All About History|19.02.2020 21:03

Μέγας Ναπολέων: Η τελευταία μάχη

Newsroom

Ο Ναπολέων Βοναπάρτης ήταν ένας άνθρωπος που κατέκτησε την Ευρώπη χάρη στην υπέρμετρη φιλοδοξία του – η οποία όμως προκάλεσε και την πτώση του. Σε κάτι παραπάνω από 100 μέρες, ο «εφιάλτης της Ευρώπης» θα διέφευγε από τη φυλακή με μια μικρή ομάδα υποστηρικτών του και θα καταλάμβανε πάλι τη Γαλλία, αναγκάζοντας όλες τις μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης να συμμαχήσουν για να τον υποτάξουν μια και καλή. Από το 1804 έως το 1814 ο Ναπολέων έχτισε μια αυτοκρατορία που κάλυπτε τεράστιες εκτάσεις της ηπείρου και το 1810 ήταν πιο εύκολη η απαρίθμηση των περιοχών που δεν είχε κατακτήσει – Πορτογαλία, Σικελία, Σαρδηνία, και οι αυτοκρατορίες της Βρετανίας, της Ρωσίας και των Οθωμανών.

Καθόλου άσχημα για τον «μικρόσωμο δεκανέα» από την Κορσική, που το 1787 είχε εξασφαλίσει μια θέση υπαξιωματικού στο γαλλικό πυροβολικό. Ο Ναπολέων αναρριχήθηκε γρήγορα στις τάξεις της στρατιωτικής ιεραρχίας χάρη στη Γαλλική Επανάσταση. Στις αρχές του 1796 ήταν διοικητής όλων των γαλλικών δυνάμεων που επάνδρωναν τα ιταλικά σύνορα. Χάρη στην ευφυΐα του σε ζητήματα τακτικής, απέσπασε μια σειρά από σημαντικές νίκες υποχρεώνοντας την Αυστρία και το Πεδεμόντιο να αποσυρθούν από τον Πόλεμο του Πρώτου Συνασπισμού. 

Ο Ναπολέων κατά τη διάρκεια της εκστρατείας στη Σικελία (πηγή: Wikipedia)

Γνώρισε παρόμοια επιτυχία στο Κάιρο πολεμώντας στη Μάχη των Πυραμίδων, το 1798, κατά τη διάρκεια μιας αποτυχημένης προσπάθειας για την κατάκτηση της Αιγύπτου, και εδραίωσε τη φήμη του ως ένας από τους μεγάλους ήρωες της επαναστατημένης Γαλλίας. Ωστόσο, ενώ ο Ναπολέων απολάμβανε αυτές τις προσωπικές νίκες, η Γαλλία πάλευε να σταθεί στα πόδια της.

Ενώ απουσίαζε περιφερόμενος στην Αίγυπτο, η Αυστρία και η Ρωσία συμμάχησαν στον Πόλεμο του Δεύτερου Συνασπισμού και ανακατέλαβαν την Ιταλία. Ήταν σαφές ότι η Γαλλία χρειαζόταν μια κυβέρνηση πολύ ισχυρότερη από εκείνη που είχε αναδυθεί μέσα από το αιματηρό χάος της Επανάστασης. 

Ο Μέγας Ναπολέων στην Αίγυπτο (πηγή: Wikipedia) ​

Προκειμένου να συμπληρώσει το κενό, ο Ναπολέων, ένας άκρως αποφασισμένος νεαρός άνδρας που ορεγόταν από καιρό την εξουσία, εδραιώθηκε ως δικτάτορας τον Νοέμβριο του 1799. Για τον επόμενο χρόνο αναδιάρθρωσε τη Γαλλία και ανάγκασε όλους τους αντιπάλους του να κάνουν ειρήνη. Αν και οι εχθροπραξίες με τη Βρετανία θα επαναλαμβάνονταν το 1803, τον επόμενο χρόνο το πειθήνιο πολιτικό σύστημα που ο ίδιος είχε δημιουργήσει του απένειμε τον τίτλο του Αυτοκράτορα της Γαλλίας. Τα αμέσως επόμενα χρόνια οι γαλλικές στρατιές γνώρισαν άνευ προηγουμένου επιτυχίες, με αποτέλεσμα να διατηρηθεί η συνοχή της Γαλλίας. Το κράτος προστάτευε και σεβόταν την κοινωνική θέση των ιδιοκτητριών τάξεων, οι οποίες δεν είχαν λόγο να εναντιωθούν στον Ναπολέοντα, ενώ ο πληθυσμός συνολικά εξευμενίστηκε με κάποιο βαθμό οικονομικής ευημερίας. Επιπλέον, μπορεί τα ποσοστά επιστράτευσης να ήταν ακόμα σχετικά υψηλά, αλλά δεν ήταν παράλογα. Το 1807 η Γαλλική Αυτοκρατορία είχε επεκταθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε να περιλαμβάνει περιοχές προσαρτημένες στη Γαλλία που διοικούνταν απευθείας από το Παρίσι και κράτη-δορυφόρους, που συχνά διοικούνταν από έναν από τους πολλούς συγγενείς του αυτοκράτορα, όπως η Ισπανία από τον αδελφό του Ναπολέοντα, Ιωσήφ. 

Όμως οι νίκες ξεμυάλισαν τον Ναπολέοντα, που άρχισε να παρατραβάει το σκοινί. Όσο μεγάλωνε η λαχτάρα του για εξουσία και αίγλη τόσο μεγάλωναν και οι απαιτήσεις του για χρήματα και στρατό. Στο μεταξύ, η μόνη επιλογή όλων των ευρωπαϊκών δυνάμεων ήταν να τον πολεμήσουν. Οι πόλεμοι ήταν ακατάπαυστοι, χωρίς να διαφαίνεται κάποιο σημάδι για ειρήνη. Η ελίτ και ο πληθυσμός άρχισαν να δυσαρεστούνται με τον αυτοκράτορά τους – ακόμα περισσότερο δε όταν μια σειρά από λάθη εκ μέρους του Ναπολέοντα επέσπευσαν μια γενική οικονομική κρίση με φοβερές συνέπειες στο βιοτικό επίπεδο του απλού κόσμου. 

Η στέψη του Μεγάλου Ναπολέοντα (πηγή: Wikipedia)

Μετά τις ήττες τους στη Ρωσία το 1812 και στη Γερμανία το 1813, το 1814 οι Γάλλοι αντιμετώπιζαν εισβολή. Με την πλάτη στον τοίχο, ο Ναπολέων πολέμησε γενναία, αλλά οι πιθανότητες εναντίον του ήταν πολύ μεγάλες, ενώ το σύστημα της επιστράτευσης κατέρρευσε μπροστά σε μια συνολική άρνηση υπακοής προς το καθεστώς ή προς την υλοποίηση των πολιτικών του. Τελικά, ο Ναπολέων αναγκάστηκε να παραδοθεί στους εχθρούς του στις 6 Απριλίου 1814.

Ο Μέγας Ναπολέων στη φλεγόμενη Μόσχα (πηγή: Wikipedia) ​

Θεωρητικά, αυτό θα ήταν και το τέλος της ιστορίας. Ο Ναπολέων εξορίστηκε στο μεσογειακό νησάκι Έλβα, όπου διορίστηκε βασιλιάς, ενώ η μοναρχία των Βουρβόνων επέστρεψε στη Γαλλία στο πρόσωπο του Λουδοβίκου ΙΗ΄. Στο μεταξύ, οι ευρωπαϊκές δυνάμεις συνεδρίασαν στη Βιέννη και αντί να γυρίσουν τον χρόνο στο 1789 θέλησαν να εγκαθιδρύσουν ένα νέο σύστημα διεθνών σχέσεων. Από τη μια πλευρά, αυτό θα διασφάλιζε ότι η Γαλλία δεν θα εξαπέλυε άλλες επιθετικές ενέργειες και από την άλλη ότι η Ευρώπη δεν θα ξανακυλούσε στις ατέλειωτες δυναστικές διενέξεις που είχαν στοιχειώσει τον 18ο αιώνα. 

Ο εκθρονισμένος Ναπολέων παρακολουθούσε χωρίς να υφίσταται ιδιαίτερη κακομεταχείριση συγκριτικά με την ήττα του. Είχε μαζί του 600 στρατιώτες από την Αυτοκρατορική Φρουρά και απόλυτη ελευθερία κινήσεων στο ειρηνικό και γραφικό ιταλικό νησί. 

Για τον Ναπολέοντα, όμως, ο περιορισμός σε ένα τόσο μικρό μέρος ήταν βάσανο. Η γαλλική κυβέρνηση μάλιστα του πρόσφερε έναν ακόμα λόγο για να είναι δυσαρεστημένος, όταν απέτυχε να του δώσει τη σύνταξη που του είχε χορηγηθεί. Στα αυτιά του έφταναν συνεχώς ιστορίες για τη λαϊκή δυσαρέσκεια απέναντι στο νέο καθεστώς και τον Φεβρουάριο του 1815 αποφάσισε τελικά να επιστρέψει στη Γαλλία και να αποκαταστήσει την αίγλη του. 

Η απόδρασή του δεν υπήρξε ιδιαίτερα περιπετειώδης, αφού δεν υπήρχε ούτε ένας φρουρός για να τον εμποδίσει. Συνήθως στο νησί βρισκόταν ο Βρετανός πράκτορας σερ Νιλ Κάμπελ, που είχε αναλάβει να παρακολουθεί τον Ναπολέοντα, αλλά στις 16 Φεβρουαρίου είχε φύγει από την Έλβα για τη Φλωρεντία προκειμένου να επισκεφθεί την ερωμένη του. Δέκα μέρες αργότερα ο Ναπολέων επιβιβάστηκε με την αυτοκρατορική φρουρά του σε ένα μικρό βρίκι.

Ο Μέγας Ναπολέων εγκαταλείπει τη νήσο Έλβα (πηγή: Wikipedia) ​

Ακολούθησε η αποκαλούμενη «πτήση του αετού». Σύμφωνα με τον θρύλο, ο πρώην αυτοκράτορας επέστρεψε στη Γαλλία σαν ήρωας, αλλά η αληθινή ιστορία μπορεί να μην είναι τόσο ρομαντική. Την 1 Μαρτίου αποβιβάστηκε στη γαλλική ακτή και αρχικά του απαγορεύτηκε η είσοδος στην πόλη Αντίμπ, ενώ λέγεται πως βρέθηκαν μόνο δύο άνθρωποι που προσφέρθηκαν εθελοντικά να τον βοηθήσουν. 

Ωστόσο, έπειτα από το γνωστό επεισόδιο όπου ο Ναπολέων προκάλεσε μια μονάδα που του έφραζε τον δρόμο να τον πυροβολήσει, στις 5 Μαρτίου η φρουρά της Γκρενόμπλ αποφάσισε να ενωθεί μαζί του. Μόλις πέντε μέρες αργότερα η Λιόν –ένα μέρος που ανέκαθεν ευνοούσε ο αυτοκράτορας όταν βρισκόταν στην εξουσία– τον υποδέχτηκε επίσης με ασυγκράτητο ενθουσιασμό. 

Ο Μέγας Ναπολέων (πηγή: Wikipedia)

Το πιο εκπληκτικό όμως είναι ότι, μολονότι ο στρατάρχης Νεΐ είχε υποσχεθεί στον Λουδοβίκο ΙΗ΄ ότι θα έφερνε τον Ναπολέοντα στο Παρίσι μέσα σε κλουβί, όταν συναντήθηκαν τελικά στην Οξέρ στις 18 Μαρτίου δήλωσε υπακοή στον Ναπολέοντα μαζί με τους 6.000 άνδρες του. Ήταν μια ριψοκίνδυνη απόφαση που θα στοίχιζε στον Νεΐ τη ζωή του. Ο Λουδοβίκος ενημερώθηκε για την αυξανόμενη υποστήριξη στον Ναπολέοντα και στις 20 Μαρτίου εγκατέλειψε το Παρίσι. Ο Ναπολέων έφτασε εκεί μερικές ώρες αργότερα και εγκαταστάθηκε στα Ανάκτορα του Κεραμικού, όπου έγινε δεκτός από πλήθος αξιωματικών και η γιορτή συνεχίστηκε ως αργά τη νύχτα. Η ικανότητα του Ναπολέοντα να γοητεύει τους στρατιώτες ήταν αναμενόμενη.

Μερικοί από αυτούς ήταν εξοργισμένοι από τη συμπεριφορά της παλινορθωμένης μοναρχίας σε βάρος του στρατού. Πολλοί αξιωματικοί που κάποτε είχαν πολεμήσει γενναία για τον Ναπολέοντα έπαιρναν μόνο μισό μισθό από τους Βουρβόνους, προς όφελος των αριστοκρατών που είχαν διαφύγει μετά την Επανάσταση – και είχαν πολεμήσει στο πλευρό των εχθρών της Γαλλίας. Ωστόσο, η ανάκτηση της απόλυτης εξουσίας θα αποδεικνυόταν πολύ πιο δύσκολη. Οι λαϊκές αντιδράσεις στη μεγαλόπρεπη επιστροφή του Ναπολέοντα φιμώθηκαν. Ενώ μερικές περιοχές που είχαν ευημερήσει επί Ναπολέοντα αισθάνονταν κάποιο ενθουσιασμό, καθώς είχαν λόγους να είναι δυσαρεστημένες με τους Βουρβόνους ή είχαν υποστεί όλο το βάρος των εισβολών του 1814, σε άλλα μέρη η είδηση της επιστροφής του συνοδεύτηκε από ένα μείγμα φόβου, αποτροπιασμού και ένοπλης αντίστασης.

Σε μια προσπάθεια να κερδίσει την εύνοια της κοινής γνώμης, ο Ναπολέων ισχυρίστηκε ότι ήταν υπέρμαχος της Επανάστασης εναντίον της αντίδρασης και πρότεινε ένα νέο φιλελεύθερο Σύνταγμα. Όμως κάθε προσπάθεια που έκανε έπεφτε στο κενό και συχνά αποτύγχανε παταγωδώς. Όπως στην περίπτωση του λεγόμενου εορτασμού των Πεδίων του Μαΐου, που οργανώθηκε την 1 Ιουνίου 1815 και υποτίθεται ότι θα ήταν μια μεγάλη γιορτή για το νέο Σύνταγμα. Ήταν σαφώς μια προσπάθεια αποκατάστασης των θεσμών της αυτοκρατορίας κάτω από τον μανδύα του φιλελευθερισμού. Εξάλλου, το όνομα «Πεδία του Μαΐου» ήταν από μόνο του προσβλητικό καθώς παρέπεμπε στις συνελεύσεις των ευγενών που συγκαλούσαν ο Καρλομάγνος και άλλοι μεσαιωνικοί μονάρχες όταν ήθελαν να εξευμενίσουν υπηκόους προκειμένου να μην επαναστατήσουν. 

Είναι δύσκολο να διαπιστωθεί τι σκεφτόταν ότι θα μπορούσε να πετύχει ο Ναπολέων επιστρέφοντας στη Γαλλία, επειδή οι ευρωπαϊκές δυνάμεις ήταν απίθανο να τον αφήσουν στην ησυχία του. Πριν από το 1814 είχαν κάνει επανειλημμένες προσπάθειες να καταλήξουν μαζί του σε κάποιο συμβιβασμό, αλλά διαπίστωσαν ότι οι απαιτήσεις του ήταν παράλογες ή ότι η φιλία τους με τον αυτοκράτορα δεν τους απέφερε κάποια οφέλη. Γρήγορα ο Ναπολέων χαρακτηρίστηκε παράνομος κι έτσι άρχισαν προετοιμασίες για μαζική εισβολή στη Γαλλία εντός λίγων ημερών. Απέναντι σε αυτές τις αντιξοότητες, οι πιθανότητες του Ναπολέοντα να νικήσει ήταν πολύ μικρές. 

Αν και ο Λουδοβίκος ΙΗ΄ δεν έχαιρε ιδιαίτερης δημοτικότητας, ήταν σαφές ότι ο γαλλικός λαός δεν είχε διάθεση να βιώσει την επιστροφή ενός κυβερνήτη που συνδεόταν με την οικονομική καταστροφή και με έναν πόλεμο δίχως τέλος. Περίπτωση επιστράτευσης δεν υπήρχε κι έτσι ο Ναπολέων αναγκάστηκε να βασιστεί στις υπηρεσίες του μικρού στρατού που είχε στην υπηρεσία του όταν απέδρασε από την Έλβα.

Οι μόνοι άνδρες που επιστρατεύτηκαν ήταν η πολιτοφυλακή, η Εθνοφρουρά και οι χιλιάδες στρατιώτες που είχαν επιστρέψει σπίτι τους το 1814 με το ενδεχόμενο να επιστρατευτούν ξανά σε περίπτωση πολέμου. Ακόμα κι έτσι, ο αυτοκράτορας θα διέθετε περίπου 500.000 στρατιώτες, λιγότερους από το ένα τρίτο εκείνων που φαινομενικά μπορούσαν να παρουσιαστούν. 

Δεδομένης της κατάστασης, η μόνη του επιλογή ήταν να καταφέρει ένα γρήγορο πλήγμα εναντίον του πλησιέστερου εχθρού, ελπίζοντας ότι μια σημαντική νίκη θα τρόμαζε τους εχθρούς του και θα ζητούσαν ειρήνη. Στις 15 Ιουνίου 1815 εισέβαλε στο Βέλγιο με σκοπό να αιφνιδιάσει τις εκεί δυνάμεις, καθώς εκείνα τα στρατεύματα ήταν πιο ευάλωτα απέναντι σε μια επίθεση.

Στη γραμμή του πυρός βρέθηκαν δύο ξεχωριστοί στρατοί, δηλαδή η Στρατιά του δούκα του Ουέλινγκτον στην Ολλανδία (ένα συνονθύλευμα στρατιωτών από τη Βρετανία, την Ολλανδία και διάφορα μικρά γερμανικά κράτη) και η πρωσική Στρατιά του Κάτω Ρήνου με επικεφαλής τον Γκέρχαρντ φον Μπλίχερ. Καμία στρατιά δεν βρισκόταν σε άριστη κατάσταση και από μόνη της η κάθε μία ήταν μικρότερη από τη Στρατιά του Βορρά του Ναπολέοντα με τους 125.000 άνδρες.

Έτσι, ο αυτοκράτορας σχεδίασε να τους νικήσει ξεχωριστά μπαίνοντας ανάμεσά τους σαν σφήνα και χτυπώντας την κάθε μια πριν προλάβουν να ενωθούν και να τον ανατρέψουν με τον όγκο της συνδυασμένης τους δύναμης. Ήταν ένα καλό επιχειρησιακό σχέδιο, που όμως εκτελέστηκε αδέξια. Οι μονάδες έκαναν λανθασμένους ελιγμούς, απέτυχαν να κινηθούν την προκαθορισμένη ώρα ή φράκαραν στις στενωπούς της υπαίθρου που οδηγούσαν στο μέτωπο. Ευτυχώς, όμως, για τους Γάλλους ούτε η κατάσταση στο συμμαχικό στρατόπεδο ήταν καλύτερη. Για τον καλύτερο ανεφοδιασμό των στρατιωτών τους, οι στρατιές του Ουέλινγκτον και του Μπλίχερ είχαν απλωθεί σε μεγάλη έκταση στο νότιο Βέλγιο και οι δύο διοικητές δεν περίμεναν τόσο σύντομα την επίθεση. Εκείνη τη νύχτα ο Ουέλινγκτον βρισκόταν σε κάποια χοροεσπερίδα προσκεκλημένος της δούκισσας του Ρίτσμοντ, απολαμβάνοντας το κρασί του μαζί με πολλούς άλλους αξιωματικούς. 

Ωστόσο, λόγω του ανεπαρκούς επιτελικού σχεδιασμού, οι Γάλλοι δεν μπόρεσαν να εκμεταλλευτούν το πλεονέκτημα από την αποδιοργάνωση των αντιπάλων τους. Η αρχική επιτυχία εναντίον των Πρώσων σπαταλήθηκε και οι Ουέλινγκτον και Μπλίχερ κατάφεραν να φτάσουν με ασφάλεια μερικά χιλιόμετρα νοτίως των Βρυξελλών – αρκετά κοντά για να υποστηρίζουν ο ένας τον άλλο. Το βασικό σχέδιο του Ναπολέοντα είχε αποτύχει. 

Η εκστρατεία κλιμακώθηκε την Κυριακή 18 Ιουνίου. Ο Ναπολέων είχε ακολουθήσει τον Ουέλινγκτον με τον κύριο όγκο του στρατού του και έπρεπε να τον συντρίψει προτού οι Πρώσοι σπεύσουν να τον βοηθήσουν. Όμως η άφιξη μεγάλου μέρους του στρατού του είχε καθυστερήσει εξαιτίας της δυνατής βροχόπτωσης την προηγούμενη μέρα. Μόλις το μεσημέρι οι δυνάμεις του ανέλαβαν τελικά δράση για να διαπιστώσουν ότι ο Ουέλινγκτον είχε επιλέξει μια πολύ ισχυρή θέση σε μια μακρά κορυφογραμμή με αρκετές προχειροφτιαγμένες αγροικίες. Κάθε προσπάθεια επίθεσης αποτύγχανε παταγωδώς. 

Όλο αυτό το διάστημα, όπως ακριβώς είχε υποσχεθεί ο Μπλίχερ, η στρατιά του προήλαυνε υπό τους ήχους των πυροβόλων και γύρω στις 4.30 μ.μ. ισχυρές δυνάμεις Πρώσων στρατιωτών άρχισαν να συρρέουν στο πεδίο στη δεξιά πτέρυγα του αυτοκράτορα. Από εκεί και μετά, όλο και περισσότεροι Γάλλοι στρατιώτες άλλαζαν θέση για να συγκρατήσουν τον Μπλίχερ κι έτσι η επιτυχία εναντίον του Ουέλινγκτον γινόταν όλο και πιο δύσκολη. Μια τελευταία επίθεση της Αυτοκρατορικής Φρουράς αποκρούστηκε και το απόγευμα η πίεση των Πρώσων έγινε πλέον ασφυκτική. Η γραμμή άμυνας που είχε οργανωθεί για να τους αποκρούσει σαρώθηκε στην κυριολεξία. 

Αυτό ήταν το τέλος – μέσα σε λίγα λεπτά ολόκληρος ο γαλλικός στρατός είχε καταρρεύσει. Οι ελάχιστες μονάδες που συνέχισαν να αντιστέκονται ήταν μερικά εφεδρικά τάγματα της Αυτοκρατορικής Φρουράς. Ήταν μάλιστα τόσο μεγάλη η αποδιοργάνωση που ο Ναπολέοντας ξέφυγε την τελευταία στιγμή από τους εκδικητικούς Πρώσους. Λούφαξε και άρχισε να σκέφτεται την επόμενη κίνηση. 

Αυτή ήταν η Μάχη του Βατερλό. Η κυβέρνηση που είχε αφήσει στο Παρίσι τον εκθρόνισε και στις 15 Ιουλίου ο Ναπολέων παραδόθηκε τελικά στους Βρετανούς, οι οποίοι αμέσως τον έστειλαν σε μόνιμη εξορία στο μακρινό νησί της Αγίας Ελένης. Πέρασε την υπόλοιπη ζωή του επιρρίπτοντας την ευθύνη για την ήττα στο Βατερλό στα σφάλματα που είχε διαπράξει στο πεδίο της μάχης ο στρατάρχης Εμανουέλ Γκρουσί. Ο Ναπολέων αρνήθηκε να συνειδητοποιήσει ότι ο Γκρουσί, ο οποίος πολεμούσε την πρωσική οπισθοφυλακή στη Βαβρ, δεν θα άλλαζε την έκβαση της μάχης ακόμα κι αν είχε προσπαθήσει να φτάσει εγκαίρως. Στο μεταξύ, ο αυτοκράτορας είχε αφήσει πίσω του ένα πεδίο μάχης διάσπαρτο με δεκάδες χιλιάδες πτώματα. Ακόμα και στους δύο Παγκοσμίους Πολέμους σπανίως υπήρξε παρόμοιο σκηνικό φρίκης, αν και μερικοί υποστηρίζουν ότι ήταν ένα τίμημα που άξιζε τον κόπο προκειμένου να απαλλαγεί η Ευρώπη από έναν άνθρωπο που με την υπέρμετρη φιλοδοξία του είχε αιματοκυλήσει ολόκληρη την ήπειρο. 

Ο Μέγας Ναπολέων την περίοδο της εξορίας του (πηγή: Wikipedia) ​

Στο μέσον του Ατλαντικού Ωκεανού, ο Ναπολέων βρέθηκε υπό συνθήκες πολύ χειρότερες από εκείνες που είχε υπομείνει στην Έλβα – το σπίτι του, για παράδειγμα, ήταν γεμάτο υγρασία και ποντίκια. Η Γαλλία αντιμετωπίστηκε σκληρότερα απ’ ό,τι το 1814, αφού αναγκάστηκε να καταβάλει μεγάλη αποζημίωση και να υπομείνει μια τριετία ξένης στρατιωτικής κατοχής.

Επιπλέον, ο Λουδοβίκος ΙΗ΄ αποκαταστάθηκε στον θρόνο και το 1824 τον διαδέχτηκε ο λιγότερο πολιτικά οξύνους αδελφός του, Κάρολος Ι΄. Ακόμα κι έτσι όμως, μόλις το 1830 ο Οίκος των Βουρβόνων εκδιώχθηκε για τα καλά από τον γαλλικό θρόνο. Ίσως αυτή ήταν μια απόδειξη για το πόσο υπερβολικές ήταν οι φήμες περί λαϊκής δυσαρέσκειας, οι ίδιες φήμες που είχαν πείσει τον Ναπολέοντα να αποδράσει – μια περιπέτεια που δεν απείχε πολύ από τον παραλογισμό.

Του Charles J. Esdaile

To παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Αll About History» (5/2019), που κυκλοφορεί μία φορά τον μήνα με το «Εθνος της Κυριακής»

Ναπολέων Βοναπάρτηςβατερλό