«Δεν γίνεται να είσαι κρασάς και να μην είσαι ενεργός πολίτης»: Ο «παράταιρος και ολόσωστος» Γιάννης Μπουτάρης
Αφροδίτη ΓκόγκογλουΕίναι Σεπτέμβρης του 2018, το κτήμα Κυρ Γιάννη διοργανώνει ένα press trip (που κάποιοι θα θυμόμαστε για πάντα) και μία ομάδα δημοσιογράφων και bloggers βρισκόμαστε για τον τρύγο στο Γιαννακοχώρι Νάουσας, καλεσμένοι του Στέλιου Μπουτάρη.
Δύο πράγματα θα θυμάμαι για πάντα από αυτό το ταξίδι: την υπεραιωνόβια δρυ, δίπλα στον (οθωμανικό, αν δεν κάνω λάθος) πύργο «Κούλα», στη σκιά της οποίας οργανώθηκε εκείνες τις μέρες ένα παραμυθένιο τραπέζι, και τον τοίχο εντός του οινοποίου, που είχε μετατραπεί σε ατελείωτη βιτρίνα και φιλοξενούσε τη συλλογή με τα κιτς αντικείμενα του Γιάννη Μπουτάρη.
«Κάτι που είναι για μένα άσχημο για κάποιον άλλο είναι αποθέωση της ομορφιάς»
Τα κιτς του Μπουτάρη ήταν (είναι) αμέτρητα και σε εκτυφλωτικά χρώματα. Ταξιδιωτικά σουβενίρ, θρησκευτικές εικονίτσες, props, μινιατούρες και εργάκια, ένα περίεργο συνοθύλευμα μικρών, σχεδόν αναιδών αντικειμένων, τόσο παράταιρων και ταυτόχρονα ολόσωστων στο σημείο που βρίσκονταν. Και κάπως, αυτό το «παράταιρα και ταυτόχρονα ολόσωστα» μπορεί, μέσα στο μυαλό της υπογράφουσας, να «κουμπώνει» τέλεια με την προσωπικότητα του Γιάννη Μπουτάρη, του σοβαρότερου δημάρχου που πέρασε από τη Θεσσαλονίκη ο οποίος, όμως, δεν έπαιρνε τον εαυτό του ποτέ πολύ στα σοβαρά. «Τα κιτς έχουν την ικανότητα της διπλής υπόστασης, όπως το κρασί: κάτι που είναι για μένα άσχημο για κάποιον άλλον είναι αποθέωση της ομορφιάς», έλεγε ο ίδιος για τη συλλογή του.
Ο Γιάννης Μπουτάρης, πριν γίνει δήμαρχος Θεσσαλονίκης, ήταν διακεκριμένος επιχειρηματίας (το οινοποιείο Μπουτάρη ιδρύθηκε τη δεκαετία του 1870 από τον παππού του), ακτιβιστής του περιβάλλοντος (ιδρυτής του Αρκτούρου), αλλά και πολίτης που στάθηκε στη σωστή πλευρά της ιστορίας, όσον αφορά το ανθρώπινο δικαίωμα στη διαφορετικότητα – αυτό που σήμερα λοιδορείται ως «woke κουλτούρα». Γεννημένος τον Ιούνιο του 1942, ο Γιάννης Μπουτάρης, μεγάλωσε ανάμεσα στους αμπελώνες (η αφοπλιστικά ειλικρινής αυτοβιογραφία του δεν ονομάστηκε τυχαία «Εξήντα χρόνια τρύγος»), σπούδασε χημικός του Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης και, στη συνέχεια, οινοποιός και, τη δεκαετία του 1960, ανέλαβε το τιμόνι του οικογενειακού του οινοποιείου. Υπό τον ίδιο, τα κρασιά Μπουτάρη έγιναν διεθνώς αναγνωρισμένο εμπορικό σήμα, και η παγκόσμια φήμη των ελληνικών κρασιών -ειδικά των προερχόμενων από την περιοχή της Νάουσας- εκτοξεύτηκε. Το 1996 αποχώρησε από την οικογενειακή επιχείρηση για να ιδρύσει την εταιρεία «Κυρ-Γιάννη», την οποία σήμερα διευθύνουν οι δύο του γιοι, Στέλιος και Μιχάλης.
Στον αστερισμό του Αρκτούρου
Ακόμα και πριν την ενασχόληση με τα του Δήμου Θεσσαλονίκης, όμως, ως ανήσυχο πνεύμα, ο Γιάννης Μπουτάρης, δεν επαναπαύεται στην επιτυχία στου στην επιχείρηση. Το 1992, βρέθηκε μπροστά σε μία αρκούδα χορεύτρια μαζί με τον γιο του Μιχάλη. Το θλιβερό θέαμα που αντίκρισε τον οδήγησε στην ίδρυση του ΑΡΚΤΟΥΡΟΥ, της ΜΚΟ για την προστασία της άγριας ζωής και της βιοποικιλότητας.Ο ΑΡΚΤΟΥΡΟΣ πήρε το όνομά του από την ελληνική λέξη για τον αστερισμό, ο οποίος συνδέεται με τις αρκούδες, συμβολίζοντας την αποστολή της για την προστασία των ειδών αυτών. Ο Αρκτούρος έδωσε ονόματα στις τραυματισμένες αρκούδες που περιέθαλπε στο Νυμφαίο, που ο ίδιος ο Μπουτάρης θεωρούσε χωριό του, ώθησε άτομα και εταιρείες να υιοθετήσουν συγκεκριμένα ζώα, συμβάλλοντας έτσι στα οικονομικά της οργάνωσης αλλά το σημαντικότερο, έβαλε τις βάσεις γι' αυτό που επακολούθησε: την Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη. Για χρόνια, οι πρώτες εταιρείες που υιοθέτησαν τον θεσμό αυτό, δεν είχαν άλλη επιλογή παρά να χρηματοδοτήσουν τον Αρκτούρο.
«Δε γίνεται να είσαι κρασάς και να μην είσαι ενεργός πολίτης»
«Δε γίνεται να είσαι κρασάς και να μην είσαι ενεργός πολίτης. Το κρασί το κάνεις για να το πίνει ο κόσμος, όχι μόνος σου», δήλωνε σε συνέντευξή του 2022, δύο δεκαετίες μετά την πρώτη του εκλογή, ως δημοτικός σύμβουλος με τον συνδυασμό του ΚΚΕ. Στη συνέχεια, κατέβηκε υποψήφιος ευρωβουλευτής με το ΠΑΣΟΚ, ενώ υπήρξε εκ των ιδρυτών της Δράσης με την οποία επίσης κατέβηκε υποψήφιος ευρωβουλευτής το 2009. Δήλωνε φιλελεύθερος, όμως δε δίστασε να στηρίξει το κίνημα για τον δημόσιο χαρακτήρα του νερού, αλλά και τις διαμαρτυρίες πολιτών και αρχαιολόγων για τη μεταφορά των αρχαίων του σταθμού Βενιζέλου.
Το μεγάλο βήμα έγινε το 2010, όταν έθεσε ανεξάρτητη υποψηφιότητα για δήμαρχος Θεσσαλονίκης. Επικράτησε στον Β΄γύρο των δημοτικών εκλογών έναντι του Κώστα Γκιουλέκα, και από εκείνο το σημείο ξεκίνησε ένα νέο ταξίδι, που κράτησε 9 χρόνια. «Ήταν πολλές φορές που έλεγα “τι ήθελα κι έμπλεξα”. Ανέλαβα όμως να κάνω τη δουλειά του δημάρχου και έπρεπε να την κάνω με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Το δικό μου όνειρο, που δεν το κατάφερα, ήταν να δημιουργηθεί ένας μηχανισμός μέσα στον δήμο, σαν καλοδουλεμένη μηχανή, που να εξυπηρετεί τον πολίτη», έλεγε το 2019, μετά από δύο επιτυχημένες θητείες.
Από τα πιο αξιοσημείωτα επιτεύγματα του, ήταν η δέσμευσή του για την ανάδειξη της πολυπολιτισμικής κληρονομιάς της Θεσσαλονίκης, με έμφαση στην εβραϊκή, οθωμανική και βαλκανική ιστορία της πόλης. Οι προσπάθειές του να αναγνωρίσει την εβραϊκή κληρονομιά της πόλης, συμπεριλαμβανομένης της δημιουργίας ενός μνημείου Ολοκαυτώματος και της προώθησης του Εβραϊκού Μουσείου Θεσσαλονίκης, ήταν ιδιαίτερα πρωτοποριακές στην «Πόλη των Φαντασμάτων» που ποτέ ως τότε δεν ήρθε ανοιχτά αντιμέτωπη με το σκοτεινό παρελθόν της. Το 2012, υποστήριξε το πρώτο Thessaloniki Pride, μη διστάζοντας απέναντι στις έντονες αντιδράσεις συντηρητικών ομάδων. Η παρουσία του ίδιου του δημάρχου στο Pride, τότε, σηματοδότησε μία σημαντική αλλαγή στη στήριξη των ΛΟΑΤΚΙ δικαιωμάτων από επίσημους φορείς – όχι χωρίς κόστος. Οι επιθέσεις που δέχτηκε από κύκλους του «τριγώνου του συντηρητισμού της Θεσσαλονίκης», όπως αποκαλούσε τους Ψωμιάδη, Παπαγεωργόπουλο και Άνθιμο, ήταν συχνές, πολλές φορές χυδαίες και, ενίοτε απειλητικές για τη σωματική του ακεραιότητα, όπως οι επιθέσεις που δέχτηκε στις 19 Μαΐου 2018 σε εκδήλωση μνήμης για τη γενοκτονία των Ποντίων και οδήγησαν σε συλλήψεις και καταδίκες.
Όπως η φημισμένη συλλογή του με τα κιτς αντικείμενα, στο υπερσυντηρητικό πλαίσιο της Θεσσαλονίκης, ο Γιάννης Μπουτάρης υπήρξε «παράταιρος και ταυτόχρονα ολόσωστος». Και ενεργός πολίτης που δεν πτοήθηκε, δεν φοβήθηκε ποτέ να πει τη γνώμη του και δεν σιώπησε σε όσα ένιωσε την ανάγκη να υπερασπιστεί. Και η Θεσσαλονίκη, η ίδια αυτή του «τριγώνου του συντηρητισμού» τον εμπσιτεύτηκε δύο φορές.
«Κάντε τις υποχωρήσεις σας, αλλά να θυμάστε πάντα ένα πράγμα»
Άλλωστε, το συμπέρασμα που μοιράστηκε ο ίδιος, κατά την ομιλία του στο TEDx το 2013, μάλλον συμπυκνώνει την πορεία του. «Το θέμα είναι: οτιδήποτε κάνετε σε αυτόν τον κόσμο, μία συμβουλή, να αποφασίσετε ότι θα πρέπει να το ευχαριστιέστε, να είστε ευχαριστημένοι, μην κοιτάτε τι θα γίνει στο μέλλον, το μέλλον μού θυμίζει το ανέκδοτο με τον γρύλο. Αντιμετωπίστε τα πράγματα, έχετε τις απόψεις. Κάντε τις υποχωρήσεις σας, αλλά να θυμάστε πάντα ένα πράγμα. Για ποιον λόγο ήρθατε σε αυτόν τον κόσμο. Τουλάχιστον στη διάρκεια που είστε (σε αυτόν τον κόσμο), κοιτάξτε να περάσετε καλά».