Σινεμά|04.11.2024 21:00

Ο Ματ Ντίλον στη Θεσσαλονίκη: «Είναι φοβερή ευκαιρία για έναν ηθοποιό να συνεργαστεί με τον Λάνθιμο»

Άγγελος Γεραιουδάκης

Αντισυμβατικός και outsider, αλλά ταυτόχρονα σταρ πρώτης γραμμής, ο Ματ Ντίλον αποτελεί άφθαρτο εφηβικό είδωλο και γοητευτικό αντιήρωα. Αυτές τις μέρες, βρίσκεται στη Θεσσαλονίκη ως προσκεκλημένος του Φεστιβάλ Κινηματογράφου, συμμετέχοντας με την ταινία «Την έλεγαν Μαρία», ενώ πρόκειται να τιμηθεί με τον Χρυσό Αλέξανδρο για τη συνολική του προσφορά. Παράλληλα, είναι στη χώρα μας για την προβολή της ταινίας του «Πόλη των φαντασμάτων» (2002), που σηματοδοτεί το σκηνοθετικό του ντεμπούτο, ενώ συμμετέχει και στην οπτική εγκατάσταση «Interfears» του Δανού καλλιτέχνη Γέσπερ Γιουστ, η οποία προβάλλεται καθημερινά στο MOMus-Πειραματικό Κέντρο Τεχνών.

Το μεσημέρι της Δευτέρας (4/11), πραγματοποιήθηκε η συνέντευξη Τύπου στην αίθουσα Σταύρος Τορνές, υπό τη συντονιστική παρουσία του Γιώργου Κρασσακόπουλου. Σε ερώτηση για την τελευταία του ταινία, όπου ενσαρκώνει τον Μάρλον Μπράντο την εποχή που εκείνος πρωταγωνίστησε στο «Τελευταίο ταγκό στο Παρίσι» του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι, ο ηθοποιός αρχικά είπε ότι «δεν μπόρεσα ν' αντισταθώ και ν' αρνηθώ να συμμετάσχω σε αυτή την ταινία. Ο Μάρλον Μπράντο είναι φοβερά επιδραστικός και άλλαξε τη ρού του σινεμά πολλές φορές στην καριέρα του. Αγάπησα το σενάριο: η απεικόνιση ήταν δίκαιη και ειλικρινής. Αργότερα κάπως το μετάνιωσα γιατί ήταν πραγματικά μια πολύ δύσκολη αποστολή, δεδομένου ότι ο Μάρλον Μπράντο υπήρξε ένας από τους πιο ενδιαφέροντες ανθρώπους του 20ού αιώνα. Ταυτόχρονα, όμως, μου άρεσε αυτή η πρόκληση. Μου αρέσει να παίρνω ρίσκα στην καριέρα μου, κι αυτό ήταν ένα από τα μεγαλύτερα που έχω πάρει. Θα κοιτώ τον Μπράντο πάντα με ένα αίσθημα ευγνωμοσύνης, διότι μου άσκησε πραγματικά τεράστια επιρροή. Οι ηθοποιοί δεν θέλουν ποτέ να συγκρίνονται μαζί του. Κατάφερνε να παρουσιάζεται πάντα ευάλωτος και αυθόρμητος, στοιχεία που ο ίδιος και ηθοποιοί του δικού του διαμετρήματος έφεραν στο σινεμά. Η ευαισθησία αυτή είναι εγγενής στην ανθρώπινη εμπειρία και είναι φοβερά σημαντική για μένα. Ο Μάρλον Μπράντο άλλαξε την εικόνα του αμερικανού άντρα – δεν υπήρχε πια Τζον Γουέιν».

Και συνέχισε: «Στον συγκεκριμένο ρόλο υπήρχε ένα έντονο προσωπικό στοιχείο. Πρόκειται για ένα αριστούργημα του κινηματογράφου. Αφού ολοκλήρωσα τη δεύτερη ταινία μου, γράφτηκα στο ινστιτούτο του Λι Στράσμπεργκ για μαθήματα υποκριτικής και εκεί μιλούσαμε συνεχώς για φιγούρες όπως ο Μάρλον Μπράντο, ο Τζέιμς Ντιν και ο Μοντγκόμερι Κλιφτ. Η ιερή αυτή τριάδα ηθοποιών άλλαξε τον τρόπο με τον οποίο δουλεύουν τα πράγματα στον κινηματογράφο. Υπήρχε και κάτι ακόμη που με κέρδισε σε αυτόν τον ρόλο: η Μαρία Σνάιντερ, η οποία ξεκίνησε να δουλεύει στον κινηματογράφο πάρα πολύ νέα, κάτι με το οποίο μπορώ να ταυτιστώ γιατί έκανα τα πρώτα μου βήματα στην υποκριτική σε πολύ μικρή ηλικία. Είχα πάντα πολλή κατανόηση για τη θέση στην οποία βρέθηκε. Φυσικά, η κατάστασή της ήταν πολύ διαφορετική από τη δική μου, αλλά μ' έναν τρόπο μπορώ να ταυτιστώ. Ξέρω πώς είναι να είσαι ένα νέο άτομο στο σετ, που δεν έχει εμπειρία, δεν μπορεί να θέσει αυστηρά όρια και να έχει το προνόμιο της αυτενέργειας. Για τον λόγο αυτό, με συγκίνησε η ερμηνεία της Αναμαρία Βαρτολομέι. Στο τέλος, ένιωσα πραγματικά περήφανος που πήρα μέρος σε μια δημιουργία που έδωσε φωνή στη Μαρία Σνάιντερ. Η Ζεσικά Παλούντ είχε την ευαισθησία να μην κάνει μια πολιτική ταινία, ούτε μια ταινία εκδίκησης. Έφτιαξε μια ειλικρινή προσωπική ιστορία, η οποία φωτίζει κρυμμένες πτυχές ενός γεγονότος». 

Όσον αφορά τη διαβόητη σκηνή από το «Τελευταίο τανγκό στο Παρίσι», ο ηθοποιός δήλωσε: «Χωρίς να θέλω να κακολογήσω τον Μπερνάρντο Μπερτολούτσι, αυτόν τον πραγματικά σπουδαίο κινηματογραφιστή, θεωρώ πως έκανε λάθος στην συγκεκριμένη επίμαχη σκηνή με τη Μαρία Σνάιντερ. Δεν πιστεύω σε καμία περίπτωση πως η πρόθεσή του ήταν να δημιουργήσει κάτι σαδιστικό. Θα ήταν όμως λάθος να απλοποιήσουμε τα δεδομένα. Έχουμε πολλά στοιχεία που περιπλέκουν την υπόθεση. Η ζωή της Μαρία Σνάιντερ ήταν ήδη φοβερά ασταθής λόγω του οικογενειακού της περιβάλλοντος. Η εμπειρία της στο πλατό εκείνη την ημέρα ήταν το χειρότερο δυνατό σενάριο για την ίδια, να βρεθεί δηλαδή σε μια τέτοια κατάσταση. Συνεχίζω να πιστεύω όμως πως το Τελευταίο τανγκό στο Παρίσι είναι ένα αριστούργημα. Η σκηνή αυτή είναι το μόνο στοιχείο στην ταινία που δεν μου αρέσει καθόλου. Ήταν ένα λάθος που δημιούργησε ένα τεράστιο τραύμα. Το τραύμα αυτό ήταν ίσως ήδη σε εξέλιξη, αλλά σίγουρα επιδεινώθηκε από αυτή την κατάσταση. Το σημείο αυτό είναι κομβικό στην ιστορία της, αλλά σε καμία περίπτωση δεν είναι ολόκληρη η ιστορία της».

Ο Ντίλον αναφέρθηκε επίσης στη σημασία της παρουσίας ενός intimacy coordinator στις σύγχρονες ερωτικές σκηνές για την εξασφάλιση ασφάλειας των ηθοποιών, κάτι που δοκίμασε για πρώτη φορά στα γυρίσματα της ταινίας «Την έλεγαν Μαρία». «Ο ρόλος του intimacy coordinator μπορεί να δώσει στους ηθοποιούς ένα ασφαλές πλαίσιο, κάτι που θεωρώ εξαιρετικά σημαντικό» σημείωσε. Σχετικά με το σκηνοθετικό του έργο και την αγάπη του για τη διαδικασία, ο ίδιος ανέφερε: «Πάντα ήθελα να σκηνοθετήσω. Το σινεμά είναι το μέσο του σκηνοθέτη, και η πρώτη μου ταινία, Πόλη των φαντασμάτων, ήταν ένα όνειρο που υλοποιήθηκε με πολλές δυσκολίες». Η ταινία γυρίστηκε στην Καμπότζη, και παρά την έλλειψη υποδομών, κατάφερε ν' αποτυπώσει τις εμπειρίες και τις προσωπικές ιστορίες του ίδιου.

«Θέλω να ξαναδουλέψω με τον Γιώργο Λάνθιμο»

Αναφερόμενος στη συνεργασία του με τον Γιώργο Λάνθιμο στο Nimic, ανέφερε: «Ήμουν στα γυρίσματα του ντοκιμαντέρ μου στην Κούβα, όταν με ειδοποίησαν πως ο Λάνθιμος ενδιαφέρεται να συνεργαστεί μαζί μου για μια ταινία μικρού μήκους. Μου αρέσει η δουλειά του, είναι ένας καταπληκτικός κινηματογραφιστής, μία από τις ελάχιστες πραγματικά ιδιαίτερες κινηματογραφικές φωνές παγκοσμίως. Είναι φοβερή ευκαιρία για έναν ηθοποιό να συνεργαστεί μαζί του. Κάναμε τα γυρίσματα στο Μεξικό. Θυμάμαι ακόμη εκείνη τη σκηνή που έπρεπε να φάω ένα βραστό αυγό. Κατέληξα να τρώω δυο ντουζίνες, σαν τον Πολ Νιούμαν στο Cool Hand Luke. Ο Γιώργος είναι φανταστικός και ξέρει ακριβώς τι ψάχνει. Εγώ κάποιες φορές δυσκολευόμουν να καταλάβω. Νιώθω ότι ακόμη δεν είμαι σίγουρος για τι πράγμα μιλάει η ταινία. Θέλω όμως να ξαναδουλέψω μαζί του, είναι φανταστικός, και είστε τυχεροί ως Έλληνες να έχετε έναν τόσο μεγάλο δημιουργό. Για την ακρίβεια, ο Γιώργος Λάνθιμος μπορεί να είναι Έλληνας, αλλά ανήκει σε όλους μας». 

Σχετικά με την ενασχόλησή του με τη ζωγραφική, δήλωσε: «Προέρχομαι από μια οικογένεια με πλούσια οπτικά ερεθίσματα. Όλη μου η παιδική ηλικία περιστρεφόταν γύρω από το σχέδιο και τη ζωγραφική. Είναι κάτι το οποίο το εξασκούσα περιοδικά, ενώ οκτώ χρόνια πριν άρχισα να το κάνω πιο συστηματικά. Μου αρέσει να σχεδιάζω, να κάνω κολάζ, να γράφω ποίηση. Κάποιες φορές χρειάζομαι ένα διάλειμμα και σταματώ. Όλες αυτές είναι δημιουργικές διεργασίες, οι οποίες μοιράζονται και πολλά κοινά στοιχεία. Κάποιοι άνθρωποι είναι καλοί σε ένα μόνο πράγμα. Άλλοι πάλι κάνουν πολλά διαφορετικά πράγματα. Εγώ ανήκω στους δεύτερους, και έτσι νιώθω πολύ ελεύθερος να ανακαλύψω νέες εμπειρίες. Το να ασχολείσαι με πολλά διαφορετικά πεδία σε διατηρεί νέο».

«Ψήφισα την Κάμαλα Χάρις»

Κλείνοντας, ο Ματ Ντίλον σχολίασε την πολιτική επικαιρότητα και τις αμερικανικές εκλογές. «Φυσικά και ψήφισα! Χωρίς να μπούμε σε μια μακρά συζήτηση για την πολιτική και τις απόψεις μου, θα σας πω απλώς πως ψήφισα την Κάμαλα Χάρις. Αυτή είναι η επιλογή μου και νιώθω άνετα με αυτό, τη θεωρώ την καλύτερη υποψήφια». 

Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκηςσυνέντευξη ΤύπουΓιώργος ΛάνθιμοςηθοποιόςΘεσσαλονίκη