Πολιτισμός|12.08.2019 17:40

Πικάσο - Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης: Η τέχνη των Ελλήνων είναι περισσότερο ζωντανή παρά ποτέ

Newsroom

Στο πλαίσιο της σειράς εκθέσεων «Θεϊκοί Διάλογοι», το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης φιλοξενεί αυτή την περίοδο (και µέχρι τις 20 Οκτωβρίου) την έκθεση µε τίτλο «Πικάσο και Αρχαιότητα. Γραµµή και πηλός», που εστιάζει στη σχέση της τέχνης του Ισπανού καλλιτέχνη µε την τέχνη του ελληνικού χώρου, από την κρητοµυκηναϊκή έως τη γεωµετρική, την αρχαϊκή, την κλασική και την ελληνορωµαϊκή περίοδο, αγγίζοντας ακροθιγώς και άλλους συγγενικούς πολιτισµούς στις παρυφές αυτού του κόσµου, όπως τον αιγυπτιακό και τον ετρουσκικό.

Η οργανωµένη σε θεµατικές ενότητες έκθεση περιλαµβάνει 68 σχέδια, χαρακτικά και κεραµικά µε πτηνά, τετράποδα και θαλάσσια όντα, ανθρώπινες µορφές, µυθολογικά ή µιξογενή πλάσµατα (Κένταυρος-Μινώταυρος) και άλλα έργα εµπνευσµένα από το αρχαίο θέατρο, από τη δεκαετία του 1920 έως τη δεκαετία του 1960, που προέρχονται από ιδρύµατα, µουσεία και συλλογές του εξωτερικού, σε αντιπαραβολή µε 67 εκθέµατα από 15 ελληνικά µουσεία και συλλογές.

Ο Πικάσο, ένας από τους πιο πολυσχιδείς και επιδραστικούς καλλιτέχνες του 20ού αιώνα, στη συνείδηση του µεγάλου κοινού συνδέεται κυρίως µε τον κυβισµό και τον σουρεαλισµό, αλλά η εργασία του, στη διάρκεια της µακράς και παραγωγικής σταδιοδροµίας του, ενσωµατώνει ποικίλες αναφορές, προερχόµενες από τις πιο διαφορετικές πηγές.

Η τέχνη του ανατροφοδοτούνταν διαρκώς από την τέχνη του παρελθόντος, όχι απαραίτητα από τις αρχαιότητες που έβλεπε ο ίδιος στις κοιτίδες των αρχαίων πολιτισµών, αλλά µέσα από τα βιβλία που διάβαζε, τις επισκέψεις του στα µουσεία και τις συζητήσεις του µε ανθρώπους όπως ο Κριστιάν Ζερβός, ο Τεριάντ και ο Κοκτό. Είναι πολύ γνωστή η σχέση µιας πλευράς της τέχνης του Πικάσο µε την ιβηρική γλυπτική και την αφρικανική µάσκα· η έκθεση του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης προεκτείνει αυτόν τον διάλογο και σε µια άλλη κατεύθυνση, εκείνη της προϊστορίας και της αρχαιότητας του ελληνικού χώρου.

Τον γοήτευε

Στην αρχή της εκθεσιακής διαδροµής εκτίθενται έργα τα οποία αποκαλύπτουν τη γοητεία που ασκούσε στον καλλιτέχνη η ελληνορωµαϊκή αρχαιότητα. Στη δεκαετία του ’20, στη Νότια Γαλλία, ο Πικάσο δηµιούργησε µια σειρά από σχέδια µε φαινοµενικά ανάλαφρα θέµατα, όπως τα σχέδια των λουοµένων που αναπαύονται ή παίζουν στην ακτή ή τα σχέδια µε θέµα τις τρεις Χάριτες.

Ωστόσο, αυτές οι µορφές διαθέτουν στιβαρότητα και σοβαρότητα ανάλογη των µορφών της αθηναϊκής αγγειογραφίας και του ρωµαϊκού αναγλύφου. Κάποιες γυναικείες φιγούρες τυλιγµένες σε ιµάτια, πιο δραµατικές, παραπέµπουν στο αρχαίο θέατρο. Μια άλλη ενότητα συνιστούν οι χαλκογραφίες, τα σκίτσα και τα σχέδια της δεκαετίας του ’30 για µια ειδική έκδοση της Λυσιστράτης. Σε αυτά η λιτή και αισθησιακή γραµµή της προηγούµενης περιόδου, η «γραµµή της οµορφιάς», γίνεται ανήσυχη, ίσως σε αντιστοιχία µε την ταραγµένη εποχή της, και η διατάραξη του σχεδίου και η δραµατικότητα της φωτοσκίασης σηµαίνουν τη διάρρηξη της µορφής.

Σε γενικές γραµµές, από τη δεκαετία του ’40 ξεκινά για την κεραµική και σχεδιαστική παραγωγή του Πικάσο µια πιο ελεύθερη, οργιαστική και συνθετική αφοµοίωση των καλλιτεχνικών προτύπων από τους αρχαίους πολιτισµούς του ελληνικού χώρου. Στα εντυπωσιακότερα εκθέµατα, που φτάνουν έως τη δεκαετία του ’60, περιλαµβάνονται ανθρωποµορφικά κεραµικά αγγεία, σαφώς επηρεασµένα από την οργανικότητα της φόρµας ή και τον ανθρωποµορφισµό της προϊστορικής και της αρχαίας κεραµικής.

Ορισµένα κεραµικά φέρουν παραστάσεις εµπνευσµένες από την καβειρική και την ετρουσκική εικονογραφία ή έχουν αναφορές στην Αίγυπτο. Ιδιαίτερη θέση µέσα στην έκθεση κατέχει µια οµάδα έργων δηµιουργηµένων στη δεκαετία του ’50 στο χωριουδάκι Βαλορί, σε µια περίοδο σχετικής ευτυχίας στη ζωή του καλλιτέχνη, τα οποία παραπέµπουν στη γενική ιδέα ενός µυθικού παρελθόντος, αντλούν από διαχρονικές εικόνες όπως φαύνους, πτηνά, ζώα, µουσικούς, και συνολικά πλάθουν το όραµα ενός ειρηνικού και χαρούµενου κόσµου, µια πικασική Αρκαδία.

Ενδεικτικά, αναφέρουµε ένα λευκό πήλινο αγγείο του 1952 µε κατσίκες και διακοσµητικά µοτίβα, που αποδίδονται µε λιτό, γραµµικό, εγχάρακτο και γεµισµένο µε µαύρο χρώµα σχέδιο, µια εκπληκτική περίπτωση οικονοµίας, ακριβολογίας και συνεργασίας σχήµατος, όγκων και σχεδίου, που εκτίθεται δίπλα σε δύο κοµψές αρχαϊκές τριφυλλόσχηµες οινοχόες από την Κάμειρο της Ρόδου με παραστάσεις αιγάγρων και αιλουροειδών και έντονη διακοσμητικότητα. Επίσης ένα ειδώλιο αυλητή που, παρά τον μοντέρνο χειρισμό της φόρμας, άμεσα παραπέμπει στα κυκλαδικά ειδώλια.

Και τέλος, ένα πλακίδιο του 1957 από ερυθρό πηλό με γραπτή παράσταση δύο χορευτών και αυλητή, το οποίο θυμίζει αφενός τη γεωμετρική τέχνη ως προς την τεχνική της σκιαγραφίας, αφετέρου την κλασική αγγειογραφία ως προς τη ρευστότητα των περιγραμμάτων και της κίνησης και την ανάδυση ενός γενικότερου αισθήματος ευωχίας, παρουσιασμένο δίπλα σε κλασικό ερυθρόμορφο κωδωνόσχημο κρατήρα που φέρει μια πολύ ζωντανή σκηνή επιστροφής από συμπόσιο.

Καίρια και ζωντανή 

Για τον ίδιο τον Πικάσο η τέχνη του παρελθόντος είναι καίρια και ζωντανή. «Για μένα δεν υπάρχει παρελθόν ή μέλλον στην τέχνη. Εάν ένα έργο τέχνης δεν μπορεί να ζει πάντα στο παρόν, δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να θεωρείται ως τέτοιο. Η τέχνη των Ελλήνων, των Αιγυπτίων, καθώς και των μεγάλων ζωγράφων που έζησαν σε παλαιότερες εποχές δεν είναι τέχνη του παρελθόντος. Ισως είναι περισσότερο ζωντανή σήμερα παρά ποτέ» είναι τα λόγια του ίδιου του καλλιτέχνη που παρατίθενται στην είσοδο της έκθεσης. Κι αν μια τέτοια δήλωση ενδεχομένως αναιρεί την ιστορικότητα των μορφών που συναιρούνται στους νεότερους χρόνους έως και σήμερα ως καλλιτεχνικές, προσφέρει ωστόσο το έναυσμα για συζήτηση σχετικά με το αόρατο νήμα που συνδέει τα τεχνουργήματα του χθες με τα καλλιτεχνήματα του σήμερα, το παρελθόν με το παρόν, τουλάχιστον όπως το αντιλαμβανόταν μια σημαντική προσωπικότητα της πρωτοπορίας του 20ού αιώνα.

Η ζωντανή σχέση του Πικάσο με τις απτές και τουλάχιστον στη δική του αντίληψη αλληλοτροφοδοτούμενες παραδόσεις της λεκάνης της Μεσογείου αποτυπώνεται και στη φωτογραφία που έχει αναρτηθεί στην αρχή (και το τέλος!) της εκθεσιακής διαδρομής. Η φωτογραφία εικονίζει τον ίδιο τον καλλιτέχνη στις Κάννες το 1959, μεταμφιεσμένο σε Μινώταυρο με τη χρήση ψάθινης μάσκας ταύρου από εκείνες που συνηθίζονταν για την εκπαίδευση των ταυρομάχων στην Ισπανία.

Ο ταύρος της ισπανικής παράδοσης και των αρχαίων πολιτισμών της Μεσογείου, μια μορφή που γενικά στο έργο του Πικάσο συμβολίζει το διονυσιακό στοιχείο, το ωμό, το ζωώδες, το ασυνείδητο, το σκοτάδι, την ελευθερία, την καταστροφή και τον θάνατο, συμμετέχει στη μορφή του Μινώταυρου με συγγενείς συνδηλώσεις. Ο Μινώταυρος, μισός ζώο μισός άνθρωπος, μισός λογική μισός ένστικτο, συμπυκνώνει το νόημα της αρχαίας τραγωδίας και ταυτίζεται με τον ίδιο τον καλλιτέχνη.

«Αν κάποιος σημείωνε πάνω σε έναν χάρτη όλες τις διαδρομές που διήνυσα και τις ένωνε μεταξύ τους με μία γραμμή, θα σχεδίαζε ενδεχομένως έναν Μινώταυρο» είναι και πάλι τα δικά του λόγια που διαβάζουμε δίπλα στη φωτογραφία της μεταμφίεσής του. Αντιστικτικά εκτίθεται κορμός αγάλματος Μινώταυρου, ρωμαϊκό μαρμάρινο αντίγραφο κλασικού έργου του γλύπτη Μύρωνα στημένου στην αθηναϊκή Ακρόπολη. Στο άλλο άκρο της έκθεσης, σε σχέδιο ήδη του 1934, κατεβάζει το θέμα του Μινώταυρου σε ακόμα βαθύτερα μονοπάτια της ανθρώπινης ψυχής, ταυτίζοντάς τον με τον Οιδίποδα. Ο Πικάσο δεν είχε κάνει ψυχανάλυση, αλλά επηρεάστηκε από αυτήν, λέει σε συνέντευξή του στο «Εθνος» (13/7/2019, σ. 36-37) ο εγγονός του, Μπερνάρ Πικάσο.

έκθεσηΠάμπλο Πικάσο