Σινεμά|11.12.2019 18:34

Οι ταινίες της εβδομάδας: Ο Λέοναρντ Κοέν απέναντι σε «Δύο πάπες»

Άντα Δαλιάκα

Μπαίνοντας στην καρδιά της χειμερινής σεζόν, οι νέες πρεμιέρες φέρνουν το αποκαλυπτικό για τη σχέση του Λέοναρντ Κοέν με την Μαριάν Ιλέιν, ντοκιμαντέρ «Marianne & Leonard Λόγια αγάπης», το οσκαρικών ερμηνειών δράμα «Οι δύο πάπες», που θα ειναι διαθέσιμο και στο Netflix με ελληνικούς υπότιτλους από τις 20 Δεκεμβρίου, αλλά και την πολεμική περιπέτεια «Η ναυμαχία του Μίντγουεϊ».

«Marianne & Leonard Λόγια αγάπης» (Marianne & Leonard Words Of Love) / *** ½ 
Σκηνοθεσία: Νικ Μπρούμφιλντ

Ταινία-ντοκουμέντο μιας ολόκληρης εποχής μέσα από το πρίσμα ενός θρυλικού έρωτα όπως και εναλλακτική βιογραφία- ψυχογράφημα του Λέοναρντ Κοέν, το ντοκιμαντέρ του Νικ Μπρούμφιλντ για τον θρυλικό έρωτα του Λέοναρντ Κοέν και της νορβηγίδας μούσας του, Μαριάν Ιλέν, μας ταξιδεύει στην Ύδρα της δεκαετίας του ’60 και στην εποχή της ερωτικής και καλλιτεχνικής επανάστασης, στα ενδότερα της ζωής και του έργου ενός εκ των μεγαλύτερων τραγουδοποιών της σύγχρονης μουσικής.

Η πολύχρονη σχέση των δύο καλλιτεχνών ξεκίνησε το καλοκαίρι του 1960 στην Ύδρα. Μέλη και οι δύο της μποέμικης καλλιτεχνικής κοινότητας στο ελληνικό νησί που ήταν τότε αγκυροβόλι για πολλούς επώνυμους της διεθνής σκηνής, είχαν εισχωρήσει στη μεγάλη, πολυσυλλεκτική παρέα που αποτελούσαν συγγραφείς, ζωγράφοι, μουσικοί αλλά και ντόπιοι. Η ταινία ακολουθεί βήμα προς βήμα τον δεσμό τους από τις πρώτες μέρες του μεγάλου έρωτα στην Ύδρα όπου η Μαριάν μεγάλωνε τον μικρό της γιο Άξελ από τον πρώτο της γάμο, διαπερνά την εσωτερική πάλη του Κοέν καθώς μάχεται να δημιουργήσει, αλλά και το φάσμα του σεξ και των ναρκωτικών ως κομμάτι της δημιουργικής διαδικασίας, παρακολουθεί τον ανοιχτό και - όχι ευτυχισμένο- γάμο του Λέοναρντ και της Μαριάν μέσα στα χρόνια, καθώς ο καλλιτέχνης Λέοναρντ Κοέν μεγαλουργούσε προς την παγκόσμια καταξίωση καταστρέφοντας και αποξενώνοντας τη μεγάλη του αγάπη. Η πολύπλοκη και επιδραστική προσωπικότητα του Κοέν ξετυλίγεται μεθοδικά μέσα από τις αναμνήσεις των προσωπικοτήτων που συντρόφεψαν το ζευγάρι στην κοινή του πορεία αλλά και ένα πλούσιο backstage υλικό, επί της ουσίας αποκαλυπτικό της προσωπικής ζωής και του χαρακτήρα του Κοέν μπροστά και πίσω από τα φώτα της δημοσιότητας.

Χωρίς να γίνεται επικριτικός, μέσα από το πλούσιο αρχειακό υλικό του και τις on camera διηγήσεις, o Μπρούμφιλντ, που υπήρξε σύντροφος κατά την περίοδο της μποέμ ζωής στην Ύδρα και αργότερα επιστήθιος φίλος της Μαριάν, βάζει μεθοδικά το μαχαίρι στο κόκκαλο: η σχέση των Μαριάν και Λέοναρντ και οι μετέπειτα πορείες των ίδιων, όσων τους περιβάλλαν αλλά και των απογόνων τους, αποκαλύπτουν το πικρό τίμημα των φλεγόμενων δεκαετιών του ’60 και του ’70, και ρίχνουν σπόρους σκέψης για την αυτοκαταστροφική δύναμη της διάνοιας και τη δημιουργική διαδικασία στην Τέχνη. Ένα ντοκιμαντέρ μιας φλεγόμενης εποχής που ξεφεύγει από τις κοινότυπες κορώνες περί αιώνιας αγάπης και την ισχύ ενός ελευθεριάζοντος τρόπου ζωής και γίνεται το γλυκόπικρο τεκμήριο ενός έρωτα-δεσμού ζωής που όσο δεν μπόρεσε να υπάρξει σε κοινή στέγη άλλο τόσο τραγουδήθηκε και εξυψώθηκε ως ύμνος («So Long, Marianne…», «Hey, That’s No Way To Say Goodbye», «Bird On The Wire») μέσα από την Τέχνη και τις μελωδίες του Λέοναρντ Κοέν. (2019)

Οι Δύο Πάπες (The Two Popes) / *** 
Σκηνοθεσία: Φερνάντο Μεϊρέγιες / Παίζουν: Τζόναθαν Πράις, Άντονι Χόπκινς, Χουάν Μενουχίν

Το 2012 ο Αργεντινός Καρδινάλιος Μπεργκόλιο, σε ένα κρίσιμο προσωπικό σταυροδρόμι, ζητά από τον Γερμανό Πάπα Βενέδικτο ΙΣΤ΄ την άδεια για να συνταξιοδοτηθεί πρόωρα. Αντιμετωπίζοντας ένα σοβαρό σκάνδαλο και κρίση συνείδησης, ο ηλικιωμένος, εσωστρεφής Πάπας καλεί στο εξοχικό του έξω από την Ρώμη τον σκληρότερο κριτή του και μελλοντικό του διάδοχο. Οι δυο τους - ο πρώτος εκπρόσωπος του φιλελεύθερου προσώπου της καθολικής εκκλησίας και ο δεύτερος, πιστός συνεχιστής της συντηρητικής της παράδοσης  -  θα έρθουν σε αντιπαράθεση γύρω από τον σύγχρονο ρόλο της εκκλησίας, αν και η μεταξύ τους σύγκρουση σιγά-σιγά θα δώσει τη θέση της στην προσπάθεια για την εύρεση ενός κοινού τόπου για το μέλλον…

Οι παλαίμαχοι γίγαντες της υποκριτικής Τζόναθαν Πράις και Άντονι Χόπκινς κονταροχτυπιούνται με όλη τη σημασία της λέξης σε ένα ερμηνευτικό μπρα ντε φερ σκηνοθετημένο πειστικά από τον Βραζιλιάνο Φερνάντο ΜεϊρέγιεςΗ Πόλη του Θεού», «Ο επίμονος κηπουρός», «Περί τυφλότητας») πάνω σε ένα σενάριο που έγραψε ο ειδήμων των «καλογυαλισμένων» βιογραφιών, Άντονι ΜακΚάρτεν. Ο δύο φορές υποψήφιος για Όσκαρ, ΜακΚάρτεν, έχει χειριστεί ποικιλοτρόπως και πολύ συζητήσιμα – εντούτοις, ψυχαγωγικά και ευθύβολα εμπορικά - βιογραφίες μεγάλων προσωπικοτήτων. Δικά του σενάρια ήταν αυτά των πιο βροντερών βιογραφικών δραμάτων της τελευταίας εξαετίας που χάρισαν κατά σειρά Όσκαρ στον Έντι Ρεντμέιν για την ερμηνεία του Χόκινς στη Θεωρία των Πάντων (2014), στον Γκάρι Όλντμαν για την ερμηνεία του Τσόρτσιλ στην Πιο Σκοτεινή Ώρα (2017) και πρόσφατα στον Ράμι Μάλεκ για την ενσάρκωση του Μέρκιουρι στο αναπάντεχο χιτ «Bohemian Rhapsody (2018).

Αυτό που επιτυγχάνεται εδώ δεν απέχει πολύ από τις προαναφερθείσες και λειασμένες στις γωνίες τους βιογραφίες. Από τη μία, έχουμε μια φανταστικών, αλλά ικανοποιητικών, διαστάσεων ματιά στην απρόσμενη φιλία των δύο ανδρών μέσα από μια διαλογική αντιπαράθεση σε διάφορα επίπεδα (ψυχοσύνθεσης, κουλτούρας, ιδεολογίας, ταξικής συνείδησης), που αδρά αναδεικνύει τη διαμάχη του παλιού κατεστημένου της καθολικής Εκκλησίας με το φιλελεύθερο, ανθρωπιστικό μοντέλο του τωρινού Πάπα Φραγκίσκου και από την άλλη, μια προσέγγιση της ζωής και των (αμφιλεγόμενων) πεπραγμένων του δεύτερου ως ιερωμένου στην Αργεντινή. Μια εναλλακτική, εν ολίγοις, βιογραφία για τον εν ζωή Πάπα, βασισμένη στο γνωμικό «τα ετερώνυμα έλκονται» αλλά και στη γνώριμη σινεφίλ συνταγή του «παράξενου ζευγαριού», που όσο πομπώδης, διδακτική και αναφανδόν υπέρ του είναι στα εμβόλιμα, παλιομοδίτικου ύφους φλακ μπακ, που διαχέονται στο φιλμ, αναπαριστώντας τη νεανική δράση του Καρδινάλιου Μπεργκόλιο, άλλο τόσο απολαυστική γίνεται όταν αντιπαρατίθενται οι Πράις και Χόπκινς. Πέρα από τη φυσική τους ομοιότητα με τα πραγματικά πρόσωπα, οι δυο τους, παλιές καραβάνες της υποκριτικής, δίνουν και την πνευματικότητα αλλά και τη ζωντάνια που χρειάζεται στους χαρακτήρες τους ώστε ένας διάλογος γύρω από τη θεολογία ή μια ενδόμυχη εξομολόγηση να είναι το ίδιο απολαυστικός με τον τρόπο που ο απερχόμενος Πάπας και ο διάδοχος του προσεύχονται, πριν καταβροχθίσουν ένα κομμάτι πίτσας…

Για την ψυχαγωγική διάσταση της μεταξύ τους σχέσης, τα εύσημα πηγαίνουν στον Μεϊρέγιες, που εκτός του ότι κάνει εδώ συνέχεια ντρίπλες προσπερνώντας τα ηθελημένα «τυφλά» σημεία του σεναρίου όπου προσχηματικά θίγονται το χιτλερικό παρελθόν του Πάπα Βενέδικτου, ο χειρισμός εκ μέρους του του σκανδάλου παιδεραστίας στους κόλπους της καθολικής εκκλησίας αλλά και το χουντικό πάρε-δώσε του Πάπα Φραγκίσκου, καταφέρνει να πριμοδοτήσει με ενέργεια το φιλμ παρέχοντας μερικές δόσεις λατινοαμερικάνικου ταμπεραμέντου (η ποδοσφαιρόφιλη πλευρά του Πάπα Φραγκίσκου, η αγάπη του για το τανγκό). Υποψήφιο για 4 Χρυσές Σφαίρες (καλύτερης ταινίας, σεναρίου, α΄ και β΄ ανδρικού ρόλου) και με σοβαρές πιθανότητες να οδηγήσει τον πρωταγωνιστή Πράις στην πρώτη του οσκαρική υποψηφιότητα στα 72 του χρόνια. (2019, The Two Popes) ***

Ζίζοτεκ (Zizotek) / ** 
Σκηνοθεσία: Βαρδής Μαρινάκης / Παίζουν: Πηνελόπη Τσιλίκα, Δημήτρης Ξανθόπουλος, Αύγουστος Λάμπρου-Νεγρεπόντης

Ο εννιάχρονος Ιάσονας προσπαθεί μάταια να φροντίσει την καταθλιπτική του μητέρα. Μέχρι που μια μέρα – με το πρόσχημα μιας εκδρομής - εκείνη τον εγκαταλείπει σε ένα πανηγύρι στη Βόρεια Ελλάδα. Ο φοβισμένος μικρός βρίσκει καταφύγιο σε μια καλύβα στο δάσος, όπου ζει ο κωφάλαλος Μηνάς, ο οποίος κρύβει τα δικά του σκοτεινά μυστικά, όπως το «Ζίζοτεκ» (το κύκλωμα διακίνησης λαθρομεταναστών στο οποίο παίρνει μέρος). Ο Μηνάς θα επιστρέψει το παιδί στο σπίτι του όμως οι δυο τους χρειάζονται ο ένας τον άλλον, βρίσκοντας τον πατρογονικό δεσμό που τους λείπει περισσότερο…

Περίπου μια δεκαετία μετά το μεγάλο μήκους ντεμπούτο του με το «Μαύρο λιβάδι» (2009), ένα φιλόδοξο όσο και τολμηρό ερωτικό δράμα ανάμεσα σε έναν Γενίτσαρο και μια μοναχή που είναι στην πραγματικότητα αγόρι, τοποθετημένο στην εποχή της τουρκοκρατίας με λυρικό ύφος και αιχμή του δόρατος την ελληνική οπισθοδρομικότητα, ο Βαρδής Μαρινάκης επιστρέφει με τη δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του. Αυτή τη φορά, το παρόν παρέχει τη βάση για ένα μικρότερης κινηματογραφικής κλίμακας, ωστόσο παρόμοια σκληρό, ονειρικό παραμύθι ενηλικίωσης, με αλληγορικές διαστάσεις, βασισμένο στην ανάγκη του ανθρώπου για αποδοχή, οικειότητα και αγάπη στο πλαίσιο των οικογενειακών δεσμών.

Και εδώ, όπως στο «Μαύρο Λιβάδι», είναι διακριτές οι αναζητήσεις του σκηνοθέτη και σεναριογράφου στο φάσμα του λυρισμού (το οποίο επιτυγχάνεται με πλάνα σε κοντράστ χρώματα και την ατμοσφαιρική ένταξη του φυσικού τοπίου ως χαρακτήρα στην ιστορία), του μεταφυσικού και του θρησκευτικού στοιχείου. Όμως οι αρετές της σκηνοθεσίας, στις οποίες συγκαταλέγεται και η δοτική ερμηνεία του μικρού Αύγουστου Λάμπρου-Νεγρεπόντη, δεν αρκούν για να βάλουν τον θεατή στο πετσί της ιστορίας. Το σενάριο αποδεικνύεται ιδιαίτερα σχηματικό και για να νοηματοδοτήσει τις πράξεις των χαρακτήρων που θα παραμείνουν θολοί και μυστηριώδεις ως το φινάλε, αλλά και για ν’ απογειώσει την ταινία ως δημιούργημα ολοκληρωμένο, ενταγμένο στο είδος του μαγικού ρεαλισμού. (2019)

Ραντεβού στο Belle Epoque (La Belle Epoque) / **
Σκηνοθεσία: Νικολά Μπεντό / Παίζουν: Ντανιέλ Οτέιγ, Γκιγιόμ Κανέ, Ντοριά Τιλιέ, Φανί Αρντάν

Θέλετε να περάσετε ένα βράδυ ως η Μαρία Αντουανέτα; Να προσποιηθείτε ότι βγήκατε για ποτό με τον Έρνεστ Χέμινγουεϊ; Ή μήπως να επιστρέψετε στην αγαπημένη ανάμνηση από το παρελθόν σας; Ο 60άρης Βίκτορ, πάλαι ποτέ επιτυχημένος εικονογράφος κόμικς που έχει την αίσθηση ότι η εποχή των νέων μέσων και τεχνολογιών τον έχει ξεπεράσει, αποπειράται να ταξιδέψει στη Λυόν του 1974, την ημέρα που γνώρισε τη γυναίκα του, τον μεγαλύτερο έρωτα της ζωής του, όταν εκείνη τον διώχνει από το σπίτι. Πώς; Προσφεύγοντας απλά σε μια εταιρεία παλιού του γνώριμου που αναλαμβάνει την ανασύσταση και θεατρική σκηνοθεσία ολόκληρων εποχών και στιγμών για χάρη των καπρίτσιων των πλούσιων πελατών της…

Η νοσταλγία και η εξιδανίκευση του παρελθόντος ως αντίδοτο στην κατάθλιψη του τεχνολογικά γιγαντωμένου παρόντος και των αγκυλωμένων διαπροσωπικών σχέσεων – ειδικά των ερωτικών –, φέρνει τον Ντανιέλ Οτέιγ στο επίκεντρο μιας αισθηματική δραμεντί, σκηνοθετημένης με πολύ νεύρο, πάθος και μπόλικη….ζάχαρη από τον Νικολά Μπεντό. Ο Μπεντό μπλέκει τα όρια πραγματικότητας και μυθοπλασίας σε έναν επίκαιρο όσο και παραφουσκωμένο με ποικίλα ερωτικά μπερδέματα, κόντρα ανατροπές και φιλονικίες μεταξύ των δύο φύλων, αναστοχασμό των -φουλ στην ψευδαίσθηση της εικονικής πραγματικότητας - καιρών μας. Αν και η αφήγηση ξεκινάει με το απαραίτητο πικρόχολο χιούμορ και πολλές υποσχέσεις για τη συνέχεια, άλλο τόσο βιάζεται να χωρέσει όσες περισσότερες παραμέτρους μπορεί. Πάντως, ο Οτέιγ είναι για άλλη μία φορά συμπαθής στο ρόλο του 60άρη που θέλει να ξανανιώσει το πρώτο βέλος του έρωτα για την ατίθαση γυναίκα του (Φανί Αρντάν). (2019)

Η Ναυμαχία του Μίντγουεϊ (Midway) / ** 
Σκηνοθεσία: Ρόλαντ Έμεριχ / Παίζουν: Εντ Σκράιν, Πάτρικ Γουίλσον, Λουκ Εβανς, Άαρον Εκχαρτ, Νίκ Τζόνας, Μάντι Μουρ, Ντένις Κουέιντ, Γούντι Χάρελσον

Ο βομβαρδισμός του Περλ Χάρμπορ αλλά και η ναυμαχία του Μίντγουεϊ, μεταξύ του αμερικανικού και του ιαπωνικού ναυτικού που έδωσε στις αμερικανικές δυνάμεις το προβάδισμα στο μέτωπο του Ειρηνικού κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, επανέρχεται στη μεγάλη οθόνη (θυμόμαστε την ταινία του ΄76 με τους Τσάρλτον Ίστον, Χένρι Φόντα και Τζέιμς Κόμπερν) ως θεαματική μεν ιστορική περιπέτεια με πολλές αερομαχίες και ανατινάξεις πολεμικών πλοίων στη θάλασσα, βαρετή δε. Ο Ρόλαντ Έμεριχ (Ημέρα ανεξαρτησίας, Γκοτζίλα, Μετά την επόμενη μέρα) προσεγγίζει εδώ ως διεκπεραιωτής το θέαμα, μάλιστα χωρίς τη σπίθα του σασπένς, με ένα τετριμμένο σενάριο γεμάτο παλιομοδίτικες ατάκες αμερικανικού πατριωτισμού και καουμπόικων ηρωισμών, που στην εποχή μας, όταν το πολεμικό θέαμα έχει πια αγγίξει υψηλά επίπεδα εκσυγχρονισμού (αρκεί να αναφερθούμε στο επερχόμενο 1917 του Σαμ Μέντες και τη Δουνκέρκη του Κρίστοφερ Νόλαν) είναι να απορείς τι πήγε εδώ στραβά, με τόσους καλούς πρωταγωνιστές στους βασικούς ρόλους. (2019)

Μαύρα Χριστούγεννα (Black Christmas)
Σκηνοθεσία: Σοφία Τακάλ / Παίζουν: Ίμοτζεν Πουτς, Κάρι Έλγουες, Λίλι Ντόνοχιου, Μπρίτανι Ο' Γκρέιντι

Τα κορίτσια του κολεγίου ετοιμάζονται να υποδεχτούν την εορταστική περίοδο. Όμως τότε θα αρχίσουν οι φόνοι από έναν ψυχοπαθή με μια ανατριχιαστική μάσκα, που έχει διεισδύσει στο κολλέγιο. Οσο οι φόνοι συνεχίζονται, ξεσπάει ο πανικός και η αμοιβαία καχυποψία. Όμως ο δολοφόνος δεν έχει υπολογίσει ότι η αυτή η παρέα γυναικών, είναι πιο δυναμική απ’ όσο θα περίμενε. Ριμέικ της καλτ ταινίας τρόμου του ’74 με κοινωνικό σχόλιο και αλληγορικές αναφορές στην Αμερική του σήμερα. Σκηνοθετημένο από γυναίκα, γεγονός σπάνιο για θρίλερ τρόμου, παραγωγής μεγάλου στούντιο (Universal). (2019)

Τσάρλι 
Σκηνοθεσία: Θανάσης Τσαλταμπάσης / Παίζουν: Θανάσης Τσαλταμπάσης, Γιώργος Κοψίδας, Γιώργος Γαλίτης, Αγοραστή Αρβανίτη, Σπύρος Παππάς

Ο Τσάρλι ξεπηδά από το παρελθόν και προσγειώνεται στο σύγχρονο παρόν. Eνας ρομαντικός περιπλανώμενος, διαχρονικός ονειροπόλος, που βρίσκεται διαρκώς σε κίνηση. Eνα μεσημέρι, καθισμένος στο παγκάκι ενός πάρκου, ξεφυλλίζει μια εφημερίδα στην οποία υπάρχει ένα μήνυμα αποκλειστικά για αυτόν. Εάν περάσει πέντε δοκιμασίες με επιτυχία, τότε ένας πολύ μεγάλος θησαυρός θα γίνει δικός του. Χωρίς να χάσει χρόνο, αποδέχεται την πρόκληση και από αυτό το σημείο ξεκινάνε οι περιπέτειες του…Ο Θανάσης Τσαλταμπάσης σκηνοθετεί τον εαυτό του ως μια εκδοχή του Τσάρλι Τσάπλιν στη σύγχρονη Αθήνα. (2019)

Netflixοι ταινίες της εβδομάδαςΦανί ΑρντάνΛέοναρντ Κοέν