Πολιτισμός|31.10.2022 19:20

Βιβλιοπαρουσίαση: «Θέλουμε ανάπτυξη; Μια βιωματική εμπειρία με ιστορικές και θεωρητικές αναφορές»

Newsroom

Το βιβλίο είναι μια απόπειρα κατανόησης του τρόπου με τον οποίο σχεδιάζονται οι δημόσιες και δη οι αναπτυξιακές πολιτικές στην χώρα μας, πώς συντονίζονται και εφαρμόζονται, πώς επανεξετάζονται και αναθεωρούνται. Αξιοποιεί τις βιωματικές εμπειρίες των συγγραφέων στο σχεδιασμό και υλοποίηση πολιτικής σε μια κομβική υπηρεσία την Γενική Γραμματεία Στρατηγικών και Ιδιωτικών Επενδύσεων –ΓΓΣΙΕ- του Υπουργείου Οικονομίας & Ανάπτυξης (την περίοδο 2015-2019 ο Λαμπριανίδης ήταν Γενικός Γραμματέας και ο Γεωργόπουλος στέλεχος της υπηρεσίας και συνεργάτης του). Το βιβλίο αρθρώνεται σε 3 μέρη.

Το 1ο περιλαμβάνει τρία παραδείγματα σχεδιασμού δημόσιας πολιτικής. Καταλαμβάνει πάνω από τη μισή έκταση του βιβλίου και αναδεικνύει όλα τα ζητήματα που προκύπτουν κατά την προσπάθεια σχεδιασμού και υλοποίησης Δημόσιων πολιτικών. Επικεντρώνεται στην ανάλυση τριών συγκεκριμένων πολιτικών που αναπτύχθηκαν από τη ΓΓΣΙΕ? οι δυο πρώτες τέθηκαν σε εφαρμογή (αναπτυξιακός νόμος για την ενίσχυση της επενδυτικής δραστηριότητας της χώρας, πρωτοβουλία «Γέφυρες» για τη συγκράτηση του brain drain), ενώ η τρίτη θεσμοθετήθηκε μεν, αλλά δεν πρόλαβε να τεθεί σε εφαρμογή (Δομή στήριξης ΜΜΕ, με στόχευση την υπέρβαση σειράς δομικών προβλημάτων που χαρακτηρίζουν τις ΜΜΕ).

Τα δεδομένα που περιγράφονται είναι συχνά αποκαλυπτικά για τον τρόπο κατάστρωσης πολιτικών και εν γένει λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης της χώρας, αλλά και των κοινωνικών εταίρων, των πολιτικών κομμάτων κτλ., ενώ γίνονται εναργέστερα μέσω 16 παρεκβάσεων που αφορούν συγκεκριμένες περιπτώσεις και εικονογραφούν τα καθημερινά διλήμματα / δυσκολίες κατά την άσκηση δημόσιας διοίκησης. Οι δυσκολίες στη χάραξη και άσκηση δημόσιων πολιτικών ανάγονται σε διαχρονικές και διακομματικές δομικές αδυναμίες της δημόσιας διοίκησης της χώρας και ευρύτερα του πολιτικού της συστήματος (που δεν περιλαμβάνει μόνο τα κόμματα αλλά και τον συνδικαλισμό, τους κοινωνικούς εταίρους κτλ.).

Στο 2ο μέρος «Ιστορικές και θεωρητικές επισημάνσεις για τις Δημόσιες Πολιτικές» υποστηρίζουν πως ο σχεδιασμός Δημόσιων Πολιτικών στην Ελλάδα προσεγγίζει σε ένα μείγμα βραχυχπρόθεσμου ιδίως μικρο- ορθολογισμού, κληρονομημένων από το παρελθόν πρακτικών που βαραίνουν στον σχεδιασμό τομών και ρήξεων με μια ισχυρή διάσταση ανορθολογισμού - «χαοτικών» χαρακτηριστικών ιδίως στον σχεδιασμό και την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων.

Διαχρονικά η χώρα παρουσιάζει αδυναμία σκέψης και τόλμης, γενικά αλλά ιδίως στα αναπτυξιακά θέματα («όλο τα ίδια μένουν, τίποτα δεν αλλάζει»). Πρέπει να αναδειχθεί ένας συνδυασμός ισχυρής πολιτικής βούλησης και κοινωνικής συναίνεσης για την επίτευξη των απαραίτητων σημαντικών μεταρρυθμίσεων.

Στο 3ο μέρος «Μέτρα πολιτικής και Συμπεράσματα», υποστηρίζουν πως αυτό που εμπόδισε τη χώρα να επιτύχει να φτάσει τις αναπτυγμένες ήταν η εμμένουσα υιοθέτηση ενός ανεπαρκούς οικονομικού υποδείγματος ανάπτυξης και η εμμένουσα αδυναμία του κράτους με την ευρύτερη έννοιά του (Κυβέρνηση, Κόμματα, Βουλή κτλ.) αλλά και της εν στενή εννοία Δημόσια Διοίκηση.

Υποστηρίζουν ότι όλα αυτά συμβαίνουν γιατί: α) η χώρα ακολουθεί εσφαλμένα αναπτυξιακά υποδείγματα β) Το κράτος μας δεν τόλμησε να αντικρύσει στα μάτια την εκάστοτε αντιστοιχούσα στην εποχή της βιομηχανική πρόκληση, ήταν ένα ανίσχυρο κράτος, αγόμενο και φερόμενο από ιδεολογίες, συμφέροντα και αδράνειες χωρίς αναπτυξιακή δυναμική γ) Η διαρκής αδυναμία του ελληνικού κράτους να σκεφτεί στρατηγικά, στερείται δυνατοτήτων οργανωμένης πρόσληψης και ανάλυσης της πραγματικότητας και βεβαίως και τεκμηριωμένης μεταρρύθμισής της επί τη βάσει δεδομένων δ) Η κατανόηση του κράτους ως αντικειμένου λαφυραγώγησης από τον εκάστοτε νικητή των εκλογών.

Χωρίς μια τολμηρή αλλαγή κοινωνικο-οικονομικού παραδείγματος, δεν φαίνεται πώς η χώρα μας θα μπορέσει να ξεφύγει από την «παγίδα των χωρών μεσαίου εισοδήματος». Απαιτείται, μια τρίτη «διοικητική επανάσταση» (Καποδίστρια, Βενιζέλου) και μια «αναπτυξιακή επανάσταση», που θα προχωρήσει με τόλμη και επινοητικότητα, βασισμένη στα υπαρκτά συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας.

Αναβάθμιση της φιλοσοφίας του σχεδιασμού δημόσιας (αναπτυξιακής) πολιτικής σε μια κατεύθυνση που θα επιχειρεί να ανταποκριθεί συνεκτικά σε κεντρικές κοινωνικές προκλήσεις (societal challenges) μέσα από μια στρατηγική προσανατολισμένη στην υπηρέτηση συγκεκριμένων διατομεακών πολιτικών («αποστολών» -missions). Απαιτούνται λοιπόν νέες κυβερνητικές δομές, η θεσμοποίηση μιας νέας κουλτούρας στους ανθρώπους της διοίκησης, αλλά και κοινωνικο-πολιτικές συμμαχίες και συναινέσεις.

Το βιβλίο είναι διαφωτιστικό των δυσκολιών στην άσκηση δημόσιας αναπτυξιακής πολιτικής και διαβάζεται εύκολα και ευχάριστα ακόμη και από τον μη ειδικό αναγνώστη.

βιβλίοειδήσεις τώρα