Σινεμά|06.05.2019 20:00

Κλερ Μπερζέ: Ήθελα να μιλήσω για τον ευάλωτο άνδρα, τον τρυφερό πατέρα

Άντα Δαλιάκα

Η Κλερ Μπερζέ, παθιασμένη και αφοσιωμένη σε ένα σινεμά προσωπικού ύφους που διαθέτει και εμπορική απήχηση, μεταφέρει στη νέα ταινία της «Αγάπη είναι» («C’est Ça l’Amour»/«Real Love»), μετά το βραβευμένο με τη Χρυσή Κάμερα των Καννών «Party Girl» (2014), την ιστορία ενός πατέρα που δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα με τις έφηβες κόρες του και τη μεγάλη αλλαγή στη ζωή του μετά την απόφαση της συζύγου του να χωρίσουν. Η Μπερζέ, χρησιμοποιώντας αυτοβιογραφικά στοιχεία και αξιοποιώντας τον μικρόκοσμο της μικρής γαλλικής πόλης από την οποία κατάγεται, δημιουργεί μια συγκινητική σπουδή πάνω στην πατρότητα, αλλά και στις διαφορετικές ερμηνείες και εκφάνσεις της αγάπης και τα όριά της σε σχέση με την ελευθερία. Για όλα αυτά, όπως και για την τρέχουσα κρίση στη Γαλλία, μας μίλησε στη συνάντησή μας στα πλαίσια του 20ου Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου της Αθήνας που την έφερε στην Ελλάδα.

Είναι αλήθεια ότι η ταινία σας βασίζετε στην ιστορία των γονιών σας; Ποια ανάγκη σας ώθησε να τη μεταφέρετε στον κινηματογράφο;

Οι γονείς μου χώρισαν όταν ήμουν στην εφηβεία. Η μητέρα μου ήταν αυτή που έφυγε και ο πατέρας μου αυτός που ανέλαβε την ανατροφή μας. Αυτό που ήθελα να κάνω αρχικά ήταν να πω την ιστορία ενός άνδρα. Οι περισσότερες γυναίκες σκηνοθέτριες – οι λίγες που εργάζονται στον χώρο – ασχολούνται με ταινίες που έχουν τη γυναίκα στο επίκεντρο. Αυτό που με ενδιέφερε, λοιπόν, ήταν να φτιάξω το πορτρέτο ενός άντρα χωρίς να αισθάνομαι υποχρεωμένη να κάνω μια ταινία για μια γυναίκα. Την ίδια εκείνη περίοδο περνούσα τον δικό μου χωρισμό που συνειρμικά μου θύμισε τους γονείς μου και με έκανε να διαπιστώσω ότι στην εφηβεία μου δεν αντιλαμβανόμουν την πολυπλοκότητα των ανθρώπινων σχέσεων όπως σαν ενήλικη. Έτσι αποφάσισα να γυρίσω το πορτρέτο ενός άντρα που περνάει ερωτική απογοήτευση, να μιλήσω για ένα ανδρικό πρότυπο που δεν βλέπουμε συχνά, έναν άντρα που τον έχει απορροφήσει η πατρική του ιδιότητα, πολύ ευάλωτο, ευαίσθητο. Είναι σημαντικό να υπάρχει και αυτό το ανδρικό πρότυπο στο σινεμά. Ο πατέρας μου ήταν ένα τέτοιο παράδειγμα. Αν αυτό το πρότυπο εκλείψει οι άνδρες δεν θα έχουν την απαιτούμενη ενθάρρυνση για να εκφράσουν την ευαισθησία τους, την πατρική τους πλευρά.

Αισθάνεστε ότι αυτή η ταινία συμπληρώνει κατά κάποιο τρόπο την προηγούμενή σας, το «Party Girl»;

Ναι, για πολλούς λόγους. Και οι δύο ταινίες είναι γυρισμένες στη γενέθλια πόλη μου. Είναι το ίδιο περιβάλλον αλλά αυτό που με ενδιαφέρει είναι να δείχνω κάθε φορά μια διαφορετική του πλευρά. Το «Party Girl», αφορά μια φιλική μου οικογένεια από τη λαϊκή τάξη, αντιπροσωπευτικό δείγμα της οικονομικής κρίσης που βιώνει η περιοχή λόγω των δικών της οικονομικών δυσχερειών. Δεν υπάρχουν όμως και άλλοι άνθρωποι που να μοιάζουν με τους φίλους μου γι’ αυτό ήθελα να δείξω μια διαφορετική κατηγορία κατοίκων. Δεν ήθελα να εστιάσω στους φτωχούς αλλά στην μεσαία τάξη και την κουλτούρα της. Στo «Party Girl» εστίασα σε μια γυναίκα που δυσκολεύεται να είναι μητέρα μέσα από το βλέμμα των παιδιών της. Με το ίδιο θέμα ασχολούμαι και στο «Αγάπη είναι» αλλά μέσα από το βλέμμα του πατέρα. Η αποχώρηση της μητέρας μου από το σπίτι στην εφηβεία μου με έχει σημαδέψει γι’ αυτό και επανέρχομαι στο γεγονός.

Σας ενέπνευσαν παρόμοιες ταινίες πάνω στη θεματολογία της διάλυσης της οικογένειας για να γυρίσετε τη δική σας;

Το «Love Streams» του Τζον Κασσαβέτη που μιλάει για δύο αδέλφια – έναν αλκοολικό συγγραφέα και τη διαζευγμένη, ψυχικά ασταθή αδερφή του - που δυσκολεύονται να «συναντηθούν» με την αγάπη. Το «Κράμερ εναντίον Κράμερ» που μιλά για έναν πατέρα που αναγκάζεται να φροντίσει μόνος τον γιο του…

Παρά τη βαρύτητα του θέματος, το χιούμορ είναι συνυφασμένο με τις πράξεις των ηρώων.

Αυτό έγινε για πολλούς λόγους: πρόκειται για μία ταινία πάνω σε μία οικογένεια που διέρχεται κρίση η οποία μένει σε μία περιοχή που περνάει κρίση. Και δεν ήθελα να πέσω την παγίδα της λύπης και μελαγχολίας γιατί το διαζύγιο αποτελεί ούτως ή άλλως ένα τετριμμένο θέμα το οποίο ήθελα να προσεγγίσω με διαφορετικό ύφος, χωρίς τη συνήθη σοβαρότητα. Στην οικογενειακή ζωή υπάρχουν και οι δύσκολες στιγμές, και οι τρυφερές και οι κωμικές. Γι’ αυτό προσπάθησα να βρω ένα ύφος που δεν θα ήταν υπερβολικά δραματικό αλλά ανάλαφρο.

Μιλάτε για τη μεσαία τάξη της Γαλλίας και την κρίση που διέρχεται η περιοχή από την οποία προέρχεστε. Πώς θα περιγράφατε την κοινωνική κατάσταση στη Γαλλία;

Η περιοχή από την οποία προέρχομαι, το Φορμπάχ στα σύνορα με τη Γερμανία, έχει γίνει σύμβολο της κρίσης εξαιτίας της αποβιομηχανοποίησης που έχει επέλθει. Λόγω των ανθρακωρυχείων συγκέντρωσε πολλούς μετανάστες από τη Βόρεια Αφρική καθώς και Ιταλούς, Πολωνούς, Ισπανούς μετά τον πόλεμο, με συνέπεια τη δημιουργία πολλών διαφορετικών κοινοτήτων την εποχή που η περιοχή προσφερόταν για εργασία. Τώρα πια που δεν υπάρχει δουλειά το ακροδεξιό Εθνικό Μέτωπο έχει αποκτήσει μεγάλη δύναμη και υψηλά ποσοστά στις εκλογές. Γι’ αυτό και ήθελα να προβάλλω στην ταινία την αίσθηση ότι ο πολιτισμός μπορεί να δημιουργήσει συνδέσμους ανάμεσα στους ανθρώπους όπως δείχνει χαρακτηριστικά η συμμετοχή ανθρώπων από διαφορετικές εθνικότητες στην παράσταση του ερασιτεχνικού θεάτρου. Στο τέλος αγκαλιάζονται και δημιουργούν κάτι μαζί. Αυτό είχε έναν σημαντικό συμβολισμό για μένα.

Πολλοί γελούν ακούγοντας ότι οι τέχνες μπορούν να εξομαλύνουν το μίσος που σπέρνει ο εθνικισμός.

Είναι αλήθεια ότι στη Γαλλία σήμερα όπως και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες η αποβιομηχανοποίηση έχει επιδράσει στη ζωή των εργαζομένων κάνοντάς τους να νιώθουν εγκαταλειμμένοι ενώ το κράτος δεν καλύπτει πλέον αυτό το κενό. Ο ήρωας μου, ένας κρατικός υπάλληλος, δεν έχει τα μέσα να επιλύσει τις εντάσεις ανάμεσα στους ανθρώπους και αυτό είναι μια κοινή διαπίστωση για τις χώρες της Ευρώπης: με την φιλελευθεροποίηση της αγοράς διαπιστώνουμε ότι το κράτος έχει αποτραβηχτεί και δεν προστατεύει πλέον τους πολίτες ενώ οι ανάγκες των κοινωνικών τάξεων δεν εισακούονται πια. Το αποτέλεσμα είναι η αύξηση των ποσοστών της ακροδεξιάς. Η θεματική αυτή υπάρχει στην ταινία παρ’ όλο που δεν έχω να δώσω τη λύση στο πρόβλημα. Πιστεύω όμως στον πολιτισμό: δεν παρέχει δουλειά στους άνεργους εντούτοις δημιουργεί κοινωνικούς δεσμούς. Δεν πρέπει να εγκαταλείψουμε αυτή τη θέση όταν βλέπουμε πως σε μία οικονομική κρίση οι άνθρωποι επιτίθενται ο ένας στον άλλον και η ακροδεξιά επωφελείται από αυτή τη σύγκρουση. Ένας τρόπος για να αποτραπεί αυτό είναι η στροφή στην ευεργετική επιρροή του πολιτισμού.

Και αυτή η ταινία σας τιμήθηκε με ένα σημαντικό βραβείο όπως και η προηγούμενη, το «Party Girl». Τι σημαίνουν αυτά τα βραβεία; Κάνουν τη δουλειά σας πιο εύκολη;

Ναι, γιατί γυρίζω ταινίες με ερασιτέχνες ηθοποιούς πάνω σε μια θεματολογία που δεν βασίζεται στο θέαμα. Ταινίες σαν τις δικές μου δύσκολα χρηματοδοτούνται οπότε τα βραβεία εγγυούνται ότι θα συνεχίσω να βρίσκω χρήματα. Είναι σημαντικό γιατί αυτή τη στιγμή στη Γαλλία υφίστανται κοινωνικά προβλήματα – τα κίτρινα γιλέκα μάχονται στους δρόμους – και το να μιλάς για αυτά γίνεται όλο και πιο δύσκολο. Οι κινηματογράφοι κατακλύζονται από τις αμερικανικές ταινίες και φιλμ ανάλαφρης ψυχαγωγίας οπότε οι ταινίες που απαιτούν κριτική σκέψη δεν υλοποιούνται εύκολα. Ένα βραβείο βοηθάει πάντα πολύ.

Η ταινία σας είναι εμπνευσμένη από ένα ροκ τραγούδι. Τι σας συγκίνησε τόσο ώστε να δώσετε τον τίτλο του στην ταινία σας;

Γιατί είναι τραγούδι γεμάτο απόγνωση. Πολύ συγκινητικό…Κάθε φορά που γνωρίζουμε μια καινούρια αγάπη έχουμε την εντύπωση ότι θα διδαχτούμε από τα λάθη μας και θα τα κάνουμε όλα σωστά. Και όμως πάντα κάτι μας διαφεύγει. Πάνω σε όσα μας διαφεύγουν – τα λάθη, τις παραλείψεις, τις παρανοήσεις, τις καλές και τις κακές προθέσεις – είναι βασισμένη η ταινία. Μέσα μας νιώθουμε ότι η αγάπη είναι εύκολη και όμως είναι απίστευτα πολύπλοκη. Ακόμα κι αν απογοητευόμαστε συνεχίζουμε να πιστεύουμε σε αυτήν.

συνέντευξησκηνοθέτης