Food & Drink|23.02.2019 15:47

Η Θεσσαλονίκη την ώρα του ούζου

Newsroom

Όταν έφτασε το θέμα στο ούζο και στο τσίπουρο, η σκέψη μου πήγε, αναπόφευκτα , στον Ανέστη Μπαμπατζιμόπουλο. Θυμήθηκα κάτι που μου είπε ο πρόσφατα εκλιπών πρωτοπόρος αποστασταγματοποιός, σε μια συνέντευξη που μου είχε δώσει τον Ιούλιο του 2012: «Ο τρόπος που καταναλώνεται το ούζο το διαφοροποιεί από τα υπόλοιπα ποτά της γευστικής μας παράδοσης.

Σπάνια θα δεις να το πίνουν σκέτο. Συνδέθηκε εξαρχής με το συνοδευτικό του, τον λιγοστό μεζέ, που από την ποσότητά του και μόνο υπονοεί τη μοιρασιά και τη συντροφικότητα. Κανείς δεν γεύεται τον μεζέ για να χορτάσει. Όλοι τσιμπάνε και πίνουν, με στόχο να ανταλλάξουν δυο κουβέντες και, σιγά-σιγά, με το ποτό καταφέρνουν να “δέσουν” μεταξύ τους, λησμονώντας ακόμα και τον χρόνο που κυλάει συμβατικά για όσους δεν πίνουν». Σε αυτήν τη λογική ήταν στημένα άλλωστε και τα μεζεδοπωλεία των προηγουμένων δεκαετιών.

Αναρωτώμενη πώς είναι τα πράγματα σήμερα, ζήτησα από τον Δημήτρη Βαβάτση, ανιψιό του Ανέστη κι εμπορικό διευθυντή της Α. Μπαμπατζίμ ΟΕ, να μου μιλήσει για το ίδιο θέμα. «Έχεις πολύ καιρό να ανέβεις στη Θεσσαλονίκη; Μεζεδοπωλεία, όπως τα περιέγραφε ο θείος μου, δεν υφίστανται πια», μου είπε. Έτσι έμαθα πως, σήμερα, το «πάμε για κανένα ουζάκι (ή τσίπουρο)» σημαίνει ψαροφαγία, σε ψαροταβέρνα καταρχήν, αλλά και σε μεζεδοπωλεία, όπου οι μερίδες είναι μεγάλες, κανονικού φαγητού, και τα πιάτα διαχωρίζονται σε ορεκτικά και κυρίως.

«Ο κόσμος δεν έχει πια την πολυτέλεια του μεζέ, όπως τον εννοείς εσύ – δεν έχει ούτε τον χρόνο, αλλά ούτε και την άνεση να περάσει την ώρα του πίνοντας και τσιμπολογώντας», θα μου πει ο Σωτήρης Αδαλάκης, ο πάλαι ποτέ μάγειρας- ιδιοκτήτης του πιο «μαργιόλικου», όπως το λέγαμε άλλοτε, μεζεδοπωλείου της πόλης». Τα ταβερνάκια της αγοράς και τα διάφορα ουζερί, που κάποτε έγιναν σημείο αναφοράς για τα παροιμιώδη γλέντια που στήνονταν από το πουθενά και με το τίποτα, έχουν δώσει τη θέση τους σε καινούργια στέκια, όπου ο κόσμος πάει… για φαγητό και το ποτό είναι κυρίως τσίπουρα, αλλά και ούζο.

Αν και άνοιξε μόλις το 2014, το Παραδοσιακό Καφενείο Στου Μήτσου είναι ίσως πιο «παλιάς κοπής» και πιο κοντά σε αυτό που υπόσχεται, αυτοπροσδιοριζόμενο ως καφενείο: κεφτέδες, μεζέδες, παστά και καπνιστά, ό,τι καλεί για αποστάγματα δηλαδή (Βλάλη 11, απέναντι από την αγορά Καπάνι, τηλ. 2315515504). Παρότι ο όρος δεν υφίσταται, θα έλεγα πως ο Γλυκάνισος είναι «νεο-ουζομεζεδοπωλείο». Στη φροντισμένη σάλα θα δοκιμάσετε νόστιμους μεζέδες, μαρινάτα και παστά, καθώς και ολόφρεσκα ψάρια και θαλασσινά που έρχονται απευθείας από το ψαράδικο που διατηρούν οι ιδιοκτήτες στην Ιερισσό της Χαλκιδικής (Μεγάλου Αλεξάνδρου 55, Πυλαία, τηλ. 2310302882).

Στην Ωραία Σμύρνη, τα μεγάλα παρεΐστικα τραπέζια, με τα λευκά τραπεζομάντιλα και τις βιενέζικες καρέκλες που θυμίζουν εστιατόριο του Μεσοπολέμου, αντιλαμβάνεται κανείς την έννοια της διαχρονικότητας της αληθινής μαγειρικής. Λιόκαφτα, καπνιστά και παστά καλούν για ούζο και τσίπουρο: Must η γεμιστή σουπιά με τυροκαυτερή και το μεθυσμένο σαχανάκι με γαρίδες. (Κουντουριώτου 24, Καλαμαριά, τηλ. 2310436035). Το Αρόδο άνοιξε μόλις πριν από τρία χρόνια αλλά κατέκτησε γρήγορα μια θέση στην καρδιά του κοινού, όχι μόνο για τον όμορφα διακοσμημένο χώρο του, που θυμίζει σαλόνι γιοτ, αλλά και για πιάτα όπως το λιόκαφτο μυξίνι (μυξινάρι) και τον γαλέο σαχανάκι (Θέτιδος 25, Νέα Κρήνη, τηλ. 2310444311). Όποτε ακούσετε τους Θεσσαλονικείς να λένε «πάμε για ούζο στον Όμιλο», εννοούνε στον Γιαλό, μια ψαροταβέρνα που καθιερώθηκε για τα νόστιμα ορεκτικά και τα φρέσκα θαλασσινά της (ΝΑΟΚΘ - Μικρό Έμβολο, Κρήνη, τηλ. 2310442121).

Κείμενο: Θάλεια Τσιχλάκη

Πηγή: Eatme Φεβρουαρίου. Το Eatme κυκλοφορεί την πρώτη Κυριακή κάθε μήνα με το Έθνος της Κυριακής

ούζοφαγητό