Ελλάδα|23.12.2018 11:50

?ικαστικό «χαστούκι» σε εισπρακτική τράπεζας - Αποζημίωση σε πελάτη

Σοφία Σπίγγου

Αποζημίωση ύψους 12.000 ευρώ επέβαλε σε τράπεζα το Ειρηνοδικείο της Αθήνας για τη διάθεση και επεξεργασία προσωπικών δεδοµένων του πελάτη από εισπρακτική εταιρεία και τις συνεχείς οχλήσεις από αυτή. Μάλιστα, µε δύο αποφάσεις το δικαστήριο επεδίκασε ξεχωριστά από 5.869 ευρώ τόσο στον δανειολήπτη σύζυγο όσο και στη σύζυγό του, η οποία οχλήθηκε επανειληµµένα από την εισπρακτική εταιρεία χωρίς να έχει καν γνώση του δανείου, αφού την περίοδο σύναψης της σύµβασης δεν ήταν ζευγάρι!

Η υπόθεση αφορά σε δανειακή σύµβαση που υπογράφηκε τον Αύγουστο του 2004 σε κατάστηµα της τράπεζας από τον εναγόµενο, στον οποίο είχε χορηγηθεί δάνειο ποσού 10.000 ευρώ, µε ελάχιστη µηνιαία καταβολή 150 ευρώ. Στη σύµβαση που υπογράφηκε δήλωσε τα προσωπικά του στοιχεία (ονοµατεπώνυµο, πατρώνυµο, ηµεροµηνία γέννησης, ΑΦΜ, ∆ΟΥ, οικογενειακή κατάσταση και διεύθυνση κατοικίας) και δήλωσε τηλέφωνο επικοινωνίας το προσωπικό του κινητό τηλέφωνο, ενώ σε περίπτωση ανάγκης είχε δηλώσει ως πρόσωπο επικοινωνίας τον αδελφό του.

Σύµφωνα µε όσα κατέθεσε ο ίδιος στο δικαστήριο, από τη χορήγηση του δανείου και µέχρι το 2016, δηλαδή για 12 συναπτά έτη, υπήρξε συνεπής στην καταβολή της µηνιαίας δόσης, παρά το γεγονός ότι τον Μάιο του 2015 είχε κλείσει την επιχείρηση που διατηρούσε επί σειρά ετών, λόγω της σφοδρής οικονοµικής κρίσης που έπληξε τη χώρα. Μάλιστα, από τη στιγµή που βρέθηκε σε αδυναµία καταβολής επισκέφθηκε το κατάστηµα της τράπεζας προκειµένου να βρεθεί µια λύση, πλην όµως δεν µπορούσε να ανταποκριθεί στις προτάσεις της εναγόµενης τράπεζας.

Έξι τηλέφωνα την ημέρα

Ωστόσο, όταν η λύση αυτή δεν βρέθηκε, η τράπεζα µεταβίβασε τα προσωπικά του στοιχεία σε δικηγορική εταιρεία, η οποία λειτουργούσε ως εισπρακτική, έχοντας αναλάβει την όχληση των οφειλετών της τράπεζας, χρησιµοποιώντας τη µέθοδο των συνεχών και επαναλαµβανόµενων τηλεφωνικών οχλήσεων, ακόµα και εντός της ίδια ςηµέρας, ανεξαρτήτως ώρας και ηµέρας, συµπεριλαµβανοµένου και του Σαββάτου, ενώ ως εκπρόσωποι αυτής παρουσιάζονται διαφορετικά πρόσωπα.

«Οι µέθοδοι που ακολουθεί η εισπρακτική εταιρεία διακρίνονται από συνεχή πίεση και εκφοβισµό µέχρι ψευδείς αναφορές περί άµεσης κατάσχεσης των περιουσιακών στοιχείων, χωρίς να έχουν προηγηθεί δικαστικές ενέργειες. Η εισπρακτική εταιρεία δεν δίστασε διά συγκεκριµένου υπαλλήλου της, το χρονικό διάστηµα από 5 Οκτωβρίου 2017 έως και 23 Οκτωβρίου 2017, να τον οχλεί καλώντας τον συνεχώς και κατ’ επανάληψη στο προσωπικό του κινητό τηλέφωνο, ενώ φυσικά µέχρι το πρώτο τηλεφώνηµα αγνοούσε ότι η τράπεζα είχε µεταβιβάσει τα προσωπικά του στοιχεία.

Τον καλούσε έως και έξι φορές µέσα στην ηµέρα, ακόµα και το Σάββατο» αναφέρεται στη σχετική απόφαση. Όµως ο υπάλληλος χρησιµοποίησε επιπλέον αθέµιτες µεθόδους στην προσπάθειά του να πιέσει τον δανειολήπτη για την καταβολή των δόσεων, καθώς τηλεφώνησε στο προσωπικό κινητό της συζύγου του, η οποία δεν γνώριζε καν την ύπαρξη δανείου ούτε ότι η οφειλή είχε καταστεί ληξιπρόθεσµη, αφού το δάνειο είχε χορηγηθεί πριν από τον γάµο τους! Η γυναίκα ενηµέρωσε τον υπάλληλο ότι δεν γνωρίζει σε τι αναφέρεται, ζητώντας να µην την ξαναενοχλήσει. Ωστόσο ο υπάλληλος αδιαφόρησε για τα λεγόµενά της και µε έντονο ύφος τής είπε ότι πρέπει να καταβάλουν τα χρήµατα, αλλιώς θα έχουν συνέπειες.

Χωρίς να υπάρχει προηγούµενη ενηµέρωση για τη διαβίβαση των στοιχείων του, ο οφειλέτης του δανείου ανέφερε ότι δέχθηκε µια βάναυση επίθεση αφενός στην προσωπική και ψυχική ηρεµία του, µε την άσκηση αφόρητης πίεσης και την επιβολή εξαναγκασµού για την καταβολή χρηµάτων που δεν διέθετε, νιώθοντας απειλή για άµεση κατάσχεση της περιουσίας του, και αφετέρου στην οικογενειακή του γαλήνη, καθώς η σύζυγός του έγινε κοινωνός των δικών του οφειλών, µε συνέπεια τη διατάραξη των οικογενειακών δεσµών, αφού και τα παιδιά επηρεάστηκαν από την υπόθεση.

Το δικαστήριο έκανε δεκτή την αγωγή, καθώς αποδέχθηκε ότι η διαβίβαση των προσωπικών στοιχείων του ενάγοντος έγινε χωρίς προηγούµενη ενηµέρωση και συναίνεση και ότι η εισπρακτική εταιρεία επεξεργάστηκε τα εν λόγω στοιχεία χρησιµοποιώντας τα διά των υπαλλήλων της, οι οποίοι κάλεσαν τον ενάγοντα και τη σύζυγό του για το εν λόγω δάνειο. Ειδικότερα, υπάλληλος της εισπρακτικής την κάλεσε πέντε φορές µέσα σε µία εβδοµάδα, µε το πρώτο τηλεφώνηµα να απαιτεί από την ίδια απάντηση σχετικά µε το πότε θα καταβάλει χρήµατα ο σύζυγός της!

Τα τηλεφωνήµατα πραγµατοποιήθηκαν, δε, σε ώρα που εκείνη βρισκόταν στην εργασία της και παρά την έντονη διαµαρτυρία της, ο υπάλληλος της εισπρακτικής επέµεινε στο τηλεφώνηµα. «Οι παραπάνω τηλεφωνικές κλήσεις αποδείχθηκε ότι προκάλεσαν στην ενάγουσα µεγάλη ψυχική αναστάτωση, θυµό και οργή, καθώς τα προσωπικά της δεδοµένα είχαν διαρρεύσει χωρίς δική της ενηµέρωση αλλά και γνώση ύπαρξης του ίδιου του δανείου, ενώ παράλληλα διαταράχθηκαν και οι σχέσεις του ζευγαριού» αναφέρει η απόφαση. 

Ο αντίλογος και το σκεπτικό της δικαιοσύνης

Η τράπεζα ισχυρίσ τηκε ότι κατά την έκδοση πιστωτικής κάρτας ο ενάγων συναίνεσε στην αίτησή του στον όρο «επεξεργασία ατοµικών στοιχείων». Ο δικαστής στο σκεπτικό του, όµως, εξηγεί ότι «κάτι τέτοιο ουδόλως αποδεικνύεται από την τράπεζα, που έχει και το βάρος της απόδειξης ενηµέρωσης, ότι είχε ενηµερώσει τον ενάγοντα κατά τρόπο ΣΑΦΗ για τον ΣΚΟΠΟ της επεξεργασίας και τους αποδέκτες των δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα». Στη σύµβαση, δε, γίνεται αναφορά ότι αποδέκτες προσωπικών στοιχείων είναι µόνο χρηµατοπιστωτικά ιδρύµατα και ο «Τειρεσίας».

Στο σκεπτικό της απόφασης ο δικαστής εξηγεί ότι «για την ορθή και νόµιµη εφαρµογή των διατάξεων, που αφορούν την ενηµέρωση από την τράπεζα και τη συγκατάθεση του πελάτη για επεξεργασία και διαβίβαση, η τράπεζα έπρεπε να ενηµερώσει ΕΙ∆ΙΚΑ για την εισπρακτική εταιρεία µε την οποία συνεργάζεται». Ο δικαστής διευκρινίζει ότι οι τυποποιηµένοι όροι µιας σύµβασης µε τράπεζα δεν αρκούν προς θεµελίωση της συγκατάθεσης µε την έννοια του νόµου. Αξίζει να σηµειωθεί ότι το ζευγάρι ζητούσε 10.000 ευρώ έκαστος ως αποζηµίωση, αλλά οι αποφάσεις επεδίκασαν στον καθένα 5.869 ευρώ, γιατί το αιτούµενο συνολικά ποσό είναι υπερβολικό.

αποζημίωσηδικαστήριοεισπρακτική