Ελλάδα|25.07.2022 07:18

Πεντέλη: Με κάθε φωτιά χάνει τη δυνατότητα φυσικής αναγέννησης

Μαρία Λιλιοπούλου
Σετ φωτογραφιών, σύρετε προς τα αριστερά
Αντώνης Νικολόπουλος / Eurokinissi
Αντώνης Νικολόπουλος / Eurokinissi
Αντώνης Νικολόπουλος / Eurokinissi
Αντώνης Νικολόπουλος / Eurokinissi
Αντώνης Νικολόπουλος / Eurokinissi
Αντώνης Νικολόπουλος / Eurokinissi
Αντώνης Νικολόπουλος / Eurokinissi
Αντώνης Νικολόπουλος / Eurokinissi
Αντώνης Νικολόπουλος / Eurokinissi
Αντώνης Νικολόπουλος / Eurokinissi
Αντώνης Νικολόπουλος / Eurokinissi
Αντώνης Νικολόπουλος / Eurokinissi
Αντώνης Νικολόπουλος / Eurokinissi

«Και μετά τι; Μετά από είκοσι χρόνια θα πρασινίσει πάλι. Αρκετοί μπορεί να μην το ξαναδούμε ποτέ πράσινο». Σε δυο λιτές γραμμές ο Γιώργος Παπαδιάς, δασοφύλακας στην Πέντέλη από τα 26 του χρόνια περιγράφει το ζοφερό μέλλον. Δεν μπορεί να πιστέψει ότι για ακόμα μία φορά τεράστιες εκτάσεις δάσους έγιναν στάχτη, στην Πεντέλη που επί σαράντα χρόνια έχει περπατήσει εκατοντάδες φορές στα μονοπάτια της, επί δεκαετίες έχει περάσει μερόνυχτα εκεί και ξέρει απ΄έξω κάθε πηγή, κάθε ξέφωτο και κάθε μικρή «όαση».

«Τελειωτικό χτύπημα»

«Από 26 χρόνων είμαι στην Πεντέλη, Τέταρτη μεγάλη πυρκαγιά και τελειωτικό χτύπημα. Τρεις φορές καμμένο από τις άλλες πυρκαγιές, είχαν μείνει μερικά μεγάλα δέντρα. Τώρα ούτε για δείγμα» λέει στο «ethnos.gr» ξεκαθαρίζοντας ότι δε μιλά ως πρόεδρος των δασοφυλάκων, αλλά ως απλός δασοφύλακας που πονάει το δάσος όπως το σπίτι του. Αλλωστε είναι το σπίτι του εδώ και 40 χρόνια.

«Κάθε φορά που καίγεται, καίγεται κι ένα κομμάτι μέσα μου. Μεγάλωσα εδώ βιολογικά και επαγγελματικά. Στη δουλειά του δασικού δε βρέθηκα τυχαία. Ηταν η επιλογή μου, η επιθυμία μου το 1981 να μπω στη σχολή Δασοφυλάκων και να δουλέψω στο δάσος, για το δάσος».

Σήμερα και όπως πάντα ύστερα από κάθε πυρκαγιά, ο κ. Παπαδιάς μετρά τις πληγές της Πεντέλης και λέει μια τεράστια αλήθεια, ότι η φυσική αναγέννηση ενός δάσους δεν είναι ούτε βέβαιη ούτε εύκολη διαδικασία. Κάθε φωτιά που καίει την ίδια περιοχή φέρνει όλο και πιο κοντά το σημείο μηδέν, αυτό όπου πλέον η φύση δε θα μπορεί να κάνει τίποτα μόνη της για να επουλώσει τις πληγές και να αναπαράξει την υψηλή βλάστηση. Στο σημείο αυτό πλησιάζουν κάποιες περιοχές της Πεντέλης, η οποία για άλλη μια χρονιά φέτος στα μέσα της αντιπυρικής περιόδου μετρά τουλάχιστον 20.000 – ίσως και σχεδόν 25.000 – στρέμματα δάσους που έγινάν στάχτη μέσα σε ένα 24ωρο.

Κι όμως η απώλεια του δάσους και της βιοποικιλότητας μοιάζει να αποτελεί όλο και λιγότερο παράγοντα επιτυχούς κατάσβεσης μιας πυρκαγιάς καθώς αυτή συναρτάται συχνά μόνο με την προστασία της ανθρώπινης ζωής.

«Προφανώς και η προστασία της ανθρώπινης ζωής είναι προτεραιότητα. Αλλά με πονάει να καίγεται ένα δάσος και να λέμε οτι δεν είχαμε θύματα γιατί πάντα έχουμε θύματα. Στις ενημερώσεις όμως πρώτα θα ακούσουμε για τις δυνάμεις που μετέχουν στην πυρόσβεση, μετά για τις περιουσίες και τελευταια για το δάσος», λέει ο κ. Παπαδιάς, ο οποίος έχει διαπιστώσει ότι έχει αντιστραφεί πλήρως και το δόγμα της δασοπυρόσβεσης: «Οσο η δασοπυρόσβεση ήταν στην αρμοδιότητα της Δασικής Υπηρεσίες ακολουθούσαμε τον κανόνα που έλεγε ότι σε μια δασική φωτιά χτυπάμε το δάσος και εφόσον κόβουμε τη φωτιά εκεί, αυτόματα προστατεύονται ανθρώπινες ζωές και περιουσίες. Τώρα όλα γίνονται ανάποδα και το δάσος σπανίως σώζεται».

Τις τεράστιες απώλειες στη βιοποικιλότητά είχε σχολιάσει με παρέμβασή της μετά τη βιβλική καταστροφή του καλοκαιριού του 2021 η πρόεδρος του τμήματος Δασολογίας, καθηγήτρια του ΑΠΘ, Θέκλα Τσιτσώνη, τονίζοντας ότι εκατοντάδες είδη καταδικάζονται να καούν ζωντανά γιατί δεν μπορούν να λάβουν εντολή εκκένωσης: «Η καταστροφή χιλιάδων στρεμμάτων δασών και δασικών εκτάσεων δημιουργεί τεράστιες απώλειες στη βιοποικιλότητα. Ζώα, πουλιά, έντομα, ερπετά καίγονται ζωντανά διότι δεν έχουν περιθώριο μετακίνησης και κανείς δεν οργανώνει εκκένωση για αυτά ώστε να σωθούν. Επιπλέον, κάποια που ενδεχομένως θα σωθούν θα αντιμετωπίσουν σύντομα το φάσμα της πείνας και της έλλειψης καταφυγίων. Η τροφική τους αλυσίδα έχει καταστραφεί και θα πάρει πολλά χρόνια για να επανέλθει. Φυτά σπάνια ή και πιο κοινά που απαιτούν συγκεκριμένο περιβάλλον για να αυξηθούν δεν μπορούν πια να επιβιώσουν και εξαφανίζονται».

Την ίδια στιγμή η υπηρεσία που βρίσκεται εξ αντικειμένου πιο κοντά στο δάσος αν και επέστρεψε στο υπουργείο Περιβάλλοντος αντιμετωπίζεται συχνά ως φτωχός συγγενής: «Η Δασική Υπηρεσία δεν πουλάει. Ακόμα και για την επίσκεψη του Πρωθυπουργού στα καμμένα μετά τη φωτιά, το Δασαρχείο δεν είχε ενημερωθεί. Η Δασική Υπηρεσία εξακολουθεί να απαξιώνεται επ ωφελεία συνδέσμων και ιδιωτών», λέει ο κ. Παπαδιάς.

Παράλληλα παραμένει σημαντικά υποστελεχωμένη. Σημερα στο Δασαρχείο της Πεντέλης, η δικαιοδοσία του οποίου ξεκινά από το Κρυονέρι, κατεβαίνει από Λυκόβρυση, Νέα Ιωνία μέχρι τα Τουρκοβούνια, «αγκαλιάζει» όλη την Πεντέλη μέχρι τα όρια Μαραθώνα – Νέας Μάκρης και τον Υμηττό μέχρι τη Βάρη, είναι καλυμμένες μόνο οι 20 από τις 40 θέσεις, ενώ υπάρχουν μόνο 2 δασολόγοι και 5 δασοπόνοι.

Η επόμενη μέρα για την Πεντέλη

Οι περιοχές της Πεντέλης που κάηκαν φέτος έχουν ξανακαεί άλλες τρεις φορές στο πρόσφατο παρελθόν και πλέον, όπως λένε άνθρωποι που ξέρουν καλά το δάσος, η φωτιά πήρε για πάντα μαζί της τους τελευταίους γεννήτορες ψηλών πεύκων που είχαν απομείνει σε αυτές τις περιοχές.

«Πλέον δεν έμεινε τίποτα. Είχαμε κάποιες διάσπαρτες μονάδες μεγάλων δέντρων στο Μπαγιάτι, στην Καρυδιά, στο Καρακαντά. Είχαν μείνει 10 - 20 άτομα σε κάθε περιοχή που έδιναν σπόρους και μπορούσαν με τον αέρα να μεταφερθούν. Τώρα έγιναν όλα στάχτη» λέει ο κ. Παπαδιάς.

Παράλληλα, με κάθε πυρκαγιά αυτής της έκτασης και του μεγέθους το έδαφος υποβαθμίζεται περιορίζοντας ακόμα περισσότερο τη δυνατότητα φυσικής αναγέννησης. Αλλωστε και αυτή τη φορά – οπως και το 1995 και το 1998 και το 2009 – αποτεφρώθηκαν και σημεία που είχαν σταδιακά αναδασωθεί, περιοχές με νεαρό δάσος, το οποίο δεν είχε προλάβει ακόμα να δώσει σπόρους, αφού σύμφωνα με τους δασολόγους, για να γίνει αυτό απαιτείται διάστημα 15 ετών και συχνά πολύ μεγαλύτερο.

Και στο Πεντελικό όρος φαίνεται ότι δεν επιτρέπουμε αυτήν την πολυτέλεια. Η μεγαλύτερη έκτασή του το τμήμα του Διονύσου, η ευρύτερη περιοχή της Καλλιτεχνούπολης, η συνοικία Ντράφι, η Παλαιά Πεντέλη, η Ραπεντώσα έχουν πέσει θύματα πολλαπλών πυρκαγιών την τελευταία 25ετία και ήδη μεγάλο μέρος της βλάστησής του είχε αντικατασταθεί από χαμηλή ή/και θαμνώδη βλάστηση πουρνάρια, κουμαριές, κλπ.

Απαραίτητη κρίνει τη βοήθεια με τεχνητή αναδάσωση στην περιοχή εξαιτίας των επαναλαμβανόμενων πυρκαγιών ο Ιωάννης Γήτας, καθηγητής στο τμήμα Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης προσθέτοντας πως σε διαφορετική περίπτωση θα πρέπει να αρκεστούμε στο ότι το οικοσύστημα δε θα είναι πια δασικό, αλλά κάτι άλλο.

Εξηγεί ότι η συγκεκριμενη περιοχή στη μεγαλύτερή της έκταση δεν αποτελούσε ψηλό δάσος, υπήρχαν ορισμένα δέντρα αλλά μικρής ηλικίας με ύψος 2 – 3 μέτρα και αραιή πυκνοτητα. Ηταν ήταν ένα σημείο μίξης δάσους – οικισμού, κάτι που δυσκολεύει περαιτέρω και την πυρόσβεση. «Στις περιχοχές αυτές είναι πιο δύσκολη και η κατάσβεση μιας πυρκαγιάς, αλλά και η χαρτογράφηση της περιχής», τονίζει.

Ο ίδιος έχει μελετήσει αρκετά το πεντελικό βουνό και γνωρίζει ότι η συγκεκριμένη περιοχή δεν είναι η πρώτη φορά που καίγεται. Κι αυτό δεν είναι κάτι που δεν έχει συνέπειες. «Περιοχές που έχουν καεί παραπάνω από μία φορές σε σύντομο χρονικό διάστημα, σε 5 ή και σε 10 χρόνια αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο πρόβλημα διότι δεν υπάρχει πια αρκετό υλικό ώστε να αναγεννηθούν φυσικά. Ενα πεύκο πρέπει να πιάσει την ηλικία των 10 ετών πριν το ίδιο παράξει κώνους και άρα σπόρους για τη φυσική αναγέννηση. Αν μια πυρκαγιά καταστρεψει το ίδιο οικοσύστημα σε πολύ μικρό διάστημα από μία προηγούμενη τα δέντρα χάνουν την ευκαιρία να μεγαλώσουν και να αναπαραχθούν».

Οσο για την αναγωγή σε δάσος, γι αυτό κανείς θα πρέπει να περιμένει 30 ίσως και 50 χρόνια προκειμένου ένα καμμένο δάσος να φτάσει στη μορφή και τα χαρακτηριστικά που είχε πριν τη φωτιά.

Σύμφωνα με τον κ. Γήτα, μία φωτιά από μόνη της δεν είναι η απόλυτη καταστροφή: «Το να καίγεται μία περιοχή, αλλά σε αραιά διαστήματα δεν είναι καθοριστικό. Εάν συνδυαστεί με πλημμύρες, διάβρωση και άρα μετακίνηση εδαφών από τα ψηλά στα χαμηλά, όμως, θα είναι εξαιρετικά δύσκολο ο τόπος να παράξει ξανά πυκνή βλάστηση.

Εάν για παράδειγμα φτάσει ο Σεπτέμβριος και παρασυρθούν από πλημμύρες όλα τα θρεπτικά στοιχεία του εδάφους, δε θα υπάρχει μητρικό υλικό να υποστηρίξει τη διαδικασία της αναγέννησης», εξηγεί: «Ισως υπάρξει μία υποβάθμιση του οικοσυστήματος από δασικό σε κάτι πιο λιτοδίαιτο».

Θα είναι όμως το ίδιο; Ο κ. Γήτας είναι σαφής: «Ολα τα οικοσυστήματα έχουν αξία και η βλάστηση συγκρατεί το έδαφος και τα φαινόμενα διαβρώσεων. Αν μιλάμε βέβαια για οξυγόνο, σχετίζεται και με τη βιομάζα».

«Υπάρχουν ακόμα σημεία που η Πεντέλη τα καταφέρνει να αναγεννηθεί φυσικά καθώς έχει λίγα κομμάτια παραγωγικά ώριμα. Ωστόσο σε άλλα έχει ήδη απωλέσει το βασικό φυτευτικό της υπόβαθρο, το εδαφος. Επειδή πρόκειται για μια περιοχή που έχει δεχτεί αρκετή ενίσχυση, θεωρώ ότι δεν κινδυνεύει από ερημοποίηση παρά το γεγονός ότι έχει χάσει έδαφος με τις απανωτές πυρκαγιές στο πέρασμα των χρόνων. Εκτιμώ όμως ότι και τώρα θα χρειαστεί βοήθεια από τον άνθρωπο για να αναγεννηθεί κυρίως όπου υπάρχουν έντονες κλίσεις με κάποια κορμοδέματα», λέει ο Νίκος Γεωργιάδης, συντονιστής Δράσεων Δασικής Διαχείρισης του WWF.

Δύσκολες οι περιοχές μίξης δάσους - οικισμού

Αναφερόμενος στις περιοχές μίξης δάσους – οικισμού, όπως ήταν αυτές που κάηκαν στην Πεντέλη, ο κ. Γήτας δεν παραλείπει να σημειώσει ότι ίσως είναι ο καιρός να υπάρξουν κανονισμοί αντίστοιχοι με τον αντισεισμικό για την ανέγερση κτιρίων σε περιοχές που κινδυνεύουν από φωτιές και πλημμύρες.

Στο παρελθόν σε περιοχή της Αττικής είχε πραγματοποιήσει έρευνα για την ανθεκτικότητα των σπιτιών στο δασικό περιβάλλον. Επειδή ακριβώς δεν υπάρχουν ευρωπαικές προδιαγραφές, χρησιμοποίησε τις αμερικανικές που στηρίζονται βασικά στον κανόνα των δύο διαφορετικών αποστάσεων, δηλαδή σε δύο κύκλους. Ο εσωτερικός δείχνει πόσο κοντά σε ένα σπίτι μπορούν να υπάρχουν ψηλά δέντρα και ο εξωτερικός σε ποια απόσταση είναι ασφαλές να υπάρχει άλλη βλάστηση. «Διακρίναμε τα σπίτια της περιοχής σε τρεις κατηγορίες σε αυτά που θα είχαν καλύτερη τύχη στην περίπτωση φωτιάς, στα μεσαίας επικινδυνότητας και σε αυτά που θα έπρεπε να κλαδέψουν οπωσδήποτε τη γύρω βλάστηση. Ηταν μικτή κατάσταση και σχετικά μοιρασμένα στις τρεις κατηγορίες που σημαίνει ότι σε ορισμένα απαιτούνταν άμεσες παρεμβάσεις», καταλήγει.

Οι μεγάλες πυρκαγιές στην Πεντέλη

  • 1995: Η φωτιά ξεκινά από ένα χωράφι και σύντομα επεκτείνεται σε Πικέρμι, Παλλήνη, Ντράφι, Ανθούσα και Πεντέλη. Καίγεται το δάσος της Ραπεντώσας από τον Αγιο Πέτρο έως το Γερμανικό Νεκροταφείο, πάνω από 150 σπίτια, ενώ 100.000 στρέμματα δάσους γίνονται στάχτη.
  • 1998: Νέα πυρκαγιά ξεκινάει από τον Νέο Βουτζά και την Ανθούσα, καίγοντας 75.000 στρέμματα της δυτικής Πεντέλης.
  • 2007: Καίγονται για άλλη μία φορά δασικές εκτάσεις, σπίτια και εξοχικές κατοικίες κατά μήκος του άξονα Πεντέλη – Πολιτεία και Πεντέλη – Ντράφι.
  • 2009: Η φωτιά που ξεκίνησε από την περιοχή του Γραμματικού και κατέκαψε πάνω σπό 210.000 στρέμματα δασικής έκτασης, κυρίως πευκόδασους έφτασε μέχρι το Πικέρμι και την Παλλήνη, καίγοντας ολοσχερώς το τμήμα της Πεντέλης στην περιοχή του Διονύσου αλλά και στη νότια πλευρά αποτέφρωσε σπίτια στο Ντράφι, την Παλαιά Πεντέλη, την Ανθούσα, το Πικέρμι και την Παλλήνη.
  • 2018: Η πιο φονική φωτιά της χωρας, η οποία κατέληξε στην ανθρώπινη τραγωδία στο Μάτι με τα 103 θύματα μπορεί να μην κατέκαψε την Πεντέλη, αλλά και αυτή ξεκίνησε από εκεί και συγκεκριμένα από την Νταού Πεντέλης, πριν κατευθυνθεί στο παραθαλάσσιο θέρετρο.
ειδήσεις τώραδάσοςΠεντέληπυρκαγιάφωτιά