Ελλάδα|04.04.2022 19:39

Πάτρα: «Ρούλα Πισπιρίγκου και Μάνος Δασκαλάκης απέκρυψαν πολλές πληροφορίες», σημειώνει αναλύτρια λόγου

Newsroom

Πολλές πληροφορίες απέκρυψαν στην πρώτη τους συνέντευξη η Ρούλα Πισπιρίγκου και ο Μάνος Δασκαλάκης, υποστηρίζει αναλύτρια λόγου που εξέτασε κάθε δευτερόλεπτο της τηλεοπτικής τους παρουσίας. Το γεγονός ότι δεν μίλησαν για τα προβλήματα στη σχέση τους, η γλώσσα που χρησιμοποίησαν, αλλά και η παντελής έλλειψη συναισθήματος είναι για την ειδικό απόδειξη ότι δεν παρουσίασαν την αλήθεια ή τουλάχιστον μέρος αυτής.

Συγκεκριμένα η αναλύτρια λόγου, Ευγενία Σαρρή, μίλησε στη Νάνσυ Ζαμπέτογλου και στον Θανάση Αναγνωστόπουλο και στην εκπομπή Στούντιο 4 της ΕΡΤ, σχετικά με την υπόθεση με τους θανάτους των παιδιών από την Πάτρα και τον τρόπο χρήσης του λόγου στις συνεντεύξεις των γονέων, Ρούλας Πισπιρίγκου και Μάνου Δασκαλάκη.

Kαι οι δύο απέκρυψαν πάρα πολλές πληροφορίες

«Ενστικτωδώς ο περισσότερος κόσμος αντιλαμβάνεται κάποια πράγματα. Μας δημιουργούνται εντυπώσεις τις οποίες δεν μπορούμε πάντα να στοιχειοθετήσουμε. Η ανάλυση δίνει κάποιους δείκτες που μπορούν να εξηγήσουν σε κάποιον το πώς έφτασε σε αυτό το συμπέρασμα», είπε η κ. Σαρρή και συνέχισε: «Αυτό που μπορούμε να παρατηρήσουμε από την πρώτη συνέντευξη που έχω ολοκληρώσει την ανάλυση, είναι ότι και οι δύο γονείς απέκρυψαν πάρα πολλές πληροφορίες- κάτι το οποίο περιμένουμε από έναν άνθρωπο ειλικρινή να μην κάνει. Ξεκινάμε την ανάλυση πάντα με την αίσθηση ότι αυτός τον οποίο αναλύουμε είναι ειλικρινής και αθώος για ό,τι κατηγορείται. Αν καταφέρει στην πορεία να μάς αλλάξει άποψη, τότε λέμε ότι τίθενται κάποια ερωτήματα».

Γλωσσολογικά, στην  πρώτη της συνέντευξη η Πισπιρίγκου δεν είναι μητέρα

Στην ερώτηση σχετικά με το πώς κατάλαβε η ίδια, ότι Πισπιρίγκου και Δασκαλάκης απέκρυψαν πληροφορίες, η Ευγενία Σαρρή, απάντησε: «Αυτό που αποδείχθηκε ήδη, γιατί μιλάμε για μία συνέντευξη που έχει παρθεί πριν από ενάμισι μήνα, είναι ότι σε αρκετά σημεία οι γονείς αποκρύπτουν πληροφορίες. Για παράδειγμα, για τη σχέση τους και την ποιότητά της. Δεν αναφέρθηκαν καθόλου γι’ αυτήν στην πρώτη συνέντευξη, ίσα – ίσα ένιωσαν την ανάγκη και οι δύο να δημιουργήσουν το πόσο ομαλή και φυσιολογική ήταν η σχέση τους. Υπήρξε κάποιος λόγος γι’ αυτό; Γιατί, το ότι δεν είχαν μία καλή σχέση δε σημαίνει ότι ήταν ένοχοι για κάτι.

Και οι δύο ξεκινάνε την ιστορία για την υπόθεσή τους, αφού δέχονται τη σχετική ερώτηση, από το 2013, με τη γέννηση της Τζωρτζίνας. Αυτό μάς λέει κάτι για τη σχέση τους. Και, στη συνέχεια, εντοπίσαμε πάρα πολλά στοιχεία “ευαισθησίας”, όπως λέμε στην ανάλυση, στον λόγο τους, ειδικά στις περιπτώσεις που μιλάει ο Μάνος Δασκαλάκης για την περίπτωση που έφυγε από το νοσοκομείο στον θάνατο της Μαλένας, αλλά και στην περίπτωση που μιλάει η Ρούλα Πισπιρίγκου για τη Τζωρτζίνα και το πρώτο της επεισόδιο.

Όταν λέμε “σημείο ευαισθησίας” στην ανάλυση εννοούμε κάποιους δείκτες ότι ένα θέμα είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο για το άτομο. Εκεί τίθενται ερωτήματα. “Τι είναι αυτό που προκαλεί την ευαισθησία;”. Η αλήθεια είναι ότι η Ρούλα Πισπιρίγκου στην  πρώτη της συνέντευξη, γλωσσολογικά, δεν είναι μητέρα. Δε λέει ποτέ “το παιδί μου”. Μόνο μία φορά, λέει “αν χανόμασταν εμείς, τα παιδιά μας τι θα γίνονταν”. Χρησιμοποιεί τον πληθυντικό, “μας”, τον οποίο συναντάμε συχνά σε περιπτώσεις που υπάρχουν προβλήματα στη σχέση ή θέμα χωρισμού. Αν παρατηρήσετε τη γλώσσα της, είναι η γλώσσα που χρησιμοποιούμε όλοι, λέμε, “το παιδί”, “η Τζωρτζίνα”, “η Μαλένα”, ό,τι λέμε οι τρίτοι που μιλάμε γι’ αυτά τα παιδιά.

Συναίσθημα (στην πρώτη συνέντευξη) δεν υπήρχε και από τους δύο, το μόνο συναίσθημα που εξέφρασε ο πατέρας ήτανε θυμός προς τους δημοσιογράφους. Δεν εξέφρασε κάποιο συναίσθημα κι αυτός για τα παιδιά του. Όμως εμείς δεν μένουμε εκεί, εξετάζουμε περισσότερους δείκτες με μεγαλύτερη λεπτομέρεια. Οι δείκτες οι οποίοι ήταν σημαντικοί στην πρώτη συνέντευξη, ήταν αυτοί οι δείκτες ευαισθησίας, όπως λέμε. Στην ανάλυση που κάνουμε τους χρωματίζουμε με μπλε χρώμα και μετά παρατηρούμε σε τι συχνότητα υπάρχουν και πόσο κοντά είναι ο ένας με τον άλλο. Αυτοί οι δείκτες μάς δείχνουν ότι σε κρίσιμα σημεία της αφήγησής τους έκρυβαν πληροφορίες. Και μάς κάνουν να αναρωτιόμαστε γιατί. Η ανάλυση θέτει ερωτήματα. Τα οποία μετά από τα γεγονότα, από τον ερευνητή, ή από τον πελάτη, θα απαντηθούν. Συνήθως μία συνέντευξη η οποία βασίζεται σε ερωτήματα που θέτει η ανάλυση, βρίσκει και τις απαντήσεις».

«Από τις επόμενες συνεντεύξεις έχω δει κάποια κομμάτια. Αυτό που αφορά στη σπιτονοικοκυρά, το πώς άρχισε η συνέντευξη, που παρατηρούμε ότι ο Μάνος Δασκαλάκης μιλάει πάρα πολύ συχνά στην άρνηση. Δηλαδή, οι περισσότερες προτάσεις που χρησιμοποιεί, είναι αρνητικές. Ξεκινάει πάντα με το “δεν”. Αυτό στην ανάλυση πάντα το εντοπίζουμε. Είναι πιο σημαντικό αυτό που δηλώνει κάποιος στην άρνηση, από αυτό που δηλώνει στην κατάφαση, στην οποία συνήθως αφηγούμαστε τα γεγονότα. Όταν κάποιος αφηγείται στην άρνηση είναι ενδεικτικό της προσωπικότητας, αλλά υπάρχει και κάποιος λόγος που το κάνει. Για να γίνει πιο σαφές, στην πρώτη ερώτηση, όπου τον ρωτάει ο δημοσιογράφος, “Ποιος είναι ο λόγος που ήρθες εδώ να τα πούμε;”, απαντάει “Καταρχήν δεν έχω να κρύψω κάτι. Δεν είμαι εξαφανισμένος από πουθενά, έχω πάθει το μεγαλύτερο σοκ της ζωής μου, δεν περίμενα ποτέ ότι στα 30 χρόνια μου θα φτάσω να μάθω κάτι τέτοιο”, και συμπληρώνει “θέλω να ακουστεί μόνο η αλήθεια”- αυτό το επαναλαμβάνει συχνά. Δε μάς λέει ότι θα πει την αλήθεια. Είναι διαφορετικό, η γλώσσα αυτών των δύο ανθρώπων είναι υπαινικτική. Δε δηλώνουν κάτι ευθέως. Υπαινίσσονται, έχουν την εντύπωση ότι υπάρχει ένα ακροατήριο και υπαινίσσονται πράγματα χωρίς να δεσμεύονται, όμως, σε αυτά». 

Σε σχόλιο της Νάνσυς Ζαμπέτογλου, για το γεγονός ότι ο Δασκαλάκης δεν αναφέρει το τι έχει συμβεί, η ειδικός ανέφερε: «Ναι, σε αυτό συνήθως μάς οδηγεί η ενοχή. Αλλά όταν λέμε ενοχή, εννοούμε με την ευρεία έννοια, όχι ότι διέπραξε κανείς ένα έγκλημα ή ένα αδίκημα. Μπορεί να είναι η ενοχή ότι παραμέλησα. Ότι ίσως θα έπρεπε να είμαι πιο προσεκτικός, ίσως κάτι θα έπρεπε να έχω κάνει καλύτερα. Αυτή είναι η σχετική ενοχή που λέμε, ή η συνακόλουθη. Γι’ αυτό δεν εξετάζουμε ποτέ έναν δείκτη από μόνο του. Και σαν αναλυτές το πρώτο που μαθαίνουμε είναι να εξασκούμαστε στην αυτοσυγκράτηση. Να μην παίρνουμε κάτι και κοιτάμε να καταλήξουμε σε συμπέρασμα. Και ποτέ βέβαια δεν ερμηνεύουμε αυτά που λέει κάποιος. Τον πιστεύουμε. Αναρωτιόμαστε τι τον οδηγεί να τα πει, ειδικά όταν είναι περιττές πληροφορίες, όπως, για παράδειγμα, αναφέρει σε ένα σημείο “πήγα στο σπίτι για να ξυριστώ για τα μικρόβια, αλλά τελικά δεν ξυρίστηκα, έκανα μπάνιο”- πράγματα τα οποία είναι επουσιώδη. Δεν θα τα σκεφτόταν κανείς. Στον Μάνο Δασκαλάκη υπάρχουν πάρα πολλά ευαίσθητα σημεία σε αυτό το κομμάτι. Πέντε μέσα σε δύο σειρές, όπου νιώθει μία ανάγκη μεγάλη να εξηγήσει γιατί έφυγε από το νοσοκομείο, λες και θα σκεφτόταν κάποιος να τον ρωτήσει. Οπότε αναρωτιόμαστε ποια ανάγκη οδηγεί το άτομο να εκφραστεί έτσι, γιατί δεν είναι τυχαίο».

Αν κατηγορούμαι για κάτι και είμαι αθώος, το πρώτο που θα κάνω είναι να αρνηθώ την κατηγορία

Σε σχετική ερώτηση από τον Θανάση Αναγνωστόπουλο, η Ευγενία Σαρρή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «ναι, και οι δύο γονείς κρύβουν πράγματα και αναρωτιόμαστε ποιος είναι ο λόγος που τους κάνει να τα κρύψουν. Φυσικά, δεν μπορεί κάποιος να διηγηθεί τα πάντα, είναι, όμως λαλίστατοι και οι δύο όσον αφορά τις ιατρικές πληροφορίες και τις λεπτομέρειες (τι εξετάσεις έκανε, ποιος γιατρός την είδε, τι πήρε κλπ.) και στα κρίσιμα σημεία παρατηρούμε άλλη στάση.

Παρατηρούμε, για παράδειγμα, ότι ενώ και οι δύο είναι απόλυτα ικανοί να μιλήσουν σε αόριστο χρόνο, και αυτό είναι που δίνει την αξιοπιστία σε μία αφήγηση -όταν αφηγούμαι αυτό που έχω βιώσει από την μνήμη μου, ο λόγος που παράγεται είναι στον αόριστο-. Στην προκειμένη περίπτωση, και οι δύο χρησιμοποιούν αόριστο όταν αφηγούνται τα επουσιώδη, αλλάζουν όμως χρόνο και μιλάνε σε ενεστώτα, όταν μιλάνε για τα σημαντικά γεγονότα.

Τι αποκαλύπτουν οι χρόνοι που χρησιμοποίησε στην αφήγηση η Ρούλα Πισπιρίγκου

Η Ρούλα Πισπιρίγκου, αφηγείται σε αόριστο, και σε κάποιο σημείο λέει “ξαφνικά, στον ύπνο της, ξυπνάει, με κοιτάει, μού λέει, τής λέω” και μετά συνεχίζει στον αόριστο. Αυτό σημαίνει ότι αυτό το κομμάτι δεν προέρχεται από την εμπειρική μνήμη. Το διηγείται κάποιος σαν ιστορία. Μπορεί να το επινοεί την ώρα που το λέει, ή ότι θέλει να κρατήσει μία απόσταση από αυτό. Επίσης, κάτι άλλο που είναι σημαντικό, είναι ότι και οι δύο γονείς, και μιλάω για τον Μάνο Δασκαλάκη στη δεύτερη συνέντευξη, γιατί στην πρώτη δεν υπήρχαν υπόνοιες εναντίον του, δεν καταφέρνουν να κάνουν αυτό που λέμε “αξιόπιστη άρνηση κατηγορίας”. Αν κατηγορούμαι για κάτι και είμαι αθώος, το πρώτο που θα κάνω είναι να αρνηθώ την κατηγορία. Η αξιόπιστη άρνηση της κατηγορίας, δεν είναι “ποτέ δε θα έκανα κάτι στα παιδιά μου”. Είναι: “Εγώ”, σε πρώτο πρόσωπο, “δεν έκανα”.  Να μιλάει για την κατηγορία, να αναφέρει την κατηγορία, “δε σκότωσα τα παιδιά μου”, “δεν είχα καμία ανάμειξη στον θάνατό τους”. Και με εντυπωσίασε το γεγονός ότι ο κύριος Δασκαλάκης και στη δεύτερη συνέντευξη, για τη σπιτονοικοκυρά, επίσης δεν καταφέρνει να αρθρώσει μία αξιόπιστη άρνηση κατηγορίας. Είναι, βέβαια, καλό να βλέπουμε ολόκληρη τη συνέντευξη, και τις ερωτήσεις και τις απαντήσεις, γιατί ο λόγος αυτού που απαντάει, μπορεί να επηρεαστεί πολύ και από την ερώτηση».

Ρούλα Πισπιρίγκουσυνεντεύξειςθάνατοιειδήσεις τώραπαιδιάΠάτραΜάνος Δασκαλάκης