Εκκλησία|11.09.2019 17:13

Αγιασμός: Μία θρησκευτική τελετή σε δημόσια σχολεία

Μαρίνα Ζιώζιου

Η «μείξη» αυτή λαϊκού και θρησκευτικού στοιχείου, που χαρακτηρίζει τις σχέσεις Κράτους και Εκκλησίας στην Ελλάδα, δεν είναι κάτι παράδοξο, αλλά είναι αποτέλεσμα ιδιαιτέρων ιστορικών συνθηκών. Σύμφωνα με έγκυρους συνταγματολόγους, η ιδέα του «λαϊκού» κράτους με την έννοια της λαϊκής κυριαρχίας συνδέθηκε άλλοτε με ιδέες αντιθρησκευτικές που οδήγησαν στην απώθηση και περιθωριοποίηση της θρησκείας, και άλλοτε, αντιθέτως, με ιδέες θρησκευτικές, οι οποίες οδήγησαν στην αναγνώριση της θρησκείας ως στοιχείου ταυτότητας ενός έθνους.

Το πρώτο συνέβη στη Γαλλία, το δεύτερο στην Ελλάδα (ομοίως στη Ρωσία και στο Ισραήλ). Στη Γαλλία το «λαϊκό» κράτος προσέλαβε αντιθρησκευτικό χαρακτήρα, υπό την επίδραση των αντικληρικαλιστικών ιδεών του Διαφωτισμού και της Γαλλικής Επαναστάσεως, ως αντίδραση στις επεμβάσεις του Ρωμαιοκαθολικισμού και στους θρησκευτικούς πολέμους που είχαν προηγηθεί και είχαν διασπάσει τη συνοχή της κοσμικής κυριαρχίας στην κεντρική Ευρώπη.

Στην Ελλάδα, η ιδέα της λαϊκής κυριαρχίας προσέλαβε αντίθετα θρησκευτικό χαρακτήρα, υπό την επίδραση του απελευθερωτικού εθνικού αγώνα εναντίον του αλλόθρησκου Οθωμανού δυνάστη, η οποία υποχρέωσε τους επαναστατημένους Έλληνες να αυτοπροσδιοριστούν μέσω της θρησκείας τους. Αυτό αποτυπώνεται έκτοτε σταθερά σε όλα τα Συντάγματα (πλην εκείνου του 1927 που είχε δυτικοευρωπαϊκές επιρροές) στην προμετωπίδα και στην αναγνώριση της επικρατούσας θρησκείας, που έκτοτε συνιστούν σταθερά στοιχεία του πολιτειακού μας δικαίου. Η Εκκλησία όχι μόνο συνέβαλε στην επιβίωση του υπόδουλου Ελληνισμού, αλλά και στον ελεύθερο βίο του συνδιαμόρφωσε τη νεοελληνική εθνική και πολιτισμική ταυτότητα.

Η εξοικείωση του μαθητή με το θρησκευτικό φαινόμενο ακόμα και η ιδιαίτερη έμφαση στην διδασκαλία του Ορθόδοξου δόγματος είναι απολύτως θεμιτή σε ένα σύγχρονο εκπαιδευτικό σύστημα, καθώς κατά το Σύνταγμα μας δεν νοούνται μαθητές θρησκευτικώς απαίδευτοι.

Ο δημόσιος χαρακτήρας της εκπαίδευσης είναι άρρηκτα δεμένος με συνταγματικά γνωρίσματα ενός κοσμικού, φιλελεύθερου και δημοκρατικού πολιτεύματος. Αυτό σημαίνει ότι γενικότερα το δημόσιο σχολείο ως φορέας υποχρεωτικής εκπαίδευσης και ως προς την μετάδοση φιλοσοφικών και ηθικών αντιλήψεων, θα πρέπει να αυτοπεριοριστεί στις αρχές που διέπουν το Σύνταγμα, φροντίζοντας παράλληλα για μια ενημέρωση ευρύτερου φάσματος.

Κατά τούτο δεν νοείται μιας πλήρης πολιτιστική και πολιτική ουδετερότητα του Συντάγματος και κατ’ επέκταση και του εκπαιδευτικού συστήματος. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι το τελευταίο είναι ανοιχτό απέναντι και σε ένα πρότυπο κατηχητικής-μονοφωνικής εκπαίδευσης το οποίο ο νομοθέτης μπορεί να υιοθετήσει κατά διακριτική ευχέρεια.

Από την άλλη, η δημόσια εκπαίδευση υπηρετεί τις θεμελιώδεις αξίες του πολιτεύματος και δεν μπορεί να διαμορφώνεται, ως προς τις βασικές αρχές, με βάση τις ιδιαιτερότητες των μαθητών και τις επιθυμίες των γονέων, οι οποίες άλλωστε στις σύγχρονες πολυπολιτισμικές κοινωνίες είναι εξαιρετικά σύνθετες και διαφοροποιημένες και μπορούν να ικανοποιηθούν και εκτός επίσημου εκπαιδευτικού συστήματος.

Άλλωστε, όποιος θεωρεί ότι η δημόσια εκπαίδευση δεν παρέχει την κατάλληλη θρησκευτική αγωγή, μπορεί να την αναζητήσει εκτός εκπαιδευτικού συστήματος, ανεξαρτήτως θρησκεύματος. Μέσα σε αυτές τις αξίες δεν περιλαμβάνεται η υποχρεωτική επιβολή ενός συγκεκριμένου θρησκευτικού δόγματος μέσω της καλλιέργειας της πίστης, ούτε βέβαια η πολυδιάσπαση του μαθήματος σε πολλές επιμέρους θρησκευτικές ομολογίες ανάλογα με τα πιστεύω των μαθητών.

Σε κάθε περίπτωση, η Ορθοδοξία δεν μπαίνει στο περιθώριο της συνείδησης του ελληνικού λαού. Η Εκκλησία, όσο και αν πολεμηθεί, δεν νικάται. Διότι οι διδαχές της δεν είναι εκ του κόσμου τούτου. Ούτε εξαρτά τη σύστασή της ή την διάρκειά της από την κοσμική εξουσία.

Όπως γράφει και ο Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος: «Πόσοι επολέμησαν την Εκκλησία; Και όμως. Αυτοί που την πολέμησαν χάθηκαν. Κι’ η Εκκλησία υψώθηκε πιο πέρα κι απ’ τον ουρανό. Τέτοιο είναι το μέγεθος της Εκκλησίας. Πολεμάται με λύσσα; και αυτή νικά. Κλυδωνίζεται; αλλά δεν καταποντίζεται. Παλαίει κι αγωνίζεται, αλλά ποτέ δεν νικάται. Υβρίζεται; αλλά λαμπρότερη πάντοτε γίνεται. Δέχεται τραύματα; αλλά δεν θανατώνεται. Χειμάζεται; αλλά ποτέ δεν ναυαγεί… Ουδέν Εκκλησίας ισχυρότερον».

αγιασμόςΑρχιεπίσκοπος ΙερώνυμοςΕκκλησία της ΕλλάδοςΆγιος Ιωάννης Χρυσόστομος