Βιβλίο|04.08.2024 13:40

Νικόλαος Γ. Λυκομήτρος στο ethnos.gr: «Ο έρωτας μετατρέπεται σε ένα ακόμη προϊόν προς κατανάλωση»

Άγγελος Γεραιουδάκης

Ο Νικόλαος Γ. Λυκομήτρος, γεννημένος στην Αθήνα, είναι ένας ποιητής που καταφέρνει να ενσωματώσει στις λέξεις του την πολύπλοκη φύση της ανθρώπινης εμπειρίας. Απόφοιτος της Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας με μεταπτυχιακές σπουδές στη Μετάφραση - Μεταφρασεολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ξεκίνησε την ποιητική του πορεία το 2010 με τη συλλογή «Ιχνηλάτες του τέλους», η οποία εκδόθηκε και στα ισπανικά ως «Rastreadores del Fin» το 2011.

Στη νέα του ποιητική συλλογή, «Ο ήχος της απώλειας» (εκδόσεις Βακχικόν, 2024), ο ποιητής εξερευνά τις πολυδιάστατες εκφάνσεις της απώλειας. Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου, αναδύονται ποιήματα που αποτυπώνουν την απώλεια της προσωπικής αυτονομίας, επηρεασμένη από την αλλοτρίωση του σύγχρονου τρόπου ζωής, την απώλεια της ψυχικής υγείας και την επίπονη συμβίωση με την ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, καθώς και την απώλεια της σωματικής ακεραιότητας μέσω της φρίκης του βιασμού. Επιπλέον, αγγίζει την απώλεια του έρωτα, αποκαλύπτοντας τον συναισθηματικό κενό που αφήνει πίσω της.

Το έργο του Λυκομήτρου είναι βαθιά προσωπικό και ταυτόχρονα κοινωνικά ευαίσθητο, αντικατοπτρίζοντας τις αντιξοότητες και τις μάχες που δίνει ο άνθρωπος. Η ποίησή του χαρακτηρίζεται από έναν ώριμο, ρεαλιστικό και συναισθηματικά φορτισμένο λόγο, που κατορθώνει ν' απεικονίσει τις εσωτερικές συγκρούσεις και τα διλήμματα μ' έναν τρόπο που αγγίζει τον αναγνώστη. 

Το τελευταίο σας βιβλίο ονομάζεται «Ο Ήχος της Απώλειας» και κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Βακχικόν. Ένας δυνατός και πολυδιάστατος τίτλος. Γιατί επιλέξατε αυτόν τον τίτλο και τι σημαίνει για εσάς;

Ο τίτλος συνιστά παραδοξολογία. Θα έλεγα δε ότι ο ήχος της απώλειας ακούγεται διαφορετικά για τον καθένα. Ίσως είναι το ουρλιαχτό της μάνας που χάνει το παιδί της, η κραυγή του εραστή που χάνει το έτερον ήμισυ ή η σιωπή του βωβού πόνου κάθε απώλειας φυσικής ή νοητής. Καθένας ας αναλογιστεί τι συνιστά γι’ αυτόν/αυτήν τον ήχο μιας απώλειας. Όσον αφορά τη συλλογή, θα έλεγα ότι τα ποιήματα που την απαρτίζουν αποτελούν τους ήχους που περιγράφουν κάποιου είδους απώλεια που δεν σχετίζεται απαραίτητα με τον θάνατο. Ετσι, υπάρχουν ποιήματα που μιλούν για την απώλεια της προσωπικής αυτονομίας μέσα από την αλλοτρίωση που προκαλεί ο σύγχρονος τρόπος ζωής, ποιήματα που μιλούν για την απώλεια της ψυχικής υγείας και τη συμβίωση με την ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, ποιήματα που μιλούν για την απώλεια της σωματικής ακεραιότητας μέσω της φρίκης του βιασμού και ποιήματα που μιλούν για την απώλεια του έρωτα.

Εκτός, όμως, από τα ποιήματα που σχετίζονται με κάποια μορφή απώλειας, τη συλλογή συναπαρτίζουν και ποιήματα που πραγματεύονται ζητήματα όπως η λαίλαπα του μικροαστισμού, η επανεμφάνιση του φασισμού, η πυρηνική απειλή, η μοναξιά της μητρόπολης αλλά και η ασφυκτική ζωή στην επαρχία, η ταξική διαστρωμάτωση της κοινωνίας, καθώς και ζητήματα μεταφεμινιστικά.

Η νέα σας συλλογή είναι η δεύτερη στην ποιητική σας πορεία, μετά την πρώτη σας δουλειά, «Ιχνηλάτες του τέλους», που εκδόθηκε το 2010. Τι πιστεύετε ότι έχει παραμείνει αμετάβλητο μέσα σας αυτά τα 14 χρόνια που μεσολάβησαν;

Αυτό που σίγουρα έχει παραμείνει αμετάβλητο σε αυτά τα 14 χρόνια που μεσολάβησαν από την πρώτη μου ποιητική συλλογή είναι η ανάγκη μου να εκφράζω τα συναισθήματά μου μέσω της ποίησης και να τοποθετούμαι για τα σημαντικότερα ζητήματα που απασχολούν το κοινωνικό σύνολο.

Η νέα σας συλλογή αγγίζει πολλά σοβαρά και σκοτεινά θέματα, όπως η φρίκη του βιασμού και η νόσος του καρκίνου. Πώς επιλέγετε τις λέξεις και τις εικόνες που θα χρησιμοποιήσετε για να περιγράψετε τέτοιου είδους θέματα; Υπάρχει κάποια συγκεκριμένη τεχνική ή προσέγγιση που ακολουθείτε;

Κάθε ποίημα προκύπτει από κάποιο ερέθισμα της καθημερινότητας. Μπορεί να πρόκειται για μία είδηση που διάβασα ή για ένα προσωπικό μου βίωμα ή για το βίωμα κάποιου τρίτου προσώπου. Έτσι προέκυψαν και τα ποιήματα που πραγματεύονται τα θέματα στα οποία αναφέρεστε. Ως εκ τούτου, δεν υπάρχει κάποια σχετική προεργασία, ούτε ακολουθώ κάποια ιδιαίτερη προσέγγιση. Οι λέξεις και οι εικόνες προκύπτουν αβίαστα μέσα από την επαφή μου με το γεγονός το οποίο αποτελεί κάθε φορά την αφορμή για τη συγγραφή ενός ποιήματος.

Πώς διαχειρίζεστε τα συναισθήματα που προκύπτουν από αυτά τα θέματα;

Η διαχείριση των συναισθημάτων που προκύπτουν από τέτοιου είδους θέματα δεν είναι εύκολη υπόθεση. Παρότι μπορεί να μεσολαβήσει μία χρονική απόσταση μεταξύ του βιώματος και της ποιητικής καταγραφής αυτού, πολλές φορές η μετουσίωσή του σε τέχνη είναι οδυνηρή, διότι σε αναγκάζει να ξαναζήσεις αυτό το δυσάρεστο βίωμα ή να μπεις στη θέση του ανθρώπου που το βίωσε. Κάποιες φορές δεν είναι εφικτή η επίτευξη της απαιτούμενης αποστασιοποίησης, προκειμένου να προκύψει ένα ποίημα. Όπερ σημαίνει ότι, ορισμένες φορές, η αναβίωση ενός βιώματος είναι τόσο οδυνηρή και τα συναισθήματα που προκαλεί τόσο έντονα, που δεν επιτρέπουν την παραγωγή ενός έργου τέχνης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μην είμαι σε θέση πάντοτε να καταγράψω ποιητικά κάποια από τα βιώματα που με συγκλόνισαν.

Ποιος είναι ο συνδετικός κρίκος που ενώνει τα ποιήματά σας πέρα από την ανάγκη έκφρασης; Υπάρχει κάποιο κοινό μοτίβο ή συμβολισμός που διαπερνά τη συλλογή;

Κάθε ποίημά μου είτε έχει κοινωνικό είτε έχει πολιτικό είτε αμιγώς προσωπικό πρόσημο εκκινεί από κάποιο συναίσθημα. Θα έλεγα, λοιπόν, ότι τα συναισθήματα αποτελούν το συνδετικό κρίκο που ενώνει τα ποιήματά μου. Η εικόνα του ανθρώπου που υποφέρει αλλά δεν σταματά να μάχεται παρά τις αντιξοότητες συνιστά το κοινό μοτίβο που διατρέχει ολόκληρη τη συλλογή.

Έχετε δηλώσει ότι τα ποιήματά σας εκφράζουν την ανάγκη σας να καταδείξετε και να καυτηριάσετε τα κακώς κείμενα. Πιστεύετε ότι η ποίηση μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης για κοινωνική αλλαγή; Αν ναι, πώς;

Θα σας απαντήσω με τους στίχους του Μανόλη Αναγνωστάκη από το ποίημά του «Επίλογος», με τους οποίους κλείνει το βιβλίο μου:

«Γιατί», όπως πολύ σωστά είπε κάποτε κι ο φίλος μου ο Τίτος,

«Κανένας στίχος σήμερα δεν κινητοποιεί τις μάζες

Κανένας στίχος σήμερα δεν ανατρέπει καθεστώτα».

Έστω.

Ανάπηρος, δείξε τα χέρια σου. Κρίνε για να κριθείς.

Ως εκ τούτου, η ποίηση δεν μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης για την κοινωνική αλλαγή. Θα μπορούσε, όμως, να συμβάλλει προς αυτήν την κατεύθυνση δημιουργώντας ρήγματα στην καθεστηκυία τάξη πραγμάτων και βοηθώντας τους αναγνώστες/τις αναγνώστριες να διαμορφώσουν ένα νέο κοινωνικό πρόταγμα. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η κοινωνική αλλαγή δεν μπορεί παρά να αποτελέσει έργο των ίδιων των κοινωνικών υποκειμένων.

Ποια είναι η διαδικασία που ακολουθείτε όταν γράφετε ένα ποίημα; Έχετε κάποιο συγκεκριμένο ρυθμό ή τρόπο εργασίας;

Όταν προκύψει το γεγονός ή το βίωμα το οποίο θα αποτελέσει το ερέθισμα για τη συγγραφή ενός ποιήματος, φροντίζω να καταγράψω άμεσα τις σκέψεις μου πάνω στο χαρτί. Αυτό γίνεται με σκοπό να αποτυπωθεί το αυθεντικό πρωτογενές συναίσθημα και να μην υπάρξει η διαμεσολάβηση της λογικής, η οποία ενδεχομένως θα οδηγούσε σε «στρογγυλέματα» ή/και στην αυτολογοκρισία. Βεβαίως, σε δεύτερο χρόνο, γίνονται διορθώσεις επί του πρωτογενούς υλικού αλλά όχι σε τέτοιο βαθμό που να αλλοιώνεται η ουσία του.

Πώς ξέρετε πότε ένα ποίημα είναι ολοκληρωμένο και έτοιμο για δημοσίευση;

Τα ποιήματά μου είναι εξ ορισμού ολιγόστιχα. Όταν, λοιπόν, εξαντλήσω αυτό που θέλω να πω και θεωρώ ότι έχω αποτυπώσει στο χαρτί το συναίσθημα που μου προκάλεσε ένα συγκεκριμένο βίωμα, τότε το ποίημα έχει ολοκληρωθεί. Βεβαίως, μέχρι να φτάσουμε στη δημοσίευση μεσολαβεί το έμπειρο μάτι του/της επιμελητή/ επιμελήτριας που διορθώνει τα κακώς κείμενα. Κι επειδή το έργο των επιμελητών/-τριών σπανίως μνημονεύεται, θα ήθελα, ευκαιρίας δοθείσης, να ευχαριστήσω δημόσια την επιμελήτρια του βιβλίου, κ. Σταυρούλα Μπίου, για την εξαιρετική δουλειά που έκανε.

Πώς βλέπετε την εξέλιξη της ποίησης στην Ελλάδα; Πιστεύετε ότι οι ποιητές έχουν ευκαιρίες για να αναδείξουν τη δουλειά τους;

Η ποίηση στη χώρα μας εξακολουθεί να είναι ακμαία. Συνεχώς αναδύονται στο προσκήνιο νέοι ποιητές και νέες ποιήτριες που έχουν πολύ σημαντικά πράγματα να πουν. Θεωρώ, λοιπόν, ότι στη χώρα μας ουδέποτε υπήρξε ένδεια δημιουργών. Ωστόσο, οι ευκαιρίες για να αναδείξουν τη δουλειά τους είναι μάλλον περιορισμένες. Η ποίηση θεωρείται από τους εκδοτικούς οίκους αντιεμπορικό είδος, οπότε δεν επενδύουν χρήματα. Ετσι, κυκλοφορεί πλήθος ποιητικών συλλογών, αρκετές εκ των οποίων είναι αξιόλογες, αλλά ελάχιστες φτάνουν στο αναγνωστικό κοινό, καθώς δεν υπάρχει η απαιτούμενη προώθηση. Ενα δεύτερο ζήτημα είναι η έλλειψη αναγνωστικής κουλτούρας που υπάρχει στην Ελλάδα. Η έλλειψη βιβλιοθηκών αλλά και ο τρόπος που διδάσκεται το μάθημα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας στα σχολεία έχουν ως αποτέλεσμα να μην δημιουργούνται νέες γενιές αναγνωστών. Θεωρώ ότι η παρουσία των ποιητών και των ποιητριών στα σχολεία θα μπορούσε να ωθήσει τα νέα παιδιά να αγαπήσουν την ποίηση και τη λογοτεχνία γενικότερα και ν' αλλάξουν τη στρεβλή αντίληψη που έχουν γι’ αυτά.

Στα επόμενα σχέδιά σας περιλαμβάνεται η συγγραφή ενός δεύτερου θεατρικού έργου, το οποίο θα εξετάζει τις σχέσεις των φύλων στη σημερινή εποχή. Πιστεύετε ότι οι ερωτικές σχέσεις έχουν αλλάξει σε σύγκριση με το παρελθόν; Αν ναι, με ποιους τρόπους;

Θεωρώ πως, καθώς τα χρόνια περνούν, η κοινωνία μεταβάλλεται και αυτό επηρεάζει και τις ερωτικές σχέσεις των ανθρώπων. Πράγματι, πολλά έχουν αλλάξει σε σύγκριση με το παρελθόν. Ζούμε πλέον στην εποχή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, η λειτουργία των οποίων έχει επηρεάσει τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι προσεγγίζουν ερωτικά το αντικείμενο του πόθου τους. Η ανθρώπινη επαφή έχει γίνει πιο απρόσωπη και πιο ρηχή και ο έρωτας μετατρέπεται σε ένα ακόμη προϊόν προς κατανάλωση. Από την άλλη πλευρά, οι δύσκολες οικονομικές συνθήκες που βιώνουμε και ο καθημερινός αγώνας, ειδικά των νέων ανθρώπων, για την επιβίωση δυσχεραίνουν ακόμα περισσότερο τις ερωτικές σχέσεις. Το ζήτημα της στέγασης είναι κομβικό. Ένα νέο ζευγάρι σήμερα αντιμετωπίζει τεράστια δυσκολία όσον αφορά την εύρεση στέγης για να ξεκινήσει την κοινή του ζωή. Δεν μπορεί να μακροημερεύσει μία σχέση όταν τα ζευγάρια λαμβάνουν πενιχρούς μισθούς και συγκατοικούν με τους γονείς τους. Ο κορυφαίος ψυχαναλυτής Βίλχελμ Ράιχ (Wilhelm Reich) είχε αντιληφθεί σχεδόν εκατό χρόνια πριν τη σημασία αυτού του ζητήματος, όταν είχε προτείνει στην αυστριακή κυβέρνηση να εφαρμόσει προγράμματα κοινωνικής στέγασης, προκειμένου τα νέα ζευγάρια να είναι σε θέση να αποκτήσουν μία στέγη και, συνακόλουθα, μία υγιή ερωτική ζωή. Εν κατακλείδι, θεωρώ ότι οι ερωτικές σχέσεις σήμερα είναι πολύ πιο δύσκολες και ότι ο τρόπος που είναι δομημένη η καθημερινότητά μας δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο την κατάσταση.

Κλείνοντας, θέλετε να μοιραστείτε μαζί μας μία όμορφη καλοκαιρινή ανάμνηση που έχετε;

Η ανάμνηση που θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας δεν είναι τόσο παλιά ούτε τόσο σχετική με αυτά που συνηθίζουμε να συνδέουμε με το καλοκαίρι. Το 2020, λόγω της πανδημίας, επιλέξαμε να πάμε διακοπές σε ένα απομονωμένο χωριό του Νομού Ηλείας. Μια που βρεθήκαμε στην ευρύτερη περιοχή, αποφασίσαμε να επισκεφθούμε τον αρχαιολογικό χώρο της Αρχαίας Ολυμπίας. Μετά από τον εγκλεισμό και τους περιορισμούς τόσων μηνών, η αύρα του χώρου και η ιστορία που κουβαλάει μας δημιούργησαν μία αίσθηση ελπίδας και ελευθερίας που την είχαμε μεγάλη ανάγκη. Πρόκειται για μια ανάμνηση από τις καλοκαιρινές μας διακοπές που θα κουβαλάμε για πάντα.

ποίησηΒακχικόνσυνέντευξηποιητής