Πολιτισμός|06.12.2018 19:05

Εάν ζούσε σήμερα ο Παύλος Σιδηρόπουλος

Σπύρος Σεραφείμ

Ο Παύλος Σιδηρόπουλος γεννήθηκε στις 27 Ιουλίου του 1948, στην Αθήνα.

Το 1990, αντιμετωπίζει προβλήματα με το δεξί του χέρι που, προφανώς από κάποιο πρόβλημα στα αγγεία, παραλύει. Στις 6 Δεκεμβρίου του ίδιου χρόνου, ευρισκόμενος στο σπίτι μιας φίλης του στον Νέο Κόσμο, πέφτει σε κώμα από υπερβολική χρήση ηρωίνης και αφήνει την τελευταία του πνοή κατά τη μεταφορά του στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός. Κηδεύτηκε στις 10 Δεκεμβρίου, στο κοιμητήριο του Κόκκινου Μύλου στη Νέα Φιλαδέλφεια, με πλήθος κόσμου να κλαίει στο τελευταίο αντίο.

Μέσα σε αυτά τα 42 χρόνια που μεσολάβησαν από το φως στο σκοτάδι, ο δισέγγονος του Αλέξη Ζορμπά και ανιψιός της γνωστής ποιήτριας Έλλης Αλεξίου πρόλαβε να γράψει τη δική του ιστορία – και αυτό δεν αποτελεί άλλο ένα εύκολο, δημοσιογραφικό κλισέ.

Στην πορεία του υπήρξαν πολλοί σταθμοί οι οποίοι αποτέλεσαν μια μοναδική, ιδιαίτερη ισορροπία για αυτόν τον ρόκερ και σκεπτικιστή. «Δάμων και Φιντίας», «Ζωντανοί στο κύτταρο», τα «Μπουρμπούλια», η «Σπυριδούλα», ο «Φλου», οι «Απροσάρμοστοι», τι να θυμηθείς. Τόσα τραγούδια σε τόσα εκατομμύρια χείλη, ο ύμνος «Να μ' αγαπάς», οι συμμετοχές του σε ταινίες στη μικρή καριέρα του (και) ως ηθοποιός.

Η πορεία του στην Τέχνη είναι γνωστή, έχουν γραφτεί άπειρα κείμενα για τη δισκογραφία του, τις παρτιτούρες του οι οποίες θεωρούνται εδώ και χρόνια κλασικές, έχουν αποτυπωθεί σε άπειρες προτάσεις οι ερμηνείες του που δεν θύμιζαν κανέναν άλλον και, αντίστοιχα, θα θυμίζουν για πάντα μόνο εκείνον.

Σήμερα, στην εποχή μας, που δείχνει ότι οι μικροί και μεγάλοι ήρωες έχουν πάρει σύνταξη, έχουν παραιτηθεί και έμειναν λίγοι να κουβαλούν την επαναστατικότητα, ο Παύλος λείπει. Βασικά, λείπει η σκέψη του απέναντι στις καταστάσεις τις οποίες βιώνουμε καθημερινά, η βαθιά άποψή του για όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας.

Δεν ξέρω με τι θα αντάλλασσα το να ήταν σήμερα εδώ ο Σιδηρόπουλος και να μας έλεγε, μέσα σε μια πρόταση, αυτό που θα πίστευε για όλα όσα έγιναν ή δεν έγιναν με τον Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο, τον Αλέξη που σταμάτησε να χαμογελά για πάντα στα Εξάρχεια, για τα επεισόδια που γίνονται στην επέτειο του θανάτου του, για τα παιδιά με τις κουκούλες που πετούν μολότοφ.    

Το πιο εύκολο είναι να συμπεράνεις ότι θα τραγουδούσε «έχε τον νου σου στο παιδί», από το «Κάποτε θα ‘ρθουν» των Λευτέρη Παπαδόπουλου και Μίκη Θεοδωράκη. Κάποιος ίσως και να σημείωνε ότι ο Παύλος θα έλεγε, επίσης, «υπερασπίσου το παιδί γιατί, αν γλιτώσει το παιδί, υπάρχει ελπίδα…».

Κανείς μας, όμως, δεν μπορεί να είναι σίγουρος για αυτά που θα είχε στο μυαλό του ο Έλληνας Μικ Τζάγκερ, σε ένα από τα πολλά προσωνύμια που του αποδόθηκαν. Κανένας δεν μπορεί να στοιχηματίσει για την ατάκα που θα έλεγε ο «Σιδηρό», αφού πολλοί λίγοι τον κατάλαβαν, ελάχιστοι τον ένιωσαν για αυτό που πραγματικά ήταν.

Για το μόνο που είμαστε βέβαιοι είναι ότι στις 6 Δεκεμβρίου, ανήμερα του Αγίου Νικολάου, εκείνος που δεν πίστευε σε θεούς, αλλά πάλευε με τους δαίμονές του, μετοίκησε σε άλλον πλανήτη. Και έτσι έμεινε για πάντα ο Παύλος μας, ο ασυμβίβαστος τύπος που έφυγε πολύ νωρίς…

Παύλος Σιδηρόπουλος