Ελλάδα|07.03.2019 09:12

Οι ψηφιακές απειλές και τα fake news

Νίκος Μάστορας

Τα σύγχρονα κινητά τηλέφωνα µας παρακολουθούν διαρκώς. Ακούν τι λέµε, ξέρουν τι ψάχνουµε και πού πηγαίνουµε κάθε µέρα. Ο µόνος τρόπος για να ξεφύγουµε είναι να τους βγάλουµε την µπαταρία. Οµως ούτε αυτό µπορούµε να κάνουµε πια, οι µπαταρίες δεν βγαίνουν»! Με αυτά τα λόγια ο καθηγητής Κοινωνικής και Πολιτικής Ανάλυσης της Επικοινωνίας στο Πανεπιστήµιο Αθηνών, Γιώργος Πλειός, συνόψισε τις επιπτώσεις της ψηφιακής εποχής στα ανθρώπινα δικαιώµατα, µιλώντας σε συζήτηση που οργάνωσε για το ζήτηµα αυτό πριν από λίγες µέρες η Ελληνική Ενωση για τα ∆ικαιώµατα του Ανθρώπου. Η πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση εστίασε σε πολλά σύγχρονα ζητήµατα που αφορούν τις προκλήσεις που θέτει για το κράτος δικαίου και τα ανθρώπινα δικαιώµατα το περιβάλλον των νέων ψηφιακών δεδοµένων σε µια παγκοσµιοποιηµένη σφαίρα, όπως το ζήτηµα των fake news, το δικαίωµα στην (ψηφιακή) λήθη, τα big data, καθώς και τη ρητορική του µίσους στο ∆ιαδίκτυο.

Οι (µη) ρυθµίσεις

Το βασικό ερώτηµα, ωστόσο, αν πρέπει ή όχι να υπάρξουν ρυθµίσεις για όλα αυτά δεν απαντήθηκε, καθώς οι οµιλητές είχαν διαφορετικές εκτιµήσεις, που εκτείνονταν από την ανάγκη άµεσης ρύθµισης µέχρι τη µη ρύθµιση, επειδή «φοβάµαι περισσότερο τους ρυθµιστές από τη ρύθµιση», όπως χαρακτηριστικά το έθεσε ο Γ. Πλειός, ο οποίος τόνισε ότι τα fake news είναι η µεγάλη απειλή της σύγχρονης κοινωνίας, καθώς µπορεί να οδηγήσουν σε πλήθος δεινών, όπως λιντσαρίσµατα, µείωση ανεκτικότητας, εκλογή ακροδεξιών, καταστροφικές πολιτικές κ.ά. «Το 2015 λ.χ. δεν έφταιγαν οι µετανάστες που µειώθηκε ο τουρισµός στην Κω, αλλά ο τρόπος απεικόνισης της κατάστασης στα ΜΜΕ. Σε άλλες περιοχές, που δεν έγινε ανάλογη απεικόνιση, δεν υπήρξε ανάλογη µείωση παρά τους µετανάστες» είπε χαρακτηριστικά.

Οπως παρατήρησε εύστοχα ο συντονιστής της συζήτησης, επίτιµος καθηγητής Συνταγµατικού ∆ικαίου του Πανεπιστηµίου Αθηνών, Νίκος Αλιβιζάτος, η παλαιότερη γενιά υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωµάτων είχε να ασχοληθεί µε πολύ διαφορετικά προβλήµατα, όπως το Μεταναστευτικό, οι θρησκευτικές µειονότητες κ.λπ. «Πετύχαµε π.χ. να µην πηγαίνουν φυλακή οι αντιρρησίες συνείδησης µόλις το 1990. Οµως οι νέες γενιές προβληµάτων αφορούν πολύ διαφορετικά ζητήµατα που φέρνουν οι νέες τεχνολογίες».

Στον καινούργιο κόσµο που φέρνει η ψηφιακή εποχή πολλά είναι τα άλυτα ζητήµατα γύρω από τα ανθρώπινα δικαιώµατα

Ο σύµβουλος επικοινωνίας Ηλίας Τσαουσάκης αναφέρθηκε στη χειραγώγηση µαζών που µπορεί να επιτύχει εύκολα πια η τεχνολογία, επικαλούµενος το παράδειγµα του σκανδάλου Cambridge Analytica που απασχόλησε όλο τον κόσµο πέρυσι, καθώς εµπλέκει το Facebook, τον Ντόναλντ Τραµπ και τα προσωπικά δεδοµένα. Ο ιστότοπος κοινωνικής δικτύωσης κατηγορείται ότι επέτρεψε τα προσωπικά δεδοµένα δεκάδων εκατοµµυρίων χρηστών να φτάσουν, εν αγνοία τους, στα χέρια της βρετανικής εταιρείας ανάλυσης δεδοµένων που εργάστηκε για τον Τραµπ κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας για τις προεδρικές εκλογές του 2016.

«Η ανάλυση των δεδοµένων τού επέτρεψε να κάνει εξατοµικευµένη καµπάνια σε αµφιταλαντευόµενους ψηφοφόρους. Π.χ. το επιτελείο του γνώριζε ρεπουµπλικάνους, οι οποίοι όµως ήταν υπέρ του οικογενειακού προγραµµατισµού. Και µπορούσε να προσαρµόσει την καµπάνια προς αυτούς πάνω στο συγκεκριµένο ζήτηµα, ενώ σε άλλες οµάδες ψηφοφόρων, οι οποίοι λ.χ. ήταν υπέρ του Obamacare, εστίαζε σε αυτό και αν κάποιος ήταν εναντίον της οπλοκατοχής, στόχευσε σε επιχειρήµατα υπέρ των όπλων. Ηταν µια σκοτεινή και επικίνδυνη για τη δηµοκρατία καµπάνια. Παρόµοια πράγµατα όµως έγιναν και στην καµπάνια για το Brexit. Οπου υπήρχαν αµφίρροπα κοινά έγινε “µικροστόχευση” (microtargeting) µε χρήση fake news στις περιοχές των αναποφάσιστων»! Κάθε ψηφιακό ίχνος που αφήνουµε στο Ιντερνετ είναι πλέον αξιοποιήσιµο στο µάρκετινγκ, στην πολιτική επικοινωνία, την έρευνα και τη διαφήµιση.

«Ενας που κάνει αναζήτηση για παπούτσια λ.χ., θα δει αµέσως σχετικές διαφηµίσεις. Ετσι ανοίγει η πόρτα της εξατοµίκευσης. Στην πολιτική έρευνα, πάλι, ενώ µέχρι πρόσφατα απευθύναµε ένα γενικό πολιτικό µήνυµα π.χ. σε γυναίκες 35-44 ετών που ζουν στην Αθήνα, τώρα µε τα λεγόµενα “Big Data” µπορούµε να αναλύσουµε µία προς µία, από τα ψυχογραφικά χαρακτηριστικά έως τις προτιµήσεις, τη συµπεριφορά, τις συνήθειές τους, σαν έναν τοµογράφο που µπορεί να περιγράψει κατά 95% την προσωπικότητά σου» κατέληξε ο κ. Τσαουσάκης. Ο δηµοσιογράφος Γιάννης Παπαδόπουλος µίλησε για το «δικαίωµα στη λήθη», το οποίο, παρότι είναι νοµικά κατοχυρωµένο, δύσκολα επιτυγχάνεται στην πράξη. Θύµισε την περίπτωση δηµοσιοποίησης φωτογραφιών των οροθετικών γυναικών. Παρότι δικαιώθηκαν δικαστικά, υπάρχουν ακόµα φωτογραφίες τους σε διάφορες ιστοσελίδες στο ∆ιαδίκτυο. Επίσης έκανε λόγο και για την υπόθεση µιας κοπέλας που σκοτώθηκε οδηγώντας αυτοκίνητο το 2006, αλλά ακόµα και σήµερα κυκλοφορούν φωτογραφίες της στο ∆ιαδίκτυο (τις είχαν στείλει µε e-mail σε γνωστούς τους αστυνοµικοί που βρέθηκαν στο τόπο του δυστυχήµατος), παρότι η οικογένεια έχει κάνει µηνύσεις και έχει κερδίσει δίκες. Είπε ακόµα ότι το δικαίωµα στη λήθη µπορεί να χρησιµοποιηθεί και καταχρηστικά, όπως λ.χ. στην περίπτωση Ελληνα κατηγορούµενου για απάτες που ζήτησε από την Google να διαγράψει όλες τις διαδικτυακές αναφορές στο θέµα αυτό, επικαλούµενος ακριβώς το δικαίωµα στη λήθη. Η Google όµως αρνήθηκε, επικαλούµενη το δηµόσιο συµφέρον.

H ρητορική του µίσους

Τέλος, η δικηγόρος Στεύη Κίτσου αναφέρθηκε στη ρητορική του µίσους στα social media, σηµειώνοντας ότι είναι ακόµα θολό το τοπίο αντιµετώπισής της, καθώς δεν έχει αποσαφηνιστεί νοµικά σε όλο τον κόσµο πότε είναι ιδιωτικός ή δηµόσιος ο λόγος σε αυτά αλλά και ποιος ευθύνεται για πιθανή ρητορική µίσους: η πλατφόρµα, ο χρήστης, εκείνος που αναδηµοσιεύει, ο σχολιαστής; Και αν ένα µέσο πρέπει να διαγράψει µια τέτοια ανάρτηση, οφείλει να το κάνει µόνο στην περιφέρεια που αυτή γράφτηκε ή σε όλο τον κόσµο; Στον καινούργιο κόσµο που φέρνει η ψηφιακή εποχή πολλά είναι τα άλυτα ζητήµατα γύρω από τα δικαιώµατα που θα µας απασχολήσουν

cyberbullyingδιαδικτυακός εκφοβισμόςfake news