργος παράνομος με το πράσινο καλτσόν ήταν ένας ενάρετος φιλάνθρωπος και θα συνέχιζε να αναπαράγει για έναν ολόκληρο αιώνα την εικόνα του λαϊκού ήρωα που τα έπαιρνε από τους πλούσιους και τα έδινε στους φτωχούς.
Όταν εμφανίστηκε ο συγγραφέας Τ.Χ. Ουάιτ, η ιστορία του Ρομπέν των Δασών ήταν ανάμεσα στις γνωστότετου Ρόμπερτ Κόμη του Χάρινγκτον, όπου γίνεται σαφές πως ο Ρομπέν ανήκε στην υψηλή κοινωνία. Αυτή τουλάχιστον ήταν η θέση του πριν τη χάσει. Ειδικότερα, στα έργα του ο Μάντεϊ παρουσιάζει τον Ρομπέν ως κόμη επί βασιλείας του Ριχάρδου Α΄, ο οποίος όμως χάνει τον τίτλο του από τον Ιωάννη τον Ακτήμονα. Στο Γκρίνγουντ όπου καταφεύγει, τον ακολουθεί η κόρη του Ρόμπερτ Φίτζγουοτερ, ενός από τους σημαντικότερους βαρόνους που έχει στραφεί εναντίον του βασιλιά. Ερωτεύονται και εκείνη αλλάζει το όνομά της σε Λαίδη Μάριον.
Ο Ιωάννης ο Ακτήμονας εξοργίζεται που ένας παράνομος κλέβει τη μέλλουσα σύζυγό του. Στο δεύτερο έργο εμφανίζεται να την καταδιώκει και τελικά να τη δηλητηριάζει στο μοναστήρι του Ντάνμοου. Η ιδέα πως ο Ρομπέν ήταν ένας έκπτωτος ευγενής και ότι υπήρχε ερωτικό τρίγωνο μεταξύ του Ιωάννη, της Λαίδη Μάριον και του Ρομπέν, επιβιώνει ακόμα και σήμερα σε αρκετές παραλλαγές του μύθου. Αναμφίβολα, η εμφάνιση του Ρομπέν ως εραστή και γαλαζοαίματου κατά τον 16ο αιώνα συνιστά μια μετάβαση από τον βάναυσο και συχνά φονικό παράνομο που αψηφά τη μοναρχία, σε έναν πιο πράο ήρωα που οι κυρίαρχες τάξεις μπορούσαν να θαυμάζουν και να ταυτίζονται μαζί του.
Μετατρέπεται σε σύμβολο κάθε δίκαιου αγώνα κατά του αχρείου κυβερνήτη. Από τον 16ο αιώνα και μετά, με την εφεύρεση της τυπογραφίας, η ιστορία του Ρομπέν των Δασών γίνεται πιο εκλεπτυσμένη και πολύ πιο οικεία στο ευρύ κοινό. Ειδικότερα, ο Ρομπέν των Δασών αντιμετωπίζει φαιδρές καταστάσεις. Για παράδειγμα, γίνεται λόγος για μια σειρά εμπόρων και επαγγελματιών που έχουν το πλεονέκτημα έναντι του άτυχου παράνομου, ενώ ο Ρομπέν είναι καλύτερος μόνο από το Σερίφη του Νότιγχαμ.
Στο Χρυσό Έπαθλο του Ρομπέν μεταμφιέζεται σε καλόγερο και εξαπατά δυο ιερείς για πεντακόσιες λίρες –περίπου 11.300 ευρώ σε σημερινά χρήματα– πριν τον πιάσουν και καλέσει τα Πρόσχαρα Παλικάρια του με το κέρας του. Ακόμα και οι βικτοριανοί που φημίζονταν για την τάση ωραιοποίησης της ιστορίας, άφησαν το σημάδι τους στον Ρομπέν των Δασών. Ο αμερικανός συγγραφέας και εικονογράφος Χάουαρντ Πάιλ πήρε την παραδοσιακή ιστορία του Ρομπέν των Δασών και την προσάρμοσε σε μια δική του εκδοχή για παιδιά, δημιουργώντας μια σειρά από σύντομες ιστορίες με τίτλο
Οι εύθυμες περιπέτειες του Ρομπέν των Δασών. Ο πανούργος παράνομος με το πράσινο καλτσόν ήταν ένας ενάρετος φιλάνθρωπος και θα συνέχιζε να αναπαράγει για έναν ολόκληρο αιώνα την εικόνα του λαϊκού ήρωα που τα έπαιρνε από τους πλούσιους και τα έδινε στους φτωχούς. Όταν εμφανίστηκε ο συγγραφέας Τ.Χ. Ουάιτ, η ιστορία του Ρομπέν των Δασών ήταν ανάμεσα στις γνωστότερες στον κόσμο.
Στα τέλη του 20ού αιώνα οι κινηματογραφικές διασκευές παραμένουν αρκετά πιστές στις εκδοχές του 16ου αιώνα. Η ταινία Το Ρόδο και το Βέλος με τον Σον Κόνερι και την Όντρεϊ Χέπμπορν υπογράμμιζε ιδιαίτερα το μυθιστορηματικό στοιχείο, αλλά για πρώτη φορά παρουσίαζει τον βασιλιά Ριχάρδο ως έναν όχι και τόσο καλοκάγαθο χαρακτήρα.
Η τηλεοπτική σειρά Ο Ρομπέν του Σέργουντ προχώρησε ακόμα περισσότερο προσθέτοντας τον χαρακτήρα ενός Μουσουλμάνου στο πρόσωπο του Ναζίρ του Σαρακηνού, επιλογή που ακολούθησε και η διάσημη ταινία του Κέβιν Κόστνερ με τον Μόργκαν Φρίμαν στον ρόλο του Αζίμ. Ο χαρακτήρας του αξιαγάπητου παράνομου προκαλεί τον θαυμασμό διεθνώς. Ομοίως σχεδόν κάθε χώρα έχει τη δική της εκδοχή του Ρομπέν των Δασών. O Twm Sion Cati θεωρείται ο Ρομπέν των Δασών της Ουαλίας, ένας αριστοκράτης που γίνεται ληστής και παράνομος λόγω της προτεσταντικής του πίστης κάτω από έναν καθολικό μονάρχη. Ο ουκρανός επαναστάτης Ιουστίμ Καρμαλιούκ έγινε γνωστός τον 19ο αιώνα ληστεύοντας τους πλούσιους και μοιράζοντας τα κλοπιμαία στους φτωχούς.
Ανάλογα γνωρίσματα αποδίδονται και σε μια μυθική μορφή, προγενέστερη του Ρομπέν, τη Βαοδικεία (Buddica), τη βασίλισσα της κελτικής φυλής στη Βρετανία των Ικενών, που αψήφησε και πολέμησε τους Ρωμαίους όταν εκείνοι κατέλαβαν με τη βία τη γη και τον λαό της. Πριν από τον θάνατό της ηγήθηκε μιας επιτυχημένης εξέγερσης καταστρέφοντας μια ρωμαϊκή λεγεώνα και τη ρωμαϊκή πρωτεύουσα της επαρχίας της Βρετανίας. Φαντάζει κοινά αποδεκτό πως σχεδόν κάθε γενιά έχει μια ιστορία παρόμοια με του Ρομπέν των Δασών.
Στο πρόσωπό του ενσαρκώνονται η ανθρώπινη επιθυμία και η ανάγκη για την ύπαρξη ενός ήρωα που υπερασπίζεται το δίκαιο ενάντια στο άδικο, το φως ενάντια στο σκοτάδι. Δεδομένου ότι έχει περάσει σχεδόν μια χιλιετία από τότε που καταγράφηκε η πρώτη ιστορία για τον Ρομπέν των Δασών, σε συνδυασμό με τη σκοτεινή καταγωγή του για την οποία δεν συμφωνούν ούτε οι βάρδοι του 13ου αιώνα, είναι απίθανο κάποιος ιστορικός να είναι σε θέση καθορίσει με ακρίβεια την ταυτότητα τη δική του και των συντρόφων του.
Δύσκολα επίσης αποδεικνύεται αν υπάρχει έστω και κάποια ιστορική αλήθεια στα κατορθώματά τους. Σ’ αυτό το επίπεδο, ο θρύλος του Ρομπέν των Δασών έχει πέσει θύμα της ίδιας του της δημοτικότητας, καθώς η συσκότιση της αφήγησης στο πέρασμα των αιώνων τον οδηγεί να κινείται σταθερά στη σφαίρα της φαντασίας.
Το αχρείο κάθαρμα...
Ο βασιλιάς Ιωάννης ήταν ιστορικό πρόσωπο που συγκέντρωνε φόρους για τους πολέμους του Ριχάρδου στο εξωτερικό. Μήπως όμως η ιστορία τον έχει κακομεταχειριστεί; Ο Ιωάννης ο Ακτήμονας ήταν ένα υπαρκτό ιστορικό πρόσωπο, βασιλιάς της Αγγλίας, την εποχή που ο Ρομπέν των Δασών υποτίθεται ότι δρούσε στην περιοχή του Νότιγχαμ.
Οι χαρακτηρισμοί που θα του αποδίδονταν σήμερα θα ήταν φιλοπόλεμος, ιδιοτελής τύραννος που κυβέρνησε σε μια ταραγμένη περίοδο της βρετανικής ιστορίας. Γενικότερα θεωρείται σκληρός βασιλιάς, αλλά η αλήθεια είναι ότι υπήρξε ικανός ηγέτης την εποχή του. Ο ίδιος και και οι προκάτοχοί του, μέλη της ανδεγαυικής δυναστείας, κυβέρνησαν απολαμβάνοντας μια σχετική ατιμωρησία σύμφωνα με τις αρχές της ελέω θεού μοναρχίας. Συγκεκριμένα ο βασιλιάς ήταν υπεράνω του νόμου και συνεπώς μπορούσε να κάνει ό,τι ήθελε.
Ο βασιλιάς Ιωάννης χαρακτηρίζεται άστατος, με έφεση να επιλέγει ως μέλη της αυλής άτομα που δεν ανήκαν στις τάξεις των άγγλων βαρόνων. Ειδικότερα προωθούσε ευγενείς που προέρχονταν από τις γαλλικές επαρχίες του βασιλείου του περιφρονώντας ουσιαστικά τους ισχυρούς άγγλους ευγενείς, τους οποίους παρακολουθούσε με καχυποψία για να ανακαλύψει ενδείξεις προδοσίας. Η στάση του αυτή οδήγησε κατά κάποιο τρόπο στην υπογραφή της Μάγκνα Κάρτα, ενός θεμελιακού καταστατικού χάρτη που θα δρομολογούσε τη διαμόρφωση του θεσμού στην εμφάνιση της συνταγματικής μοναρχίας στην Αγγλία.
Οι βαρόνοι έχοντας απαυδήσει από την αυταρχική του διακυβέρνηση, επέμειναν ότι, σύμφωνα με τη Μάγκνα Κάρτα, κανένας αυθαίρετος βασιλικός νόμος δεν θα τιμωρούσε τους ελεύθερους ανθρώπους. Πρακτικά η υπογραφή περιόρισε την εξουσία του Ιωάννη του Ακτήμονα ο οποίος απλώς την υπέγραψε για να εξευμενίσει τους βαρόνους του.
Η πράξη του αυτή ωστόσο θεωρείται η σημαντικότερη της βασιλείας του. Τα όσα προέβλεπε σε καμία περίπτωση δεν είχαν ισχύ για τον Ρομπέν των Δασών, τους δουλοπάροικους και τους αγρότες εκείνης της φεουδαρχικής εποχής, οι οποίοι συνολικά φοβόντουσαν τον βασιλιά και μισούσαν νόμους όπως ο Δασικός των οποίων η εφαρμογή ήταν αμείλικτη. «Τον 13ο και τον 14ο αιώνα υπήρχαν πολλές αφηγήσεις παρανόμων που υιοθέτησαν το όνομα του Ρομπέν των Δασών και του Μικρού Τζον». «Τον 16ο αιώνα γίνεται μια μετάβαση από έναν βάναυσο και συχνά φονικό παράνομο που αψηφά τη μοναρχία».
Φίλος των φτωχών;
Ήταν άραγε ο Ρομπέν των Δασών τόσο γενναιόδωρος όσο τον περιγράφουν οι ιστορίες; Αν ο Ρομπέν των Δασών και τα Πρόσχαρα Παλικάρια του έζησαν πράγματι την εποχή του Ιωάννη του Ακτήμονα, είναι μάλλον απίθανο ότι θα έφταναν στο επίπεδο της φιλανθρωπίας που τους αποδίδει ο σύγχρονος μύθος. Η συγκεκριμένη εικόνα ενδεχομένως προέκυψε από μια πρώιμη μεσαιωνική μπαλάντα με ήρωα κάποιον Ριχάρδο στο Λι, έναν ιππότη που αντιμετώπιζε δυσκολίες.
Η γη του θα δινόταν ενέχυρο σε έναν ηγούμενο επειδή δεν ήταν σε θέση να ξεπληρώσει ένα δάνειο προς το μοναστήρι. Τότε ο Ρομπέν του έδωσε χρήματα για να αποπληρώσει την υποθήκη του. Ο ιστορικός Τζον Πολ Ντέιβις προχωρά ακόμα περισσότερο, υποστηρίζοντας ότι ο Ρομπέν των Δασών έκλεβε τους πλούσιους και δάνειζε τους φτωχούς, ως ένα είδος μεσαιωνικού τοκογλύφου.
Στο βιβλίο του Ρομπέν των Δασών: Ο άγνωστος Ναΐτης, o Ντέιβις γράφει ότι ο Ρομπέν δάνεισε στον Ριχάρδο ένα ποσό 400 λιρών μόνο και μόνο για να το κλέψει ξανά από το μοναστήρι αφού πρώτα ο Ριχάρδος είχε ξεπληρώσει τον ηγούμενο. Ο βικτοριανός συγγραφέας Χάουαρντ Πάιλ και οι ταινίες του 20ού αιώνα βοήθησαν αναμφίβολα στην αλλαγή του Ρομπέν: από ύπουλος ληστής μεταμορφώνεται στον φιλάνθρωπο που ξέρουμε σήμερα. Επομένως, είναι άραγε αλήθεια ότι κάποιος ονόματι Ρομπέν των Δασών έκλεβε από τους πλούσιους και τα έδινε στους φτωχούς; Πιθανόν, ναι. Υποστήριζε πράγματι το συμφέρον τους; Αυτό είναι τόσο ξεκάθαρο όσο ο ίδιος ο θρύλος.
Του Ben Biggs
To παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό All About History στις 16/11/2018
- Σε δύο κύματα η κακοκαιρία στην Αττική: Προσοχή τις επόμενες 30 ώρες - Κίνδυνος για πλημμύρες
- Σε απόγνωση οι ένοικοι της πολυκατοικίας όπου έγινε η έκρηξη στους Αμπελόκηπους: «15 μέρες μετά δεν έχει γίνει τίποτα»
- Ποιοι σταθμοί μετρό κλείνουν την Κυριακή για την επέτειο από την εξέγερση του Πολυτεχνείου
- Πώς η... μπανανοφοβία μιας υπουργού έγινε εθνικό θέμα στη Σουηδία