Σινεμά|18.05.2021 11:25

Wonder Woman 1984: Έρχεται στους κινηματογράφους στις 21 Μαΐου

Newsroom

H δεκαετία του 1980 ζωντανεύει μπροστά στα μάτια μας με την περίφημη Wonder Woman να αντιμετωπίζει δύο ολοκαίνουριους εχθρούς σε μία φαντασμαγορική νέα περιπέτεια. Η δημιουργός Πάτι Τζένκινς επιστρέφει δυναμικά και σκηνοθετεί την πρωταγωνίστρια Γκαλ Γκαντότ στον ομώνυμο ρόλο μαζί με τους Κρις Πάιν (“Star Trek”), Κρίστεν Γουίγκ (“Bridesmaids”, “Ghostbusters”), Πέδρο Πασκάλ (“Game of Thrones”) και Ρόμπιν Ράιτ (“House of Cards”). Η δεύτερη απολαυστική και καταιγιστική υπερπαραγωγή για τη δυναμική υπερωίδα της DC, που όλες και όλοι περιμέναμε να εμφανιστεί για να σώσει τον κόσμο.

Ένδοξη δεκαετία ’80: Ο κόσμος απειλείται για μια ακόμα φορά και μόνο η Wonder Woman μπορεί να τον σώσει. H Νταϊάνα Πρινς (Γκαλ Γκαντότ) ζει ήσυχα ανάμεσα στους κοινούς θνητούς την εποχή της αφθονίας, όταν όλοι επιθυμούν να τα έχουν όλα. Παρόλο που έχει εξελίξει όλες τις δυνάμεις της, παραμένει συγκρατημένη, αναλαμβάνοντας την επιμέλεια αρχαίων θησαυρών και κρύβοντας την υπερωική της φύση. Δεν αργεί η στιγμή που η Νταϊάνα θα κληθεί να βγει στο προσκήνιο και να επιστρατεύσει όλη τη σοφία, τη δύναμη και το κουράγιο της για να σώσει την ανθρωπότητα από τα ίδια της τα λάθη.

Η Wonder Woman ξαναχτυπά

H Wonder Woman επιστρέφει με μία επική περιπέτεια που στέλνει το κοινό στο πρόσφατο παρελθόν και την πρωταγωνίστρια σε ένα ταξίδι σε ολόκληρο τον πλανήτη. Βρισκόμαστε στο 1984 και οι περήφανες ΗΠΑ είναι στο απόγειο της δύναμης τους, αντλώντας το καλύτερο και το χειρότερο από τους Αμερικανούς. Ο καταναλωτισμός, ο πλούτος, η τέχνη, η τεχνολογία, η δόξα… όλα είναι προσιτά και η απληστία κυριεύει τους πάντες. Ένα τοπίο πολύ διαφορετικό από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο που σύστησε στους θεατές τη Wonder Woman το 2017. Η δεκαετία του ’80 είναι ιδανική για να προκαλέσει το αίσθημα της δικαιοσύνης και της αυταπάρνησης στην καρδιά της πρωταγωνίστριας, που θα κληθεί για μια ακόμη φορά να σώσει τον κόσμο.

Η δημιουργός Πάτι Τζένκινς έβαλε στόχο να γεμίσει τη μεγάλη οθόνη με μία φαντασμαγορική ταινία. «Στην πρώτη ταινία, η Νταϊάνα ήρθε σε επαφή με το πρώτο κύμα μηχανοποίησης του κόσμου. Αυτή τη φορά έρχεται σε επαφή με την ανθρωπότητα στο απόγειο της, στην υπερβολή της» δηλώνει η δημιουργός. «Η ταινία έχει κάτι για κάθε θεατή, ο πυρήνας της ιστορίας δεν χάνει την ουσία της Wonder Woman: είναι θετική, θαρραλέα. Είναι το τέλειο παράδειγμα όλων όσων μπορούν να καταφέρουν οι υπερήρωες, να μας δείξουν τον καλύτερο εαυτό μας και να μας θυμίσουν ότι μπορούμε να δημιουργήσουμε έναν καλύτερο κόσμο».

Η Γκαλ Γκαντότ, που επιστρέφει στον διπλό ρόλο της Νταϊάνα Πρινς και της Wonder Woman λέει: «Στην πρώτη ταινία η Νταϊάνα έμαθε τι σημαίνει να ζει κοντά στους ανθρώπους. Τώρα, έχει μάθει να νιώθει όπως οι άνθρωποι». Η Γκαντότ θυμάται πώς ξεκίνησε η ιστορία. «Η Πάτι κι εγώ δουλεύαμε στην πρώτη ταινία και δεν ξέραμε πώς θα αντιδράσει το κοινό. Αλλά μας αρέσει να κάνουμε μεγάλα όνειρα» χαμογελάει. «Σκεφτήκαμε ότι αν κάναμε δεύτερη ταινία, θα ήταν ένα άλλο κεφάλαιο στη ζωή της». Με δεδομένο ότι η πρωταγωνίστρια έχει μία πολύ βαθιά σύνδεση με την απλή ανθρώπινη εμπειρία, που σημαίνει ότι έχει μάθει να νιώθει εύθραυστη, υπάρχει ένα άτομο που η Νταϊάνα έχει χάσει, αλλά συνεχίζει να έχει μέσα στην καρδιά της, τον Στιβ Τρέβορ. Η δημιουργός κρατάει μυστικές τις συνθήκες που επιτρέπουν την επιστροφή του χαρακτήρα. «Η Γκαλ και ο Κρις (Πάιν) ήξεραν από την πρώτη ταινία τι τους περίμενε αν κάναμε δεύτερη».

Ο Κρις Πάιν, που επιστρέφει στον καταλυτικό ρόλο του, λέει: «Η Πάτι ήξερε πώς θα επέστρεφε ο Στιβ και είναι καταπληκτική αφηγήτρια, κινηματογραφικά και δια ζώσης. Είχα ενθουσιαστεί με την προοπτική να επιστρέψω σε έναν κόσμο που θα δημιουργούσε εκείνη». Αν στην πρώτη ταινία η Νταϊάνα εκτίθεται στον έρωτα, σε αυτή την ταινία, η Γκαντότ εξηγεί ότι εξερευνά μία άλλη ποιότητα του χαρακτήρα. «Αυτή η ταινία έχει να κάνει με την αλήθεια, που ακούγεται απλή, αλλά τελικά είναι σύνθετη. Ως άνθρωποι, πρέπει να μάθουμε να εκτιμάμε το εδώ και τώρα, την αλήθεια μιας κατάστασης». Η Νταϊάνα έχει πειστεί ότι δεν μπορεί να τα έχει όλα. Μέχρι που ξαφνικά αντιμετωπίζει τη μόνη επιθυμία της, τη λαχτάρα της να πιστέψει και όλες οι αμφιβολίες της παραμερίζονται. Αλλά σχεδόν αμέσως, η επανένωση της Νταϊάνα και του Στιβ διακόπτεται από δύο εχθρούς: τον Μάξουελ Λορντ και την Τσιτάχ. Η Κρίστεν Γουίνγκ αναλαμβάνει τον διπλό ρόλο της αδέξιας και μελετηρής Μπάρμπαρας Μινέρβα και του alter ego Τσίταχ, μιας από τις πιο άξιες αντιπάλους της Wonder Woman.

«Όταν η Πάτι με κάλεσε για να συμμετάσχω στην ταινία, είπα αμέσως ναι, γιατί λάτρεψα την πρώτη ταινία. Ήταν τόσο απλό. Μετά διάβασα το σενάριο, μου άρεσε η εξέλιξη του χαρακτήρα, πόσο αλλάζει και πόσο κακιά γίνεται. Πάντα ήθελα να κάνω κάτι τέτοιο, οπότε ήταν ένα όνειρο για μένα να την υποδυθώ» λέει η ηθοποιός. Ο Μάξουελ Λόρντ, ένας κακός που μπήκε στον κόσμο της DC τη δεκαετία του ’80, παίρνει σάρκα και οστά από τον Πέδρο Πασκάλ. Ο ηθοποιός ενδιαφέρθηκε τόσο για τη συνεργασία με την Τζένκινς όσο και για τον ρόλο. «Η εποχή που με επηρέασε και έμεινε στο μυαλό μου πιο πολύ από άλλες είναι, καλώς ή κακώς, η δεκαετία του ’80» λέει γελώντας. «Αυτό το αίσθημα νοσταλγίας, να βυθίζεσαι στον κόσμο μιας δημιουργού που το καταλαβαίνει τόσο καλά… Ποιος δεν θα ήθελε να συμμετάσχει στην εξερεύνηση ενός χαρακτήρα σαν τη Wonder Woman, μία υπερηρωίδα που δεν ξέραμε πόσο πολύ χρειαζόμασταν;».

Η δεκαετία του ’80 έδωσε την ευκαιρία στους συντελεστές να σχεδιάσουν μία μοναδική ατμόσφαιρα. Για την Τζένκινς η εποχή αυτή ήταν μία σίγουρη επιλογή. «Η αρχική ιδέα ήρθε από την επιθυμία να δω τη Wonder Woman στη δική μου εποχή, μία εποχή που για μένα είναι συνώνυμη με τη Wonder Woman σε σχέση με το πόσο δημοφιλής ήταν τότε. Ήταν διασκεδαστική πρόκληση να κάνω μία ταινία που αναπαράγει την αίσθηση του να βλέπεις μία ταινία τότε, να είναι αυθεντική σε σχέση με αυτή την εμπειρία» λέει η Τζένκινς.

Οι καλοί και οι κακοί

Η Νταϊάνα Πρινς ζει ήσυχα ανάμεσα στους ανθρώπους και δουλεύει σαν ανθρωπολόγος και αρχαιολόγος. Δεν παίζει πια το παιχνίδι των υπερηρώων φανερά, ό,τι κάνει γίνεται μυστικά. «Στην πρώτη ταινία εδραιώσαμε τον χαρακτήρα και είπαμε την ιστορία της ενηλικίωσης της και τώρα έχει έρθει η ώρα να εξερευνήσουμε τον χαρακτήρα περαιτέρω» λέει η Γκαντότ. «Η Νταϊάνα έχει ζήσει σ’ αυτό τον κόσμο αρκετά και τώρα δεν είναι πια αφελής, αλλά είναι μοναχική. Είναι δύσκολο να αφήσει το παρελθόν πίσω της. Παρ΄όλο που δείχνει να εμπλέκεται, δεν το κάνει. Λειτουργεί στη σκιά. Έχει πολλά επίπεδα και είναι σύνθετη. Με εμπνέει. Θα τη δούμε να περνάει κάτι πολύ ισχυρό και οικείο σε αυτήν την ιστορία». «Οι σκηνές μάχης είναι κομμάτι της διαδρομής της. Τη βλέπουμε στα καλύτερα της, μία Αμαζόνα που μπορεί να κάνει τα πάντα, μάχεται με εγκληματίες, σώζει πολίτες και πολλά ακόμα… Το ρίσκο που θα πάρει αυτή τη φορά είναι πολύ μεγάλο…» λέει η Γκαντότ.

Σ’ αυτή την ταινία η Νταϊάνα συναντά ξανά τον Στιβ Τρέβορ, τον έρωτα της ζωής της, που έχει χάσει 70 ολόκληρα χρόνια. Τα συναισθήματα του για την Νταϊάνα είναι πιο έντονα από ποτέ, όπως και τα δικά της για εκείνον. Ο Πάιν λέει σχετικά: «Χαίρομαι που επέστρεψα και αυτή τη φορά εγώ ήμουν το ψάρι έξω από το νερό, όπως η Γκαλ στην πρώτη ταινία. Τώρα είναι ο Στιβ που έρχεται σε επαφή με έναν νέο κόσμο. Αυτή τη φορά παίζω κάποιον που νιώθει δέος για τα μαγικά πράγματα αυτού του κόσμο. Όπως έναν φούρνο μικροκυμάτων». Ο Πάιν ευχαριστήθηκε την ευκαιρία να συνεργαστεί ξανά με την Γκαντότ. «Ήταν σαν να γυρίζω σπίτι. Έχω μάθει ότι η χημεία δεν μπορεί να είναι ψεύτικη, οπότε ήταν ωραία που η χημεία προϋπήρχε. Η Γκαλ είναι πολύ ανοιχτός άνθρωπος. Ακτινοβολεί ζεστασιά και το χαμόγελο της φωτίζει όλο τον χώρο. Το καλύτερο είναι ότι γελάμε πολύ». Ο ηθοποιός εκτιμά πολύ το θάρρος της Νταϊάνα. «Αν μιλάμε για εξυπνάδα και όλα αυτά, η Νταϊάνα δεν χρειάζεται έναν άντρα. Οπότε, είναι επιλογή της. Εννοώ ο έρωτας είναι ένα από τα μεγαλύτερα δώρα, δεν είναι υπέροχο να ερωτεύεσαι;». Δυστυχώς, η επανένωση παγώνει γιατί ο κόσμος κινδυνεύει. Για τον Πάιν, αυτό σήμαινε πολλές σκηνές μάχης, αν και είναι η Wonder Woman αυτή που κάνει την πιο δύσκολη δουλειά. «Είναι προνόμιο μου να υποδύομαι ξανά αυτό το είδωλο και μάλιστα μαζί με τον Κρις, που είναι καταπληκτικός. Νιώσαμε ότι δεν μπορούσαμε να τον αφήσουμε και χαίρομαι που οι σεναριογράφοι βρήκαν έναν πρωτότυπο τρόπο να τον επαναφέρουν» λέει η Γκαντότ για τη συνεργασία της με τον Πάιν.

Μία διπρόσωπη εχθρός

Παρ’ όλο που είναι κλεισμένη στον εαυτό της, η Νταϊάνα κάνει παρέα με μία νέα συνάδελφο στο μουσείο, την Μπάρμπαρα Μινέρβα, μια κοινωνικά απροσάρμοστη γεωλόγο με αυτοσαρκαστική διάθεση. Κανείς δεν της δίνει σημασία και η ίδια πιστεύει ότι αυτό οφείλεται στο ότι δουλεύει με την Νταϊάνα, που τραβάει όλη την προσοχή πάνω της, όπου κι αν βρεθεί. Τον ρόλο υποδύεται η Κρίστεν Γουίγκ. «Η Μπάρμπαρα Μινέρβα είναι μια γυναίκα που περνάει απαρατήρητη, αλλά πάντα ήθελε να έχει περισσότερα, να έχει φίλους, έρωτα…» λέει η ηθοποιός.

«Παρ’ όλο που είναι έξυπνη, είναι ανασφαλής και δεν της αρέσει ο εαυτός της, οπότε προσπαθεί σκληρά. Όταν βλέπει πόσο όμορφη και στιλάτη είναι η Νταϊάνα, θέλει να της μοιάσει». Στην αρχή, αυτό είναι αμοιβαίο. «Η Νταϊάνα βλέπει κάτι στην Μπάρμπαρα που είναι ανοιχτή και θέλει να είναι μέρος της κοινωνίας, γιατί και η Νταϊάνα νιώθει απομονωμένη. Συνδέονται με έναν έντονο τρόπο» λέει η Γουίγκ. Τα νύχια της Μπάρμπαρα αρχίζουν να φαίνονται όταν μεταμορφώνεται από φίλη σε εχθρό. Η μεταμόρφωση είναι εσωτερική και εξωτερική. Από απλή κοπέλα γίνεται ακραία, ως αποτέλεσμα συσσωρευμένης οργής και θυμού, γίνεται αναπάντεχα δυνατή. Από λεία γίνεται θηρευτής. «Η μεταμόρφωση της είναι συναισθηματική και σωματική. Αρχίζει να φοράει πιο κολλητά ρούχα, μακιγιάρεται. Τότε προσέχει ότι οι άλλοι την προσέχουν και της αρέσει. Η συμπεριφορά της αλλάζει».

Ένας δυνατός αντίπαλος

Ένας ακόμα δυνατός αντίπαλος είναι ο Μάξουελ Λορντ, ένας στυγνός επιχειρηματίας που προσκαλεί τον κόσμο να επενδύσει στο πετρέλαιο που υποτίθεται ότι έχει βρει. «Αυτό που έχει ενδιαφέρον με τον Μαξ είναι ότι μοιάζει οικείος: διαζευγμένος, με ένα παιδί, που θέλει να του παρέχει τα πάντα. Ζει πλουσιοπάροχα και πρέπει να φτάσει μακριά για να αποδείξει την αξία του στον κόσμο και τον γιο του. Αυτό τον κάνει έναν πραγματικό κακό της DC» λέει ο Πέδρο Πασκάλ που τον υποδύεται. «Μου αρέσει η σχέση του Μαξ με την Μπάρμπαρα. Αντί να τον υποδυθώ σαν έναν χειριστικό, αρχομανή και μονοκόμματο άνθρωπο, ήταν πιο ενδιαφέρον να τον δω εντυπωσιασμένο μαζί της και να δημιουργήσω μία σχέση αμοιβαίου συμφέροντος, όπως αυτές που έχουν οι συνένοχοι» λέει ο Πασκάλ.

«Ο Πέδρο Πασκάλ είναι ένας καταπληκτικός ηθοποιός» λέει η Τζένκινς. «Έπαιξε έναν διαφορετικό κακό, έναν κακό που κάνει άσχημα πράγματα για κατανοητούς λόγους. Με εντυπωσίασε στο γύρισμα με τη σύνθετη και εκπληκτική του ερμηνεία». Ό,τι θέλουμε να είμαστε Σε όλη την ταινία, η Νταϊάνα παραμένει πιστή στην ανθρωπότητα και την αποκατάσταση της δικαιοσύνης. Αλλά είναι η αλήθεια της που καθορίζει αν θα γίνει η μαχήτρια που χρειάζεται ο κόσμος.

Η Γκαντότ επισημαίνει: «Το όραμα της Πάτι στην ταινία είναι πολύ φιλόδοξο. Όλος ο κόσμος κινδυνεύει και η ταινία έχει τέσσερις παράλληλες πλοκές, τη Wonder Woman, τον Στιβ Τρέβορ, την Τσίτα και τον Μαξ Λορντ. Όλες οι ιστορίες είναι προσωπικές και οικείες, αλλά την ίδια στιγμή γεμάτες δράση και μεγαλείο. Μια ταινία γεμάτη συναίσθημα και ταυτόχρονα διασκεδαστική. Πραγματικά δίνει στο κοινό όλον τον ενθουσιασμό και τη δράση μίας υπερηρωικής ταινίας, αλλά και κάτι να σκεφτεί. Αγαπώ τις ταινίες που το κάνουν αυτό». «Υπάρχουν πολλοί υπερήρωες» λέει η σκηνοθέτιδα Πάτι Τζένκινς. «Ο καθένας συμβολίζει κάτι διαφορετικό. Τους θαυμάζω όλους. Αλλά η κλασική αποστολή ενός υπερήρωα είναι η φαντασία και η εκπλήρωση μιας επιθυμίας, είναι ό,τι θέλουμε να είμαστε. Οι υπερήρωες απαντάνε σε αυτή την ερώτηση: Αν μπορούσες να πετάξεις, είχες υπερηρωικές δυνάμεις και μπορούσες να χτυπήσεις τη ρίζα του κακού, θα το έκανες; Ως δημιουργοί, παίρνουμε αυτούς τους αγαπημένους χαρακτήρες που κάνουν εκπληκτικά πράγματα και απαντάμε αυτή την ερώτηση με τρόπους που αφορούν και διασκεδάζουν το κοινό. Περί αυτού πρόκειται. Για μένα η Wonder Woman είναι η καλύτερη, η επιτομή όλων αυτών που εκπροσωπούν οι υπερήρωες».

Παραλειπόμενα

  • Μόνο για την εναρκτήρια σκηνή της ταινίας που διαδραματίζεται κατά τη διάρκεια αγώνων μεταξύ των Αμαζόνων, η δημιουργός επιστράτευσε 242 ηθοποιούς, κασκαντέρ, αθλήτριες και ιππεύτριες από όλο τον κόσμο. Καθεμιά πέρασε από έντονη προπόνηση για να ανταποκριθεί στις ανάγκες της σκηνής. Επιπλέον, χρειάστηκαν 38 γυναίκες κασκαντέρ για τις πολλές σκηνές μάχης και δράσης της ταινίας.
  • Για τις ανάγκες της ταινίας, η ομάδα του σχεδιασμού παραγωγής έντυσε ένα άδειο mall με 65 μαγαζιά με την αισθητική της δεκαετίας του ’80.
  • Για να αποδώσει σωστά τις κινήσεις ενός θηρευτικού αιλουροειδούς, η Γουίγκ έκανε ειδική προετοιμασία για οχτώ μήνες πριν το γύρισμα. «Για να παίξω την Τσιτάχ, χρειάστηκε να ενσωματώσω κάποιες κινήσεις αιλουροειδούς, όπως κινήσεις των ώμων, τον τρόπο που σαρώνουν τα νύχια τους, το κύρτωμα της ράχης. Δεν ήθελα να αποκτήσω όγκο με τη γυμναστική, γιατί η τσίτα είναι μακρόστενη».
  • Για τα κουστούμια μιας σκηνής που διαδραματίζεται σε επίσημο δείπνο, η ενδυματολογική ομάδα εμπνεύστηκε από φωτογραφίες εκδηλώσεων στον Λευκό Οίκο με οικοδεσπότες το ζεύγος Νάνσι και Ρόναλντ Ρίγκαν.
  • Η ενδυματολογική ομάδα κλήθηκε να ντύσει 2.850 κομπάρσους με ρούχα της δεκαετίας του ’80.
  • Για να δημιουργηθεί η Χρυσή Πανοπλία της Wonder Woman χρειάστηκε η δουλειά 40 ανθρώπων από τον σχεδιασμό μέχρι την υλοποίηση. Αποτελείται από 93 κομμάτια που εφαρμόζουν στο σώμα, ενώ φέρει 264 μεμονωμένα φτερά. Η ομάδα δημιούργησε 14 αντίγραφα της Χρυσής Πανοπλίας για τις διαφορετικές σκηνές δράσης.
  • Η ενδυματολογική ομάδα της ταινίας αποτελούνταν από 100 άτομα, ενώ η ομάδα του μακιγιάζ και των κομμώσεων επιστράτευσε 48 επαγγελματίες.

Wonder WomanWonder Woman 1984Γκαλ Γκαντότ