Βιβλίο|09.10.2024 12:39

Πώς ξεχωρίζει ένας συγγραφέας για το Νόμπελ Λογοτεχνίας; Η Έρση Σωτηροπούλου και οι νικητές των τελευταίων ετών

Άγγελος Γεραιουδάκης

Το Νόμπελ Λογοτεχνίας είναι ένα από τα πιο τιμητικά και αναγνωρισμένα βραβεία στον κόσμο των γραμμάτων. Από το 1901, όταν απονεμήθηκε για πρώτη φορά, το βραβείο έχει αναδείξει συγγραφείς που έχουν συμβάλει σημαντικά στην παγκόσμια λογοτεχνία. Ο θεσμός του Νόμπελ, ιδρυμένος από τον εφευρέτη και βιομήχανο Άλφρεντ Νόμπελ, έχει ως στόχο να βραβεύει εκείνους τους συγγραφείς που ξεχωρίζουν για την «εξαιρετική λογοτεχνία» που δημιουργούν. Η Σουηδική Ακαδημία, που είναι υπεύθυνη για την απονομή του βραβείου, αναζητά έργα που επιδεικνύουν λογοτεχνική ποιότητα και διαρκή επιρροή.

Οι υποψηφιότητες είναι αποτέλεσμα μιας αυστηρής διαδικασίας και κριτηρίων, η οποία περιλαμβάνει προτάσεις από ειδικούς και κριτικούς σε όλο τον κόσμο. Ωστόσο, το Νόμπελ δεν είναι απλώς θέμα ποσοτικών κριτηρίων, η Ακαδημία αναζητά κάτι μοναδικό, μια φωνή που ξεχωρίζει στον παγκόσμιο λογοτεχνικό χάρτη.

Η μακρά λίστα υποψηφίων και η «θεϊκή σπίθα»

Σύμφωνα με την Έλεν Μάττσον, μέλος της Σουηδικής Ακαδημίας και της Επιτροπής Νόμπελ, η ποιότητα στη λογοτεχνία είναι ο θεμελιώδης άξονας για την ανάδειξη ενός υποψηφίου. Δεν υπάρχουν άλλες παράμετροι πέρα από την ίδια τη λογοτεχνία: «Δεν μας νοιάζει η προσωπική ζωή» τονίζει η ίδια, διευκρινίζοντας ότι το μόνο που εξετάζεται είναι η λογοτεχνική αξία του έργου.

Η διαδικασία ξεκινάει με μια μακρά λίστα υποψηφίων από διάφορα μέρη του κόσμου, που προτείνονται από μελετητές, κριτικούς, λογοτεχνικούς οργανισμούς και προηγούμενους νικητές. Αυτή η αρχική λίστα μπορεί να περιλαμβάνει εκατοντάδες συγγραφείς, όμως σταδιακά μειώνεται σε μια σύντομη λίστα των πέντε καλύτερων διεκδικητών, αφού εξεταστούν με λεπτομέρεια τα έργα τους. Η Μάττσον εξηγεί ότι είναι ζωτικής σημασίας η «πνευματική δύναμη» που αποπνέουν τα γραπτά τους, καθώς και η συνέπεια στην ποιότητα των έργων τους, προσφέροντας μια διαχρονική εξέλιξη μέσω των βιβλίων τους.

Ο νικητής ή η νικήτρια, σύμφωνα με την Επιτροπή, πρέπει να έχει την «θεϊκή σπίθα» — εκείνη την ιδιαίτερη φωνή που αναγνωρίζεται άμεσα, χωρίς να μπορεί να εξηγηθεί εύκολα. Όπως η ίδια σημειώνει, δεν είναι αρκετό να είσαι απλώς καλός συγγραφέας, πρέπει να φέρεις κάτι πραγματικά μοναδικό στην παγκόσμια λογοτεχνική σκηνή, κάτι που σε διαχωρίζει από τους υπόλοιπους εξαιρετικούς δημιουργούς. Αυτό το ταλέντο είναι, σε μεγάλο βαθμό, έμφυτο. Η ικανότητα να δημιουργείς έργα που αγγίζουν βαθιά τον αναγνώστη και προκαλούν διαχρονικά συναισθήματα είναι το στοιχείο που κάνει έναν συγγραφέα άξιο του Νόμπελ.

Η σημασία της μακρόχρονης εξέλιξης

Η Σουηδική Ακαδημία αναγνωρίζει ότι η δημιουργία εξαιρετικής λογοτεχνίας είναι μια διαδικασία που απαιτεί χρόνο και αφοσίωση. Οι νέοι συγγραφείς, αν και έχουν προοπτικές, σπάνια φτάνουν στο επίπεδο να διεκδικήσουν το Νόμπελ σε νεαρή ηλικία, επειδή η αριστεία στη λογοτεχνία προκύπτει συχνά ως αποτέλεσμα μιας ολόκληρης ζωής αφιερωμένης στη γραφή και τη διαρκή βελτίωση. Ο συγγραφέας χρειάζεται να έχει ένα ευρύ φάσμα έργων που αποδεικνύουν τη λογοτεχνική του ικανότητα και τη συνεχή εξέλιξη.

Επιπλέον, η διαδικασία επιλογής των υποψηφίων περιλαμβάνει μια βαθιά ανάλυση και κατανόηση των έργων τους, κάτι που συχνά απαιτεί από τα μέλη της Επιτροπής να διαβάζουν με ανοιχτό μυαλό και να προσπαθούν να ξεπεράσουν προκαταλήψεις ή αρχικές αντιδράσεις. Η Μάττσον παραδέχεται ότι κάποιες φορές μπορεί να μην κατανοεί αμέσως έναν συγγραφέα, αλλά η δουλειά της είναι να διευρύνει τους ορίζοντές της και να κατανοήσει το βάθος του έργου του. Αυτή η προσεκτική και ενδελεχής προσέγγιση βοηθά στην επιλογή του συγγραφέα που θα λάβει το βραβείο, εξασφαλίζοντας ότι η λογοτεχνική αξία είναι το κύριο κριτήριο.

Αφού ολοκληρωθεί η διαδικασία της ανάγνωσης και ανάλυσης των έργων των υποψηφίων, η επιτροπή καταλήγει στον νικητή. Σε αυτό το σημείο, η μόνιμη γραμματέας της Σουηδικής Ακαδημίας κάνει το περιβόητο τηλεφώνημα για να ενημερώσει τον βραβευμένο συγγραφέα. Το τηλεφώνημα αυτό είναι συχνά μια συγκινητική στιγμή, καθώς επιβραβεύει τη σκληρή δουλειά και την αφοσίωση στη λογοτεχνία και το έργο τους.

Φαβορί η Ερση Σωτηροπούλου

Η Eρση Σωτηροπούλου, μέσα από ανάρτηση στον προσωπικό της λογαριασμό στο Facebook, αναφέρθηκε στις πιθανότητες που έχει να αποσπάσει το φετινό Νόμπελ Λογοτεχνίας. Η ανακοίνωση του βραβείου θα γίνει αύριο, Πέμπτη 10 Οκτωβρίου, και η ίδια μοιράστηκε φωτογραφίες από τα στατιστικά των γραφείων στοιχημάτων του εξωτερικού.

Σύμφωνα με τις προβλέψεις, η συγγραφέας φιγουράρει ανάμεσα στα φαβορί, γεγονός που αποτελεί μια τιμητική διάκριση, ιδιαίτερα αν αναλογιστούμε ότι ένα ελληνικό όνομα εμφανίζεται στη λίστα υποψηφίων για το Νόμπελ Λογοτεχνίας 45 χρόνια μετά τη βράβευση του Οδυσσέα Ελύτη το 1979 και 61 χρόνια μετά τη διάκριση του Γιώργου Σεφέρη το 1963.

Η λογοτεχνική κοινότητα παρακολουθεί στενά τη φετινή απονομή του βραβείου, καθώς το Φόρουμ Παγκόσμιας Λογοτεχνίας (World Literature Forum) αναγνωρίζει στη Σωτηροπούλου «μια διαυγή εξερεύνηση της ανθρώπινης πολυπλοκότητας, μέσα από πρωτοποριακή πεζογραφία που εξετάζει τα όρια μεταξύ του προσωπικού και του πολιτικού». Έργα της, όπως «Η φάρσα», το «Ζιγκ ζαγκ στις νεραντζιές» και το «Τι μένει από τη νύχτα», έχουν εδραιώσει τη θέση της στον διεθνή λογοτεχνικό κόσμο, ενώ η δυνατότητά της να συνδυάζει κοινωνική και πολιτική κριτική με βαθιά ανθρώπινες ιστορίες έχει ευαισθητοποιήσει κριτικούς και αναγνώστες παγκοσμίως.

Ακόμα και αν οι προβλέψεις των στοιχημάτων δεν επαληθευτούν, η αναφορά στο όνομά της αποτελεί ήδη σημαντική επιτυχία για την ελληνική λογοτεχνία. Είναι σπάνιο φαινόμενο για μια Ελληνίδα συγγραφέα να συζητείται τόσο έντονα για το Νόμπελ, ενώ ταυτόχρονα εντάσσεται σε μια λίστα με διακεκριμένα ονόματα από τον διεθνή χώρο. Μεταξύ των φαβορί για το φετινό βραβείο συμπεριλαμβάνονται επίσης η Κινέζα συγγραφέας Can Xue, ο Ιάπωνας λογοτέχνης Χαρούκι Μουρακάμι και η Καναδή συγγραφέας Μάργκαρετ Άτγουντ, καθιστώντας την υποψηφιότητα της Σωτηροπούλου ιδιαίτερα τιμητική.

 

Εξερευνώντας τα όρια της ανθρώπινης ύπαρξης

Η Eρση Σωτηροπούλου γεννήθηκε το 1953 στην Πάτρα και αποτελεί μία από τις πιο αναγνωρίσιμες και πολυβραβευμένες Ελληνίδες συγγραφείς. Σπούδασε φιλοσοφία και πολιτιστική ανθρωπολογία στη Φλωρεντία, ενώ είχε αρχικά ξεκινήσει τις σπουδές της στο Παρίσι. Η σχέση της με την πρωτεύουσα της Γαλλίας διακόπηκε λόγω του έρωτα με τον πρώτο της σύζυγο, αλλά η καριέρα της την οδήγησε σε μια διεθνή πορεία. Εζησε επίσης στη Ρώμη, όπου εργάστηκε ως μορφωτική σύμβουλος στην ελληνική πρεσβεία, θέση από την οποία παραιτήθηκε, παρόλο που είχε ήδη μονιμοποιηθεί, προκειμένου ν' αφοσιωθεί στο συγγραφικό της έργο.

Η νεανική της επανάσταση απέναντι στον καθωσπρεπισμό της επαρχίας και τη δικτατορία της Ελλάδας ήταν καταλυτική για τον διαμορφωτικό της χαρακτήρα. Στην Πάτρα, κατά την εφηβεία της, βίωσε τη φτώχεια, αλλά και την ελευθερία που της προσέφερε η καθημερινότητα της «Πάνω Πόλης», όπως έχει περιγράψει σε συνεντεύξεις της. Η Αθήνα, ωστόσο, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της συγγραφικής της ταυτότητας, καθώς εκεί ξεκίνησε να γράφει από την ηλικία των 8-9 ετών, αρχικά από πλήξη. Από τότε η Σωτηροπούλου παραμένει αφοσιωμένη στη λογοτεχνία, εξερευνώντας τα όρια της ανθρώπινης ύπαρξης μέσα από τα γραπτά της.

Ενα από τα πιο πολυσυζητημένα έργα της είναι το μυθιστόρημα «Ζιγκ ζαγκ στις νεραντζιές» (εκδ. Πατάκης), το οποίο προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων όταν χαρακτηρίστηκε «πορνογραφικό» από τον βουλευτή Πέτρο Τατούλη το 2001. Ακολούθησαν δικαστικές διαμάχες που οδήγησαν στην προσωρινή απαγόρευση του βιβλίου από τις σχολικές βιβλιοθήκες, ωστόσο, η απόφαση ανατράπηκε αργότερα. Το μυθιστόρημα αυτό τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας του 2000 και το βραβείο μυθιστορήματος του περιοδικού Διαβάζω. Παράλληλα, έχει μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες και έχει κυκλοφορήσει σε σημαντικές αγορές όπως η Γαλλία, η Γερμανία, οι ΗΠΑ, η Ισπανία και η Σουηδία.

Το συγγραφικό της έργο δεν περιορίζεται μόνο σε αυτό το βιβλίο. Η Ερση Σωτηροπούλου έχει κερδίσει το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος για τη συλλογή «Να νιώθεις μπλε, να ντύνεσαι κόκκινα», ενώ το μυθιστόρημά της «Τι μένει από τη νύχτα» απέσπασε το Βραβείο Μεσόγειος στη Γαλλία και το Εθνικό Βραβείο ALTA 2019 στις ΗΠΑ, γεγονός που ενισχύει την διεθνή της φήμη. Η συγγραφέας έχει επίσης τιμηθεί με το Βραβείο Ποίησης Dante Alighieri στην Ιταλία, ενώ το μυθιστόρημά της «Εύα» κέρδισε το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών και ήταν υποψήφιο για το ευρωπαϊκό βραβείο Prix du Livre Europeen στη γαλλική του έκδοση.

Παρά τις επιτυχίες της, η Σωτηροπούλου παραμένει προσγειωμένη και συνειδητοποιημένη για τη σημασία των βραβείων. Σε συνεντεύξεις της, έχει δηλώσει ότι τα βραβεία προσφέρουν μια σύντομη χαρά, αλλά η πραγματική αξία τους είναι ότι αναγνωρίζουν τον κόπο πολλών ετών. Παράλληλα, η ίδια εκφράζει την ανάγκη της για απομόνωση και μοναξιά προκειμένου να συγκεντρωθεί στο έργο της, κάτι που όπως έχει δηλώσει, η Αθήνα δεν της επιτρέπει εύκολα.

Η μεγάλη απώλεια

Το 2023, η Σωτηροπούλου έχασε τον σύζυγό της Μιχάλη (Μισέλ) Δημόπουλο, επί σειρά ετών διευθυντή του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, μια απώλεια που την επηρέασε βαθιά. Η μοναξιά, άλλωστε, είναι ένα από τα κεντρικά θέματα στα έργα της, όπως έχει αναφέρει σε πολλές συνεντεύξεις. Οι ανθρώπινες σχέσεις, η αίσθηση του απομονωμένου ατόμου στον σύγχρονο κόσμο και η διάδραση της καθημερινότητας με την πολιτική πραγματικότητα, είναι μερικά από τα θέματα που θίγει στη δουλειά της με ιδιαίτερη οξυδέρκεια.

Οι νικητές των τελευταίων ετών

Τα τελευταία χρόνια, το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας έχει τιμήσει συγγραφείς με μοναδικές φωνές και βαθιά επιρροή στη σύγχρονη λογοτεχνία. Από διαφορετικές χώρες και πολιτισμούς, οι νικητές ξεχωρίζουν για την ικανότητά τους να επανερμηνεύουν την ανθρώπινη εμπειρία μέσα από μοναδικές αφηγήσεις και ιδιαίτερους προβληματισμούς. Ο Καζούο Ισιγκούρο, Βρετανός συγγραφέας ιαπωνικής καταγωγής, βραβεύτηκε το 2017 για τα μυθιστορήματά του που εξερευνούν θέματα όπως η αγάπη, η μνήμη και το πέρασμα του χρόνου. Το έργο του χαρακτηρίζεται από τη λεπτή ισορροπία ανάμεσα στο ιστορικό και το προσωπικό, όπως φαίνεται στο πασίγνωστο μυθιστόρημά του «Τα απομεινάρια μιας μέρας» (εκδ. Ψυχογιός). Ο Ισιγκούρο αναλύει τις εσωτερικές συγκρούσεις των χαρακτήρων του, καθώς και τη σημασία της μνήμης και της προσωπικής ταυτότητας.

Η Πολωνή συγγραφέας Όλγκα Τοκάρτσουκ, που τιμήθηκε το 2018, είναι γνωστή για την αφηγηματική της δεξιοτεχνία που υπερβαίνει τα είδη και τις συμβάσεις της λογοτεχνίας. Στα έργα της, όπως το «Πλάνητες» και το «Οδήγησε το αλέτρι σου πάνω από τα οστά των νεκρών» (εκδ. Καστανιώτης), αναλύει θέματα ταυτότητας, περιβάλλοντος και ιστορίας. Με τη γραφή της, η Τοκάρτσουκ δημιουργεί πολυεπίπεδες αφηγήσεις, προσκαλώντας τον αναγνώστη να αναστοχαστεί τον ρόλο του ανθρώπου στον κόσμο. Το 2019, ο Αυστριακός Πέτερ Χάντκε κέρδισε το Νόμπελ για την πολυετή λογοτεχνική του προσφορά, που επικεντρώνεται στην εξερεύνηση της γλώσσας και της επικοινωνίας. Στα έργα του, όπως «Η αγωνία του τερματοφύλακα πριν από το πέναλτι» (εκδ. Gutenberg), ο Χάντκε διερευνά τις δυνατότητες και τα όρια της έκφρασης, προσφέροντας φιλοσοφικές και ενδοσκοπικές προσεγγίσεις για την ανθρώπινη συνείδηση.

Η Αμερικανίδα ποιήτρια Λουίζ Γκλικ, η οποία βραβεύτηκε το 2020, ξεχωρίζει για την καθαρότητα και την ειλικρίνεια της ποιητικής της φωνής. Τα έργα της, όπως η συλλογή «Η άγρια ίρις» (εκδ. Στερέωμα), αποτυπώνουν την ανθρώπινη εμπειρία με λιτότητα και συναισθηματική ένταση, προσδίδοντας καθολική διάσταση στις πιο ατομικές και προσωπικές στιγμές της ζωής. Ο Αμπντουλραζάκ Γκούρνα, συγγραφέας με καταγωγή από την Τανζανία και τη Βρετανία, βραβεύτηκε ένα χρόνο αργότερα για την εξερεύνηση θεμάτων όπως ο εκτοπισμός, η ταυτότητα και η αποικιοκρατία. Τα έργα του, όπως το «Παράδεισος» (εκδ. Ψυχογιός), εστιάζουν στις επιπτώσεις της αποικιοκρατίας και στη διαμόρφωση της προσωπικής και εθνικής ταυτότητας μέσα από την ιστορική και κοινωνική αναταραχή.

Το 2022, η Γαλλίδα συγγραφέας Ανί Ερνό τιμήθηκε για το αυτοβιογραφικό της στυλ γραφής. Στα έργα της, όπως το «Τα χρόνια» (εκδ. Μεταίχμιο), θίγει ζητήματα μνήμης, ταυτότητας και το πέρασμα του χρόνου, προσφέροντας μια προσωπική ματιά που συνδυάζει μυθοπλασία και πραγματικά γεγονότα, αναδεικνύοντας τις πολυπλοκότητες της ανθρώπινης εμπειρίας. Κλείνοντας, ο Νορβηγός συγγραφέας Τζον Φόσε βραβεύτηκε πριν από ένα χρόνο για το θάρρος και την οξυδέρκεια με την οποία αναλύει τις αποξενώσεις και τους περιορισμούς της προσωπικής μνήμης. Με έργα που αγγίζουν την υπαρξιακή και κοινωνική διάσταση της ανθρώπινης κατάστασης, ο Φόσε δημιουργεί αφηγήσεις που συγκινούν και προκαλούν βαθιά σκέψη.

Νόμπελ λογοτεχνίαςΣουηδίαΠατάκηςβραβείο