Ελλάδα|03.06.2019 19:35

Μαρία Ζολώτα: Η βασίλισσα του Ολύµπου

Μαρία Ριτζαλέου

Έξι µηνών ανέβηκε για πρώτη φορά στον Ολυµπο. Σήµερα γνωρίζει σπιθαµή προς σπιθαµή το βουνό των θεών, το λατρεύει και το σέβεται, νιώθει απέραντη γαλήνη εκεί πάνω και δέος όταν ο… ∆ίας στέλνει αστραπές που σκίζουν τον αέρα µπροστά στα µάτια της.

Η Μαρία, κόρη του Κώστα Ζολώτα, ενός από τους πρώτους οδηγούς βουνού, γεννήθηκε στο Λιτόχωρο Πιερίας και µωρό ακόµη ανέβαινε κάθε καλοκαίρι στο βουνό. Οι γονείς της ήταν διαχειριστές του καταφυγίου «Σπήλιος Αγαπητός» στα 2.100 µέτρα, το οποίο «κληρονόµησε» το 2001 η ίδια µαζί µε τον σύζυγό της, ∆ιονύση Πουρλιώτη. Όλα αυτά τα χρόνια το ζευγάρι έχει βοηθήσει σε εκατοντάδες διασώσεις, απεγκλωβισµούς, πτώσεις και τραυµατισµούς ορειβατών και έχει βρεθεί πολλές φορές στη δυσάρεστη θέση να δει έναν τραυµατία να καταλήγει.

Όταν πριν από δύο εβδοµάδες συνέβη το τραγικό περιστατικό µε τον θάνατο ενός ορειβάτη, η Μαρία Ζολώτα ενηµέρωσε αναλυτικά τους δύο νεαρούς Βούλγαρους για το πώς θα φτάσουν στη θέση Σκάλα Σκολιό, όπου ήθελαν να πάνε, αλλά εκείνοι επέλεξαν µια άλλη διαδροµή, µε αποτέλεσµα ο ένας από αυτούς να τραυµατιστεί σοβαρά στο κεφάλι και να καταλήξει λίγες ώρες αργότερα στο νοσοκοµείο ΑΧΕΠΑ της Θεσσαλονίκης.

«Το Α και το Ω είναι η ενηµέρωση»

Την ίδια µέρα, ένας 21χρονος Αµερικανός πέρασε µε την παρέα του από το καταφύγιο, άφησαν τις αποσκευές τους, έκλεισαν δωµάτιο για τη διανυκτέρευση και αναχώρησαν για τον Μύτικα. Είχαν πλήρη εξοπλισµό, αλλά στην επιστροφή αψήφησαν τον κίνδυνο, δεν δέθηκαν µε σχοινιά και ο νεαρός τραυµατίστηκε στον ώμο και τα χέρια. «Το Α και το Ω όσων ανεβαίνουν στον Ολυμπο είναι να ενημερώνονται σωστά. Υπάρχουν πάρα πολλές διαδρομές, αλλά δεν μπορούν όλοι να φτάσουν στην κορυφή. Δεν ενδείκνυνται όλα τα σημεία και όλα τα μονοπάτια για τον καθένα και όσοι δεν έχουν σχετική εμπειρία μπορούν να εμπιστεύονται τους πιστοποιημένους οδηγούς βουνού» λέει η Μ. Ζολώτα στο «Εθνος».

Αν και αποφεύγει να μιλάει για συγκεκριμένα περιστατικά -δεν αφηγείται ποτέ, ούτε στα πιο κοντινά της πρόσωπα, τις καθημερινές περιπέτειες που βιώνει- επισημαίνει ότι το 80% όσων ανεβαίνουν στον Μύτικα είναι πολύ καλά εξοπλισμένοι, αλλά ένα 20% δεν πρέπει να το τολμήσουν. Παρ’ όλα αυτά, δεν ακούν τις οδηγίες των υπευθύνων και προχωρούν στο παράτολμο εγχείρημά τους. «Με αθλητικό παπούτσι δεν πρέπει να ανεβαίνει κανείς στο βουνό. Δεν πάμε για πεζοπορία στην παραλία ή σε μια επίπεδη επιφάνεια. Η ανάβαση και κυρίως η κατάβαση απαιτούν ορειβατικό μποτάκι. Η κατάκτηση της κορυφής θέλει επίσης κράνος και ορειβατικά σχοινιά» αναφέρει.

Το καταφύγιο «Σπήλιος Αγαπητός» είναι το πρώτο το οποίο συναντά ο ορειβάτης ανεβαίνοντας στον Ολυμπο και το πρώτο που ανοίγει κάθε σεζόν. Λειτουργεί από τις 10 Μαΐου έως τις 6 Οκτωβρίου και στο διάστημα αυτό η Μ. Ζολώτα δεν φεύγει ποτέ. Εξαίρεση έκανε φέτος για να ψηφίσει στις εκλογές. Στις αρχές Μαΐου ανεβάζουν με τον σύζυγό της τις προμήθειες στα Πριόνια με το αυτοκίνητό τους. Εκεί φορτώνουν τα τρόφιμα και τα είδη πρώτης ανάγκης στα μουλάρια, ενώ οι ίδιοι συνοδεύουν με τα πόδια. Ανάλογα με τις συνθήκες χρειάζονται περίπου δύο ώρες για να φτάσουν στο καταφύγιο. «Μου αρέσει που μένω εδώ, στη μέση του πουθενά, στην απόλυτη ηρεμία της φύσης, παρέα με αγριοκάτσικα, αγριογούρουνα, αλεπούδες, λαγούς, πουλιά. Και με όλες τις φυλές του κόσμου. Αυτές τις ημέρες είχε ένα ολόγιομο φεγγάρι, το οποίο δεν θα δεις πουθενά αλλού» προσθέτει.

H Μ. Ζολώτα έχει ανέβει πάρα πολλές φορές στον Μύτικα («πλέον έχασα το μέτρημα» μας λέει), άλλες χρονιές το κάνει δυο-τρεις φορές τη σεζόν και άλλες μόνο μία. Αλλά φροντίζει κάθε χρόνο να πατάει στην κορυφή. Μέχρι πριν από δύο χρόνια στο καταφύγιο είχε… βοηθό τον πατέρα της. Στα 85 του χρόνια ο Κ. Ζολώτας δεν ανεβαίνει πια στο βουνό, επειδή αντιμετωπίζει ένα πρόβλημα στα γόνατα. Ηταν διαχειριστής του καταφυγίου από τη δεκαετία του 1950. Το κτίριο βρίσκεται στη θέση Μπαλκόνι και ανήκει στην Ελληνική Ομοσπονδία Ορειβασίας και Αναρρίχησης.

Με τον σύζυγό της, ∆ιονύση Πουρλιώτη, στην κορυφή του Μύτικα

Ορειβάτες από Ιαπωνία και Αργεντινή μέχρι Ν. Αφρική

Την άνοιξη και το φθινόπωρο οι επισκέπτες είναι κυρίως αλλοδαποί. Πολλοί Γερμανοί, Αυστριακοί, Ελβετοί, συνολικά 72 εθνικότητες θα φιλοξενηθούν φέτος, από την Αυστραλία και την Ιαπωνία μέχρι τη Βραζιλία και την Αργεντινή, ακόμη και από τη Νότια Αφρική. Οι πρώτοι Βραζιλιάνοι ήρθαν την προηγούμενη εβδομάδα και ήδη αναχώρησαν.

Οι Ελληνες επισκέπτονται το «βουνό των θεών» τον Ιούλιο και τον Αύγουστο ή τα Σαββατοκύριακα. Τότε που η ζέστη είναι αφόρητη στα πεδινά, στον Ολυμπο η μέγιστη θερμοκρασία είναι 27ºC, ενώ το βράδυ υποχωρεί στους 18ºC-19ºC. Η καθημερινότητά της ξεκινά στις 05.30 το πρωί, καθώς στις 06.00 πρέπει να είναι έτοιμο το πρωινό των επισκεπτών του καταφυγίου. Ολη την ημέρα υποδέχεται ή αποχαιρετά κόσμο, ανταλλάσσει e-mails και ευχές, δίνει συμβουλές, ενημερώνει για μονοπάτια και διαδρομές, θυμάται περιστατικά, γελάει και κλαίει με μικρούς και μεγάλους. Είναι πάντα σε επιφυλακή. Οταν βλέπει κάποιον ορειβάτη να κατεβαίνει τρέχοντας, η καρδιά της χτυπάει δυνατά. Ανησυχεί ότι κάτι δυσάρεστο θα της πει. «Εδώ πάνω είμαστε και διαχειριστές και σερβιτόροι και νοσοκόμοι και ψυχολόγοι. Οι συνθήκες σε κάνουν να είσαι τα… πάντα όλα για τον επισκέπτη. Για τον έμπειρο που έρχεται οργανωμένος και διαβασμένος, αλλά και για τον αδαή που δεν έχει ιδέα πού πάει» επισημαίνει.

Όλυμποςορειβασία