Οι ταινίες της εβδομάδας: «Black Adam» με τον Ντουέιν Τζόνσον και το ρομαντικό αστυνομικό θρίλερ «Απόφαση Φυγής» του Παρκ Τσαν-γουκ
NewsroomΗ φθινοπωρινή ψύχρα σε συνδυασμό με το άνοιγμα των χειμερινών κινηματογράφων ανέβασαν αισθητά τα εισιτήρια την τελευταία εβδομάδα, καθώς η εποχή φαίνεται ότι ταιριάζει με τις ταινίες τρόμου και τα παιδικά animation ν' συνεχίζουν να τραβούν το ευρύ κοινό. Οι έξι νέες ταινίες, για αυτή την εβδομάδα, που έχουν το δικό τους ενδιαφέρον είναι: Το ρομαντικό αστυνομικό θρίλερ «Απόφαση Φυγής» του νοτιοκορεάτη Παρκ Τσαν-γουκ, το δράμα του Γέρζι Σκολιμόφσκι «ΕΟ», το ιταλικό δράμα «Για την Κιάρα», η περιπέτεια φαντασίας «Black Adam» με τον Ντουέιν Τζόνσον και η περιπέτεια κινουμένων σχεδίων «TAD: Η Σμαραγδένια Πλάκα» από την Ισπανία. Επίσης, προβάλλεται, σε αποκατεστημένη έκδοση, το αριστούργημα του 1964 «Η Μεγάλη Πόλη» του μέγιστου Σατγιαζίτ Ράι.
Απόφαση Φυγής (Decision to Leave)
Δραματικό αστυνομικό θρίλερ / Σκηνοθεσία: Παρκ Τσαν-γουκ / Παίζουν: Παρκ Χάε-Ιλ, Τανγκ Γουέι, Γκο Κιούνγκ-Πιο, Κιμ Σιν γιουνγκ κ.ά.
Υπέρ του δέοντος φιλόδοξη ταινία από τον γνωστό Νοτιοκορεάτη σκηνοθέτη Παρκ Τσαν-γουκ («Oldboy», «Η Υπηρέτρια», «Η Εκδίκηση μιας Κυρίας») που μπορεί να σαγηνεύει τη ματιά με υπέροχες σκηνές, να συμπαρασύρει τον θεατή με τη στιλάτη σκηνοθεσία του, με τη συναισθηματική εσωτερική φόρτιση των ηρώων του, αλλά επιλέγει μία κινηματογραφική γλώσσα εντελώς ιδιότροπη, πλασμένη για τους φεστιβαλικούς κύκλους, αγνοώντας πλήρως τον αμύητο θεατή.
Μια ταινία, που ξεκινά ως αστυνομικό θρίλερ, με έντονη νουάρ ατμόσφαιρα, αλλά στη βάση του κρύβει μία αντισυμβατική ερωτική ιστορία, που παραπέμπει στο γνωστό ψυχαναλυτικό προβληματισμό του Χίτσκοκ, χωρίς, βεβαίως το στιβαρό χέρι του «μετρ».
Ο Νοτιοκορεάτης δημιουργός, με την αλλοπρόσαλλη αφήγησή του, μπερδεύοντας τον χρόνο και τον χώρο, με πλάνα από το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον, βάζει τον θεατή σε έναν λαβύρινθο μυστηρίου και ανεξήγητων καταστάσεων, χωρίς να νοιάζεται για την υπόθεση, το μυστήριο, τα γεγονότα, για να αποθεώσει τον ανεξήγητο έρωτα, τον ανεκπλήρωτο πόθο.
Το σενάριο θέλει τον Χάε-τζουν, έναν 35χρονο αστυνομικό ντετέκτιβ, στην Μπουσάν, όπου κυριαρχεί το έγκλημα, να απασχολείται πλήρως με τη δουλειά του, ξεφεύγοντας και από την ανιαρή συζυγική ζωή του. Όπως λέει χαρακτηριστικά για τη χρόνια αϋπνία του: «δεν είναι ότι έχασα τον ύπνο μου γιατί παρακολουθώ υπόπτους. Παρακολουθώ υπόπτους γιατί δεν έχω ύπνο». Όταν ένας ηλικιωμένος έμπειρος ορειβάτης βρίσκεται νεκρός, πεσμένος από την κορυφή ενός βράχου, οι υποψίες του στρέφονται προς τη νεαρή όμορφη χήρα του, που δείχνει να μην λυπάται ιδιαίτερα για τον χαμό του. Και παρότι, η νεαρή χήρα έχει άλλοθι, αυτός πιστεύει στην ενοχή της και ταυτόχρονα την ερωτεύεται κεραυνοβόλα. Είναι, τελικά, μία αδίστακτη γυναίκα ή μία τρυφερή κοπέλα, που απλώς είναι εξοικειωμένη με τον θάνατο;
Η απάντηση στο ερώτημα δεν είναι το μείζον για τον Παρκ Τσαν-γουκ, καθώς προτιμά να βουλιάξει τον θεατή σε ένα στόρι και ένα κλίμα που μπορεί να μοιάζει με νουάρ, αλλά το μυστήριο της υπόθεσης μοιάζει ως πρόφαση για την ανάδειξη της γοητευτικής σχέσης του ζευγαριού.
Από κάποια στιγμή και μετά είναι φανερό ότι αυτό που νοιάζει τον σκηνοθέτη είναι ο ανεκπλήρωτος, χωρίς λογική, έρωτας, που φτάνει στα όρια του μελοδράματος, έχοντας ως πρόσχημα το αστυνομικό μυστήριο, για να αναφερθεί στις ανθρώπινες σχέσεις, να σπάσει τα κλασικά στερεότυπα. Ωστόσο, οι ενστάσεις είναι πολλές και κυρίως για τον κινηματογραφικό του βερμπαλισμό, την προσπάθεια εντυπωσιασμού με τις τεχνικές ικανότητες του Παρκ Τσαν-γουκ.
Το πρωταγωνιστικό ζευγάρι διαθέτει τη χημεία, τη γοητεία και την υποκριτική ικανότητα, αλλά δεν είναι λίγες οι φορές που πίσω από τον ρομαντισμό, το ερωτικό κάλεσμα, δεν υπάρχει κάτι στέρεο και πως όλα βρίσκονται στον αέρα.
EO (IO)
Δραματική ταινία / Σκηνοθεσία: Γέρζι Σκολιμόφσκι / Παίζουν: Σάντρα Ντζριμάλσκα, Λορέντζο Ζούρζολο, Ιζαμπέλ Ιπέρ, Ματέους Κοζιούκεβιτς κ.ά.
Ο βετεράνος Γέρζι Σκολιμόφσκι, αποτολμά να ακολουθήσει τα βήματα του Ρομπέρ Μπρεσόν και την αριστουργηματική του ταινία «Στην Τύχη ο Μπαλτάζαρ» απ' την οποία εμπνέεται για το δικό του φιλμ. Ο Μπρεσόν, με τη λιτή του φόρμα, αρνούμενος να συμβιβαστεί με προηγούμενες κινηματογραφικές συμβάσεις, θα μεταφέρει ελεύθερα τον «Ηλίθιο» του Ντοστογιέφσκι, με ήρωα έναν γάϊδαρο και τα επεισόδια της ζωής του, τα οποία θα είναι χωρισμένα στα επτά θανάσιμα αμαρτήματα.
Ο Πολωνός σκηνοθέτης, με αξιοπρόσεκτη φιλμογραφία («Deep End», «Moonlighting» κλπ) κατά το παρελθόν, δεν θα ακολουθήσει τον κύκλο της ζωής, όπως ο Μπρεσόν, ούτε θα αγγίξει τον πυρήνα της εσωτερικότητας του γαλλικού φιλμ, προτιμώντας να σταθεί περισσότερο στην επιφάνεια και ν' αναδείξει ανθρώπινους χαρακτήρες, καλούς και κακούς, όπως συνήθως συμβαίνει στη ζωή, έχοντας ως οδηγό ένα ταπεινό γάιδαρο, που έχει μάθει να υπομένει κάθε δυσκολία της σύντομης ζωής του.
Το συμπαθέστατο τετράποδο, θα ξεκινήσει τη διαδρομή του από ένα τσίρκο, για να περάσει από διάφορα σπίτια, όπου θα εκμεταλλευθούν τη χρησιμότητά του. Θα χρησιμεύσει για τη θεραπεία μιας ομάδας παιδιών με αναπηρία, θα γίνει καθοριστικός παράγοντας σε ένα παιχνίδι ποδοσφαίρου, θα περάσει από την έπαυλη μίας κοντέσας, για να καταλήξει σε μια φάρμα με αγελάδες.
Ο Σκολιμόφσκι, αρνούμενος να χρησιμοποιήσει ειδικά εφέ, θα έχει στη διάθεσή του έξι διαφορετικά γαϊδούρια, για να βγάλει εις πέρας την ταινία του, κάτι που θα του δώσει πόντους σε αληθοφάνεια και τη ζεστασιά που προκαλεί στην ψυχή το αγαπημένο και τόσο ταλαιπωρημένο, από τους ανθρώπους, ζώο, αλλά συνάμα θα τον βαρύνει φορτώνοντας τον, με αχρείαστους συμβολισμούς, χάνοντας στη διαδρομή και το πραγματικό νόημα αυτού του ταξιδιού.
Επιπλέον, οι στιλιζαρισμένες σκηνές και η έντονη δραματικότητα θα φορτίσουν επιτηδευμένα τη συγκίνηση, ενώ ταυτόχρονα ο Σκολιμόφσκι, εν αντιθέσει με τη θρησκευτικότητα του Μπρεσόν, θα προτιμήσει να προβάλλει οικολογικά και φιλόζωα μηνύματα, ταιριαστά και με την εποχή, αλλά και συνηθισμένους προβληματισμούς για το μέλλον της Ευρώπης.
Οι έξι γάιδαροι κερδίζουν εύκολα τις εντυπώσεις, χωρίς να τα πηγαίνουν άσχημα και οι ηθοποιοί -ανάμεσά τους και η Ιζαμπέλ Ιπέρ, στο ρόλο της κοντέσας- σε ένα φιλμ που βλέπεται με ενδιαφέρον παρά τις όποιες αστοχίες του και χωρίς, βεβαίως, να μπορεί να συγκριθεί με τη μεγαλειώδη ταινία του Μπρεσόν.
Για την Κιάρα (A Chiara)
Δραματική ταινία / Σκηνοθεσία: Τζόνας Καρπινιάνο / Παίζουν: Σουάμι Ροτόλο, Κλαούντιο Ροτόλο, Γκρέτσια Ροτόλο, Καρμέλα Φούμο, Πίο Αμάτο κ.ά.
Η επιλογή του Τζόνας Καρπινιάνο να χρησιμοποιήσει ως πρωταγωνιστές μη επαγγελματίες ηθοποιούς και μέλη της ίδιας οικογένειας, σε αυτό το γκανγκστερικό δράμα, αποτελεί ίσως το πιο ενδιαφέρον χαρακτηριστικό τής ταινίας, που γυρίστηκε στον νότο της Ιταλίας, στην Καλαβρία, η οποία μαστίζεται από τη διαβόητη εγκληματική οργάνωση Ντραγκέτα.
Σε μια προσπάθεια αναβίωσης του νεορεαλισμού, ο Τζόνας Καρπινιάνο, θα μπει βαθιά στον μικρόκοσμο της Καλαβρίας, με πρωταγωνιστές που γνωρίζουν καλά τι σημαίνει ιταλικός Νότος, η αποπνικτική σχέση με τους μαφιόζους και μια φοβισμένη κοινωνία που έχει και τα δικά της προβλήματα. Το στόρι του, η ταινία του έχει τους δικούς της κώδικες, όπως και η κοινωνία της Καλαβρίας. Κώδικες που κάποιες φορές λειτουργούν καίρια στην παράξενη γοητεία του φιλμ και άλλες πάλι όχι, δίνοντας την αίσθηση μιας ιδιοτροπίας.
Συνάμα, είναι και μια ταινία ενηλικίωσης και χειραφέτησης για την κεντρική ηρωίδα, ένα 16χρονο κορίτσι που ψάχνει να βρει τον πατέρα της, ο οποίος εμπλέκεται με την Ντραγκέτα και εξαφανίζεται ξαφνικά.
Το διαπεραστικό βλέμμα της πρωταγωνίστριας Σουάμι Ροτόλο, κερδίζει τον θεατή, όπως και η διερευνητική ματιά του Καρπινιάνο, πάνω στους ανθρώπους, μιας κλειστής κοινωνίας που έχει συμβιβαστεί με τον κόσμο τής μαφίας, από την οποία αφαιρεί κάθε γοητεία. Ωστόσο, ο Καρπινιάνο πέφτει και σε αχρείαστα φάουλ, με την εκτεταμένη χρήση τής κάμερας στο χέρι, κουράζοντας τον θεατή, ορισμένα ανεξήγητα σημεία του σεναρίου, αλλά και κάποιες σκηνές που θα μπορούσαν να είχαν κοπεί στο μοντάζ, δίνοντας περισσότερο νεύρο στο στόρι του και στην αποτελεσματικότητα της ταινίας.
Πάντως, η ταινία του Καρπινιάνο, το τελευταίο μέρος μιας τριλογίας, που ξεκίνησε με το «Mediterranea» και ακολούθως με το «A Ciambra» και βραβεύτηκε στο Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών στις Κάννες πέρσι, έχει το δικό της ενδιαφέρον, διαθέτοντας μια ιδιαίτερη ματιά και ορισμένες σημαντικές παρατηρήσεις κοινωνιολογικής σημασίας, ενώ η πρωτοεμφανιζόμενη χαρισματική Σουάμι Ροτόλο καταφέρνει να σηκώσει στους νεανικούς της ώμους σχεδόν όλη την ταινία και να αφήσει υποσχέσεις για ένα αξιοπρόσεκτο μέλλον.
Black Adam
Περιπέτεια φαντασίας / Σκηνοθεσία: Ζομ Κολέτ-Σέρα / Παίζουν: Ντουέιν Τζόνσον, Σάρα Σάχι, Άλντις Χοτζ, Νόα Σεντινέο, Τζένιφερ Χόλαντ, Πιρς Μπρόσναν κ.ά.
Ο συμπαθέστατος Ντουέιν Τζόνσον, που μπορεί να μην έχει ιδιαίτερες υποκριτικές ικανότητες, αλλά μας θυμίζει χωρίς φιοριτούρες σε μεγάλο βαθμό τους «μασίστες» της δεκαετίας του '60, έχει ήδη στο ενεργητικό του μια πολύχρονη πρωταγωνιστική πορεία σε δυναμικές ταινίες δράσης. Εδώ, για πρώτη φορά θα φορέσει την υπερηρωική στολή της DC για να μεταμορφωθεί στον Black Adam και να δώσει το δικό του, αρκετά πιο οικείο, στίγμα στο διαδεδομένο κινηματογραφικό είδος.
Πρόκειται για το ενδέκατο κεφάλαιο της DC, μετά την επιτυχία του «Shazam!», από όπου τσιμπήσανε τον χαρακτήρα του Black Adam, για να κάνουν τη δική του αυτοτελή ταινία. Ο Ντουέιν Τζόνσον, ως Black Adam, αφού θα αποκτήσει πανίσχυρες δυνάμεις από επιβλητικούς αρχαίους θεούς, θα μείνει αιχμάλωτος για αιώνες, αλλά θα καταφέρει να απελευθερωθεί και αναγεννημένος θ' αποδώσει δικαιοσύνη στον κόσμο, με τον δικό του ξεχωριστό τρόπο.
Υπό τη σκηνοθετική καθοδήγηση του έμπειρου στην περιπέτεια Ζομ Κολέ Σερά («Ο Επιβάτης», «Σε Ρηχά Νερά»), ο οποίος έχει ξανασυνεργαστεί με τον The Rock στην άνευρη αλλά εμπορικά πετυχημένη «Περιπέτεια στη Ζούγκλα», ο Τζόνσον ζωηρεύει τον χάρτινο αντιήρωα, ενώ το φιλμ έχει όλα τα γνώριμα συστατικά και πετυχημένες συνταγές του είδους -θεαματικές μονομαχίες, χορογραφημένο ξύλο, το απαιτούμενο χιουμοράκι- και κυλάει ευχάριστα προσφέροντας ένα ανώδυνο ψυχαγωγικό δίωρο, δίχως, βεβαίως, ιδιαίτερες απαιτήσεις.
Εκτός από τον Ντουέιν Τζόνσον, που εμφανίζεται αρκετά καλύτερος από τον μέσο όρο των πρωταγωνιστών σε υπερηρωικές ταινίες, το υπόλοιπο καστ παραμένει συνεπές σε αυτό που κάνει, ενώ ξεχωρίζουν οι Σάρα Σάχι, Άλντις Χοτζ και Νόα Σεντινέο.
TAD: Η Σμαραγδένια Πλάκα (Tad the Lost Explorer and the Emerald Tablet)
Παιδική περιπέτεια κινουμένων σχεδίων, σε σκηνοθεσία Ενρίκε Γκάτο
Ένας γκαφατζής αρχαιολόγος, ένας αντί-Ιντιάνα Τζόουνς, θα χαρίσει άπλετο γέλιο στους μικρούς μας φίλους, σε αυτή την ευχάριστη παιδική animation περιπέτεια, ισπανικής προέλευσης και με την υπογραφή του Ενρίκε Γκάτο.
Ο αρχαιολόγος Ταντ, που είναι αδέξιος, ονειροπόλος και φοβιτσιάρης, δεν διαθέτει ιδιαίτερη γοητεία ούτε χαρισματικές ικανότητες, αλλά έχει ψυχή και μία αποφασισμένη παρέα μαζί του για να κάνει το χρέος του απέναντι στην ανθρωπότητα, ταξιδεύοντας στην άκρη της γης για να εξολοθρεύσει επικίνδυνες μαγικές δυνάμεις.
Εντάξει, δεν μιλάμε για μια ξεχωριστή ταινία κινουμένων σχεδίων, αλλά σίγουρα αξίζει τα λεφτά της, καθώς επιπλέον δημιουργεί και μία οικειότητα στο νεανικό κοινό, με τις σινεφιλικές αναφορές από τις ταινίες του αγαπημένου ήρωα Ιντιάνα Τζόουνς. Η ταινία προβάλλεται μεταγλωττισμένη στα ελληνικά.
Προβάλλεται ακόμη η ταινία
Η Μεγάλη Πόλη (Mahanagar): Από τις μεγάλες ταινίες της 7ης Τέχνης, που υπογράφει ο κορυφαίος Ινδός σκηνοθέτης Σατγιαζίτ Ράι («Η Τριλογία του Απού»), ένας από τους σημαντικότερους δημιουργούς, παγκόσμιας κλάσης, που δίδαξε το μεγαλείο της απλότητας. Εδώ, σκηνοθετεί ένα περίτεχνα συνταρακτικό δράμα για τη γυναικεία χειραφέτηση και τις φυλετικές διακρίσεις. Τοποθετεί την ιστορία του στην Καλκούτα του '60, όπου μία σύζυγος και νοικοκυρά, από μία μεσοαστική και συντηρητική οικογένεια, πιάνει δουλειά ως πωλήτρια, παρά τις αντιρρήσεις του περίγυρου. Σαν μάγος αληθινός αφαιρεί από την κάμερα τον φακό και φέρνει την εικόνα απευθείας στον θεατή.
Ο νεορεαλισμός αποκτά την ανατολίτικη μαγεία, απογειώνοντας το φιλμ πέρα από κάθε προσδοκία. Ο Ράι θα μιλήσει για ακόμη μία φορά για τα στερεότυπα που πλήττουν τη γυναίκα, την κοινωνία, τις φυλετικές διακρίσεις, τη βρετανική αποικιοκρατική μόλυνση ενός έθνους. Ένα ακόμη κινηματογραφικό διαμάντι, βραβευμένο με την Ασημένια Άρκτο στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου το 1964, που προβάλλεται σε αποκατεστημένη έκδοση και στο οποίο πρωταγωνιστούν εξαιρετικά οι Μαντχάμπι Μουχέρτζι, Ανίλ Τσατέρτζι και Χαρέν Σατέρτζι.
*Με πληροφορίες από ΑΠΕ - ΜΠΕ, Χάρης Αναγνωστάκης
- Πού οδηγούνται οι ελληνοτουρκικές σχέσεις: Την οδό της διπλωματίας επιλέγει η Αθήνα - Στον δρόμο των προκλήσεων επιμένει η Άγκυρα
- Στα σκαριά Εθνική Στρατηγική για το περπάτημα - Στην... αναμονή η αντίστοιχη για ποδηλασία
- Οι εμμονές 6 δικτατόρων: Από τα παγωτά του Φιντέλ στα πατατάκια του Σαντάμ και στον έρωτα του Καντάφι
- Αυξήσεις στα διόδια από το ράλι του πληθωρισμού - Πετάει το κόστος των ταξιδιών
- Τι είναι το σύνδρομο του απατεώνα απ’ το οποίο δήλωσε πως πάσχει η Gigi Hadid και πώς μπορεί να επηρεάσει τη ζωή σου;
- Το Θεαγένειο εκπέμπει «SOS»: Τον... έναν χρόνο φτάνει η λίστα αναμονής για χειρουργεία - Ένας νοσηλευτής για 30 ασθενείς
- Στον Εισαγγελέα η Ειρήνη Μουρτζούκου - Κρύβεται από τις κάμερες
- Το δύσκολο σταυροδρόμι της κυβέρνησης, η σύλληψη Ρωμανού και η αλλαγή ατζέντας
- Η Σοφία Βεργκάρα υποδεικνύει πως χορεύουν οι λατινοαμερικάνες για την περίοδο των Ευχαριστιών