Ελλάδα|11.05.2024 19:00

Τελικά, ποιος επωφελείται από το «θαύμα» του (υπερ)τουρισμού;

Αφροδίτη Γκόγκογλου

Στις 31 Αυγούστου του 2023, από το βήμα της Βουλής, ο Κυριάκος Μητσοτάκης απέδιδε τις δασικές πυρκαγιές, όπου κάηκαν πάνω από 1.800.000 στρέμματα σε Έβρο, Ρόδο, Μαγνησία, Δυτική Αττική, Πάρνηθα και άλλες περιοχές, στην κλιματική κρίση. «Σε μία πρωτόγνωρη εποχή, στην Αμερική κάηκε μία ολόκληρη πόλη, στη Χαβάη, χωρίς δυστυχώς οι αρχές να προφτάσουν να την εκκενώσουν, με εκατοντάδες νεκρούς. Όλος ο μεσογειακός νότος δοκιμάστηκε από πυρκαγιές. Στην Τενερίφη είχαμε μία φωτιά η οποία έκαψε το μισό νησί. Αυτή είναι η πραγματικότητα της νέας κλιματικής κρίσης η οποία είναι ήδη εδώ», έλεγε ο πρωθυπουργός. Εν μέρει, είχε δίκιο.

«Γιατί δεν υπήρχε νερό για την κατάσβεση της πυρκαγιάς στο Μάουι;»

Σε πολλές περιοχές του πλανήτη κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, δημιουργείται ένα ένα εκρηκτικό κοκτέιλ υψηλών θερμοκρασιών, ξηρασίας και ισχυρών ανέμων, το οποίο και αποδίδεται στην κλιματική κρίση – αυτό δεν είναι κάτι που πια αμφισβητείται από κανέναν, πέραν ίσως κάποιων περιθωριακών φωνών της alt – right που, ναι μεν, φαίνεται να βρίσκεται στο παγκόσμιο μομέντουμ της τελευταία, ωστόσο δε φημίζεται για τις σχέσεις της με τα επιστημονικά στοιχεία, τις στατιστικές και τον ορθό λόγο. Πέραν της κλιματικής κρίσης, όμως, αυτό που συνέβη στη Χαβάη και είχε σαν αποτέλεσμα τον θάνατο πάνω από 100 ανθρώπων και την ολοσχερή καταστροφή μίας ολόκληρης πόλης – τουριστικού hotspot, ήταν ότι οι πυροσβεστικοί κρουνοί δεν είχαν νερό. «Γιατί δεν υπήρχε νερό για την κατάσβεση της πυρκαγιάς στο Μάουι;», αναρωτιούνταν τρεις εβδομάδες πριν την τοποθέτηση Μητσοτάκη στη Βουλή η Ναόμι Κλάιν και ο καθηγητής Νομικής στη Χαβάη, Kapua ‘ala Sproat σε ομότιτλο άρθρο τους που συνυπέγραφαν στον Guardian.

Η ιστορία ξεκινάει από πολύ πίσω και έχει τις ρίζες της στην αποικιοκρατία – αυτό που έχει σημασία, όμως, για την περσινή καταστροφή, είναι ότι, όσο οι πυροσβέστες έψαχναν νερό για την κατάσβεση, «σε όλο το Μάουι, τα γήπεδα γκολφ λαμπίριζαν καταπράσινα, τα ξενοδοχεία κατάφεραν να γεμίσουν τις πισίνες τους και οι επιχειρήσεις να αποθηκεύσουν νερό για να το πουλήσουν στις πολυτελείς επαύλεις», όπως αναφέρεται στο άρθρο του βρετανικού μέσου. Στη Χαβάη με τα φαραωνικά τουριστικά θέρετρα και τις ξενοδοχειακές μονάδες το 40% του ΑΕΠ στηρίζεται στον τουρισμό. Μετά την άρση των μέτρων για την πανδημία, το 2021, όταν ο τόπος γνώρισε τεράστια αύξηση επισκεπτών, οι κατοικοι ήρθαν αντιμέτωποι με νέους περιορισμούς – αυτή τη φορά όχι στις μετακινήσεις, αλλά στην κατανάλωση του νερού. Έτσι, ενώ για τους τουρίστες η υδροδότηση ήταν απρόσκοπτη, οι ντόπιοι στην περίπτωση που πότιζαν τον κήπο τους ή έπλεναν το αυτοκίνητό τους, καλούνταν να πληρώσουν πρόστιμο ύψους 500 δολαρίων.

Στα μέσα του περασμένου μήνα, στην Παροικιά της Πάρου πραγματοποιήθηκε η διημερίδα «Στρατηγικές μετάβασης προς ένα διαφορετικό αναπτυξιακό πρότυπο για την Πάρο και τις Κυκλάδες». Εκεί, ο γενικός διευθυντής της Δημοτικής Επιχείρησης Ύδρευσης-Αποχέτευσης της Πάρου, Νίκος Καραμανές, μοιράστηκε με τους συμμετέχοντες κάποια εντυπωσιακά στοιχεία. Αν και το νησί αποτελεί θετική εξαίρεση στη διαχείριση των υδάτινων αποθεμάτων της, είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι, από τα 1.400.000 κυβικά μέτρα/έτος το 2014, η ζήτηση εκτινάχθηκε το 2023 στα 2.300.000 κυβικά μέτρα/έτος. Σε άλλα νησιά των Κυκλάδων ιδίως στην κορύφωση της τουριστικής σεζόν τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, οι δημοτικές Αρχές – αντιμέτωπες με το πρόβλημα της λειψυδρίας- διακόπτουν την υδροδότηση ανά διαστήματα, λόγω των μεγάλων όγκων νερού που απαιτεί ο τουρισμός κάθε καλοκαίρι. Το δε πρόβλημα επιβαρύνεται κατά πολύ από την υπερδόμηση, στο πλαίσιο της οικιστικής ανάπτυξης για τουριστικούς λόγους και έξω από τον πολεοδομικό ιστό των νησιών.

«Ο τουρισμός φέρνει έσοδα αλλά μαζί φέρνει περιβαλλοντικές και κοινωνικές επιπτώσεις»

«Ο τουρισμός φέρνει έσοδα», λέει στο ethnos.gr o υπεύθυνος προγραμμάτων μείωσης αποτυπώματος της WWF Ελλάς, Αχιλλέας Πληθάρας, και συμπληρώνει: «Μα μαζί φέρνει περιβαλλοντικές και κοινωνικές επιπτώσεις. Ο τουρισμός είναι ένας κλάδος που επηρεάζει, αλλά και επηρεάζεται από την κλιματική κρίση. Σύμφωνα με διεθνείς εκτιμήσεις ο κλάδος ευθύνεται για πάνω από το 15% των συνολικών εκπομπών αερίων θερμοκηπίου της Ελλάδας. Φυσικοί πόροι εξαντλούνται για την τροφή που παράγεται, ενώ σε άνυδρες περιοχές, όπως τα νησιά του Αιγαίου, ο τουρισμός προκαλεί αφόρητη πίεση στο απόθεμα γλυκού νερού. Η ρύπανση της θάλασσας, του εδάφους, του αέρα είναι άλλη μια από τις επιπτώσεις του τουρισμού. Ο τουρισμός αφήνει πίσω του πολλά απόβλητα, που χρήζουν διαχείρισης από συνήθως αναποτελεσματικά συστήματα. Ταυτόχρονα, ο τουρισμός χρειάζεται χώρο, ο οποίος δυστυχώς τις περισσότερες φορές ‘κλέβεται’ από τα οικοσυστήματα, αυξάνοντας στις πιέσεις στους οικότοπους και στα είδη χλωρίδας και πανίδας. Ο τουρισμός σήμερα είναι μη-βιώσιμος σε περιβαλλοντικούς όρους, πράγμα που γίνεται ολοένα και περισσότερο κατανοητό, ειδικά από τους κατοίκους ελκυστικών τουριστικών προορισμών». Τι πρέπει να κάνουμε για να διαφυλάξουμε αυτό τον -τόσο σημαντικό για την οικονομία κλάδο; «Χρειάζεται άμεσα να αλλάξουμε ρότα», σημειώνει ο κ. Πληθάρας και τονίζει ότι, πρέπει να δουλέψουμε πάνω στους εξής πυλώνες:

  • Τη μέτρηση του αποτυπώματος του τουρισμού σε επίπεδο χώρας και προορισμού,
  • Την ελαχιστοποίηση των εκπομπών άνθρακα σε μεταφορές, υποδομές, καταλύματα, δραστηριότητες, τρόφιμα και ποτά, διαχείριση αποβλήτων,
  • Την αναγέννηση και προστασία των οικοσυστημάτων
  • Τη συμπερίληψη της κλιματικής και περιβαλλοντικής κρίσης σαν κριτήριο σχεδιασμού στις πολιτικές που σχετίζονται με τον τουρισμό (χωροταξικά σχέδια, χρηματοδοτικά πλαίσια, κοκ),
  • την προετοιμασία και ενημέρωση τοπικών κοινωνιών και επισκεπτών.

«Άλλος δρόμος δεν υπάρχει», καταλήγει.

«Η τοπική αγορά δεν ευνοείται από τα all inclusive»

Και όμως, τα τελευταία χρόνια, πολλοί κάνουν λόγο για το «θαύμα» του ελληνικού τουρισμού. Το 2023, η άμεση συνεισφορά του τουρισμού στην ελληνική οικονομία, ανήλθε στα 28,5 δισ. ευρώ - ποσό που αντιστοιχεί στο 13% του ΑΕΠ της χώρας ενώ, ιστορικά, είναι το υψηλότερο που έχει καταγραφεί για τον τομέα μέχρι σήμερα. Και φέτος, όμως, οι αριθμοί αναμένεται να είναι αντίστοιχοι. Ένα από τα νησιά που έχουν ήδη σπάσει ρεκόρ αφίξεων είναι η Ρόδος, με τους επισκέπτες, μέχρι στιγμής, να υπολογίζεται ότι φτάνουν τους 120.000.

«Ο υπερτουρισμός, ως έννοια, δικαίως έχει στιγματιστεί αρνητικά γιατί δημιουργεί πάρα πολλά θέματα στον ντόπιο πληθυσμό», εξηγεί ο Γενικός Γραμματέας του Εμπορικού Συλλόγου Ρόδου, Κωνσταντίνος Σπανός. «Μεταβάλλει το οικοσύστημα, - ειδικά κατά τη διάρκεια της σεζόν - εκτοπίζει παραδοσιακές λειτουργίες, και, γενικότερα, οδηγεί την οικονομία σε μία υπέρ – εξάρτηση από τον τουρισμό που, ως μονοκαλλιέργεια δεν είναι υγιής ούτε κανονική», συμπληρώνει.

Ο ίδιος τονίζει ότι, τα αλλεπάλληλα ρεκόρ τουρισμού που «σπάει» το νησί, δεν είναι ανάλογα των εσόδων των τοπικών κοινωνιών και επιχειρηματιών. «Η αύξηση των εσόδων δεν είναι γραμμική, με βάση την αύξηση των αφίξεων. Ναι μεν έρχεται κόσμος, αλλά η δαπάνη μειώνεται. Το ίδιο και η μέση παραμονή του τουρίστα. Μπορεί ανεβαίνουν οι τζίροι σου από τους περισσότερους τουρίστες, αλλά, από εκεί και πέρα, η όποια αύξηση προέρχεται από τον όγκο των τουριστών και όχι από άλλους, ποιοτικότερους παράγοντες στους οποίους θα μπορούσε κανείς να επενδύσει», εξηγεί και μιλάει για τα all inclusive – σημαντικό «παίκτη» στην εγχώρια τουριστική βιομηχανία. «Η Ρόδος είναι ίσως το πρώτο μέρος (σ.σ. στην Ελλάδα) όπου εφαρμόστηκαν. Βεβαίως και έχουν επηρεάσει την τοπική οικονομία. Όμως πρέπει να πούμε και ότι υπάρχουν διάφορες κατηγορίες all inclusive. Και  υπερπολυτελή και πολύ φθηνά και εξαρτάται από το τι θα αγοράσουν οι επισκέπτες τους. Είναι πολύ μεγάλο κεφάλαιο το τι παροχές έχει το κάθε all inclusive ξενοδοχείο αλλά, γενικότερα, η τοπική αγορά δεν ευνοείται. Μάλιστα, οι μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες έχουν αρχίσει και πηγαίνουν σε μία καθετοποιημένη προσφορά υπηρεσιών – δεν προσφέρουν μόνο το δωμάτιο αλλά υπηρεσίες διασκέδασης, εστίασης, οινοποσίας, παιδικούς σταθμούς, και πολλά άλλα, που επίσης δεν βοηθούν την τοπική αγορά», λέει και συμπληρώνει πως, «να σάς πω την αλήθεια, εμάς θα μάς βόλευε περισσότερο το AirBnB, το οποίο επίσης έχει τα προβλήματά του, αλλά προσελκύουν ένα τελείως διαφορετικό είδος τουριστών που θα ψωνίσουν από την αγορά, θα φάνε έξω και, γενικώς, θα κυκλοφορήσουν στο νησί περισσότερο».

«Με πελατειακούς όρους λειτουργούν οι ελεγκτικοί μηχανισμοί»

Εκτός των μικρομεσαίων επιχειρηματιών, και όσο ο τουρισμός αναμένεται να σπάσει το περσινό ρεκόρ, τι γίνεται με τους εργαζόμενους στη «βαριά βιομηχανία» της χώρας; Γιατί, σύμφωνα με τα στοιχεία των εργοδοτικών οργανώσεων (ΣΕΤΕ, ΓΣΕΒΕΕ), υπάρχουν 80.000 κενές θέσεις εργασίας σε ξενοδοχεία και εστίαση;

Μιλήσαμε με την Κ.Μ. όσο ετοιμαζόταν, για τρίτη χρονιά, να κατέβει σε κάποιο νησί όπου θα δουλέψει σεζόν. «Κατά βάση νομίζω η απάντηση είναι πάρα πολύ απλή. Επειδή ακριβώς η παραγωγή της υπηρεσίας κατά τους καλοκαιρινούς μήνες είναι εξαιρετικά εντατικοποιημένη και η αμοιβή διόλου ανταγωνιστική», λέει. «Με απόλυτους αριθμούς, οι αμοιβές των εργαζομένων – εν πάση περιπτώσει των ανθρώπων που αποτελούν ένα μετρίως εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό- για την παραγωγή των υπηρεσιών δεν είναι ούτε κατ’ ελάχιστο αντίστοιχες των κόπων που καταβάλλουν. Μιλάμε για ωρομίσθια που ανέρχονται γύρω στα 5 με 6 ευρώ, μιλάμε για 12ωρα και, μέσα στα 12ωρα των 7/7 την εβδομάδα, μιλάμε για πάρα πολλά χρήματα που χάνονται από τους εργαζόμενους, ακόμα κι αν αυτοί είναι δηλωμένοι με πλήρη ασφάλιση». Της επισημαίνω ότι, αυτό που περιγράφει, ωστόσο, ακούγεται αρκετά εκτός εργασιακής νομοθεσίας. «Προφανώς είναι μία θεσμοποίηση ιδιότυπη του ελληνικού κλάδου. Δεν συνάδει με τα νομικά πλαίσια, αλλά δεν αγγίζεται και καθόλου από αυτά. Σε υψηλότερες αμοιβές σύνηθες είναι το ατομικό συμβόλαιο, έχουμε ξεχάσει τις συλλογικές συμβάσεις. Μιλάμε για ατομικά συμβόλαια που ίσως ικανοποιήσουν μια πολύ μικρή μερίδα εργαζομένων, που αυτό έχει να κάνει με μία ιεραρχία σε επιχειρήσεις. Τους υπόλοιπους εργαζόμενους προφανώς δεν τους καλύπτει τίποτα από όλα αυτά», υπογραμμίζει.

Είναι τόσο δύσκολο να τηρηθεί ο νόμος; Υπάρχουν ελεγκτικοί μηχανισμοί; Και, αν ναι, λειτουργούν;

«Νομίζω ότι, οι ελεγκτικοί μηχανισμοί, δυστυχώς, ειδικά αναφορικά με τον κλάδο του τουρισμού, της “βαριάς βιομηχανίας” του τόπου λειτουργούν με όρους πελατειακούς, με όρους λίγο “παρακράτους”.  Ναι μεν μπορεί να υπάρξει μία κινητοποίησή τους, αλλά σίγουρα σε επιχειρήσεις στις οποίες, οι ίδιοι οι επιχειρηματίες δεν έχουν άρρηκτους δεσμούς με τις τοπικές αρχές. Γιατί μην ξεχνάμε ότι, οι ελεγκτικές αρχές και τα σώματα ασφαλείας στην επαρχία, συνδέονται άρρηκτα -ακόμα και με οικογενειακούς δεσμούς- με ανθρώπους οι οποίοι θα έπρεπε να είναι υπόλογοι απέναντί τους».

Όμως, κάθε καλοκαίρι, μετά την πανδημία, κυρίως, λέμε ότι η Ελλάδα σπάει κάθε ρεκόρ στον τουρισμό, ότι έχουμε πολύ καλές χρονιές. Γιατί συμβαίνει αυτό; Μήπως το πράγμα πάει λίγο καλύτερα απ’ ότι λέτε;

«Για να είμαι αντικειμενική, είναι αλήθεια ότι, οι υπηρεσίες που παράγουμε μέσα από τον τουρισμό και από την εστίαση είναι αναγκαίες για όλο τον κόσμο. Όλοι χρειάζονται τις διακοπές, όλοι χρειάζονται την περιποίηση. Είναι μία ωραία διαδικασία να έρχεσαι σε επαφή με αυτές τις υπηρεσίες, με αυτά τα προϊόντα. Οπότε είναι κάτι θελκτικό. Ναι, το προϊόν αυτό της εστίασης και της φροντίδας, δεν θα σταματήσει να επιζητάται – δεν σταμάτησε εδώ και εκατοντάδες χρόνια, από την περίοδο πριν την κατάργηση της σκλαβιάς στην Αμερική. Από εκεί κι έπειτα, πράγματι μπορεί να υπάρχει αύξηση των εσόδων και αύξηση του μεριδίου που παράγει ο τουρισμός στο ΑΕΠ. Αλλά αυτό δεν έχει καμία ανταπόκριση στις τσέπες των εργαζομένων. Εκτός πια κι αν μιλάμε για “καταξιωμένους” -εντός πολλών εισαγωγικών- επαγγελματίες του χώρου που γίνονται πλέον αυτοί ανταγωνιστικοί απέναντι στους επιχειρηματίες και στην εργοδοσία. Οπότε -και δυστυχώς ατομικά πάντα- μπορούν να διεκδικούν περισσότερα για τον εαυτό τους. Υπερβολή δεν υπάρχει, αν δούμε λίγο την αύξηση των τζίρων σε μεγάλες εταιρείες, σε πολυεθνικές, σε ξενοδοχεία και εστιατόρια- και αν δούμε ότι, όπως ανέφερα και πριν, δεν υπάρχει καμία αύξηση επουσιώδης ή τουλάχιστον τιμαριθμική, βάσει των κερδών ή βάσει του πληθωρισμού, στις απολαβές των ανθρώπων που ουσιαστικά δημιουργούν το μεγαλύτερο κομμάτι, το οποίο και δημιουργεί την κερδοφορία της εργοδοσίας».

«Tourists go home – Refugees welcome»

Με την πίεση στους τουριστικούς προορισμούς να αυξάνεται ολοένα και περισότερο, όσο μπαίνουμε βαθιά στην καλοκαιρινή σεζόν, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις πολιτών που παίρνουν τα πράγματα στα χέρια τους. Στην Ισπανία, προορισμοί όπως η Βαρκελώνη αλλά και η Μάλαγα βλέπουν τεράστιες αυξήσεις στους αριθμούς των επισκεπτών που, εκτός του συνωστισμού, του θορύβου και της κίνησης, δημιουργούν προβλήματα στις υπηρεσίες υγείας, τη διαχείριση των αποβλήτων, αλλά και τη στέγαση των μόνιμων κατοίκων. Ιστορικά μνημεία τίθενται σε κίνδυνο από την αυξημένη κατασκευή ξενοδοχειακών και οικιστικών μονάδων. Το ίδιο συμβαίνει και με τη βιοποικιλότητα και τους φυσικούς πόρους.

Οι κάτοικοι κολλούν αυτοκόλλητα στις πόρτες των κτιρίων με τα οποία εκφράζουν στους επισκέπτες τις σκέψεις τους. «Tourists go home – Refugees welcome», είναι ένα από αυτά τα μηνύματα, που μπορεί κανείς να συναντήσει και στο κέντρο της Αθήνας. Οι μακροχρόνιοι κάτοικοι των πόλεων εκδιώχνονται από τα σπίτια που νοικιάζου, καθώς οι ιδιοκτήτες προτιμούν να τα αξιοποιήσουν στις πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης που θα τους αποφέρουν μεγαλύτερο κέρδος. Μία παρόμοια κατάσταση ζουν και οι κάτοικοι των Κανάριων Νήσων.

Κάθε χρόνο, πάνω από 10 εκατομμύρια επισκέπτες κάνουν τις διακοπές τους εκεί ενώ οι κάτοικοι καλούνται να χρησιμοποιούν περιορισμένα το νερό. Στην Τενερίφη, ομάδα ακτιβιστών σκοπεύει να προχωρήσει σε απεργία πείνας, διαμαρτυρόμενη για την κατασκευή δύο νέων, μεγάλων ξενοδοχειακών μονάδων, των οποίων οι εργασίες είχαν σταματήσει λόγω περιβαλλοντικών παραβάσεων, αλλά πρόσφατα ξεκίνησαν ξανά. Στη Βενετία, οι κάτοικοι βγήκαν πρόσφατα στους δρόμους διαμαρτυρόμενοι για την αυξανόμενη εξάπλωση των βραχυχρόνιων μισθώσεων αλλά και την επιβολή, από τη δημοτική αρχή, τέλους εισόδου στην πόλη, για ημερήσιες εκδρομές.

«Διεκδικήστε την παραλία»

Στην Ελλάδα, και συγκεκριμένα στην Πάρο, τον Ιούλιο του 2023, κάτοικοι του νησιού βγήκαν στις παραλίες διαμαρτυρόμενοι για την καταχρηστική και παράνομη κατάληψη χώρων του αιγιαλού για ξαπλώστρες από επιχειρήσεις του τουριστικού κλάδου. Ζητούσαν το αυτονόητο: την επιβολή του νόμου στις παραλίες όπου δεν υπήρχε ξαφνικά ελεύθερος χώρος, καθώς επιχειρήσεις χωρίς άδεια καταλάμβαναν τεράστιες εκτάσεις στις οποίες τοποθετούσαν ξαπλώστρες. Σε πολλές περιπτώσεις, δε, επέτρεπαν παράνομα σε τουρίστες να προκρατήσουν τις ξαπλώστρες έναντι μεγάλων χρηματικών ποσών. «Διεκδικήστε την παραλία: Το κίνημα των πολιτών της Πάρου για ελεύθερες παραλίες», έγραφαν τα πανό των μελών του κινήματος. Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, το δικαίωμα στον αιγιαλό είναι ελεύθερο για κάθε Έλληνα πολίτη.

«Νομίζω ότι αυτό που συνέβη πέρυσι είναι ότι, κάπως συντονίστηκε η ανησυχία πολλών ανθρώπων», λέει στο ethnos.gr ο Ηλίας Πετράκης, επιχειρηματίας του τουρισμού και μέλος της Κίνησης Πολιτών Πάρου για Ελεύθερες Παραλίες. «Η ανησυχία δεν αφορούσε αποκλειστικά τις παραλίες. Αφορούσε το συνολικό μοντέλο ανάπτυξης του τόπου», προσθέτει. «Όλοι είχαμε κατά νου - και εκεί λέω ότι κάπως συντονιστήκαμε- ότι, αν δεν μπορείς να παλέψεις για το αυτονόητο, δηλαδή την παραλία η οποία προστατεύεται από το νόμο, πώς θα παλέψεις για τα υπόλοιπα, τα οποία είναι και πολύ πιο σύνθετα», τονίζει και εξηγεί: «Το θέμα “παραλία” αφορά 30 – 40 καταπατήσεις, 30 – 40 ιδιωτικά συμφέροντα. Για να πας σε άλλα ζητήματα, όπως είναι η υπερδόμηση, οι στρατηγικές επενδύσεις -αυτά τα οποία πραγματικά διαλύουν τον τόπο-, είναι πολύ πιο σύνθετο το πλέγμα συμφερόντων. Είναι, δηλαδή, μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι, χιλιάδες εργαζόμενοι - δεν είναι οι 30 καταπατητές. Αλλά, όπως φάνηκε, όλοι είχαμε κατά νου ότι από κάπου πρέπει να πιαστεί όλο αυτό και ότι, το πλέον κατάλληλο θέμα για να ξεκινήσουμε μία κίνηση, είναι αυτό».

«Νομοθέτησαν αυτό που πέρυσι ήταν παράνομο»

Πράγματι, τον Ιούλιο του ’23, η κίνηση, που από τα ελληνικά ΜΜΕ ονομάστηκε «κίνημα της πετσέτας» εξαπλώθηκε και σε άλλα νησιά, όπως η Νάξος, η Ρόδος και η Σέριφος. Μετά την μεγάλη προβολή των κινητοποιήσεων από τα μέσα, στην Πάρο υπήρξε εισαγγελική παρέμβαση και οι ξαπλώστες μαζεύτηκαν. Θα έλεγε κανείς ότι, η Κίνηση Πολιτών Πάρου υπήρξε ένα νικηφόρο κίνημα. «Αφότου ήρθε ο (σ.σ. εισαγγελέας) Τσορμπατζόγλου στην Πάρο, πήρε ιδιοκτήτες ή υπεύθυνους στο αυτόφωρο. Υπήρξε όντως αλλαγή πλεύσης των καταπατητών», λέει, αλλά επιφυλλάσσεται για το τι πρόκειται να γίνει φέτος. «Θα περιμένουμε να δούμε, αν και οι ενδείξεις είναι θετικές – δηλαδή, ότι θα μείνουν στα νόμιμα τετραγωνικά που νοικιάζουν», εξηγεί. Ωστόσο, ο νέος νόμος Χατζηδάκη για τον αιγιαλό, φέτος, αλλάζει τα δεδομένα. «Αν κάπου μπορούμε να πούμε ότι δεν υπάρχει νίκη, είναι ότι με το νομοθέτημα του υπουργείου, πλέον, η παραλία δεν αντιμετωπίζεται από τον νόμο σαν δημόσιο αγαθό. Αλλά απολειστικά ως δημόσια περιουσία προς αξιοποίηση», λέει και μιλάει για τη Μικρή Σάντα Μαρία, την παραλία της Πάρου από όπου ξεκίνησαν όλα πέρυσι το καλοκαίρι. «Είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα. Ο δήμος είχε να μην τη δώσει προς εκμετάλλευση και την είχαν καταπατήσει στο 100%. Με την κίνησή μας, άδειασε 100% και η νέα δημοτική αρχή επίσης γνωμοδότησε -γιατί με τον νέο νόμο δεν μπορεί να αποφασίσει, μόνο να γνωμοδοτήσει- να μην δοθεί η μικρή Σάντα Μαρία. Το υπουργείο αποφάσισε η παραλία να δοθεί σε πλειστηριασμό. Είναι εμβληματική περίπτωση, με την έννοια του ότι από εκεί ξεκίνησε όλος ο ντόρος. Νομοθέτησαν, δηλαδή, ακριβώς αυτό που πέρυσι ήταν παράνομο, σε ασυμφωνία με τη βούληση του δήμου, ο οποίος είπε ότι δεν θέλει να δοθεί. Μέχρι πέρυσι, αυτό θα ήταν αρκετό ώστε να μην δημοπρατηθεί η παραλία. Με τον καινούργιο νόμο Χατζηδάκη, αυτό δεν ισχύει. Οπότε τα συναισθήματα είναι ανάμεικτα – από τη μία περιμένουμε ότι δεν θα δούμε αυθαιρεσίες του παρελθόντος, από την άλλη βλέπουμε ότι, η δυνατότητά μας να παρέμβουμε έχει μειωθεί. Και όταν λέω να παρέμβουμε δεν εννοώ σε κινηματικό επίπεδο, αλλά σε επίπεδο τοπικής αυτοδιοίκησης, θεσμικό».

Να περιμένουμε, λοιπόν, να δούμε από την Κίνηση της Πάρου, αντίστοιχα δυναμικές κινήσεις με αυτές των κατοίκων άλλων τουριστικών προορισμών, όπως οι Κανάριες Νήσοι, η Βαρκελώνη, η Βενετία κλπ.; Είναι σκηνές από το μέλλον του καλοκαιριού του 2024; «Θεωρώ ξεκάθαρα πως ναι. Για να καταλάβεις, στην Πάρο, ακριβώς επειδή γίνανε κι αυτές οι κινήσεις πέρυσι, υπάρχει μεγάλη κινητικότητα και αναβρασμός. Στα τέλη του φετινού χειμώνα και τις αρχές της άνοιξης, γίνανε τουλάχιστον έξι σεμινάρια χωροταξικού σχεδιασμού, τα οποία δεν τα διοργάνωσε ο δήμος αλλά εμείς, οι κάτοικοι. Επίσης ένα διήμερο συνέδριο έγινε και με τα πολεοδομικά σχέδια, για τα ζητήματα της βιώσιμης ανάπτυξης. Είχαν μεγάλη συμμετοχή και μεγάλο ενδιαφέρον. Δεν διανοείσαι τι συμβαίνει εδώ, πάει το μπετόν σύννεφο. Είναι τρελό αυτό που γίνεται στις Κυκλάδες. Δεν υπάρχει καμία καμία υποδομή, έχει αφεθεί η αγορά να ξεσαλώνει και να τζογάρει όσο δεν πάει. Έχει δημιουργηθεί μία φούσκα τεράστια. Οι τόποι θα καταστραφούν και θα ασχημύνουν και μετά θα πάνε άπατοι, δεν υπάρχει αμφιβολία. Και μετά εμείς απλά θα μείνουμε με την ασχήμια, αλλά αυτοί που “παίζουν” σε αυτό τον τζόγο δεν θα έχουν να το διαχειριστούν αυτό. Ούτε το real estate ούτε η μεγάλη κατασκευή μένουν να τα λουστούν. Όλοι αυτοί θα πάνε στον επόμενο τόπο. Και θα το λουστούμε οι εδώ», σημειώνει και καταλήγει: «δεν είναι μακροπρόθεσμο αυτό (σ.σ. η πρόβλεψη), είναι πολύ πιο κοντά απ’ ότι νομίζουν. Έχω μία ελπίδα ότι το καλοκαίρι θα έχετε νέα από εμάς και δεν θα είναι μόνο σε σχέση με τα ζητήματα των παραλιών, θα προσπαθήσουμε να ανοίξουμε και άλλα θέματα με βασικό την υπερδόμηση».

τουρίστεςκίνημαεργαζόμενοιΠάροςΡόδοςεπιχειρηματίεςειδήσεις τώρατουρισμόςτουριστικοί προορισμοίκάτοικοιπαραλίεςελληνικός τουρισμός