Βιβλίο|15.04.2019 15:42

Στη «Μέση Αγγλία» του Brexit

Γιώργος Βαϊλάκης

Η περίπτωσή του αποδεικνύει περίτρανα ότι η λογοτεχνία είναι ο καθρέπτης της εποχής της - την αποτυπώνει, την απηχεί, την αντανακλά, μέσα από τις λεπτομέρειες και τις ελλείψεις της, το κλίμα και τις ιδιαιτερότητές της. Οι εποχές παρέρχονται και τα (καλά) μυθιστορήματα μένουν για να συντηρούν ίχνη και πεπραγμένα αλλοτινών καταστάσεων, οι οποίες ενδέχεται κάτι να έχουν να πουν στους επόμενους ή στους μεθεπόμενους – η ζωή, ούτως ή άλλως, συνεχίζεται.

Σε όλα σχεδόν τα μυθιστορήματά του, ο Τζόναθαν Κόου ανιχνεύει τον τρόπο με τον οποία τα ευρύτερα πολιτικά γεγονότα επηρεάζουν τις ζωές των πρωταγωνιστών του. Και, κάπως έτσι, καταλήγει να παρουσιάζει το πολιτικό δια μέσου του προσωπικού. Στην πραγματικότητα, όμως, η πολιτική διάσταση του χαρισματικού συγγραφέα έχει βαθύτερα αίτια: Το ενδιαφέρον του στρέφεται σταθερά γύρω από ανθρώπους που μπλέκονται σε καταστάσεις τις οποίες αδυνατούν να ελέγξουν.

Με άλλα λόγια, οι ήρωές του είναι αδύναμοι και ανεπαρκείς, συχνά κατώτεροι των περιστάσεων, αλλά και γεμάτοι πάθη, έρωτες, απογοητεύσεις, εμμονές, προσδοκίες και απογοητεύσεις, οι οποίοι ωστόσο προσπαθούν να κατανοήσουν τα προβλήματά τους, να συμφιλιωθούν με τις αδυναμίες τους και να προχωρήσουν. Δεν είναι τυχαίο ότι στο κλασικό, πια, μυθιστόρημά του «Τι ωραίο πλιάτσικο!» έκανε αυτό ακριβώς, φιλοτεχνώντας ένα ολοζώντανο πορτρέτο της δεκαετίας του 1980.

Εάν η ιλαροτραγωδία είναι, ενδεχομένως, η μοναδική μορφή που μπορεί να πάρει ένα μυθιστόρημα για το Brexit, ο Τζόναθαν Κόου είναι ο ιδανικός Βρετανός συγγραφέας για να θίξει μέσα από την τρυφερή, πνευματώδη στάση του απέναντι στα ανθρώπινα ελαττώματα, να σαρκάσει και να αυτοσαρκαστεί, ακόμη και πάνω στο εύφλεκτο ζήτημα του πολιτικού διχασμού που αποπνέει μία νοσηρή θλίψη.

Στη «Μέση Αγγλία» (εκδόσεις: Πόλις, μετάφραση: Αλκηστις Τριμπέρη) βρίσκουμε ξανά τους ήρωες της «Λέσχης των τιποτένιων» και του «Κλειστού κύκλου», αρκετά χρόνια μετά, παρακολουθώντας την εξέλιξή τους και τηn αλληλεπίδρασή τους με καινούργια πρόσωπα. Το μυθιστόρημα ξεκινάει το 2010 στο Μπέρμιγχαμ –όπου το οικονομικό και κοινωνικό τοπίο αλλάζει ραγδαία, καθώς τα άλλοτε ακμάζοντα εργοστάσια αυτοκινήτων έχουν παραχωρήσει τη θέση τους σε μαζικά εμπορικά κέντρα– περνάει από το Λονδίνο, όπου οι πολιτικές ταραχές παραδίδουν τη σκυτάλη στον πυρετό των Ολυμπιακών Αγώνων, και φτάνει στο σήμερα.

Οι ήρωες βρίσκονται αντιμέτωποι με όνειρα που διαψεύστηκαν και ρομαντικές εμμονές που ξεθώριασαν, συμβιβασμένοι πλέον με πιο κοινότοπες επιλογές. Γάμοι διαλύονται, γονείς πεθαίνουν, παιδιά επαναστατούν, ενώ την ίδια στιγμή ένας ολόκληρος κόσμος παραπαίει. Με άλλα λόγια, παρακολουθούμε την ιστορία της σύγχρονης Αγγλίας, μια ιστορία νοσταλγίας και αυταπάτης, σύγχυσης και οργής, σε ένα μυθιστόρημα για αυτήν τη νέα, παράδοξη και ιδιαίτερα δύσκολη εποχή.

Ο Τζόναθαν Κόου καταφέρνει να σκιαγραφήσει την σημερινή σύγχυση αξιών και προτύπων καθώς και το διάχυτο ιδεολογικό κενό, παραδίδοντάς μας -για ακόμη μία φορά- μία ρεαλιστική απεικόνιση της βρετανικής κοινωνίας στη σύγχρονη εκδοχή της - όπως το είχε κάνει σε ένα από τα καλύτερα μυθιστορήματά του, στον «Κλειστό κύκλο». Μόνο που η αυτή η φαινομενικά ειδική περίπτωση, αυτός ο αρχικά κλειστός κύκλος με τα προβλήματά του, δεν είναι και τόσο κλειστός: έχει ανοίξει μάλλον επικίνδυνα και τείνει να μας περιλάβει όλους…

Τζόναθαν ΚόουBrexitκοινωνικό μυθιστόρημα