Σύλλας Τζουμέρκας: Πιστεύω στο «θαύμα» των ανθρώπων
Άντα ΔαλιάκαΜε εφαλτήριο το Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου όπου έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της αποσπώντας εξαιρετικές κριτικές και έπειτα από μια διεθνή φεστιβαλική διαδρομή, η τρίτη κατά σειρά ταινία του Σύλλα Τζουμέρκα (Χώρα προέλευσης, Έκρηξη) βάζει στο μικροσκόπιο το είδους του θρίλερ παρακολουθώντας δυο γυναίκες, μια αστυνομικό, πρώην στέλεχος της αντιτρομοκρατικής (Αγγελική Παπούλια), και μια εργάτρια σε ένα εργοστάσιο παραγωγής χελιών, που ζουν σε μια επαρχιακή πόλη στη Δυτική Ελλάδα (Γιούλα Μπούνταλη).
Ένα έγκλημα θα φέρει τα πάνω-κάτω στην τοπική κοινότητα και θα πυροδοτήσει έναν άγριο κύκλο βίας μέσα από τον οποιό οι ζωές των δύο γυναικών, που μέχρι χθες αγνοούσαν η μία την ύπαρξη της άλλης, θα αρχίσουν να συγκλίνουν.
Καταθέτοντας ένα αστυνομικό θρίλερ που αναδύει μυρωδιές από χώμα, νερό και αποκρουστικά μυστικά, ο Τζουμέρκας μας πηγαίνει στην σκοτεινή πλευρά της ελληνικής επαρχίας, εκεί όπου το έγκλημα και η τιμωρία ελοχεύουν σε μυστηριώδεις βάλτους και η θρησκευτική παραβολή συναντά την ελληνική πραγματικότητα.
Στο ethnos.gr ο σκηνοθέτης, σεναριογράφος και ενίοτε ηθοποιός εξηγεί τη διαδρομή του «Θαύματος...» που σκαρφίστηκε με τη συνσεναριογράφο και πρωταγωνίστρια Γιούλα Μπούνταλη.
Αν σου ζητούσα να ξεχωρίσεις τις βασικές σταθερές πάνω στις οποίες βασίζονται οι ταινίες σου, ποιες θα έλεγες ότι είναι αυτές;
Δουλεύω πολύ με τους ηθοποιούς, μου αρέσουν οι ασταθείς χαρακτήρες που είναι σαν κινούμενη άμμος και έχω κι ένα γούστο για την πρόκληση. Νομίζω ότι οι ταινίες μου είναι ευθύβολες...
Έχεις πει ότι η αγαπημένη σου ελληνική ταινία είναι ο «Φόβος» (1966) του Κώστα Μανουσάκη. Εμπνεύστηκες το «Θαύμα της θάλασσας των Σαργασσών» από τον «Φόβο»;
Δεν εμπνεύστηκα το «Θαύμα…» από τον «Φόβο» ωστόσο η ταινία έχει μια αναφορά στο φιλμ του Μανουσάκη που είναι μία από τις αγαπημένες μου ελληνικές ταινίες μαζί με το «Κορίτσι με τα μαύρα» και το «Τελευταίο ψέμα». Επειδή ο «Φόβος» είναι θρίλερ, από τις πρώτες απόπειρες για ταινία είδους στο ελληνικό σινεμά, έχει έντονα κοινά σημεία με το «Θαύμα της Θάλασσας των Σαργασσών». Και οι δύο ταινίες ανήκουν στο genre του θρίλερ, μιλούν για τις οικογενειακές σχέσεις και εκτυλίσσονται σε μια μικρή κοινότητα ενώ το τοπίο έχει ενεργητικό ρόλο στην υπόθεση: η ύπαιθρος είναι παρούσα ασταμάτητα. Έχω εντάξει, δηλαδή, ενσυνείδητα την αναφορά στον «Φόβο» - για μένα μία από τις παραγνωρισμένες ταινίες του ελληνικού σινεμά και ένα από τα κρυφά αριστουργήματά του. Και οι δύο ταινίες είναι σε ένα κοινό καλούπι: έχουν το λεγόμενο exploitation σε πολλά σημεία στο πλαίσιο ενός θρίλερ του βάλτου.
Γιατί η Αγγελική Παπούλια εκπροσωπεί την ιδανική πρωταγωνίστρια για τις ταινίες σου;
Πέρα από το ότι η Αγγελική είναι μια εξαιρετική ηθοποιός, νομίζω ότι οι δυο μας μπορούμε να μοιραστούμε ένα κοινό ερώτημα πριν από κάθε ταινία. Δεν υπάρχει πρωταγωνιστής ή πρωταγωνίστρια που να μην μοιράζεται ένα ερώτημα με την ταινία στην οποία πρωταγωνιστεί. Κι αυτό είναι που ξεχωρίζει την Αγγελική. Συμμετέχει σε ένα ερώτημα με μεγάλη ένταση. Δουλέψαμε πολύ τον χαρακτήρα της Ελισάβετ και με πολύ κέφι φτιάξαμε έναν συνδυασμό σαρκασμού, κυνισμού, βίας, ευαλωτότητας και ήττας.
Χρησιμοποιήσατε ως πρότυπο έναν χαρακτήρα από ταινία του αμερικανικού σινεμά ή άλλης ελληνικής ταινίας;
Ο χαρακτήρας που υποδύεται η Αγγελική βασίζεται σε πραγματικό πρόσωπο το οποίο δεν δουλεύει στην αστυνομία αλλά σε άλλο σώμα ασφάλειας. Η ηρωίδα της ήταν πιο έντονα βασισμένη στον πραγματικό άνθρωπο παρά σε οτιδήποτε άλλο. Συνδυάζει μια αδιανόητα «white trash real housewife γκαρνταρόμπα στο Μεσολόγγι» με πλευρές που έχουν να κάνουν με τη δικαιοσύνη και την ωμή απελπισία και ευαλωτότητα που έχει ο χαρακτήρας της. Όλα συνυπάρχουν με έναν ολοκληρωμένο τρόπο και αυτό έχει να κάνει με την ίδια σαν ηθοποιό.
Δεν είναι μόνο η Αγγελική Παπούλια αλλά και η Γιούλα Μπούνταλη που καταθέτει μια έντονα σωματική ερμηνεία. Πώς δουλέψατε;
Η Γιούλα Μπούνταλη είχε εξωφρενικά δύσκολες σκηνές. Η υπαρξιακή της κρίση έπρεπε να είναι γερά γειωμένη και είχε πολύ απαιτητικές σωματικά σκηνές στις οποίες αφοσιώθηκε με εκγύμναση και μήνες προετοιμασίας για να μπορέσει πρακτικά να κάνει αυτά που κάνει στην ταινία. Κάποιες από τις δυσκολότερες σκηνές της γυρίστηκαν με μία μόνο λήψη λόγω του φωτός γι’ αυτό και πολλές φορές αυτό που συμβαίνει φαίνεται ως έξτρα πειστικό.
Τι το ξεχωριστό βρήκατε στο Μεσολόγγι που σας παρακίνησε να τοποθετήσετε εκεί την ιστορία και τα γυρίσματα;
Η ταινία γεννήθηκε σε μεγάλο βαθμό χάρη στο τοπίο του Μεσολογγίου. Η Γιούλα Μπούνταλη την οποία γνωρίζω από το πανεπιστήμιο εδώ και αρκετά χρόνια, κατάγεται από εκεί και γνωρίζει καλά την περιοχή. Το Μεσολόγγι με την μονάδα επεξεργασίας των χελιών ήταν εξαρχής το επίκεντρο της ταινίας και η αιτία της δημιουργίας του σεναρίου.
Αποφασίζοντας να γυρίσεις μια ταινία μέσα στους βάλτους, αντιμετώπισες μεγαλύτερες δυσκολίες απ' ότι συνήθως;
Κατασκευαστικά η ταινία ήταν απίστευτα δύσκολη, αλλά αυτό ήταν και το απολαυστικό. Ήταν μεγάλη περιπέτεια για το συνεργείο, για τους ηθοποιούς, για όλους μας με την έννοια ότι ήμασταν συχνά μέσα στην ύπαιθρο σε πολύ δύσκολα περιβάλλοντα – βάλτους, λάσπες, σκυλάδικα. Νομίζω ότι η ταινία «αρπάζει» πολύ από τον περιβάλλοντα χώρο της. Σε αυτή τη δύσκολη συνθήκη ήταν και το γλέντι. Τα συγκεκριμένα γυρίσματα ήταν πολύ ευτυχισμένα για μένα κυρίως λόγω της υπαίθρου. Είχε μια αλητεία αυτό που κάναμε.
Τι συμβολίζει το ταξίδι των χελιών, το «θαύμα», δηλαδή, της Θάλασσας των Σαργασσών, στο οποίο αναφέρεται ο τίτλος;
Το χέλι είναι ένα αρχέγονο αμφίβιο – δεινόσαυρος στην πραγματικότητα – που δέχεται ένα μεταφυσικό κάλεσμα να αλλάξει τόσο δραματικά τη ζωή του ώστε σύρεται με κόπο έξω από το βάλτο και βουτάει στη θάλασσα όπου αλλάζει εκπληκτικά, βγάζοντας βράγχια στο δέρμα του και σαν ένα πλάσμα της θάλασσας πια ταξιδεύει από το Μεσολόγγι στην Κούβα και τη Θάλασσα των Σαργασσών. Αυτό για μένα έχει μια έντονη μυστική δύναμη και παραβολικά μια αιχμηρή αναφορά: πώς εμείς οι άνθρωποι μπορούμε κάποια στιγμή να αλλάξουμε τη ζωή μας έπειτα από ένα κάλεσμα και να βγούμε από κάτι που θεωρούμε βαλτώδες. Αυτή ήταν για μένα η έμπνευση μαζί με τους δύο γυναικείους χαρακτήρες που υπακούν σε αυτά τα καλέσματα.
Έχεις συμπεριλάβει στην ταινία δύο συγκεκριμένες θρησκευτικές αναφορές – τη γέννηση του Χριστού και την ανάσταση της κόρης του Ιαείρου – που είναι ξεκάθαρα εμφανείς. Γιατί;
Ο ένας λόγος έχει να κάνει με την υπόθεση. Η Ρίτα είναι ένας χαρακτήρας που δουλεύει το πρωί στη μονάδα επεξεργασίας χελιών και μετά πηγαίνει στην εκκλησία και καθαρίζει. Είναι μια γυναίκα που δεν έχει πάρα πολλά λόγια και με τον μόνο άνθρωπο που μιλάει ανθρώπινα είναι ο παπάς της ενορίας. Οι θρησκευτικές αναφορές στην ταινία είναι οράματα και στον κοινό ονειροχώρο της ταινίας συμμετέχω κι εγώ. Είναι ένα δικό μου κομμάτι. Μου αρέσει ο τρόπος που διαπλέκονται δυνάμεις όπως η φύση, η πίστη, η σεξουαλικότητα και η βία με μεγάλη ένταση. Αυτό είναι αλήθεια και για μένα και για τις ηρωίδες.
Ολόκληρη η ταινία είναι μια παραβολή…
Ας πούμε ότι οι ήρωες της ταινίας παλεύουν με εικόνες του Παραδείσου. Οι εικόνες μπορεί να έρχονται από το παρόν ή από το παρελθόν ή ακόμα, και να ανήκουν στη φαντασία των ηρώων. Οι εικόνες Εδέμ στην ταινία χορεύουν, ανάλογα με το πότε συναντιούνται οι ήρωες.
Πώς συμπληρώνει το «Θαύμα…» τις προηγούμενες ταινίες σου, την «Χώρα προέλευσης« και την «Έκρηξη»; Κλείνει εδώ το τρίπτυχο της «Θείας Κωμωδίας» του Δάντη;
Η «Χώρα προέλευσης» είχε κέντρο την Κόλαση, η «Έκρηξη» το Καθαρτήριο (μιας χώρας και μιας ηρωίδας) και το «Θαύμα της Θάλασσας των Σαργασσών» επικεντρώνεται σε εικόνες Παραδείσου.
Σε ελκύει έντονα το θρησκευτικό στοιχείο.
Με το δικό μου τρόπο, ναι. Με ενδιαφέρουν οι δυνάμεις των εικόνων, οι δυνάμεις που είναι πνευματικές.
Με ποιο τρόπο η ταινία αναφέρεται στο σήμερα;
Με τον τρόπο που μιλάει για μια μικρή κοινότητα μετά από μια μεγάλη κρίση όπου πολλές φορές οι άνθρωποι αισθάνονται τα δυο τους πόδια μέσα στον βάλτο και μετά τα βγάζουν από αυτόν.
Πιστεύεις στα θαύματα; Στην ανάκαμψή μας τώρα που η χώρα βγαίνει από μια επίπονη κρίση αρκετών χρόνων;
Θεωρώ ότι τα δύο θέματα δεν συνδέονται. Σε προσωπικό επίπεδο – αν μιλάμε για ανθρώπους - η απάντηση στο πρώτο σκέλος της ερώτησης είναι: ναι. Στο δεύτερο σκέλος θα απαντήσω ότι δεν πιστεύω στις κοινότητες. Έχω όμως μεγάλη εμπιστοσύνη στους ανθρώπους χωριστά.
- Το Θαύμα της Θάλασσας των Σαργασσών προβάλλεται στις αίθουσες από την Strada Films.
- Ποια ονόματα ακούγονται για την Προεδρία της Δημοκρατίας - Τι θα μετρήσει στην απόφαση του Μαξίμου
- Μαγδεμβουργο: Στη φυλακή ο δράστης της επίθεσης – Οι ακροδεξιές θεωρίες και οι προειδοποιήσεις
- Πρύτανης του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστήμιου: Νέα προπτυχιακά προγράμματα μέσα στο 2025
- Η Σημασία των Μιτοχονδρίων στην Αναγεννητική Ιατρική: Ιστορία και Σύγχρονες Θεραπείες