Ελλάδα|27.11.2022 17:00

Fast fashion: Ο πλανήτης «πνίγεται» από τα απόβλητα και η παραδοσιακή κλωστοϋφαντουργία στραγγαλίζεται - Τι αλλάζει από το 2024

Μαρία Λιλιοπούλου

Σε ένα γιγάντιο πρόβλημα για τον κόσμο και ειδικά τις λεγόμενες αναπτυσσόμενες χώρες έχει μετατραπεί η φιλοσοφία της «γρήγορης μόδας» (fast fashion), που ευθύνεται για αμέτρητους τόνους αποβλήτων της κλωστουφαντουργίας, οι οποίοι απειλούν ευθέως πλέον το περιβάλλον. Την ίδια ώρα η βιομηχανία αυτή έχει για τα καλα «καταπιεί» κοινωνικά και εργασιακά δικαιώματα στις φτωχότερες χώρες του πλανήτη όπου τα ρούχα αυτά παράγονται σε συνθήκες ακραίας φτώχειας αλλά και παιδικής εργασίας.

Την ίδια στιγμή η παραδοσιακή κλωστουφαντουργία στην Ευρώπη - με την Ελλάδα να μην αποτελεί εξαίρεση - έχει υποστεί ένα τεράστιο πλήγμα και εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας έχουν χαθεί.

Η φετινή ευρωπαική εβδομάδα για τη μείωση των αποβλήτων που ολοκληρώνεται την Κυριακή είναι αφιερωμένη ακριβώς σε αυτό το είδος. Στο «τέρας» που κρύβεται στη ντουλάπα του μέσου καταναλωτή με τη μορφή οικονομικών αλλά αμφίβολης ποιότητας ρούχων, προορισμένων να φορεθούν μία (ή και καμία) φορά και μετά να καταλήξουν σε μια χωματερή, να αποτεφρωθούν ή να φτάσουν σε τρίτες χώρες, όπου ένα ελάχιστο ποσοστό υφίσταται σωστή διαχείριση, ενώ όλες οι υπόλοιπες ποσότητες απλά εξάγουν το πρόβλημα.

Σχεδόν 15 κιλά απορριμάτων παράγει από ρούχα ο μέσος Ευρωπαίος

Οπως επεσήμανε και κατά τη διάρκεια της ενημέρωσης της Επιτροπής Περιβάλλοντος της Βουλής ο πρόεδρος του Πράσινου Ταμείου, Στάθης Σταθόπουλος, σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος, τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα είναι μια ταχέως αναπτυσσόμενη και περιβαλλοντικά επικίνδυνη ροή αποβλήτων.

Ο μέσος Ευρωπαίος υπολογίζεται ότι παράγει περίπου 11 κιλά κλωστοϋφαντουργικών απορριμμάτων ετησίως ή 15 σύμφωνα με άλλες έρευνες. Είναι χαρακτηριστικό ότι η ποσότητα των ρούχων που αγοράζονται ανά άτομο στην ΕΕ αυξήθηκε κατά 40%, μεταξύ 1996 και 2012, ενώ την ίδια στιγμή η τιμή των ενδυμάτων αυξήθηκε μόνο κατά 3%, σε σύγκριση με τις τιμές της γενικής κατανάλωσης που αυξήθηκαν κατά 60%. Παρόλα αυτά τα δεδομένα δείχνουν ότι πάνω από το 30% των ρούχων στις ντουλάπες των Ευρωπαίων πολιτών είναι ρούχα, τα οποία δεν έχουν φορεθεί καθόλου για τουλάχιστον ένα χρόνο. Η κατανάλωση ειδών ένδυσης και υπόδησης αναμένεται να αυξηθεί κατά 63% έως το 2030 και από 62 εκ. τόνους σήμερα να φτάσει τους 102 εκ. τόνους.

Και μέσα σε όλα αυτά κανείς δε γνωρίζει ακριβώς το μέγεθος του προβλήματος αφού η πραγματική ποσότητα παραγωγής κλωστοϋφαντουργικών απορριμμάτων παραμένει ευρέως άγνωστη.

Τεράστια σπατάλη περιβαλλοντικών πόρων

Την ίδια στιγμή, η παραγωγή όλης αυτής της ποσότητας ρούχων στερεί σημαντικούς περιβαλλοντικούς  πόρους. Το 2015, η παγκόσμια βιομηχανία κλωστοϋφαντουργίας και ένδυσης ήταν υπεύθυνη για την κατανάλωση 79 δισεκατομμυρίων m3 νερού, 1.715 εκατομμυρίων τόνων εκπομπών CO2 και 92 εκατομμυρίων τόνων απορριμμάτων και εάν δεν ληφθούν μέτρα, τα ποσά αυτά αναμένεται να αυξηθούν κατά 50% έως το 2030.

Για να παραχθεί ένα και μόνο βαμβακερό μπλουζάκι ή πουκάμισο απαιτούνται τεραστιες ποσότητες νερού και χημικών και συγκεκριμένα 2.700 λίτρα νερού, ποσότητα που θα καταναλωνε ένας άνθρωπος σε 2,5 χρόνια, ενώ τα κλωστουφαντουργικά απόβλητα χρειάζονται πάνω από 200 χρόνια για να αποσυντεθούν σε μία χωματερή. Σήμερα υπολογίζεται ότι κάθε δευτερόλεπτο που περνάει κάπου στον πλανήτη αδειάζεται η ποσότητα ενός μεγάλου φορτηγού με κλωστουφαντουργικά απόβλητα σε χωματερή ή οδηγείται σε καύση το περιεχόμενό του.

Η κλωστουφαντουργία στη μορφή που τη βιώνουμε τις τελευταίες δεκαετίες εκτιμάται ότι ευθύνεται για περίπου το 20% της μόλυνσης του νερού παγκοσμίως, ενώ το πλύσιμο των συνθετικών ρούχων αφήνει στους ωκεανούς μισό τόνο μικροινών κάθε χρόνο και 35% των πρωτογενών μικροπλαστικών που εκλύονται στο περιβάλλον. Μόνο μία πλύση συνθετικών ρούχων μπορεί να αφήσει έως και 700.000 ίνες μικροπλαστικών που μπορούν να καταλήξουν στην τροφική αλυσίδα.

Αγνωστος ο όγκος αυτών των αποβλήτων

Οπως ανέφερε ο κ. Σταθόπουλος, στην ΕΕ και παγκοσμίως, υπάρχει έλλειψη δεδομένων σχετικά με τον κύκλο ζωής των υφασμάτων και των ενδυμάτων, ειδικά αφού φτάσουν στο τέλος του πρώτου σταδίου χρήσης. «Οι εκτιμήσεις της Ένωσης Ανακύκλωσης Κλωστοϋφαντουργίας αναφέρουν ότι το 15 - 20% των απορριπτόμενων κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων πηγαίνουν για επαναχρησιμοποίηση ή ανακύκλωση, ενώ τα υπόλοιπα υποτίθεται ότι αποτεφρώνονται. Άγνωστη ποσότητα απορριμμάτων υφασμάτων και ενδυμάτων εξάγεται στην Ασία και την Αφρική όπου μόνο ένα μικρό ποσοστό διαχειρίζεται σωστά και το υπόλοιπο μετατρέπεται σε ένα σοβαρό περιβαλλοντικό πρόβλημα».

Αλλά και από όσα οδηγούνται στην ανακύκλωση, ο συντριπτικός όγκος ακολουθεί το δρόμο της υποβαθμιστικής ανακύκλωσης που τα μετατρέπει σε υλικά μονώσεων, στουπιά, κλπ και υπολογίζεται ότι μόνο το 1% ανακυκλώνεται με τη μορφή ενός καινούριου ρούχου.

Ο ελληνικός νόμος και οι καθυστερήσεις

Εως το τέλος του 2023 και στη χώρα μας οι παραγωγοί και οι εισαγωγείς υποχρεούνται να οργανώσουν Συστήματα Εναλλακτικής Διαχείρισης για τα απόβλητα της κλωστουφαντουργίας και για το σύνολο της ποσότητας που διαθέτουν στην αγορά.

Σύμφωνα με την Εφη Τριτοπούλου, πρόεδρο της Ενωσης Διπλωματούχων Ελληνίδων Μηχανικών και υπεύθυνη του έργου Uptextile, η νομοθεσία απαγορεύει την καταστροφή προιόντων κλωστουφαντουργίας. Ετσι, προιόντα που δεν είναι κατάλληλα προς πώληση π.χ. εξαιτίας ελαττωμάτων ή λαθών, υποχρεωτικά θα πρέπει να οδηγούνται προς ανακύκλωση ή ανάκτηση με ευθύνη των παραγωγών, των εισαγωγέων και των διανομέων.

Ωστόσο παρά το γεγονός ότι ο νόμος 4819 ψηφίστηκε το 2021, ακόμα και σήμερα δεν έχει εκδοθεί η απαραίτητη και προβλεπόμενη Κοινή Υπουργική Απόφαση προκειμένου να εφαρμοστούν οι προβλέψεις του για την κλωστουφαντουργία και τα απόβλητά της. Ετσι, από την διετία της προσαρμογής στις αλλαγές, οι οποίες είναι μεγάλες έχει ήδη φαγωθεί ο ένας χρόνος χωρίς να έχει εκδοθεί η απόφαση.

Πιέζει για την ΚΥΑ ο κλάδος

Εν αναμονή της σχετικής απόφασης βρίσκεται και ο κλάδος της κλωστουφαντουργίας της Ελλάδας, ο οποίος πιέζει για την έκδοσή της προκειμένου να προλαβει να προετοιμαστεί και να συμμορφωθεί. Στην ευθύνη του παραγωγού μάλιστα διαβλέπει και μια ευκαιρία να συνταχθεί μία εθνική στρατηγική για τον κλάδο που στο παρελθόν αποτελούσε από τους στυλοβάτες της ελληνικής οικονομίας.

«Είμαστε μια χώρα που παράγει περίπου το 90% του βαμβακιού της Ευρώπης και το υπόλοιπο το παράγει η Ισπανία, αλλά κανείς δε δίνει τη σημασια που αρμόζει στον κλάδο» επισημαίνει ο Ευριπίδης Δοντάς, αντιπρόεδρος του Συνδέσμου Ελλήνων Βιομηχάνων Κλωστοϋφαντουργών.

Προσθέτει ότι η ευθύνη του παραγωγού για τα απόβλητα του κλάδου είναι μια ευκαιρία να επανέλθει ο κόσμος στο ποιοτικό ρούχο. Ωστόσο και αυτή η απόφαση έχει καθυστερήσει: «Ελπίζουμε ότι τις επόμενες εβδομαδες θα βγει. Θα πρέπει να βιαστούμε ώστε να τρέξει το πιλοτικό πρόγραμμα καθώς από το 2024 θα είναι υποχρεωτικό».

Οι κλωστουφαντουργοί εκτιμούν ότι και αυτό θα είναι ένα όπλο απέναντι στη λεγόμενη γρήγορη μόδα. Παράλληλα έχει δημιουργηθεί και η Ευρωπαική Συμμαχία για το Βαμβάκι με κύριο σκοπό της τη δημιουργία, κατοχύρωση και προώθηση ενός Εμπορικού Σήματος Ευρωπαϊκού Βάμβακος (EU COTTON) που να προσδίδει ταυτότητα στο προϊόν που παράγεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το σήμα θα συνοδεύει τα παραγόμενα δέματα βάμβακος εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η χρήση του θα επεκτείνεται σε όλα τα στάδια της αλυσίδας αξίας μέχρι και τα τελικά προϊόντα ένδυσης με στόχο την πληρέστερη ενημέρωση του καταναλωτή. Απώτερος στόχος του φορέα είναι η αναγνώριση, διαφύλαξη και προώθηση του ευρωπαϊκού βαμβακιού κυρίως εντός της Ε.Ε. αλλά και διεθνώς.

«Το σήμα αυτό θα συμβάλει και στο ζήτημα των αποβλήτων καθώς θα εξασφαλίζει ιχνηλασιμότητα σε όλα τα στάδια παραγωγής» λέει ο κ. Δοντάς, ο οποίος πιστεύει πως η αγορά θα επανέλθει στο λίγο ακριβότερο αλλά ποιοτικότερο και ανθεκτικότερο ρούχο: «Ακριβώς επειδή υπάρχει κρίση θεωρούμε ότι θα υπάρξει στροφή. Ο κόσμος θα στραφει σε πιο ποιοτικά προιόντα. Αλλωστε το γεγονός ότι ακρίβυνε το δολάριο έχει ακριβύνει όλα τα εισαγόμενα προιόντα. Επιπλέον παρατηρούμε και μια ακόμα αλλαγή. Οι καταναλωτές αναζητούν κάτι όχι μόνο πιο ανθεκτικό, αλλά και πιο «πράσινο», πιο βιώσιμο».

«Αν χειριστούμε έξυπνα την ευρωπαική στρατηγική έως το 2030, αλλά και τον ελληνικό νόμο για τα απόβλητα, θα μπορέσουμε να διαφυλάξουμε την ελληνική κλωστουφαντουργία από την οποία μέσα σε μία 20ετία χάθηκαν 250.000 – 300.000 θέσεις εργασίας. Χρειάζεται εθνική στρατηγική και στήριξη από την Πολιτεία. Εάν αυτό γίνει θα ανακτηθούν χιλιάδες θέσεις εργασίας» τονίζει ο κ. Δοντάς προσθέτοντας ότι η ευρωπαική βιομηχανία κλωστουφαντουργίας συμπεριλαμβανομένης και της ελληνικής ακολουθεί τις ευρωπαικές προδιαγραφές προιόντων, αλλά και τους εργασιακούς και περιβαλλοντικούς κανόνες σε αντίθεση με τη διαδικασία παραγωγής σε τρίτες χώρες.

Η ευρωπαική στρατηγική έως το 2030

Οι βασικοί στόχοι της ευρωπαικής στρατηγικής για τα απόβλητα της κλωστουφαντουργίας έως το 2030 είναι:

  • Τα Κ/Υ προιόντα θα είναι μεγάλης διάρκειας ζωης και ανακυκλώσιμα από ανακυκλωμένες ίνες, απαλλαγμένα από επικίδυνες ουσίες, θα παράγονται με σεβασμό στα κοινωνικά δικαιώματα και στο περιβάλλον.
  • Θα είναι οικονομικά προσιτά και υψηλής ποιότητας.
  • Η γρήγορη μόδα θα πρέπει να είναι εκτός μόδας.
  • Οι υπηρεσίες επαναχρησιμοποίησης και επιδιόρθωσης θα είναι ευρέως διαθέσιμες.
  • Οι παραγωγοί θα αναλαμβάνουν την ευθύνη για τα προιόντα τους σε όλον τον κύκλο ζωής ακόμα και όταν αυτά μετατρεπονται σε απόβλητα.
  • Τα προιόντα γίνονται κυκλικά με την ανακύκλωση ινών σε ίνες

Παράλληλα θα οριστούν υποχρεωτικές απαιτήσεις επιδόσεων για την περιβαλλοντική βιωσιμότητα και ψηφιακό διαβατήριο προιόντος με απαιτήσεις πληροφόρησης σχετικά με την περιβαλλοντική βιωσιμότητα.

Επιπλέον θα πρέπει να δημοσιοποιείται ο αριθμός των απορριφθέντων προιόντων από μεγάλες επιχειρήσεις και η μετέπειτα επεξεργασία, αλλά και μέτρα για την απαγόρευση της καταστροφής των μη πωληθέντων προιόντων.

Η Γαλλία, όπως επεσήμανε η κυρία Τριτοπούλου, έχει ήδη ξεκινήσει αντίστοιχα προγράμματα με συνεισφορές σε ετήσια βάση:

  • αναλόγως με το μέγεθος και το πλήθος των προιόντων που διατίθενται στην αγορά από τον παραγωγό. Για  παράδειγμα για μικρά τεμάχια, όπως τα εσώρουχα, η χρηματική εισφορά ανέρχεται σε 0,00015 ευρώ/τεμάχιο. 
  • Με εκπτώσεις εφόσον πληρούν συγκεκριμένα οικολογικά κριτήρια.
ανακύκλωσηενδυσηαπόβληταειδήσεις τώραρούχα