Σινεμά|20.01.2020 13:21

«Τζότζο»: Η αντιχιτλερική σάτιρα που θα ζήλευε ο Τσάρλι Τσάπλιν (vids)

Newsroom

Τι γίνεται όταν μια κοινωνία φτάνει στα πρόθυρα της τρέλας; Εβραίος στην καταγωγή με προσωπική πείρα από κοινωνικές προκαταλήψεις, ο Νεοζηλανδός Τάικα Γουαϊτίτι που έχει υπογράψει μπλοκμπάστερ (την υπερηρωική περιπέτεια «Thor: Ragnarok»), κωμωδίες («Οσα κάνουμε στις σκιές») αλλά και σειρές (το «The Mandalorian» της νέας πλατφόρμας streaming Disney+ ), καταθέτει με το οσκαρικό «Τζότζο» (2020) μια πικρή σάτιρα για τη ναζιστική κουλτούρα.

Ο Γουαϊτίτι προσεγγίζει μια τρομακτική πλευρά της ιστορίας μέσα από την ματιά ενός αγοριού που έχει υποστεί πλύση εγκεφάλου για να είναι αφοσιωμένο στον Χίτλερ, αλλά βρίσκεται αντιμέτωπο με κάτι τόσο ανατρεπτικό όσο η ανακάλυψη ότι η μητέρα του κρύβει μια Εβραιοπούλα στη σοφίτα τους. Η ταινία βασίζεται στο μυθιστόρημα «Caging Skies» της Κριστίν Λέουνενς που εκδόθηκε το 2004 και συνιστά μια κωμική αλληγορία για το κόστος του φανατισμού.

«Πάντα πίστευα ότι η κωμωδία είναι ο καλύτερος τρόπος να κάνεις το κοινό να αισθάνεται άνετα» λέει ο Γουαϊτίτι. Η έξαρση του εθνικισμού και του αντισημιτισμού στη σημερινή εποχή κάνει την ταινία του πιο επίκαιρη από ποτέ. Καθόλου τυχαία η Αμερικανική Ακαδημία την ξεχώρισε από τις ταινίες της σεζόν δίνοντας της έξι υποψηφιότητες για Οσκαρ - Καλύτερης Ταινίας, Β΄ Γυναικείου Ρόλου για τη Σκάρλετ Γιοχάνσον (η ίδια διεκδικεί και Όσκαρ Α΄ Γυναικείου Ρόλου για την ερμηνεία της στην «Ιστορία Γάμου»), Διασκευασμένου Σεναρίου για τον σκηνοθέτη που υπογράφει και τη διασκευή του βιβλίου της Λέουνενς, Κοστουμιών, Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης και Μοντάζ.

Δημιουργώντας την ταινία

Οι κινηματογραφικές παρωδίες με θέμα τον ναζισμό εμφανίστηκαν στη δεκαετία του ’40, τότε που η εξάπλωσή του δεν ήταν απλώς απειλή αλλά πραγματικότητα. Η αρχή έγινε από τον Τσάρλι ΤσάπλινΟ Μεγάλος Δικτάτορας»), τον Ερνστ ΛιούμπιτςΝα ζει κανείς ή να μη ζει») και τον Μελ ΜπρουκςΔυο Τρελοί Παραγωγοί») ενώ η σκυτάλη πέρασε στο σινεμά πολύ διαφορετικών δημιουργών όπως ο Τζον ΜπούρμανΕλπίδα και Δόξα»), ο Ρομπέρτο ΜπενίνιΗ Ζωή είναι Ωραία») και ο Κουέντιν ΤαραντίνοΑδωξοι Μπάσταρδοι»).

«Το βιβλίο στο οποίο βασίστηκε η ταινία ήταν εγγύτερο στο δράμα, παρόλο που είχε κωμικά στοιχεία. Όμως, θεώρησα πως αν ασχολούμουν με τη μεταφορά του, θα έπρεπε να το ενισχύσω με στοιχεία της προσωπικότητάς μου. Μου αρέσει να αναμειγνύω το δράμα με τη σάτιρα», δηλώνει ο Γουαϊτίτι ο οποίος μάλιστα υποδύεται στην ταινία τον Χίτλερ που κυριαρχεί στις φαντασιώσεις του μικρού Τζότζο, με ένταση και πάθος.

«Εχω ζήσει τη ρατσιστική αντιμετώπιση κυρίως εξαιτίας του χρώματος του δέρματός μου» εξηγεί ο ίδιος. «Παραδοσιακά στη Νέα Ζηλανδία, υπήρχε προκατάληψη ενάντια σε όσους κατάγονταν από τη φυλή των Μαορί. Το έζησα και κατάφερα κατά κάποιο τρόπο να το ξεπεράσω. Αυτά όλα μπορώ πλέον να τα περάσω εύκολα στην κωμωδία. Γι’ αυτό τον λόγο νιώθω άνετα να αστειεύομαι με τους ανθρώπους που πιστεύουν ότι είναι έξυπνο να μισούν κάποιον για αυτό το οποίο είναι».

Οι ναζί του «Τζότζο»

Πέρα από το προφανές -τη γελοιοποίηση των ναζί-, ο σκηνοθέτης έκρινε ότι οι ακόλουθοι του Χίτλερ έπρεπε να έχουν αναγνωρίσιμα χαρακτηριστικά, ώστε να φαίνονται ανθρώπινοι.

«Ηταν σημαντικό να δείχνει ο Τζότζο όπως ένα 10χρονο αγόρι που δεν γνωρίζει τίποτα για τον κόσμο μας» σχολιάζει ο Γουαϊτίτι. «Του αρέσει βασικά που ντύνεται με μια φόρμα και γίνεται απλά αποδεκτός. Ετσι ακριβώς συνήθιζαν να συμπεριφέρονται οι ναζί στα παιδιά, να τους δείχνουν πώς πρέπει να γίνεται κάτι δίχως να είναι σε θέση να σκεφτούν για αυτό. Οπότε τους έλεγαν πως αυτό πρέπει να γίνεται με συγκεκριμένο τρόπο και τα παιδιά το δέχονταν».

Η δική μας σημείωση εδώ είναι ότι ο μικρός Ρόμαν Γκρίφιν Ντέιβις είναι πολύ γλυκός και ταιριαχτός με τον ρόλο του 10χρονου αγοριού που παραπλανείται από τον Χίτλερ.

Ο Γουαϊτίτι επιδίωξε την ταύτιση του κοινού με τον Τζότζο και τον κόσμο του. «Ενας τρόπος ήταν να δείξω πως πρόκειται, στην πραγματικότητα, για ένα τρομαγμένο και άκακο, σε γενικά πλαίσια, αγόρι με μεγάλα όνειρα, όπως όλα τα παιδιά».

Επιπλέον, έβαλε τη σχέση μητέρας-παιδιού στον πυρήνα της ταινίας. Σε αντίθεση με τον Τζότζο, η μητέρα του Ρόζι βλέπει ξεκάθαρα τον ύπουλο κόσμο που χτίζει ο Χίτλερ και αποφασίζει να περάσει στην ενεργό δράση, βοηθώντας τους κατατρεγμένους.

Αν και η ταινία κάνει χρήση ορισμένων αναχρονισμών, ο Γουαϊτίτι ερεύνησε πολύ την ιστορική περίοδο στην οποία αναφέρεται η ταινία, διαβάζοντας βιβλία και παρακολουθώντας ντοκιμαντέρ.

«Διάβασα αρκετά για τον ψυχισμό των Γερμανών πριν από τον πόλεμο και για το πώς είναι δυνατόν να καθοδηγείς μια ολόκληρη χώρα... Είδα ντοκιμαντέρ για να έχω μια ιδέα πώς ήταν τα πράγματα. Ηθελα να είμαι ακριβής και να πειραματιστώ μόνο με τη μουσική, τη χρωματική παλέτα και τη γλώσσα».

Ο Γουαϊτίτι συμπληρώνει: «Ταυτίζομαι με ταινίες σαν τον «Μεγάλο Δικτάτορα» του Τσάπλιν, που διακωμωδεί την κατάσταση που επικρατούσε και ταυτόχρονα δείχνει πόσο σοβαρά είναι τα πράγματα. Είναι μια προειδοποίηση για την εποχή μας:  ο Χίτλερ ‘’συνέβη’’ πρόσφατα σύμφωνα με τους όρους της ανθρώπινης Ιστορίας και θα πρέπει να συνεχίσουμε να μιλάμε γι’ αυτόν διότι οι παράγοντες που τον τοποθέτησαν στην εξουσία δεν εξαλείφονται εύκολα».

Η ταινία «Τζότζο» («Jojo Rabbit») βγαίνει στις αίθουσες στις 23 Ιανουαρίου από την Odeon 

Σκάρλετ ΓιόχανσονΌσκαρ 2020Τσάρλι Τσάπλιν