Σινεμά|26.08.2023 07:55

Είδαμε την ταινία Οπενχάιμερ: Δεν ήταν αριστούργημα, όμως με λίγη προσπάθεια βλεπόταν – Ένας Νόλαν δεν έφερε την άνοιξη

Νίκος Τζιανίδης
Σετ φωτογραφιών, σύρετε προς τα αριστερά

Την είδαμε την ταινία «Οπενχάιμερ» του Νόλαν· αριστούργημα δεν την λες. Ήταν απλά μια ταινία, που με λίγη υπομονή και προσπάθεια την έφτανες μέχρι τέλους…

Σαν έτοιμοι από καιρό, διαβάζοντας μέρες πριν και μελετώντας τη ζωή του Ρόμπερτ Οπενχάιμερ, με το που βγήκε στις αίθουσες η ταινία του Κρίστοφερ Νόλαν κλείσαμε θέσεις. Ήταν απόβραδο Πέμπτης με τη θέρμη του καλοκαιριού να έχει γαντζωθεί στους τοίχους των σπιτιών σαν κισσός και να μην λέει να μαραθεί.

Ήταν Πέμπτη, εννιά η ώρα κι' είχε πια σκοτεινιάσει. Τα τζιτζίκια ατάραχα, που δεν κατέχουν από ατομικές βόμβες και άλλα τέτοια όμορφα ανθρώπινα, δεν σέβονταν ούτε θεατές, ούτε τον Πατέρα της Ατομικής Βόμβας, που συγκινημένος (επί οθόνης) παράστεκε στον τοκετό του «ολετήρα των ανθρώπων»… Κι όπως θα καταλάβατε, σε θερινό κινηματογράφο παρακολουθήσαμε το πόνημα του άριστου σκηνοθέτη της «Δουνκέρκης»· λάθος μέγα! Σε τέτοιες ταινίες, που βαστάνε τρεις ώρες, απαιτείται σιωπή εκκλησιαστική, προσήλωση σαν σε χειρουργείο, δίχως περισπασμούς και παράπλευρες παρενοχλήσεις.

Τέλος πάντων, κάτι η ζέστη, κάτι τα λοίσθια του θέρους που έπνεαν ημερολογιακά, είπαμε: «Καλοκαιρινό σινεμά;»... Καλοκαιρινό!
Και η ταινία άρχισε να τρέχει στην οθόνη· οι μπροστινοί ούτε που το κατάλαβαν: οικογένεια ολόκληρη είχαν στήσει φαγοπότι με μπίρες, κάτι κόκκινα ξεραμένα πατατάκια που τα λένε νάτσος και κουβάδες ποπ κορν. Πάει καλάαα.

Οι γάτες έκαναν πάρτι στους τοίχους πλάι κυνηγώντας τριζόνια… Έξω από τον κινηματογράφο έλεγες πως γίνεται αγώνας MotoGP. Οι επίδοξοι «Βαλεντίνο Ρόσι» σπιρούνιζαν τις μηχανές τους και τις έκαναν να βρυχώνται κόβοντας μας το αίμα. Κι άντε μετά από όλα αυτά να δεις ταινία; Και τι ταινία; Με σενάριο «Πόλεμος και Ειρήνη»! Πρέπει να ήταν πάνω από 1000 σελίδες οι διάλογοι των ηθοποιών. Αδολεσχείς συνομιλίες, όπως σε ταινίες του Γούντι Άλεν, που μια κουβέντα να χάσεις, πάει η συνέχεια.
Εδώ μια επισήμανση: η πολυσχιδής ζωή του Ρόμπερτ Οπενχάιμερ, η αναμεμιγμένη με την επιστήμη, την πολιτική, την ίντριγκα, τις φιλοδοξίες και κυρίως με την Ιστορία, μόνο με πολυσέλιδο σενάριο θα μπορούσε να καλυφθεί. Ο Νόλαν το 'χασε· πολύλογος περιττολόγος, σε ένα θέμα επικεντρωμένος, μας κούρασε!

Κι έτσι κύλησε το πρώτο μισό της ταινίας: πίσω μπρος στον χρόνο· λόγια, πολλά λόγια, επιστημονικοί όροι που με απολυτήριο Λυκείου και στη Φυσική με βαθμό 11,4 έκανες πως καταλάβαινες, όμως η άγνοιά σε τσιμπούσε στο νου σαν τα κουνούπια στις γάμπες και σε έκανε να ομολογείς: «μάλλον έλειπα σ’ εκείνο το μάθημα κβαντικής φυσικής…». Και κάποια στιγμή, στο πρώτο μέρος της ταινίας, κατάλαβες ότι λείπεις κι από την ταινία… Ο Μίλτος Τεντόγλου προσπαθούσε για το χρυσό άλμα στο Παγκόσμιο του στίβου στη Βουδαπέστη κι εγώ είχα το νου στην ζωντανή μετάδοση, μέσω κινητού τηλεφώνου, να μην το χάσω… Κι όταν πια ο άλτης πήδηξε στα 8,52 έκανα να πηδήξω κι εγώ, αλλά το απλανές βλέμμα του Κίλιαν Μέρφι με επανάφερε στην πλαστική καρέκλα μου…

Μιας και ο λόγος για στίβο. Τι μου θύμισε η ταινία, τουλάχιστον το πρώτο «μισό» της; Κούρσα 10 χιλιομέτρων σε Ολυμπιακούς Αγώνες: στην αρχή αργή κι αδιάφορη με τους αθλητές να προσέχουν την τακτική και τις ανάσες τους και στο φινάλε κρεσέντο, με τρεις τέσσερις να πέφτουν στον τερματισμό! Έτσι και η ταινία: αργή στην αρχή και μέχρι τη μέση πιο γρήγορη και μετά τερματισμός… 

Όλη η ένταση κράτησε, μέχρι την δοκιμή της πρώτης ατομικής βόμβας στην έρημο. Κάτι υπαρξιακές αναζητήσεις του «Οπενχάιμερ», κάτι ερωτικά παιχνίδια με το παρελθόν και κάτι ξεσπάσματα του «στρατηγού» Ματ Ντέιμον, πέρασαν απαρατήρητα…
Έσκασε η βόμβα; Ε, πόσο να κράτησε όλο αυτό; Δέκα, δεκαπέντε λεπτά; Σ' εκείνον τον χρόνο ήταν που η εικόνα, ο ήχος και οι ερμηνείες τα συναισθήματα σε κράτησαν ακούνητο στην καρέκλα. Και μετά, άντε η όλη ιστορία με την Άδεια Ασφαλείας να σέρνεται…
Μέχρι τέλους έτσι πήγε. Ούτε «ταινία τρόμου», που έγραψαν οι Αμερικανοί, ούτε «συγκίνηση», ούτε «αγωνία» για το (γνωστό) τέλος. Μια φράση μας έμεινε από τους τρίωρους, καταρρακτώδεις διαλόγους: «Αν η πατρίδα, που της έχεις προσφέρει τόσα σου συμπεριφέρεται έτσι, γύρισέ της την πλάτη»! Αυτό, δια στόματος «Άλμπερτ Αϊνστάιν» και ήταν το ηθικό δίδαγμα της όλης υπόθεσης.

Α, και κάτι άλλο: ένας επιστήμων του μεγέθους του Οπενχάιμερ θα έπρεπε να αποκλείσει και το 0,5% της περίπτωσης του να καταστραφεί ο κόσμος από την εργασία της ομάδας του. Ο «Όπι» το άφησε στην τύχη. Κατάπτυστος!

Τώρα, το αν ο Οπενχάιμερ είχε τύψεις για τον όλεθρο που πρόσφερε στους ανθρώπους και αν ο αριβισμός και η αναλγησία των Ηνωμένων Πολιτειών έχουν πυθμένα, έχει ξεκαθαριστεί από την Ιστορία χρόνια πριν και δεν περιμέναμε τον Νόλαν να μας το αναλύσει. Το φινάλε συμπυκώνει, σαν γάλα εβαπορέ, τη σκηνή που δικαιολογεί ολόκληρη την ταινία: Οπενχάιμερ με Αϊνστάιν συνομιλούν και πίσω τους έρχεται σαν σκια ο χαφιές, ο «τίποτας», που πάντα ακολουθεί και τροχίζει το κύρος των σημαντικών! 

Όχι, ο «Οπενχάιμερ» δεν ήταν ούτε «Λίστα του Σίντλερ», ούτε «Πολίτης Κέιν», ούτε «Έβδομη Σφραγίδα», ούτε «Διάσωση του Στρατιώτη Ράιαν»· ήταν «Όσα παίρνει ο Άνεμος» της διαφήμισης από τα Μέσα, ήταν η «Μεγάλη Χίμαιρα» του Χόλιγουντ, που με «Barbie» και «Τα Πάντα Όλα» δεν δίνεις λάμψη στα τριμμένα σου αρχοντικά ρούχα, που έχουν παλιώσει πια. Από τις εξαιρετικές βιογραφικές ταινίες της 10ετίας του '30, όπως «Η ζωή του Εμίλ Ζολά» ή «Η Ιστορία του Λουί Παστέρ» με πρωταγωνιστή τον Πολ Μιούνι, έχουν τρέξει χιλιάδες χιλιομέτρων σελιλόιντ και ο κινηματογράφος έχει εξελιχθεί, όμως τίποτα δεν είναι πιο θλιβερό από τον θάνατο μιας ψευδαίσθησης. Και ο «Οπενχάιμερ» ήταν η ψευδαίσθηση, πως επιτέλους το Χόλιγουντ ώδινεν όρος και θα έτεκεν όρος...

Οι ερμηνείες των ηθοποιών άριστες. Θα δίναμε το Όσκαρ Β’ Ανδρικού Ρόλου στον Ρόμπερτ Ντάουνι τζούνιορ δίχως συζήτηση και θα περιμέναμε να δούμε κι άλλες ερμηνείες για να καταλήξουμε αν το Όσκαρ Α’ Ανδρικού το αξίζει ο Κίλιαν Μέρφι, που ήταν άψογος.

Συνοψίζοντας: Ήταν Ταινία! Με αρχή, μέση και τέλος. Με ξεκάθαρο (αν και σχοινοτενές) σενάριο, με δυνατό καστ και κορυφαίες ερμηνείες. Τώρα, αν ήταν και μια ώρα λιγότερη δεν θα έχανε κάτι από την αίγλη της… Μια μίνι σειρά οκτώ επεισοδίων θα ήταν ό,τι έπρεπε, ίσως. Πολύ κακό για το τίποτα; Ασφαλώς και όχι. Θα την ξαναβλέπαμε; Ασφαλώς και όχι!  Ήταν αριστούργημα; Ασφαλώς και όχι!  Ήταν ατομικής ισχύος; Όλμος 4,2’’, ίσως. Ήταν η καλύτερη της τελευταίας 10ετίας; Μμμμ, ασφαλώς και ναι!

Και με έναν ποιητικό επίλογο να κλείσουμε: τα χελιδόνια των Μίντια διαλάλησαν την άνοιξη, αλλά αυτή δεν ήρθε. Ένας Νόλαν δεν φέρνει την άνοιξη…

Υ.Γ: Η πιο πάνω κατάθεση εμπειρίας, πόρρω απέχει από την κριτική ενός εξειδικευμένου κριτικού κινηματογράφου· είδαμε την ταινία με τη ματιά του απλού θεατή, που αγαπάει τον καλό κινηματογράφο και καμιά φορά στο τέλος... συγκινείται.

Κίλιαν ΜέρφιΚρίστοφερ ΝόλανΧόλιγουντταινίεςκινηματογράφοςειδήσεις τώραΟπενχάιμερ