Ένα θερινό σινεμά στη Νέα Μάκρη που αντιστέκεται στις ψύχρες: «Μέχρι να χιονίσει θα ‘ναι ανοιχτό»! - Δεν αγαπάει τον θάνατο ο κινηματογράφος…
Νίκος ΤζιανίδηςΤο καλοκαίρι αντιστέκεται, αντιστέκεται κι ένα θερινό σινεμά στη Νέα Μάκρη! «Μέχρι να χιονίσει θα ‘ναι ανοιχτό»!
Κάθε που φθινοπωριάζει τον πιάνει η φυλλοβόλος μελαγχολία: «Όχι, δεν θα κλείσω ακόμα» λέει και με το ‘να μάτι κοιτάζει σύννεφα και βυθισμένα άστρα και με τ’ άλλο αναζητεί εικόνες θεατών στρυμωγμένους πλάι πλάι, βράδυ με βροχή.
Νοέμβρης πια, ετοιμόρροπο φθινόπωρο και νυσταγμένο θέρος: «Δεν θα κλείσω…». Πώς άραγε αντέχουν οι άνθρωποι να λένε «πέρασεν η ώρα, φύγανε τα χρόνια»;
Το καλοκαίρι, ανάμνηση πια ξεραμένη πάνω στους τοίχους της νύχτας που απλώνεται σαν βουκαμβίλια.«Λίγο ακόμα» λέει και δεν κατεβάζει ρολά, ούτε καρφιτσώνει την πινακιδούλα-καρφί στην ψυχή που ανανεώνει τη συνάντηση με το καλοκαίρι «Ραντεβού τον Μάιο»…
«Αν πάει με καλοσύνες κι ο Δεκέμβρης, γιατί όχι;»
Σινέ «Σίσσυ», στη Νέα Μάκρη. Οι καλοκαιρίες εφέτος επιμένουν και το θερινό το σινεμά αντιστέκεται στα κρύα. «Θα κλείσω στο τέλος του Νοέμβρη» λέει ο Χάρης και σκοτεινιάζει το βλέμμα του. «Να σου πω... όπως με βγάλει ο καιρός… Αν πάει με καλοσύνες κι ο Δεκέμβρης, γιατί όχι;»
Το ξανασκέπτεται: «…θα κλείσω Νοέμβρη. Ο καιρός μπορεί να κρατήσει ζεστός, παγώνουν οι θεατές, όμως πια»…
Το «Σίσσυ» πρωτάνοιξε την άνοιξη του ’67. Με τη δικτατορία. Ο Χάρης ήταν τότε δυο χρονώ· μεγάλωσε μέσα στον κινηματογράφο. «Ήμουν σαν τον μικρό Σαλβατόρε από την ταινία “Σινεμά ο Παράδεισος” του Τορνατόρε», λέει και τα μάτια του ξεχειλίζουν νοσταλγία.
Μετά χίμηξαν τα χρόνια σαν πεινασμένα σκυλιά και κατασπάραξαν την αθωότητα…
Κι ο Χάρης μεγάλωσε κι ο κινηματογράφος μεγάλωσε κι αυτός· σε ηλικία. Και οι μηχανές και οι μπομπίνες βγήκαν ένα βράδυ στο φουαγιέ - κομμάτια μουσειακά πια και η ηλεκτρονική τεχνολογία επιτρέπει στον Χάρη να ‘ναι και στο Ταμείο και στο κυλικείο και να προβάλλει το φιλμ…
«Βγαίνει ένα καλό μεροκάματο», λέει σχεδόν απολογούμενος. «Μη νομίζεις ότι κερδίζουμε πολλά, αλλά ό,τι πάρουμε είναι αρκετά για να τα φέρνουμε βόλτα και να κάνουμε το κέφι μας. Γιατί ο καλοκαιρινός ο κινηματογράφος είναι “κέφι”… Δείχνουμε ταινίες Α’ προβολής. Η εταιρία διανομής κρατάει το 50% των εισπράξεων και το υπόλοιπο 50% μπαίνει στο ταμείο μας. Κι όταν οι ταινίες είναι Β’ ή Γ’ προβολής, το ποσοστό κέρδους για τον αιθουσάρχη αυξάνεται».
Και με τα κρύα και τις βροχές, τι γίνεται;
Οι ντόπιοι μας δίνουν ανάσες, όπως και οι καλές ταινίες
«Ο κόσμος αραιώνει. Πού και πού μια παρέα, ένα ζευγαράκι που μόνο την ταινία δεν παρακολουθεί· κανένας πιτσιρίκος σκαστός από φροντιστήριο. Σπασμένη κίνηση, αλλά… Αλλά νοιώθουμε ζωντανοί. Οι ντόπιοι μας δίνουν ανάσες, όπως και οι καλές ταινίες. Να, εφέτος οι ουρές για να δούνε τη “Μπάρμπι” έφταναν 100 μέτρα πίσω. Το ίδιο και στον “Οπενχάιμερ”. Και με τον Σκορσέζε κλείσαμε καλά. Ακόμα αυτή την ταινία παίζουμε, τους “Δολοφόνους του Ανθισμένου Φεγγαριού” και όλο και κάποιος έρχεται και ξεχνιέται τρεισήμισι ώρες μέσα στην ψύχρα. Έχω προβάλλει κα με ψιλόβροχο. Οι θεατές- κι ήταν αρκετοί- είχαν χωθεί κάτω από το σκεπαστό. Θυμάμαι παίζαμε παλιά την “Ινδοκίνα”. Τότε να δεις τι είχε γίνει… Τέλη του Σεπτέμβρη, ψιχάλιζε και ο κινηματογράφος γεμάτος. Ανοίξανε ομπρέλες και φώναζαν οι πίσω…»
Εφέτος το καλοκαίρι αντιστέκεται. «Το καλοκαίρι ναι, οι θεατές όμως σκόρπισαν. Λίγοι πιά έως καθόλου, Υπάρχουν βραδιές που το κλείνω, Δεν περνάει ούτε σκιά μέσα… Αλλά λέω: ακόμα λίγο. Κι όπου φθάσω κι όσο αντέξω…».
Ο Χάρης, στο κατώφλι των 60 πια, θυμάται τότε που τα φθινόπωρα είχαν άλλο άρωμα, άλλη γεύση:
«Είχαμε κόσμο πολύ μέχρι και Σεπτέμβρη. Κι εγώ πιτσιρίκος, τότε, χωνόμουν στα πίσω καθίσματα και έβλεπα ταινίες, κρυφά από τον πατέρα μου. Τη “Σιωπή των Αμνών” την είχα δει τέσσερις φορές, με τη “Λίστα του Σίντλερ” έκλαιγα όλο το βράδυ· είχα δει την “Καταιγίδα” με τον Κλούνεϊ. Συγκλονίστηκα! Θυμάμαι έναν νεαρό, εδώ ντόπιο, Νεομακρινό, είχε έρθει κι είχε δει πέντε φορές τον “Άρχοντα των Δαχτυλιδιών”. Την είχε μάθει απ’ έξω την ταινία. Και πάντα έφευγε με τέτοια ικανοποίηση στο βλέμμα, λες κι ήταν η πρώτη φορά. Σαν να είχε ερωτευτεί. Πάνε αυτά… Τώρα ίντερνετ και πλαστικές εικόνες, όποτε τις θελήσεις…».
«..κάποιον σκοτώσανε μέσα…»
Ο Χάρης, θυμάται και διάσημους που επισκέφτηκαν το σινεμά του. «Ένα βράδυ είχε έρθει ο Κώστας ο Καραμανλής, όταν ήταν Πρωθυπουργός. Γέμισε ο κινηματογράφος φρουρούς και αστυνομία. Ο κόσμος περνούσε απ’ έξω και νόμιζε πως κάτι είχε γίνει στην αίθουσα. Άκουσα να λένε: “κάποιον σκοτώσανε μέσα…”. Τότε μου την είχε πέσει κι ένας εισαγγελέας: “πολλούς έχεις βάλει στην αίθουσα” μου είπε αυστηρά. Κύριε μου, του είπα, οι μισοί είναι η φρουρά του Πρωθυπουργού. Τι θέλετε να κάνω; Κι ο Μίμης Πλέσσας ερχόταν συχνά κι άλλοι πολλοί· η Δέσποινα Στυλιανοπούλου, η Ειρήνη Παππά, ο Φρέντι Γερμανός… Ένα βράδυ είχε έρθει ο ποδοσφαιριστής ο Μίμης Παπαϊωάννου κι όλη η πιτσιρικαρία είχε μαζευτεί απ’ έξω και περίμενε αυτόγραφα. Και μια φορά γυρίστηκε και ταινία στο σινεμά, το “Μη φοβάσαι τη φωτιά”. Ιστορίες ατέλειωτες. Ωραία χρόνια…». Τώρα;
Χειμωνιάζει πια. Ο τάπητας του φθινοπώρου παχύς και μελαγχολικός. Τα αισθήματα κιτρινίζουν…
Ο Χάρης, σαν νυχτώνει πιάνει τη μηχανή και βάζει τις ταινίες του και ταξιδεύει. Νύχτα αρχίζει, νύχτα τελειώνει· συντροφιά κάποια βράδια με τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρντ, την Τζίλντα, τον Τζέιμς Κάγκνεϊ, που τον κοιτάζουν από τις παλιές αφίσες στους τοίχους.
Ένα παραπλανημένο τζιτζίκι από τη θέρμη του φθινοπώρου ακόμα ακούγεται.
Η οθόνη γεμίζει εικόνες. Το μυστικό του σινεμά είναι αυτές οι εικόνες κι ο Χάρης τις απολαμβάνει από την πλατεία κάτω. Κι ας βρέχει κι ας αναριγά το καλοκαίρι. Δεν αγαπάει τον θάνατο ο κινηματογράφος!
- Σοκαριστικό βίντεο από το Ηράκλειο: Ο οδηγός γκαζώνει και σκοτώνει την 36χρονη με ασύλληπτη ταχύτητα – Ομολόγησε ότι έστησε καρτέρι θανάτου
- Τάσεις MRB: Η διαφορά ΝΔ με ΠΑΣΟΚ – Κυριαρχούν ο φόβος, οργή και απαισιοδοξία – Τι πιστεύουν για την επανεκλογή Τραμπ
- Πώς έφτασαν στα ίχνη του 29χρονου εκτελεστή του Κιρίλοφ - Το αυτοκίνητο που νοίκιασε
- Παντρεύτηκε για δεύτερη φορά η Αντριάνα Λίμα - Το προφίλ του συζύγου της