Οι ταινίες της εβδομάδας: Γαλλικό συναίσθημα, αμερικάνικα θρίλερ και ο απολαυστικός Μπόγκαρντ
NewsroomΤα πρωτοβρόχια του Σεπτεμβρίου έφεραν καταιγίδα από ταινίες, καθώς οχτώ πρεμιέρες και δυο επανεκδόσεις «βγαίνουν» αυτή την εβδομάδα στους κινηματογράφους. Ξεχωρίζει το αισθηματικό δράμα του καταξιωμένου Στεφάν Μπριζέ «Μαζί Ξανά» και η αστυνομική περιπέτεια «Άπληστοι Άνθρωποι» του Πότσι Πονσιρόλι. Ωστόσο, η επανέκδοση του αριστουργηματικού φιλμ νουάρ «Ο Μεγάλος Ύπνος», με Μπόγκαρντ και Μπακόλ και με υπογραφή Χάουαρντ Χοκς, κλέβει την παράσταση.
«Μαζί Ξανά» (Hors-Saison)
Αισθηματικό δράμα, γαλλικής παραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Στεφάν Μπριζέ, με τους Γκιγιόμ Κανέ, Άλμπα Ρορβάχερ, Σαρίφ Αντουρά, Λουσέτ Μποντίν κα.
Ο Στεφάν Μπριζέ, καταξιωμένος για το διεισδυτικό πολιτικό και κοινωνικό του σινεμά («Σε Πόλεμο», «Ο Νόμος της Αγοράς»), σε τούτη δω την τελευταία του ταινία, δοκιμάζει κάτι εντελώς διαφορετικό, μπαίνοντας στο χώρο της ρομαντικής δραμεντί και αποδεικνύοντας ότι μπορεί να τα καταφέρει πολύ καλύτερα ακόμη και από τους «μετρ» του είδους.
Ο Γάλλος σκηνοθέτης, με την ταινία του, που προβλήθηκε στο διαγωνιστικό τμήμα του Φεστιβάλ Καννών, φτιάχνει μια έξοχη δραμεντί, γεμάτη ευαισθησία, μελαγχολική ρομαντική ματιά, κινηματογραφώντας χαμηλόφωνα, ένα περίπλοκο ρομάντζο, μια σύντομη συνάντηση δυο παλαιών εραστών - των άψογων Γκιγιόμ Κανέ και Άλμπα Ρορβάχερ, που ξαναβρίσκονται τυχαία μετά από πολλά χρόνια για να θυμηθούν με ωριμότητα τη σχέση τους.
Ο Ματιέ, ένας ηθοποιός του σινεμά, λίγο πριν το ντεμπούτο του στο θέατρο, από το άγχος και τον πανικό εγκαταλείπει τα πάντα για να περάσει μια εβδομάδα, εκτός σεζόν, σε ένα παραθαλάσσιο κέντρο θαλασσοθεραπείας στη δυτική Γαλλία. Η παρουσία του δεν θα περάσει απαρατήρητη από τους ντόπιους και σύντομα θα λάβει ένα μήνυμα από έναν παλιό του έρωτα, την Αλίτσε, η οποία κατά τύχη μένει εκεί κοντά. Έτσι, δεκάξι χρόνια μετά τον χωρισμό τους, που οφείλεται στον Ματιέ, οι δυο τους θα ξανασυναντηθούν.
Κι εκεί που περιμένεις ένα ρομάντζο, που θα βρίθει από κλισέ, αισθηματικές κορυφώσεις και μελιστάλαχτες καταστάσεις, βρίσκεσαι μπροστά σε μια ταινία που κατορθώνει να ξεπεράσει τις όποιες προσδοκίες, να κινηθεί μακριά από συνταγές και μελοδραματισμούς, για να μιλήσει καθαρά για τις ανθρώπινες σχέσεις, τον έρωτα, τη διαφορετική οπτική, την ουσία της ανθρώπινης ζωής.
Ο Μπριζέ, δουλεύοντας διεξοδικά τους χαρακτήρες των Κανιέ και Ρορβάχερ, θα προβάλλει την αλήθεια τους, θα τους δώσει σάρκα και οστά, αλλά και ψυχή. Είναι αληθινοί, με αδυναμίες, ορισμένες φορές απροσδόκητοι και ευμετάβλητοι, όπως οι κανονικοί άνθρωποι, συνθέτοντας ένα από τα ομορφότερα και ιδιαίτερα ζευγάρια της μεγάλης οθόνης των τελευταίων χρόνων.
Το καλογραμμένο σενάριο, από τον Μπριζέ και την Μαρί Ντρικέρ, που εμπεριέχει αρκετές δόσεις χιούμορ και συγκίνησης, βρίσκει ευρηματικούς τρόπους να σκάψει βαθύτερα από το σύνηθες στις προσωπικότητες των ηρώων και να φέρει στο προσκήνιο την ουσία. Για τους λόγους που ερωτευόμαστε, τους ανθρώπους που επιλέγουμε ή απορρίπτουμε, για τις καταστάσεις, την ψυχολογία και τα πρόσωπα που μας οδηγούν σε άλλες επιλογές συντρόφου, τον χρόνο που μας διαμορφώνει, για το πώς μας βλέπουν οι άλλοι και είναι δύσκολο να κατανοήσουμε. Και βεβαίως, για τον τρόπο που ζούμε με τα «πρέπει» των άλλων, για τη μελαγχολική πλευρά της φύσης του ανθρώπου, που μπορεί να ξεπλυθεί από τα δάκρια ακόμη κι αν έχουν μια πίκρα αυτογνωσίας.
Ο Μπριζέ, είναι φανερό ότι η ενσυναίσθηση, με την οποία προσεγγίζει τα κοινωνικά προβλήματα με τα οποία καταπιάνεται και τον έχουν καθιερώσει, τον βοηθάει να εισέλθει και στα βαθιά πελάγη του συναισθηματισμού, που γίνονται αγριεμένα κύματα, όταν χτυπούν την ακτή στη δυτική Γαλλία.
«Μία Συνηθισμένη Υπόθεση» (Le Fil)
Αστυνομικό δράμα, γαλλικής παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Ντανιέλ Οτέιγ, με τους Ντανιέλ Οτέιγ, Γκρεγκορί Γκαντεμπουά, Ορόρ Οτελί, Σίντσε Μπάμπετ Κνούτσεν, Αλίς Μπελαϊντί, Γκαετάν Ρουσέλ κα.
Για την ακρίβεια, ένα συνηθισμένο δικαστικό δράμα, με το οποίο επιστρέφει ως σκηνοθέτης ο διάσημος Γάλλος ηθοποιός Ντανιέλ Οτέιγ, που κρατά και τον πρωταγωνιστικό ρόλο, έχοντας μαζί του τον δυνατό καρατερίστα Γκρεγκορί Γκαντεμπουά. Τα ωραία, όμως, ολοκληρώνονται με το ακαταμάχητο πρωταγωνιστικό δίδυμο, το οποίο κάνει ό,τι μπορεί για να κρατήσει το ενδιαφέρον ζωντανό μέχρι το τέλος, καθώς το σενάριο φαίνεται ότι έχει γραφτεί μόνο και μόνο για το φινάλε των ανατροπών.
Το φιλμ, που έκανε πρεμιέρα στο φεστιβάλ των Καννών, αλλά εκτός διαγωνισμού, βασίζεται στα κείμενα ενός δικηγόρου που άνοιξε ένα μπλογκ το 2008 και μεταφέρθηκαν σε ένα βιβλίο το 2011 και εμπεριέχονται σε αυτά πραγματικές δικαστικές ιστορίες.
Ο Ζαν Μονιέ, ένας απογοητευμένος δικηγόρος, καλείται να υπερασπιστεί τον Νίκολα Μίλικ, έναν άνδρα με πέντε παιδιά, που κατηγορείται για τη δολοφονία της αλκοολικής συζύγου του, μία ιστορία που φτάνει στη δικαστική αίθουσα έπειτα από πολλά χρόνια. Ενώ όλα αρχικά δείχνουν την ενοχή του, ο Μονιέ αναλαμβάνει την υπόθεση πεπεισμένος για την αθωότητά του, καθώς πιστεύει ότι πρόκειται για έναν καλό άνθρωπο που δεν είχε κανένα κίνητρο, για να διαπράξει φόνο. Καθώς οι έρευνές του τον στέλνουν πίσω στη νύχτα της δολοφονίας και στην οικογενειακή δυναμική, έρχεται ακόμη πιο κοντά με τον πελάτη του, αυξάνοντας την πίεση να τον υπερασπιστεί.
Ο Οτέιγ, επιλέγει να αναλύσει μεθοδικά, αλλά και υπερβολικά την υπόθεση, με τα πέρα δώθε μεταξύ των ακροάσεων, την ανάλυση των στοιχείων, τις μαρτυρίες, την ανάκριση και με αναδρομές στα τρία χρόνια έρευνας που ήταν φυλακισμένος ο κατηγορούμενος, ο οποίος μένει μακριά από τα πέντε παιδιά του, που μεγάλωσε μόνος του. Η ταινία στέκεται υπερβολικά γύρω από τις συζητήσεις των δύο μοναχικών ανδρών (δικηγόρου - κατηγορούμενου) με τον δεύτερο να επιμένει ότι η γυναίκα του δεν επιστρέφει και πως το μόνο που έχει είναι τα παιδιά του.
Οι σκηνές εντός δικαστηρίου δεν διαφέρει από τις συνήθεις κινηματογραφικές μεταφορές δικαστικών δραμάτων, αλλά το βασικότερο πρόβλημα της ταινίας βρίσκεται στην εσκεμμένη επιβράδυνση του σεναρίου και άσκοπων πλάνων, που απλώς γεμίζουν το φιλμ και παρατείνουν χωρίς λόγο τη διάρκειά του, μερικές φορές εκνευριστικά, βάζοντας στο επίκεντρο τις κινήσεις και το ψυχολογικό βάρος του πρωταγωνιστή, σεναριογράφου και σκηνοθέτη, που μάταια προσπαθεί να ζωντανέψει την αγωνία και το ενδιαφέρον του θεατή και αποδεικνύοντας, για μια ακόμη φορά ότι μια καλή ιστορία - που ερμηνεύουν έξοχοι ηθοποιοί - δεν κάνει απαραίτητα και μια καλή ταινία.
«Απληστοι Άνθρωποι» (Greedy People)
Αστυνομική περιπέτεια, αμερικάνικης παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Πότσι Πονσιρέλι, με τους Χιμς Πατέλ, Τζέιμς Γκόρντον Λέβιτ, Λίλι Τζέιμς, Τιμ Μπλέικ κα.
Ο φέρελπις σκηνοθέτης και σεναριογράφος Πότσι Πονσιρόλι, του αντισυμβατικού γουέστερν «Old Henry», θα στήσει μία σκοτεινή αστυνομική κωμωδία, με ήρωες βγαλμένους από το σύμπαν των αδελφών Κοέν. Όμως, ο Πονσιρόλι ορισμένες φορές πιάνει και ανανεώνει ακόμη και εμπνεύσεις των Κοέν, ενώ οι επιρροές της ταινίας του με το «Φάργκο», είναι περισσότερες απ' όσο ίσως θα έπρεπε, για να δείξει μέχρι πού μπορεί να φτάσει η απληστία του ανθρώπου.
Ο νέος και άπειρος αστυνομικός Γουίλ φτάνει μαζί με την ετοιμόγεννη γυναίκα του, στη μικρή ειδυλλιακή πόλη Πρόβιντενς της Ανατολικής Ακτής, για να ενταχθεί στο τοπικό αστυνομικό τμήμα, που πλήττει από την ησυχία. Εκεί θα έχει για συνεργάτη τον ιδιόρρυθμο Τέρι. Όταν ο Γουίλ λαμβάνει μία κλήση για ληστεία και χωρίς να έχει δίπλα του τον συνεργάτη του, αποφασίζει να δράσει ο ίδιος, μπαίνοντας στο σπίτι απ' το οποίο έγινε η κλήση και βρίσκεται αντιμέτωπος μόνο με την ιδιοκτήτριά του, που πανικόβλητη θα του επιτεθεί, θα παλέψουν και από μία κακή στιγμή η μεσήλικας θα τραυματιστεί θανάσιμα. Όταν καλεί τον συνάδελφό του, αυτός τυχαία θα ανακαλύψει ένα εκατομμύριο δολάρια και θα αποφασίσουν να κρατήσουν τα χρήματα και να παρουσιάσουν το περιστατικό ως εγκληματική ενέργεια. Μόνο που η ιστορία αρχίζει να περιπλέκεται περαιτέρω όταν ο άντρας της νεκρής γυναίκας αποκαλύπτεται ότι είχε προσλάβει έναν φονιά για να τη βγάλει από τη μέση, η γυναίκα του Γουίλ ανακαλύπτει τα χρήματα και οι φήμες στη μικρή κοινωνία έχουν αρχίζει να καλπάζουν.
Η ταινία, που είναι πιο σκοτεινή απ' όσο δείχνει, καταπιάνεται με το όχι και τόσο ορατό κομμάτι της Αμερικής, όπου η εξόφθαλμη γραφικότητα και το φαιδρό συνυπάρχει με την απληστία και την αθωότητα, που φτάνει στα όρια της χαζομάρας.
Οι υποϊστορίες πολλές φορές ξεφεύγουν, το μέτρο χάνεται, οι ήρωες φλερτάρουν με την καρικατούρα, αλλά παρά ταύτα το φιλμ διατηρεί σε καλό βαθμό το κομμάτι της σάτιρας, που είναι ορισμένες φορές διασκεδαστική. Εκεί που χάνει η ταινία του Πονσιρόλι, είναι στην εμβάθυνση των χαρακτήρων και των πραγματικών αιτιών, που θα ήθελε να αναδείξει, όπως μοναδικά έχουν κάνει οι Κοέν. Είναι φανερό ότι ο θαυμασμός του προς τους Κοέν δεν αρκεί, όπως και οι αξιόλογες προσπάθειες του καστ.
«Μικρά Πράγματα που Πήγαν Λάθος»
Δραματική κομεντί, ελληνικής παραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Χάρη Βαφειάδη, με τους Θάνο Τοκάκη, Μιχάλη Συριόπουλο, Χριστίνα Χειλά - Φαμέλη, Γαλήνη Χατζηπασχάλη κα.
Σκηνοθετικό ντεμπούτο, σε μεγάλου μήκους ταινία, από τον Χάρη Βαφειάδη, που αφήνει υποσχέσεις, με την προσωπική του κινηματογραφική οπτική, το ιδιαίτερο βλέμμα του, στο οποίο συνυπάρχει η οικουμενικότητα με την ελληνική ιδιομορφία.
Η ταινία του, που διακρίθηκε στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και ήταν υποψήφια για πέντε βραβεία Ίρις, είναι ένα καυστικό σχόλιο για τα ανδρικά πρότυπα και την αδιέξοδη πορεία της ελληνικής κοινωνίας, αντλώντας τη θεματική του από πραγματικά περιστατικά, που του δίνουν την ώθηση να προχωρήσει στην ανατομία μίας χώρας, που πρέπει να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα, αφήνοντας πίσω της τη φούσκα μίας επίπλαστης ευημερίας.
Ο Φάνης ζει στον δικό του κόσμο. Όλα πήγαν στραβά, έπειτα από τη νίκη του στον πρώτο Big Brother. Έχασε την οικογένειά του, τα χρήματα από το ριάλιτι, για να καταντήσει ένας περιθωριακός, που ντύνεται ως Σπαρτιάτης στην Ακρόπολη για να βγάλει κάνα φράγκο από τους τουρίστες. Σε μια επίσκεψή του στο σπίτι της πρώην γυναίκας του και της έφηβης κόρης του, θα προκαλέσει αναστάτωση, με τις φανφάρες του, τις μεγάλες υποσχέσεις για το μέλλον. Η κόρη του τον βαριέται, η γυναίκα του τον λυπάται και η μόνη που του δείχνει την αγάπη της είναι η σκυλίτσα τους η Λίζα. Από την άλλη, ένας χρηματιστής, που έχασε τη δουλειά του, ο Παύλος, αδυνατεί να παραδεχθεί την αποτυχία του, να ζητήσει τη βοήθεια της γυναίκας του να έρθει κοντά με τον μικρό γιο του. Φεύγει κάθε πρωί από τη βίλα τους σαν να πηγαίνει κανονικά στο γραφείο και επιστρέφει το βράδυ. Επίσης, δεν παραδέχεται την αποτυχία του γάμου του και συνεχίζει ψυχρά να μην βλέπει τον αλκοολισμό της γυναίκας του. Στη βίλα τους, η μόνη υγιής σχέση είναι αυτή του μικρού γιου του με τη σκυλίτσα τους, την Μαφίν.
Η ζωή και των δυο πάει κατά διαόλου και όταν συναντιούνται θα συνεχίσουν στον στραβό τον δρόμο, καθώς μηχανεύονται μια κομπίνα για να σώσουν τα προσχήματα και τις ζωές τους. Μία κομπίνα που θα διαλύσει την υποκρισία μέσα στην οποία ζουν, θα φανερώσει τις λαθεμένες επιλογές τους, αλλά οι ίδιοι παραμένουν στον κόσμο τους, μη αντέχοντας να αντιμετωπίσουν την αλήθεια.
Δύο άνδρες με φιλοδοξίες, επιθυμία για πλουτισμό, καταξίωση, οικογένειες, παιδί και σκύλο δεν μπορούν να αντέξουν την αλήθεια προτιμώντας τον εικονικό κόσμο που ζουν. Αντί να αναλογιστούν τις ευθύνες τους, προτιμούν να ζουν μέσα στο ψέμα, να αναζητούν το θαύμα, ο ένας στον Θεό και ο άλλος στο χρήμα, τον δικό του Θεό.
Ο Βαφειάδης συνδυάζει δυο κόσμους, τον μικροαστικό, ζεστό αλλά και χαοτικό, που ζει ο Φάνης και εκείνον του νεοπλουτισμού, του ψυχρού και του δήθεν, του Παύλου. Δυο κόσμοι τόσο διαφορετικοί και συνάμα τόσο ίδιοι, παρότι τους φωτίζει με διαφορετικούς τόνους χρώματος και θερμοκρασίας. Δυο χαρακτηριστικές περιπτώσεις, που ο σκηνοθέτης βρίσκει τον τρόπο να τις ενώσει, με την καυστική ματιά του, αποφεύγοντας εν πολλοίς τη γραφικότητα.
Ωστόσο, η ταινία είναι άνιση, καθώς ο ένας ήρωας, ο Φάνης, μας βάζει για τα καλά στον κόσμο του, ενώ ο Παύλος, μας κρατά πεισματικά έξω απ' αυτόν, με μία μηχανική ψυχρή ερμηνεία. Και ταυτόχρονα χάνει ως ένα βαθμό όταν αποφεύγει να μπει στα βαθύτερα αίτια αυτής της υπαρξιακής κρίσης, που μόλυνε όλη τη χώρα.
Ο Θάνος Τοκάκης, για μια ακόμη φορά είναι έξοχος στο ρόλο του Φάνη, καθώς χρησιμοποιεί πρόσωπο, σώμα και εσωτερικότητα μοναδικά, δίνει ενέργεια στο φιλμ και έναν ξεχωριστό αντιήρωα του σινεμά, ενώ ο Μιχάλης Συριόπουλος, μοιάζει τόσο ψυχρός και στεγνός που κόβει κάθε επαφή με το κοινό.
«Τεχνητή Δικ Α.Ι. οσύνη» (Justicia Artificial)
Θρίλερ, ισπανικής και πορτογαλικής παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Σιμόν Κασάλ, με τους Βερόνικα Ετσέγκουι, Αλμπέρτο Αμάν, Ταμάρ Νόβας κα.
Οι προβληματισμοί ακόμη και οι φόβοι που εκφράζονται τελευταίως για την Τεχνητή Νοημοσύνη, έρχονται σε αυτή την ταινία του Σιμόν Κασάλ ν' αναπτυχθούν μέσα από ένα πολιτικό θρίλερ, που μπλέκει με τη Δικαιοσύνη, τον ύστατο θεσμό που μπορεί να προσφύγει ένας πολίτης.
Η ταινία, έχει αναμφίβολα το ενδιαφέρον της, καθώς ο Ισπανός σκηνοθέτης δείχνει μελετημένος και χωρίς να μπαίνει σε ιδιαίτερες ίντριγκες, καταφέρνει να θέσει τους υπαρκτούς προβληματισμούς και το σημαντικότερο σε ποιανού χέρια θα βρίσκεται το τελευταίο υπερόπλο της πληροφορικής.
Το στόρι θέλει την ισπανική κυβέρνηση να αντικαταστήσει, στο εγγύς μέλλον, τους δικαστές με λογισμικό Τεχνητής Νοημοσύνης, δεσμευόμενη να αυτοματοποιήσει αποτελεσματικά και να αφήσει έξω από τις πολιτικές επιδιώξεις, το δικαστικό σύστημα. Η Κάρμεν Κόστα, μία διακεκριμένη δικαστίνα, γνωστή για την πολιτική της ουδετερότητα, καλείται να αξιολογήσει αυτή τη νέα διαδικασία, που θα βοηθήσει, όπως υποστηρίζεται και στην ταχύτερη απονομή Δικαιοσύνης. Ωστόσο, όταν ο δημιουργός του λογισμικού βρίσκεται νεκρός, συνειδητοποιεί ότι η ζωή της βρίσκεται σε κίνδυνο και ότι θα πρέπει να παλέψει με τα ισχυρά συμφέροντα του κράτους.
Η επικαιρότητα του ζητήματος της Τεχνητής Νοημοσύνης σε συνδυασμό με τη Δικαιοσύνη, που σε πολλές χώρες έχει χάσει την αξιοπιστία της, δίνει μια άλλη διάσταση για τους προβληματισμούς ενός αμφίβολου μέλλοντος. Οι υποψίες ότι η Τεχνητή Νοημοσύνη θα βρεθεί και πάλι στα χέρια αυτών των λίγων, που κατέχουν ήδη το χρήμα, την εξουσία, το σύστημα διακυβέρνησης και της χειραγώγησης των κοινωνιών, έρχονται ως φυσική συνέχεια. Όπως και πως για μια ακόμη φορά τα ωραία, αθώα και μεγάλα λόγια που συνοδεύουν το επίτευγμα της τεχνολογίας, κρύβουν τα σκοτεινά και υποχθόνια σχέδια, ορισμένων για να τσιμεντώσουν την κοινωνική αδικία, την κατεύθυνση του πλούτου, τη χειραγώγηση των λαών. Και βεβαίως μην ξεχνιόμαστε, η δημιουργία νοημόνων μηχανών βασίζεται στη μάθηση και την κατανόηση των ανθρώπινων συμπεριφορών. Άρα, ποιος θα τις εκπαιδεύσει, με τι συμπεριφορές θα τις παραγεμίσει;
Ο σκηνοθέτης και συν-σεναριογράφος, που είχε κάνει και ένα ντοκιμαντέρ το 2022 για την τεχνητή νοημοσύνη στα δικαστήρια, δείχνει να κατέχει το θέμα του, αλλά και τους κανόνες του θρίλερ, κρατά τους ρυθμούς σε ένταση και ανανεώνει συνεχώς το σασπένς, αν και ορισμένες φορές το σενάριο είναι λιγότερο πειστικό απ' όσο πρέπει. Αντιθέτως, εντελώς πειστική στον πρωταγωνιστικό ρόλο είναι η Βερόνικα Ετσέγκουι, που αποτελεί το μεγάλο ατού της ταινίας.
«Κώδικας Κινδύνου» (Blink Twice)
Θρίλερ, αμερικάνικης παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Ζόι Κράβιτς, με τους Τσάνινγκ Τέιτουμ, Ναόμι Άκι, Αντριάνα Αρχόνα, Άλια Σόουκατ, Κρίστιαν Σλέιτερ κα.
Θρίλερ μυστηρίου, με αρκετές χιουμοριστικές πινελιές, από την γνωστή ηθοποιό Ζόι Κράβιτς, στο σκηνοθετικό της ντεμπούτο. Η ταινία της, ξεκινά ενθαρρυντικά, απλώνεται υπερβολικά και διασκεδαστικά, κλιμακώνεται με ένα ανησυχητικό μυστήριο και τελειώνει βιαστικά και μάλλον απογοητευτικά.
Όταν ο δισεκατομμυριούχος μεγιστάνας της τεχνολογίας Σλέιτερ Κινγκ συναντά τη σερβιτόρα Φρίντα σε ένα γκαλά και έρχονται κοντά, την προσκαλεί να τον συνοδεύσει για τις διακοπές των ονείρων της, παρέα με τους φίλους του, στο ιδιωτικό του νησί και στις υπερπολυτελείς εγκαταστάσεις. Τα νυχτερινά ξεφαντώματα σβήνουν σε ηλιόλουστες μέρες και όλοι περνάνε τέλεια. Κανείς δεν θέλει αυτό το ταξίδι να τελειώσει, αλλά καθώς συμβαίνουν αλλόκοτα πράγματα, η Φρίντα αρχίζει να αμφιβάλει για την πραγματικότητα της. Κάτι πηγαίνει πολύ στραβά σε αυτό το μέρος. Πρέπει να ανακαλύψει την αλήθεια αν θέλει να βγει ζωντανή από αυτό το ατελείωτο πάρτι.
Η ταινία της Κράβιτς, που έχει την πλάκα της, αλλά για πάνω από μία ώρα επαναλαμβάνει τις απολαύσεις των προσώπων που συνθέτουν την παρέα του δισεκατομμυριούχου, ένα ατέλειωτο πάρτι, που αφού έχει ξεχειλώσει, σιγά σιγά φέρνει στην επιφάνεια την ανησυχία της ηρωίδας, που παρατηρεί αλλόκοτες καταστάσεις, τις οποίες δεν μπορεί να εξηγήσει.
Το αλληγορικό κομμάτι της ταινίας, για τη μειονεκτική θέση της γυναίκας στο σύγχρονο κόσμο είναι αν μη τι άλλο επιδερμικό, ενώ το φινάλε της σφαγής είναι ιδιαιτέρως αδύναμο και προχειροφτιαγμένο. Καλή η ανερχόμενη Ναόμι Άκι, είναι η μόνη που διασώζεται από το καστ, που απλώς περιφέρεται από πλούσια δείπνα, σε πάρτι και απολαύσεις και τούμπαλιν.
Προβάλλονται ακόμη οι ταινίες
«Το Κοράκι» (The Crow): Ριμέικ, για την ακρίβεια επανεκκίνηση της καλτ ταινίας του '90, σε αμερικάνικη παραγωγή του 2024, με σύγχρονη ματιά, αλλά χωρίς να πλησιάζει σε τίποτα το αρχικό θρίλερ, σε σκηνοθεσία Ρούπερτ Σάντερς. Οι αδελφές ψυχές Έρικ και Σέλι δολοφονούνται βάναυσα. Όταν του δίνεται η ευκαιρία να σώσει τη μοναδική του αγάπη θυσιάζοντας τον εαυτό του, ο Έρικ αναζητά εκδίκηση χωρίς έλεος, διασχίζοντας τους κόσμου των ζωντανών και των νεκρών. Με τους Μπιλ Σκάρσγκαρντ, ΦΚΑ Τουίγκς, Ντάνι Χιούστον κα.
«Ο Δελφινομικρούλης» (Pesare Dolfini): Χαριτωμένο ιρανικό animation (2024), για την αληθινή φιλία και τη γενναιότητα, σε σκηνοθεσία Μοχάμεντ Κιραντίς, που προβάλλεται μεταγλωττισμένο στα ελληνικά. Ο Δελφινομικρούλης μεγαλώνει στον βυθό της θάλασσας παρέα με τα δελφίνια. Όλοι μαζί ζουν χαρούμενα, αλλά μια μέρα η γαλήνη του όμορφου μικρού τους σύμπαντος θα απειληθεί από ένα κακό χταπόδι.
«Ο Μεγάλος Ύπνος» (The Big Sleep): Κλασικό αριστούργημα του Χάουαρντ Χοκς, που γύρισε το 1946, με τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρντ και την Λορίν Μπακόλ, κατ' εντολή του αφεντικού της Warner, θέλοντας να επαναλάβει την επιτυχία της άλλης κλασικής ταινίας «Η Σειρήνα της Μαρτινίκα», με τον ίδιο σκηνοθέτη και το ίδιο πρωταγωνιστικό ζευγάρι. Ένα από τα καλύτερα φιλμ νουάρ, βασισμένο στο μυθιστόρημα του Ρέιμοντ Τσάντλερ και σε σενάριο των καταξιωμένων γραφιάδων Γουίλιαμ Φόκνερ και Λι Μπράκετ. Η έξοχη ασπρόμαυρη φωτογραφία του Σίντνεϊ Χίκοξ και η μουσική του Μαξ Στάινερ. Ο Μπόγκαρντ είναι σκέτη απόλαυση, η Μπακόλ μυστηριώδης και σαγηνευτική και δίπλα τους μια σειρά από θαυμαστούς καρατερίστες. Ο ιδιωτικός ντετέκτιβ Φίλιπ Μάρλοου προσλαμβάνεται από τον πλούσιο στρατηγό εν αποστρατεία Στέρνγουντ για να ερευνήσει μια υπόθεση εκβιασμού της μικρής του κόρης Κάρμεν.
«Ο Φόβος Τρώει τα Σωθικά» (Ali: Fear Eats the Soul): Ανθρώπινος και συναισθηματικός Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ σε μία από τις καλύτερες στιγμές του, σε ένα δράμα, που η αγάπη υπερνικά τις προκαταλήψεις, την πολιτική τοξικότητα και τις δυσκολίες της ζωής. Μια εξηντα?χρονη χήρα (Μπριγκίτε Μίρα) που εργάζεται ως καθαρίστρια γνωρίζει έναν Μαροκινό, τον Αλί (Ελ Χεντί μπεν Σαλέμο), οποίος είναι τουλάχιστον 20 χρονιά νεότερός της. Σύντομα ο Αλί μετακομίζει στο διαμέρισμα? της και όταν οι δυο τους αποφασίζουν να παντρευτούν, προκαλούν την αποδοκιμασία, αλλά και την οργή του περίγυρού τους. Η ταινία, 50 χρόνια από την πρεμιέρα της, επαναπροβάλλεται σε ψηφιακά αποκαταστημένες κόπιες.
*Mε πληροφορίες του Χάρη Αναγνωστάκη, ΑΠΕ-ΜΠΕ
- Σοκαριστικό βίντεο από το Ηράκλειο: Ο οδηγός γκαζώνει και σκοτώνει την 36χρονη με ασύλληπτη ταχύτητα – Ομολόγησε ότι έστησε καρτέρι θανάτου
- Τάσεις MRB: Η διαφορά ΝΔ με ΠΑΣΟΚ – Κυριαρχούν ο φόβος, οργή και απαισιοδοξία – Τι πιστεύουν για την επανεκλογή Τραμπ
- Πώς έφτασαν στα ίχνη του 29χρονου εκτελεστή του Κιρίλοφ - Το αυτοκίνητο που νοίκιασε
- Παντρεύτηκε για δεύτερη φορά η Αντριάνα Λίμα - Το προφίλ του συζύγου της