Ελλάδα | 10.09.2023 06:45

Ελλάδα εκπέμπει SOS: Πλημμύρες και φωτιές φέρνουν αυξήσεις τιμών, χιλιάδες αστέγους και κίνδυνο ερημοποίησης (Α' Μέρος)

Μαρία Λιλιοπούλου

Αλυσιδωτές συνέπειες ικανές να δοκιμάσουν όχι μόνο την τοπική κοινωνία της Θεσσαλίας και του Έβρου, αλλά και τους πολίτες όλης της χώρας αφήνει πίσω του το φετινό καλοκαίρι κατά το οποίο η Ελλάδα έσπαγε το ένα μετά το άλλο τα «μαύρα ρεκόρ» πλημμυρών και πυρκαγιών.

Ο θεσσαλικός κάμπος, ο μεγαλύτερος τροφοδότης της χώρας σε σιτηρά, αλλά και σε μια σειρά άλλων προϊόντων πρώτης ανάγκης για την επισιτιστική ασφάλεια της χώρας, παραμένει «βυθισμένος» κάτω από τόνους νερών και λάσπης χωρίς να έχει αποκαλυφθεί ακόμα η έκταση της καταστροφής.

Αυξήσεις τιμών, χιλιάδες άστεγοι και τεράστιες καταστροφές σε υποδομές

Σύμφωνα με γεωπόνους του πεδίου, οι πρώτες ελλείψεις σε νωπά προϊόντα δε θα αργήσουν να φανούν στα ράφια ακόμα και στην Αθήνα, ενώ κανείς δεν αποκλείει να ακολουθήσει ντόμινο αυξήσεων, των ήδη πανάκριβων τιμών στα τρόφιμα, το ύψος των οποίων θα εξαρτηθεί από το μέγεθος της καταστροφής που θα αποκαλυφθεί.

Κι ενώ ο αγώνας να απεγκλωβιστούν άνθρωποι και να εντοπιστούν αγνοούμενοι στις πληγείσες περιοχές, συνεχίζεται, θεωρείται βέβαιο ότι η επόμενη ημέρα θα βρει χιλιάδες ανθρώπους άστεγους και χωρίς κανένα μέσο βιοπορισμού, πολλούς μάλιστα για δευτερη φορά μέσα σε τρία χρόνια.

Ταυτόχρονα θα αναγκαστούν να συνεχίσουν τη ζωή τους σε έναν τόπο βαρύτατα λαβωμένο είτε από τις πλημμύρες στη Θεσσαλία είτε από τις φωτιές, όπως στον Εβρο που έγινε στάχτη σχεδόν ο μισός νομός χωρίς βασικές υποδομές.

Ορατός ο κίνδυνος ερημοποίησης

Το σύνολο των ειδικών επιστημόνων, με τους οποίους συνομίλησε το «Εθνος» τονίζει ότι οι μεγάλες καταστροφές απαιτούν και ρηξικέλευθες λύσεις υπογραμμίζοντας πως είναι απολύτως αναγκαία η όσο το δυνατό ταχύτερη στεγαστική αποκατάσταση των πληγέντων καθώς σε διαφορετική περίπτωση προειδοποιούν πως είναι ορατός ο κίνδυνος ερημοποίησης κρίσιμων περιοχών και μεγάλων μετακινήσεων του πληθυσμού τους.

Ολοι επίσης σημειώνουν πως τα αλλεπάλληλα πλέον ακραία καρικά φαινόμενα δεν πρέπει να πείθουν την πολιτεία για το αυτονόητο της κλιματικής κρίσης, αλλά για την ανάγκη άμεσης θωρακισης πολεων και χωριών και ενίσχυσης των υποδομών ώστε να γίνουν ανθεκτικές, καθώς εκτός της καταστροφής των παλαιών έργων, στην πλημμύρα της Θεσσαλίας, προβλημάτισε έντονα το γεγονός ότι και μία καινούρια γέφυρα, αυτή του Ξηριά, κατέρρευσε παρά το γεγονός ότι είχε κατασκευαστεί μετά την πλημμύρα του Ιανού το 2020 και θα έπρεπε να ήταν πιο ανθεκτική.

Φόβοι για επισιτιστική ασφάλεια: Task Force από το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο για τη Θεσσαλία

Η ασύλληπτη καταστροφή στο θεσσαλικό κάμπο μετά την κακοκαιρία Daniel, δεδομένης και της σημασίας του για την επισιτιστική ασφάλεια της χώρας καθώς μεταξύ άλλων αποτελεί τον βασικό της σιτοβολώνα της Ελλάδας, οδήγησε την πρυτανική αρχή του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών στην άμεση σύσταση επιτροπής, η οποία θα μεταβεί μόλις το επιτρέψουν οι συνθήκες στην πληγείσα περιοχή: «Θα εξακριβώσουμε την έκταση της καταστροφής, θα κάνουμε μια ποσοτική και ποιοτική αποτίμηση και θα καταλήξουμε σε δέσμη συγκεκριμένων προτάσεων για την περιοχή», λέει στο «Εθνος» ο πρύτανης, Σπ. Κίντζιος.

Και συνεχίζει: «Ελπίζουμε να εισακουστούμε από την πολιτεία. Τα Πανεπιστήμια και οι επιστημονικοί φορείς κάνουν συνεχώς προτάσεις για όλα τα ζητήματα. Αυτός είναι ο ρόλος μας. Δεν μπορούμε να περιμένουμε πότε θα ξεκινήσει το κράτος. Θα ξεκινήσουμε άμεσα με καταγραφές απωλειών της φυτικής και ζωικής παραγωγής, θα πετάξουμε drones. Ασφαλώς θα έχουμε πρόβλημα ύστερα από μία τέτοια καταστροφή. Αλλά θα πρέπει να διερευνήσουμε πόσο μεγάλο είναι αυτό καθώς και την κατάσταση των εδαφών αν έχουν απομακρυνθεί, αν έχουν διαβρωθεί, αν υπάρχει απώλεια εδαφών».

Ο ίδιος κάνει λόγο για «εθνικό πρόβλημα» καθώς «ο θεσσαλικός κάμπος είναι ο αγροδιατροφικός τροφοδότης της χώρας», προσθέτοντας πως αυτό ήταν που ώθησε το Πανεπιστήμιο στην απόφαση της άμεσης σύστασης επιτροπής. Δεν αρνείται ότι οι επιπτώσεις θα είναι σοβαρές κυρίως στα είδη των οποίων η συγκομιδή δεν έχει ολοκληρωθεί ή στα δέντρα. Ωστόσο, ξεκαθαρίζει ότι «οι απόψεις που διατυπώνονται πρέπει να είναι προσεκτικές και όχι καταστροφολογικές καθώς κάθε αρνητική εκτίμηση που γίνεται, δίνει τροφή στους κερδοσκόπους».

Έρχονται αυξήσεις στα τρόφιμα μετά την ολοκληρωτική η καταστροφή στον θεσσαλικό κάμπο

Κάτω από τις λάσπες στον θεσσαλικό κάμπο, αλλά και σε αποθήκες που καταστράφηκαν βρίσκεται θαμμένο μεγάλο τμήμα του αγροτικού προϊόντος της μεγαλύτερης παραγωγικής κοιλάδας της χώρας. Ειδικοί που γνωρίζουν την κατάσταση αναφέρουν πως σύντομα θα αρχίσουμε να βλέπουμε ελλείψεις στην αγορά, αλλά και αυξήσεις στις τιμές των προϊόντων που προέρχονται από περιοχές που δεν έχουν πληγεί.

«Οι πρώτες ελλείψεις ενδέχεται να φανούν στις επόμενες 10 με 15 μέρες και θα αφορούν κυρίως νωπά προϊόντα. Η καταστροφή είναι μεγάλη και οι συνέπειες θα είναι ραγδαίες. Έχουν καταστραφεί ακόμα και σιτηρά στις αποθήκες και βέβαια οι καλλιέργειες προϊόντων που προορίζονταν για ζωοτροφές, αλλά και ολόκληρες κτηνοτροφικές μονάδες. Όλη αυτή η κατάσταση μπορεί να προκαλέσει έμμεσες αυξήσεις ακόμα και στο γάλα», εξηγεί ο γεωπόνος αγροτικής οικονομίας και μελετητής, Γιάννης Περουλάκης από τη Λάρισα.

Στο μεταξύ εκτιμάται ότι εκτεταμένα προβλήματα θα υπάρξουν και με το σιτάρι, του οποίου η συγκομιδή μπορεί να είχε ολοκληρωθεί, αλλά μεγάλο τμήμα της παραγωγής δεν είχε πουληθεί άμεσα και φυλασσόταν από τους αγρότες στις αποθήκες.

«Το μεγαλύτερο κομμάτι της Θεσσαλίας έχει υποστεί απίστευτη καταστροφή. Οι βλάβες εκτείνονται σε τέσσερις νομούς. Και δεν πρόκειται μόνο για την παραγωγή μιας χρονιάς. Υπάρχουν μηχανήματα που δε θα ξαναδουλέψουν πια. Υπολογίστε ότι ο κάθε αγρότης δουλεύει με έναν εξοπλισμό που συνολικά κοστίζει κατά μέσο περί τα 60.000 ευρώ. Συνυπολογίστε φάρμακα, λιπάσματα που βρίσκονταν στις αποθήκες για την επόμενη χρονιά. Μιλάμε για καταστροφή σε όλα τα επίπεδα. Κι ας μην ξεχνάμε πως είναι και οι παραγωγοί που είδαν και τα σπίτια τους να θάβονται στη λάσπη σε πολλά χωριά στον άξονα από τη Λάρισα μέχρι το Βόλο, την Καρδίτσα και ως τα Τρίκαλα», λέει ο κ. Περουλάκης.

Σε καλλιέργειες όπως το καλαμπόκι, οι οποίες ήταν έτοιμες για συγκομιδή, η καταστροφή είναι ολοσχερής, ενώ σε άλλα προϊόντα όπως το βαμβάκι που δεν είχε ανοίξει, ό,τι θα σωθεί εκτιμάται ότι θα είναι σημαντικά υποβαθμισμένο ποιοτικά αν καταστεί δυνατό να συλλεγεί από τους αγρότες, οι οποίοι σε μεγάλο ποσοστό έχουν χάσει και τα μηχανήματά τους.

Ανάλογα με το μέγεθος της καταστροφής θα αρχίσουν να φαίνονται σύντομα και οι ελλείψεις στην αγορά. Μειωμένη προσφορά σε σιτηρά και ακόμα χειρότερη κατάσταση για το καλαμπόκι και το τριφύλλι που προορίζεται για ζωοτροφές. Σε μια εποχή μάλιστα που οι κτηνοτρόφοι αντιμετώπιζαν ήδη τεράστια προβλήματα εξαιτίας των αυξήσεων των τιμών των ζωοτροφών, η πλημμύρα φαίνεται να τους δίνει τη χαριστική βολή.

Τεράστια καταστροφή για αγρότες, κτηνοτρόφους και μελισσοκόμους

Πολλοί θα αντικρίσουν τα ζώα τους πνιγμένα καθώς εκατοντάδες απ΄αυτά βρίσκονται ήδη νεκρά, αλλά και όσα επιβιώσουν θα είναι δύσκολο να συντηρηθούν από τους κτηνοτρόφους.

Το μεγάλο στοίχημα είναι αν τα χωράφια που φέτος χάθηκαν κάτω από τα νερά θα μπορέσουν σύντομα να ξανακαλλιεργηθούν: «Μετά από τέτοιες καταστροφές, αλλάζει και η γεωγραφία του εδάφους. Πιθανώς σε πολλά σημεία που ήταν χωράφια, τώρα να υπάρχουν χείμαρροι ή μεγάλα νεροκρατήματα», λέει ο κ. Περουλάκης.

Την ίδια στιγμή αγρότες ήδη μιλούν για μεγάλη ποσότητα από βράχους και πέτρες που αποκαλύπτονται σε χωράφια με τη σταδιακή υποχώρηση των υδάτων.

Παρά τα εκτεταμένα προβλήματα, ο αγροτικός κόσμος διαφωνεί κάθετα με όσους καταστροφολογούν: «Η φετινή χρονιά χάθηκε σε μεγάλο ποσοστό. Ωστόσο, ελπίζουμε στην επόμενη και στις επόμενες. Οι Θεσσαλοί αγρότες είναι ικανότατοι και εξαιρετικά έμπειροι ώστε με τις καλλιεργητικές εργασίες να φέρουν τη γη σε όσο το δυνατόν καλύτερη κατάσταση. Αρκεί να στηριχτούν όσο και όπως πρέπει. Διαφορετικά δε θα παράγει η γη, αλλά για οικονομικούς και όχι για εδαφολογικούς λόγους», τονίζει ο κ. Περουλάκης.

Χρόνος θα χρειαστεί, πάντως, σε ό,τι αφορά τις δενδροκομικές καλλιέργειες, καθώς στην περίπτωση αυτή δεν έχει πληγεί μόνο η παραγωγή, αλλά και το φυτικό κεφάλαιο και υπολογίζεται ότι τα δέντρα θα απαιτήσουν μία 5ετία με 6ετία για να γίνουν παραγωγικά. Η καταστροφή είναι τεράστια στις μηλιές της Μαγνησίας, αλλά και σε αμυγδαλιές και σε μεγάλο αριθμό ελαιοδέντρων.

Την ίδια στιγμή στο μηδέν βρίσκονται και οι μελισσοκόμοι της περιοχής, οι οποίοι έχουν καταστραφεί ολοκληρωτικά.

Σε κάθε περίπτωση η ανάκαμψη της αγροτικής οικονομίας θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τη στήριξη που θα λάβουν οι άνθρωποι του πρωτογενούς τομέα, πολλοί εκ των οποίων καταστρέφονται για δεύτερη φορά σε τρία χρόνια και καλά καλά δεν έχουν λάβει ολόκληρες τις αποζημιώσεις από τον Ιανό: «Οι αποζημιώσεις των παραγωγών έκαναν σε ορισμένες περιπτώσεις έως και δύο χρόνια να δοθούν. Αν συμβεί το ίδιο και τώρα, δε θα μιλάμε για θεσσαλικό κάμπο. Η γη μπορεί να στεγνώσει σε δέκα μέρες. Αλλά αν δεν υπάρξει ενίσχυση και εξοπλισμός, πως θα ξεκινήσεις ξανά; Δορυφορικές εικόνες ή ακόμα και λήψεις από drones θα μπορούσαν να δώσουν γρήγορη απεικόνιση των προβλημάτων και ταχύτερες αποζημιώσεις».

Παύλος Δελλαδέτσιμας, ομότιμος καθηγητής Χαροκοπείου Πανεπιστημίου: Προτεραιότητα η άμεση λύση του στεγαστικού ίσως και με αναδασμούς

Μονόδρομο θεωρεί την όσο το δυνατό ταχύτερη επίλυση του στεγαστικού προβλήματος στις πληγείσες περιοχές, ο ομότιμος καθηγητής του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου με εξειδίκευση στις φυσικές καταστροφές, Παύλος Δελλαδέτσιμας: «Με κάθε επιφύλαξη δεδομένου ότι αυτή τη στιγμή η καταστροφή είναι ακόμα σε εξέλιξη, η Πολιτεία θα πρέπει να σκύψει πάνω στο πρωταρχικό θέμα των πληγέντων, αυτό της στέγης εφόσον θέλει να κρατήσει τους τόπους ζωντανούς. Λύση δεν είναι να κατασκευαστεί ξανά το ίδιο σπίτι, στο ίδιο σημείο και με τους ίδιους όρους. Θα πρέπει να μελετηθεί η νέα εικόνα της περιοχής με βάση επικαιροποιημένους πλημμυρικούς χάρτες και εφόσον χρειαστεί ενδεχομένως και με τη μέθοδο των αναδασμών να αλλάξουν οι περιοχές ώστε να υπάρξει ανοικοδόμηση και ανασυγκρότηση με κριτήρια ασφαλείας», επισημαίνει ο καθηγητής.

Ο ίδιος διευκρινίζει ότι αυτό δε θα πρέπει να είναι μια μακρόχρονη διαδικασία καθώς δεν υπάρχει η πολυτέλεια του χρόνου: «Πρέπει να τεθεί τάχιστα σε εφαρμογή μια γρήγορη διαδικασία παροχής σπιτιών που να έχει στοιχεία προκατασκευής ώστε οι πληγέντες να περάσουν από τα προσωρινά καταλύματα και τα κοντέινερς σε κανονικά σπίτια το συντομότερο. Η τεχνολογία αυτή έχει προδιαγραφές που κάνει αυτά τα σπίτια ασφαλέστερα από τα πλινθόκτιστα ή τα οικήματα με προσθήκες που υπάρχουν σε πολλές περιοχές της χώρας. Πρέπει πάση θυσία η πολιτεία να μην κωλυσιεργήσει και να αποφύγει την πάγια διαδικασία με μακροχρόνιες αδειοδοτήσεις».

Αναφερόμενος στο κόστος μια τέτοιας λύσης, ο κ. Δελλαδέτσιμας τονίζει ότι μελέτη για το σεισμό του ΄99 στην Αθήνα είχε δείξει ότι ήταν οικονομικότερη από τη συνήθη διαδικασία με τις σκηνές, τα κοντέινερς, τις εγκαταστάσεις και τα δίκτυα: «Επιπλέον διασφαλίζει ότι οι άνθρωποι δε θα γκετοποιηθούν. Το στρατόπεδο Καποτά ακόμα κατοικείται και έχει μεταβληθεί σε γκέτο».

Για τον ειδικό στην ανασυγκρότηση ύστερα από φυσικές καταστροφές, κρίσιμο είναι η Ελλάδα να επαναπροσδιορίσει την πολιτική γης, η οποία σήμερα παρουσιάζει μεγάλο έλλειμμα, όπως εξηγεί: «Υπάρχουν παραδείγματα πολλών χωρών με εξαιρετικούς κανονισμούς που ορίζουν αυστηρές προδιαγραφές ανοικοδόμησης σε ευάλωτες περιοχές, που αναθεωρούν τις πλημμυρικές ζώνες όπου χρειάζεται. Στην Ελλάδα γίνονται κάποια βήματα και υπάρχει πια περισσότερη πληροφόρηση, αλλά δεν είναι προσπελάσιμη. Στη Γαλλία ανοίγεις ανά πάσα στιγμή το διαδίκτυο και βλέπεις ποια είναι η πλημμυρική ζώνη, το χαρακτηρισμό της αν είναι κόκκινη. Στην Ιταλία υπάρχει μεγάλη τεχνογνωσία στη γρήγορη στέγαση ώστε να ανταπεξέλθουν στους σεισμούς με πολύ υψηλής ποιότητας κατοικίες και εξαιρετικές προδιαγραφές. Τα παραδείγματα είναι πολλά».

Προσοχή και στον Εβρο ζητούν οι ειδικοί

Αν και τα βλέμματα όλων είναι πλέον στραμμένα στη βιβλική καταστροφή της Θεσσαλίας με τις πλημμύρες, η αλήθεια είναι πως δεν έχει κλείσει ούτε εβδομάδα από την οριστική κατάσβεση τς πυρκαγιάς στον Εβρο που κατέκαψε περισσότερα από 935.000 στρέμματα γης, το δάσος της Δαδιάς αλλά και μεγάλες καλλιεργήσιμες εκτάσεις.

Η καταστροφή και σε αυτόν τον νομό απειλεί να αφανίσει επαγγελματικά μεγάλο μέρος του πληθυσμού, το οποίο αν δεν ορθοποδήσει θα αναγκαστεί να εγκαταλείψει έναν τόσο ευαισθητο εθνικά ακριτικό τόπο.

«Ο Έβρος δεν είναι βόρεια Εύβοια που έχει το αποκούμπι του τουρισμού. Κι όσο κι αν θεωρούμε πως σύντομα θα ανακάμψουν τα δασικά οικοσυστήματα, το πρόβλημα για τους τοπικούς παραδασόβιους πληθυσμούς είναι τεράστιο. Είναι ορατός ο κίνδυνος ερημοποίησης του πληθυσμού εάν δε λυθεί το ζήτημα του βιοπορισμού», σημειώνει ο γεωγράφος – δασολόγος και επίκουρος καθηγητής του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Παλαιολόγος Παλαιολόγου.

Και εξηγεί: «Οι επιπτώσεις στην κτηνοτροφία αλλά και τη μελισσοκομία θα είναι έντονες και ακόμα ειναι άγνωστο πως θα αναστραφούν. Στην περιοχή υπήρχε ένα μεγάλο μελισσοκομικο χωριό. Το ζητημα της τροφής των μελισσών και της αλλαγής της ποιότητας του προϊόντος αποτελούν ζητήματα προς επίλυση. Οι άνθρωποι από εκεί που έβγαζαν μέλι δάσους, τώρα θα έχουν 2 - 3 σοδειές κι αυτές θα προκύπτουν μόνο από ανθοφορία, η οποία θα είναι έντονη καθώς υπάρχει φυσική διαδοχή των δασικών οικοσυστημάτων και θα εισέλθουν στο δάσος ειδη από τις παρυφές που δεν μπορούσαν να μπουν. Αυτό θα υπάρχει για 3-4 χρόνια αλλά δεν εξασφαλίζει τους πληθυσμους αφού όταν θα αρχίσει ξανά να πυκνώνει το δάσος αυτή θα σταματησει. Στα βοοειδή που βοσκούσαν και ελεύθερα μπορεις να δίνεις τροφή, αλλά το ζήτημα των μελισσοκόμων είναι πιο σύνθετο. Επιπλέον ο τουρισμος της περιοχής αφορούσε το δασικό και το οικολογικό αντικείμενο. Με την εξάλειψη του δάσους και αυτό κινδυνεύει να χαθεί πλήρως».

Ο ίδιος επισημαίνει ότι η αντίδραση στην κλιματική αλλαγή πρέπει να είναι γρήγορη: «Η κλιματική κρίση δεν προκαλεί ένα φαινόμενο, αλλά μια αλληλουχία φαινομένων. Το είδαμε ξεκάθαρα στην περίπτωση του Εβρου. Από τον Σεπτέμβριο του ΄22 είχαμε μια μακρά περίοδο ανομβρίας, χιονοπτώσεις μεχρι και τον Απρίλιο και πριν προλάβουμε να πάρουμε κάτι από τα νερά που χάσαμε μπήκαμε στο καλοκαίρι με πολλές και συχνές βροχοπτώσεις μέχρι το τελος Ιουνίου, οι οποίες οδήγησαν σε αύξηση της ετήσιας καύσιμης ύλης με αποτέλεσμα όταν ακολούθησε η ξηρασία με τα δύο μεγάλα επεισόδια στη διάρκεια του καλοκαιριού να καταλήξουμε στα φαινομενα των μεγαπυρκαγιών, τα οποία ήταν αδύνατο να ελέγξουμε όταν ξέφυγαν από την αρχική προσβολή», λέει

Ο κ. Παλαιολόγου έχοντας δουλέψει μεγάλο διάστημα στον Εβρο μιλά για τα σενάρια αναγέννησης του οικοσυστήματος της περιοχής μετά τη φετινή καταστροφή σημειώνοντας ότι το πρώτο θύμα θα είναι η πανίδα: «Ενα ειδος δε θα κάτσει σε μια περιοχή από φιλοπατρία. Οσο κι αν την προτιμούν κάποια είδη, αν οι συνθήκες διαβίωσης δεν είναι αυτές που θέλουν είτε θα μεταναστεύσουν είτε ο πληθυσμός τους θα μειωθεί δραστικά σε συγκεκριμένες περιοχές».

Σε ό,τι αφορά τη βλάστηση ο κ. Παλαιολόγου είναι αισιόδοξος ότι θα ανακάμψει: «Το 70% των δασών που κάηκαν ήταν πλατύφυλλα αείφυλλα ή δρυοδάση. Θα επανέλθουν τάχιστα σε 5 – 10 χρόνια σε περιοχές που η φωτιά έκαψε με χαμηλές σφοδρότητες. Αλλά δεν ισχύει το ίδιο για τη μαύρη πεύκη. Στη Λέσβο δεν έχει επανέλθει ακόμα το δάσος στη σύσταση και τη δομή που είχε πριν τη φωτιά του 1994. Είναι όμως ένα είδος με πολύ καλές άμυνες και στα σημεία που η πυρκαγιά είχε χαμηλή το μέγεθος του προβλήματος θα φανεί σε 1 – 2 μήνες».

Ο ίδιος εφιστά την προσοχή και στις παρεμβάσεις του ανθρώπου και τοποθετείται και στη συζήτηση για την αλλαγή των ειδών: «Τη δεκαετία ΄60 και ΄70 αποψιλώθηκαν περιοχές με αείφυλλα πλατυφυλλα και αντικατασταθηκαν με τεχνητές αναδασώσεις pinus maritima, ένα ξενικό ειδος με με στόχο την ταχεία αύξησή του (έως και 50 εκ. το χρόνο) για τον εφοδιασμό των τοπικών βιοτεχνιών σε ξυλεία. Δεν πρόλαβαν ούτε να κάνουν απόληψη της ξυλείας εξαιτίας πυρκαγιάς. Τα τεχνητά οικοσυστήματα ειδικα με ξενικά είδη δεν είναι ανθεκτικά και έχουν περιορισμένες αμυνες και δυνατότητες ανταπόκρισης σε φαινομενα διαταραχων, εξάρσεις εντόμων και δασικές πυρκαγιές. Γι΄αυτό και πρέπει να είμαστε προσεκτικοί που κάνουμε τεχνητές αναδασώσεις ώστε να μην δημιουργούμε απλά υλικό για την επόμενη πυρκαγιά», εξηγεί.



Θεσσαλίαειδήσεις τώραφωτιάκακοκαιρίαΈβροςπλημμύρεςκακοκαιρία Daniel