All About History|14.02.2020 19:38

Σάντας - Γλέζος: Πώς κατέβασαν τη ναζιστική σημαία από την Ακρόπολη

Γεώργιος Σαρρής

Είχε συμπληρωθεί ήδη ένας μήνας από τότε που τα γερμανικά στρατεύματα είχαν μπει στην Αθήνα, το 1941. Οι κατακτητές είχαν επιτάξει όλα τα καίρια κτήρια της πρωτεύουσας, ενώ είχαν καταλάβει και τον ιερό βράχο της Ακρόπολης, φρουρώντας τον επί εικοσιτετραώρου βάσεως. Καθημερινά οι υποδουλωμένοι πολίτες έβλεπαν με έναν κόμπο στον λαιμό να κυματίζει στον Παρθενώνα η σβάστικα, ένα πανάρχαιο σταυροειδές σύμβολο που έμελλε να μετατραπεί στο πιο μισητό έμβλημα του 20ού αιώνα. Στην Αθήνα εκείνη την εποχή ζούσαν δύο 19χρονα παιδιά, που μόλις τον προηγούμενο χρόνο είχαν αποφοιτήσει από το εξατάξιο 4ο Γυμνάσιο Αρρένων και έκαναν τα πρώτα τους βήματα στο πανεπιστήμιο. Ο Μανώλης Γλέζος είχε μπει στην Ανωτάτη Εμπορική και ο Λάκης Σάντας στη Νομική.

Το σχέδιο

Ένα ανοιξιάτικο σούρουπο, καθισμένοι στα σκαλοπάτια του Ζαππείου, καθώς έβλεπαν την Ακρόπολη με τη ναζιστική σημαία γεννήθηκε στο μυαλό τους το παράτολμο σχέδιο. «Πρέπει να κατεβάσουμε αυτό το ντροπιαστικό πανί από κει πάνω» συμφώνησαν. Τρέχουν στην Μπενάκειο Βιβλιοθήκη και διαβάζουν ό,τι σχετικό υπήρχε για τη μορφολογία του ιερού βράχου. Γρήγορα αντιλαμβάνονται ότι η μόνη πρόσφορη διαδρομή που μπορούσαν να ακολουθήσουν ήταν μέσω του Πανδρόσειου Άντρου, μιας μικρής στοάς λίγο πιο δυτικά από το Ερέχθειο, που ήταν αφιερωμένη στη νύμφη Πάνδροσο. Το πρωινό της 30ής Μαΐου του 1941 οι δύο φίλοι μαθαίνουν ότι και η Κρήτη, το τελευταίο τμήμα ελεύθερης γης στην επικράτεια, είχε πέσει στα χέρια των Γερμανών. Αποφασίζουν να δράσουν το ίδιο κιόλας βράδυ, θέλοντας να δείξουν στον εχθρό ότι τίποτα δεν είχε τελειώσει.  

Ο Λάκης Σάντας με τον Μανώλη Γλέζο (Πηγή: All About History)

Η επιχείρηση

Με μοναδικό εξοπλισμό ένα φανάρι κι ένα μαχαιράκι, στις 21:30 το βράδυ βρίσκονται στον περίβολο της Ακρόπολης. Έχοντας άγνοια κινδύνου, πηδούν τα συρματοπλέγματα και προχωρούν μέχρι τη σπηλιά του Πανδρόσειου. «Είχε ένα τέταρτο της Σελήνης και επικρατούσε ησυχία εκεί όπου ήμασταν. Στο βάθος ακούγαμε χάχανα, καθώς οι στρατιώτες γιόρταζαν για τη νίκη της Κρήτης» θα πει πολύ αργότερα ο αείμνηστος Σάντας. Οι δύο νεαροί τρυπώνουν στη σκοτεινή σπηλιά και με τη βοήθεια του φαναριού ανεβαίνουν στις σκαλωσιές που είχαν στήσει οι αρχαιολόγοι για τις ανασκαφές. Το ύψος τους ξεπερνά τα 30 μέτρα.

Αν έπεφταν, σίγουρα θα σκοτώνονταν. Βρίσκονται πλέον στην επιφάνεια, λίγα μέτρα από τον μεταλλικό ιστό της σημαίας. Χωρίς περιστροφές, λύνουν το συρματόσχοινο και αρχίζουν να τραβάνε την τεράστια σημαία διαστάσεων 4 επί 2 μέτρων. «Τα σύρματα όμως δεν άκουγαν, είχαν μπλεχτεί» τονίζει με τη σειρά του ο Γλέζος.

Τρεις προσπάθειες έκαναν μέχρι να τα καταφέρουν. Έχουν τη σημαία στα χέρια τους. Κόβουν ένα κομμάτι γύρω από τον αγκυλωτό σταυρό και την υπόλοιπη την πετούν στο κοντινό ξεροπήγαδο. Φεύγουν όσο πιο γρήγορα μπορούν. Την επόμενη μέρα οι προσβεβλημένοι Γερμανοί εκτελούν τους άνδρες της φρουράς, απολύουν τους διοικητές των τμημάτων ασφαλείας πέριξ της Ακρόπολης και εκδίδουν ανακοίνωση βάσει της οποίας «οι ένοχοι και συνεργοί αυτών θα τιμωρηθούν διά της ποινής του θανάτου». Ο ελληνικός λαός θα μάθει τα ονόματα των δύο γενναίων νέων μετά τον πόλεμο, ανήμερα της 25ης Μαρτίου 1945, από σχετικό δημοσίευμα της εφημερίδας «Ριζοσπάστης».

To παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Αll About History» (5/2019), που κυκλοφορεί μία φορά τον μήνα με το «Εθνος της Κυριακής»

Λάκης ΣάνταςΑκρόποληΝαζίΜανώλης Γλέζος