Βιβλίο | 30.11.2023 16:45

Βασίλης Βασιλικός: Ο συγγραφέας με το λευκό καπέλο που έζησε μία μυθιστορηματική ζωή - Από το «Ζ» στα έδρανα της Βουλής με το ΣΥΡΙΖΑ

Άγγελος Γεραιουδάκης

Είναι ο πιο πολυμεταφρασμένος Ελληνας πεζογράφος μετά τον Νίκο Καζαντζάκη. Ο Βασίλης Βασιλικός, συγγραφέας του περίφημου έργου «Ζ», διακρίνεται ως μια συνείδηση της μεταπολεμικής Ελλάδας, αναδεικνύοντας την ελληνική ταυτότητα μέσα από τα γράμματα. Αν και έζησε και δραστηριοποιήθηκε επί δεκαετίες σε διάφορα μέρη του κόσμου, η σκέψη του παρέμεινε εδραιωμένη στο ελληνικό πνεύμα. Συγγραφέας πολυάριθμων βιβλίων, πολυβραβευμένος και πολυγραφότατος, αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της λογοτεχνικής και πολιτιστικής κληρονομιάς μας. Το λευκό καπέλο που πάντα φορούσε, συμβολίζει τη σύγχρονη σκέψη που τον διέκρινε μέχρι και την τελευταία στιγμή της ζωής του. Η σημαντική του προσφορά στον πολιτισμό και τη λογοτεχνία θα παραμένει αξέχαστη, ενώ η κηδεία του θα λάβει χώρα τη Δευτέρα, 4 Δεκεμβρίου.

Ο Βασίλης Βασιλικός ανήκει σε μια εξαιρετική κατηγορία συγγραφέων, όπου η λογοτεχνία δεν είναι απλά υποκατάστατο, αλλά αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της ίδιας της ζωής του. Γεννήθηκε στις 18 Νοεμβρίου 1934, στη συνοικία των Ποταμουδίων Καβάλας. Οι γονείς του κατάγονταν από τη Θάσο. Πατέρας του ήταν ο δικηγόρος Νικόλαος Βασιλικός, που πολιτεύθηκε και εξελέγη βουλευτής Καβάλας το 1936 και μητέρα του η Καίτη Βασιλικού. Εχει μια πιο μεγάλη αδελφή, την Ελσα Βασιλικού, πρώην πρωταθλήτρια της επιτραπέζιας αντισφαίρισης. Ολοκλήρωσε την εκπαίδευσή του στο Γυμνάσιο Καρυωτάκη στην Καβάλα, τη Σχολή Βαράγιαννη στη Θεσσαλονίκη, και το Anatolian American College. Στη συνέχεια, σπούδασε νομικά στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και τηλεοπτική σκηνοθεσία στη Σχολή Θεάτρου του Πανεπιστημίου Yale (SRT) στο New Haven του Κονέκτικατ των ΗΠΑ. Ήταν παντρεμένος με την υψίφωνο Βάσω Παπαντωνίου και έχει μια κόρη.

Η κλίση του Βασίλη Βασιλικού προς τη λογοτεχνία και την τέχνη ήταν εμφανής από μικρή ηλικία. Το συγγραφικό του έργο εκτείνεται πλούσιο σε όλα τα λογοτεχνικά είδη, καθώς έχει ασχοληθεί με μυθιστορήματα, νουβέλες, διηγήματα, θεατρικά έργα και ποίηση. Στα ελληνικά γράμματα πρωτοεμφανίστηκε το 1949, δημοσιεύοντας ποιήματά του στην εφημερίδα «Μακεδονία», ενώ έγραψε το πρώτο του μυθιστόρημα με τίτλο «Τα Σιλό», που αναφέρεται στη βουλγαρική κατοχή της πατρίδας του (1941-1944) και εκδόθηκε αρκετά χρόνια αργότερα.

«Εγώ ως έφηβος αγαπούσα πολύ τον κυνηγό παππού μου, ο οποίος μου χάρισε ένα "φλόμπερ" (είναι ένα μονόκαννο κυνηγετικό τουφέκι για τσίχλες, συκοφαγάδες και, το πολύ πολύ, τσαλαπετεινούς). Υπάρχει και μια φωτογραφία στο βιβλίο, όπως και μία του παππού μου με τον σκύλο του και εμένα, στην Καβάλα. Βρίσκομαι, λοιπόν, στο νησί του πατέρα μου, τη Θάσο. Και εκεί παίρνω ένα κασόνι, το αναποδογυρίζω, το κάνω τραπεζάκι στο κτήμα μας, κάτω από τα πεύκα, και αρχίζω να γράφω. Είναι η ιστορία του παππού, του μπαρμπα-Λια, κατά τη διάρκεια της βουλγαρικής κατοχής στην Καβάλα, όπου ο Βούλγαρος διοικητής της πόλης επιστράτευε τον σκύλο του για να πηγαίνει ο ίδιος στο κυνήγι. Και λίγο πριν ξεκουμπιστεί, το 1944, τον σκότωσε. Το σκυλί κατάφερε, όμως, να φτάσει ως το σπίτι μας – ο παππούς έμενε στον πάνω όροφο. Και μόλις τον αντίκρισε, ξεψύχησε μπροστά του! Νομίζω ότι αυτή πρέπει να ήταν η αφορμή που έγραψα "Τα σιλό"» είχε αναφέρει ο ίδιος στον Γιώργο Βαϊλάκη στην εφημερίδα «Έθνος».

Η καριέρα του σημαδεύτηκε από σημαντικά έργα, καθιστώντας τον έναν επιδραστικό πρωταγωνιστή στα Ελληνικά Γράμματα από τη δεκαετία του 1970 και έπειτα. Μεταξύ των πιο εμβληματικών του έργων συγκαταλέγονται τα «Η Μυθολογία της Αμερικής», «Το ψαροντούφεκο», «Θύματα ειρήνης», «Οι φωτογραφίες», «Ζ», «Ο Ιατροδικαστής», «Ο Θάνατος του Αμερικάνου» και άλλα πολλά. Το στυλ γραφής του διακρίνεται από έναν συνδυασμό μελαγχολίας και χιούμορ, που χαρακτηρίζει επίσης τη ζωή του σαν άνθρωπο. «Κοιτάξτε: η έμπνευση δεν υπάρχει. Ή, αν προτιμάτε, όπως το λένε στα αγγλικά, το γράψιμο είναι 10% έμπνευση και 90% ιδρώτας. Υπάρχει, ωστόσο, το "βίωμα" που σε ωθεί, όταν έχεις αυτό το βίτσιο, να γράψεις για να απαλλαγείς από αυτό ή να το υμνήσεις... Με τη γραφή λυτρώνεσαι και αν δεν είσαι κολλημένος στην ατομική σου περίπτωση, μπορείς να λυτρώσεις και μερικούς από αυτούς που θα σε διαβάσουν. Οπως το πέτυχε ο «λυτρωτικός»  -για μένα- Ντοστογιέφσκι» είχε δηλώσει σε άλλο σημείο της συνέντευξής του.

Βασικά χαρακτηριστικά του έργου του Βασίλη Βασιλικού περιλαμβάνουν το αυτοβιογραφικό στοιχείο, τον πολιτικό και κοινωνικό προβληματισμό, το χιούμορ και την ειρωνεία, καθώς και την αποκατάσταση της παραδοσιακής αφηγηματικής γραφής. Αυτά εκφράζονται εξίσου στη ροή του λόγου όσο και στη χρονική συνοχή και εξέλιξη των γεγονότων, εμπνευσμένα από δημοσιογραφικές και κινηματογραφικές τεχνικές. Στα πρώτα του κείμενα, ο Βασίλης Βασιλικός εξελίσσει τις ιστορίες του σ' έναν κόσμο όπου όλα βρίσκονται σε κατάσταση μετάβασης και αβεβαιότητας. Οι πρωταγωνιστές του προσπαθούν ν' αποσπάσουν τον εαυτό τους από το κέλυφος της καθημερινότητας, το οποίο συμβάλλει στην αναπαραγωγή μιας ακίνητης και απαξιωμένης κοινωνίας σε όλα τα επίπεδα, από τις καταναλωτικές επιλογές έως τη σεξουαλική συμπεριφορά. Στον πυρήνα αυτής της συνθλιπτικής νάρκης είναι η έντονη ανάγκη για έξοδο και η αγωνία για την ανακάλυψη του αληθινού εαυτού τους.

Τα έργα του συγγραφέα έχουν μεταφραστεί σε 33 διαφορετικές γλώσσες παγκοσμίως, συμπεριλαμβανομένης και της γραφής Μπράιγ. Το μυθιστόρημά του με τίτλο «Ζ» μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο υπό τη σκηνοθεσία του Κώστα Γαβρά, αποτελώντας έναν πραγματικό θρίαμβο για την εποχή που κυκλοφόρησε η ταινία, καθώς και το βιβλίο. Ένα αξιοσημείωτο επίτευγμα του Βασίλη Βασιλικού είναι το προσωπικό του ρεκόρ, καθώς έχει συνθέσει πάνω από 70 βιβλία κατά τη διάρκεια ολόκληρης της ζωής του. Όλα αυτά τα έργα έχουν δημοσιευτεί από ελληνικούς εκδοτικούς οίκους, αλλά και από διεθνείς εκδότες. Το εν λόγω ρεκόρ αποτελεί μια εξαιρετική επίδοση που ελάχιστοι Έλληνες συγγραφείς έχουν καταφέρει να επιτύχουν. 

«Ο βασικός της κίνδυνος της λογοτεχνίας είναι ένας: η φλυαρία. Η οποία με τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές έχει φτάσει, δυστυχώς, σε δυσθεώρητα ύψη. Τούβλα πια είναι αυτά που κυκλοφορούν στην αγορά των σούπερ μάρκετ, όχι βιβλία. Οσο για το τι διακινδυνεύουμε γράφοντας; Την πολτοποίηση! Αλλοτε, βέβαια, είχαμε και άλλους κινδύνους: ήταν η εξορία και οι φυλακές. Αλλά τώρα πια που το γραπτό ψηφιοποιήθηκε, μετράει κυρίως ως fake news».

Η Πρώτη Ημέρα Ποίησης στην Ελλάδα

Στις 21 Μαρτίου του 1998, στο παλιό ταχυδρομείο της Πλατείας Κοτζιά στην Αθήνα, πραγματοποιήθηκε η Πρώτη Ημέρα Ποίησης στην Ελλάδα. Η πρωτοβουλία ανήκε στην Εταιρία Ελλήνων Συγγραφέων και υλοποιήθηκε με τη συνεισφορά εθελοντών, κερδίζοντας τον χαρακτηρισμό της ως επιτυχημένη. Το 1999, με πρωτοβουλία του Βασίλη Βασιλικού και την υποστήριξη πρεσβευτών άλλων μεσογειακών χωρών, κατατέθηκε πρόταση στο Εκτελεστικό Συμβούλιο του Οργανισμού για να ανακηρυχτεί η 21η Μαρτίου ως Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης. Η πρόταση ψηφίστηκε τον Οκτώβρη του ίδιου χρόνου στη γενική διάσκεψη της UNESCO στο Παρίσι, και την 21η Μαρτίου του 2001, η Ελλάδα υιοθέτησε τον πρώτο διεθνή εορτασμό της. Αυτή η ελληνική πρωτοβουλία ανέδειξε την ποίηση ως το αρχαιότερο είδος έκφρασης της γλώσσας, εξελίσσοντάς την ως Τέχνη του Λόγου, υπερβαίνοντας όλα τα άλλα λογοτεχνικά είδη που ακολούθησαν.

«Ημουν τότε στην UNESCO ως πρέσβης εκ προσωπικοτήτων εκπροσωπώντας την χώρα μου. Και εν έτη 2003 σκέφτηκα να προτείνω στο Εκτελεστικό Συμβούλιο του διεθνούς αυτού Οργανισμού, να καθιερωθεί η εαρινή ισημερία της 21ης Μαρτίου ως η Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης. Αυτό είχε πρωτογίνει στην Ελλάδα με τη φωτισμένη πρωτοβουλία του ποιητή Μιχαήλ Μήτρα και εορτάζονταν, όπως και σε δυο τρείς άλλες χώρες (Γαλλία, Ισπανία, Μαρόκο). Το αίτημα συνυπέγραψαν 14 χώρες (οι περισσότερες μεσογειακές), όμως πριν περάσουμε στην ψηφοφορία ο πρέσβης της Αργεντινής πήρε το λόγο διαμαρτυρόμενος ότι στο δικό μας ημισφαίριο μπορεί πράγματι η 21η Μαρτίου να ήταν η αρχή της άνοιξης και τα φύλλα να βγαίνουν στα κλαδιά φέρνοντας το προμήνυμα του καλοκαιριού αλλά στο δικό τους ημισφαίριο η 21η Μαρτίου ήταν η αρχή του φθινόπωρου και τα φύλλα άρχιζαν να πέφτουν… μελαγχολικά. Οπότε… Του είπα ότι η ποίηση δεν είναι πάντα αισιόδοξη, περιέχει και τη μελαγχολία. Αναφέρθηκα δε στο ποίημα του Ζακ Πρεβέρ που έγινε τραγούδι και το είχε κάνει διάσημο με τη φωνή του ο Υβ Μοντάν. («Les feuilles mortes», «Νεκρά φύλλα»). Το ψέλλισα κιόλας… Τότε και τα 45 μέλη του Εκτελεστικού Συμβουλίου της Ουνέσκο άρχισαν να χειροκροτούν. Η πρόταση πέρασε παμψηφεί» είχε αποκαλύψει ο ίδιος στη Βίκη Κουτρή στο ethnos.gr.

Το «αντίο» Κασσελάκη σε Βασιλικό

Κατά τη διάρκεια της ζωής του, ο Βασίλης Βασιλικός ανέλαβε τη θέση του ψηφοδελτίου επικρατείας της εκλογικής συνεργασίας Πράσινοι - Δημοκρατική Αριστερά στις βουλευτικές εκλογές του 2015, ενώ επανέλαβε τον ρόλο αυτόν και στις εκλογές του 2019, αυτή τη φορά συνεργαζόμενος με τον ΣΥΡΙΖΑ - Προοδευτική Συμμαχία, όπου εξελέγη. Διατήρησε τη θέση του ως βουλευτής Επικρατείας από τις 7 Ιουλίου 2019 έως τις 21 Μαΐου 2023.

Μ' ένα μήνυμα στο Twitter, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Στέφανος Κασσελάκης, αποχαιρέτησε τον σπουδαίο συγγραφέα και διανοούμενο, οποίος έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 89 ετών, αντιμετωπίζοντας προβλήματα υγείας. Αναφέρεται στη φράση του Βασίλη Βασιλικού «η ελληνική γλώσσα έχει όλη τη δυναμική του δυναμίτη» και υπογραμμίζει ότι «για τον ΣΥΡΙΖΑ - ΠΣ η απώλεια είναι διπλή. Χάνουμε όχι μόνο έναν μεγάλο διανοούμενο αλλά και έναν σημαντικό σύντροφο. Έναν άνθρωπο που στάθηκε δίπλα μας σε δύσκολες στιγμές, και πρόσδωσε αξιοπρέπεια και σημασία στην πολιτική μας πορεία, εξολοκλήρου εκπροσωπώντας την πρώτη θέση στο ψηφοδέλτιο επικρατείας στις εκλογές του 2019, καθώς και μέσα από τη συμμετοχή του στο ελληνικό κοινοβούλιο που προέκυψε από αυτές».

Βασίλης ΒασιλικόςΣτέφανος Κασσελάκηςειδήσεις τώρασυγγραφέας