Ελλάδα|19.11.2018 18:33

Η συγκλονιστική αφήγηση του φωτορεπόρτερ στο Πολυτεχνείο

Γιάννης Πολίτης

Τα ιστορικά γεγονότα του Πολυτεχνείου όλοι τα παρακολουθούσαν με μεγάλο ενδιαφέρον και αγωνία. Κανείς Αθηναίος δεν κοιμόταν και έμενε ξάγρυπνος ακούγοντας τα μηνύματα που εξέπεμπε ο σταθμός του Πολυτεχνείου. Ωστόσο υπήρχε μόνο ένας άνθρωπος που είδε εκείνες τις στιγμές, με ένα μάτι καθώς με το άλλο ήταν «καρφωμένος» στη φωτογραφική του μηχανή για να απαθανατίσει  εκείνες τις στιγμές.

Ο λόγος για τον Αριστοτέλη Σαρρηκώστα ο οποίος ήταν ο μοναδικός Έλληνας φωτορεπόρτερ που βρέθηκε στην καρδιά των γεγονότων εκείνης της μέρας και αποτύπωσε μέσα από τον φωτογραφικό του φακό τις στιγμές, φροντίζοντας έτσι να μείνουν ανεξίτηλα χαραγμένες.

Το 2008 παρασημοφορήθηκε με το μετάλλιο του Χρυσού Σταυρού του Τάγματος της Τιμής από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κάρολο Παπούλια, για τη συνδρομή του στην προβολή εκείνων των γεγονότων. Ξεκίνησε την πορεία του το 1961 και μέχρι το 1998  συνεργάστηκε με το Διεθνές Ειδησεογραφικό Πρακτορείο Associated Press (ASS/Press) και είναι επίτιμο μέλος της Ένωσης Ανταποκριτών Ξένου Τύπου στην Ελλάδα. 

Κάθε χρόνο ο κ. Σαρρηκώστας επιστρέφει στον τόπο της εξέγερσης, στέκεται στη διασταύρωση Πατησίων και Στουρνάρη κάνοντας flash back στα γεγονότα. Το ethnos.gr τον συνάντησε στο σπίτι του στη Γλυφάδα και γυρνώντας τον χρόνο 45 χρόνια πίσω, μάς περιγράφει όλα όσα έζησε εκείνες τις ημέρες. 

Όλα ξεκίνησαν από τη Νομική

«Το φοιτητικό κίνημα είχε εξεγερθεί και βλέποντας όλα αυτά η Χούντα είχε κατασκευάσει έναν νόμο τον 2213 και τον 2217, ο οποίος επέτρεπε την επιστράτευση των φοιτητών. Αυτοί διάλεγαν τους συνδικαλιστές και με αυτόν τον τρόπο προσπαθούσαν να διασπάσουν τις φοιτητικές οργανώσεις. Αυτό ήταν το βασικό αίτημα των φοιτητών και μετά συνεχίστηκε με το «Ψωμί - Παιδεία - Ελευθερία». Βεβαίως δεν μπορούσε να φανταστεί κάποιος ότι μετά από 7 χρόνια δικτατορίας θα έβγαινε κάποιος Ακαδημίας και Σίνα, στη Νομική Σχολή, τον Φεβρουάριο του 1973, να ανοίξει πανό και να γράψει «Κάτω η Χούντα».

Το ενδιαφέρον του κόσμου δεν μπορούσε αλλιώς να εκδηλωθεί. Απλώς επειδή από κάτω ήταν η αφετηρία των λεωφορείων, ο κόσμος έκανε ότι πήγαινε να πάρει το λεωφορείο αλλά δεν έφευγε και ήθελε να ζήσει ακριβώς αυτές τις στιγμές. Οι φοιτητές καλούσαν τον κόσμο, η αστυνομία είχε πάρει όλα τα πόστα αλλά δεν έκανε επέμβαση γιατί ήταν μέρα και ο κόσμος θα τους λιντσάριζε. Η επιχείρηση έγινε τη νύχτα. Εκείνη τη βραδιά, δεν ήταν κανένας παρών γιατί δεν περιμέναμε να κάνουν επέμβαση.

Οι φοιτητές ξυλοκοπήθηκαν  αγρίως, ενώ απ' ότι μάθαμε την άλλη μέρα, οι αστυνομικοί τους έβαζαν κατευθείαν στις κλούβες και έναν μεγάλο αριθμό φοιτητών τους πήγαν στο στρατοδικείο. Αυτό έγινε ξανά τον Μάρτιο με τη γνωστή φωτογραφία που έχει γίνει σλόγκαν από την ταράτσα της Νομικής. Βεβαίως το κλίμα εκείνη την εποχή ήταν ένα "καζάνι που έβραζε". Δεν υπήρχε μέρα που δεν γίνονταν διαδηλώσεις και όταν λέω διαδηλώσεις εννοώ ότι μαζί με τους φοιτητές κατέβαιναν οι οικοδόμοι, οι οποίοι με λοστούς έσπαγαν πεζοδρόμια και γινόταν μάχη σώμα με σώμα» αναφέρει στην αρχή της συζήτησής μας ο Αριστοτέλης Σαρρηκώστας. 

Είδα με τα μάτια μου οικοδόμο να τραυματίζεται από φωτοβολίδα

«Έχω φωτογραφήσει έναν οικοδόμο να έχει φάει φωτοβολίδα στο χέρι εξ' επαφής από έναν αστυνομικό. Αυτό συνέβη στην πλατεία Ομονοίας και όταν τον ρώτησα γιατί δεν πας στο νοσοκομείο μου απάντησε "δεν είναι τίποτα"» λέει ο φωτορεπόρτερ περιγράφοντας ένα στιγμιότυπο από επεισόδιο εκείνης της περιόδου. 

Οι αστυνομικοί πυροβολούσαν με καουτσούκ

Όπως αναφέρει ο κ. Σαρρηκώστας οι αστυνομικοί πυροβολούσαν με σφαίρες καουτσούκ την ημέρα και με κανονικές σφαίρες όταν έπεφτε το σκοτάδι. «Πυροβολούσαν με σφαίρες καουτσούκ. Η σφαίρα μπορεί να σε τραυματίσει αλλά πολύ δύσκολα θα σε σκοτώσει. Κάτι τέτοιο θα γίνει εάν σε βρει στο μυαλό ή αν σε βρει σε κάποιο καίριο σημείο. Το βράδυ που έπεφταν τα φώτα υπήρχαν αστυνομικοί ακροβολισμένοι σε ταράτσες και σε διαμερίσματα και πυροβολούσαν με κανονικές σφαίρες» σημειώνει χαρακτηριστικά.

Δουλεύαμε 20 ώρες το 24ωρο

«Εμείς ως φωτορεπόρτερ το τελευταίο τριήμερο (14-17 Νοέμβρη) δουλεύαμε 20 ώρες το 24ωρο. Η τεχνολογία τότε ήταν αρχαία και όλα γίνονταν με τα χέρια. Εμφανίζαμε, τυπώναμε και είχαμε τη δυνατότητα να στείλουμε τηλεφωτογραφίες και αυτά τα κάναμε μέχρι τις 17:00 ή 17:30 το απόγευμα. Μετά θα ήταν προβοκάτσια να πας να φωτογραφίσεις με το φλας έναν αστυνομικό που χτυπάει έναν οποιοδήποτε πολίτη. Έτσι πηγαίναμε στα γραφεία μας για να στείλουμε τις φωτογραφίες» προσθέτει.

Οι επιθέσεις των αστυνομικών σε απλούς πολίτες

«Το τελευταίο τριήμερο πριν τις 14 Νοέμβρη φαντάσου έναν κύκλο. Ομόνοια, Μοναστηράκι, Πλατεία Συντάγματος, Λεωφόρος Αλεξάνδρας, Μουσείο, Πλατεία Καραισκάκη.  Οι αστυνομικοί είχαν κάνει έναν κύκλο που δεν επέτρεπαν την κυκλοφορία. Ο κόσμος όμως περνούσε είτε πεζός, είτε με αυτοκίνητα. Ήμουν αυτόπτης μάρτυρας σε περιστατικό όπου σταματούσαν τρόλλευ μπροστά στο Πανεπιστήμιο και έμπαιναν μέσα και ξυλοκοπούσαν αδιακρίτως τους πάντες χωρίς λόγο. Ότι κατέβαινε προς τα κάτω το σταματούσαν. Το ίδιο γινόταν και προς την Αλεξάνδρας. Μιλάμε για ένα τρελό πράγμα, δηλαδή να μπαίνουν μέσα και να χτυπούν αδιακρίτως. Όσο πλησίαζαν οι μέρες του Πολυτεχνείου αγρίευαν τα πράγματα. Από τη μια ήταν η κούραση των αστυνομικών, από την άλλη η απέλπιδα προσπάθεια των φοιτητών, των εργατών, των οικοδόμων» λέει στη συνέχεια.

Πώς ξεκίνησε η κατάληψη του Πολυτεχνείου

Περιγράφοντας το πως ξεκίνησε η κατάληψη του Πολυτεχνείου ο Αριστοτέλης Σαρρηκώστας αναφέρει τα εξής: «Κατά τη διάρκεια της 14ης Νοέμβρη γκρουπ από 500 με 800 άτομα εξαπέλυαν επιθέσεις με πέτρες εναντίον των αστυνομικών. Οι αστυνομικοί απαντούσαν με σφαίρες καουτσούκ και δακρυγόνα. Σε ένα από αυτά τα μπες-βγες μέσα στο Πολυτεχνείο εκεί σταματούσε η Αστυνομία. Σε ένα λοιπόν, από αυτά ένας μεγάλος αριθμός μπήκε μέσα και έκλεισε τις πόρτες. Αυτομάτως η αστυνομία περικύκλωσε το Πολυτεχνείο. Οι φοιτητές δεν μπορούσαν να βγουν και από εκεί ξεκινάει η κατάληψη.

Σε αυτό το σημείο πρέπει να πούμε ότι δεν υπήρχαν κομματικά. Αριστεροί, δεξιοί, οργανώσεις φοιτητών έγιναν ένα γιατί μόνο έτσι μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τη Χούντα. Οι φοιτητές σταματούσαν λεωφορεία, τρόλλευ έγραφαν "Κάτω η Χούντα", ενώ μέσα σε λίγες ώρες οργάνωσαν τυπογραφείο, μαγειρεία, νοσοκομείο, φαρμακείο και το κυριότερο που έκαναν ήταν ο σταθμός που εξέπεμπε σε όλη την Ελλάδα. Αυτό  ήταν μια μεγάλη βοήθεια γιατί τους άκουγε όλος ο κόσμος. Χιλιάδες κόσμου κατέβαινε για να μπει στο Πολυτεχνείο».

Οι προβοκάτορες

Στη συνέχεια ο Αριστοτέλης Σαρρηκώστας περιγράφει τη δράση των προβοκατόρων αλλά και τις συνεχείς επιθέσεις της Αστυνομίας. «Εμείς ήμασταν γύρω από το Πολυτεχνείο και όπου αλλού μπορούσαμε να σταθούμε. Η δουλειά μας ήταν να αναδείξουμε τα γεγονότα». Ανάμεσα στους αστυνομικούς διακρίναμε αρκετούς προβοκάτορες οι οποίοι χωρίς λόγο με ξύλα που κρατούσαν στα χέρια χτυπούσαν τον κόσμο για να δημιουργήσουν κατάσταση. Το αποκορύφωμα ήταν την τελευταία μέρα. Εκείνο το βράδυ οι αύρες της αστυνομίας κυνηγούσαν τον κόσμο. Οι φοιτητές άναβαν φωτιές σε όλη την Πατησίων.

Θυμάμαι ήταν ένα γκρουπ από 30-40 άτομα στην οδό Πανεπιστημίου και Αιόλου όπου η αύρα τους κυνήγησε. Κατά τη διάρκεια του κυνηγητού μια κοπέλα πέφτει κάτω και η αύρα πέρασε από πάνω της. Αν και ήμουν σε μεγάλη απόσταση, έτρεξα αλλά μέχρι να φτάσω την είχαν σηκώσει αλλά η κηλίδα του αίματος είχε παραμείνει στο πεζοδρόμιο. Δεν ξέρω εάν έζησε ή εάν πέθανε» αναφέρει. 

Κάνοντας flashback στο απόγευμα της Παρασκευής 16 Νοεμβρίου

Η αντίστροφη μέτρηση για την καταστολή της εξέγερσης έχει αρχίσει και όπως λέει ο κ. Σαρρηκώστας «θυμάμαι πολλά στιγμιότυπα, όπως τους φοιτητές από τα ανοιχτά παράθυρα καλούσαν τον κόσμο να μπει μέσα, ο σταθμός έλεγε "είμαστε άοπλοι", "είμαστε αδέρφια". Επίσης θυμάμαι τα μπες-βγες, ξύλο, κυνηγητό. Δεν μπορώ να ξεχάσω την οργή και το μίσος των αστυνομικών. Ο στρατός πυροβολούσε στον αέρα αλλά το μίσος των αστυνομικών ήταν τέτοιο που για μένα ήταν πρωτόγνωρο. Για εμένα ήταν κάτι ανεξήγητο. Παρ' ότι έχω καλύψει αρκετούς πολέμους, έχω δει πολλά πράγματα, αυτό μου έκανε κάκιστη εντύπωση. Είναι τελείως διαφορετικό να φωτογραφίζεις μέσα στη χώρα σου, τα συναισθήματα είναι τελείως διαφορετικά».

Πολλές φορές περνούσα τα όρια 

«Εκείνη την εποχή ήμουν και λίγο αυθόρμητος και έδειχνα ζήλο για τη δουλειά. Πολλές φορές πέρναγα τα όρια έμπαινα μπροστά και πολλές φορές με τραβούσαν από το σακάκι και μου έλεγαν έλα πίσω τι κάνεις, είναι επικίνδυνο» τονίζει ακόμα.

Η κάθοδος των τανκς στο Πολυτεχνείο

Περιγράφοντας την κάθοδο των τανκς στο Πολυτεχνείο ο φωτορεπόρτερ αναφέρει πως «βρισκόμουν στο εμφανιστήριο. Η ώρα ήταν περίπου 20:00 το βράδυ και έστελνα φωτογραφίες στο εξωτερικό. Άκουσα έναν θόρυβο και μου φάνηκε ότι ήταν ερπίστρια από τανκ. Μπαίνω μέσα στον θάλαμο των δημοσιογράφων και φωνάζω τον Ελληνοαμερικανό διευθυντή μου Φιλ Δόπουλο. Του λέω "έλα να ακούσεις κάτι μου φαίνεται ότι δεν πάει καλά". Τότε μου λέει "shit man there are tanks". Πάρε τη μηχανή σου και τρέχα. Του λέω τότε, εντάξει, εγώ να πάρω τη μηχανή αλλά ποιος θα γράψει το story; Δεν έρχεσαι μαζί μου; Εγώ κυρίως ήθελα να έχω κάποιον μαζί μου γιατί είναι άλλο να είναι δύο μαζί, ενώ αν είσαι μόνος σου σε τραβάνε και σε εξαφανίζουν. Τελικά τον κατάφερα και ξεκινήσαμε.

Κατεβήκαμε κάτω μπήκαμε στο αυτοκίνητό του, μια πράσινη Jaguar Convertable με αγγλικές πινακίδες, πήραμε την οδό Αμερικής προς τα κάτω με κατεύθυνση την Πανεπιστημίου. Τότε πέσαμε πάνω στη φάλαγγα. Οι δρόμοι ήταν έρημοι και ψάχναμε να βρούμε χώρο για να μπούμε μέσα και να γίνουμε ένα μαζί τους. Σε κάποιο σημείο βρήκαμε χώρο και μπήκαμε ανάμεσα στα τανκς. Μπροστά από το Πανεπιστήμιο μας πλευρίζει ένα περιπολικό, ο οδηγός του οποίου είχε κατεβάσει το παράθυρό του και με το περίστροφο στο χέρι μας έβριζε. Τότε ο Φιλ τα "χρειάστηκε".

Όμως εγώ ήμουν ψύχραιμος και κατέβασα το παράθυρο, παίζοντας "κορώνα-γράμματα" σκεπτόμενος πως ή θα με πυροβολήσει ή θα πιάσει το κόλπο. Γυρίζω προς το μέρος του και με αυστηρό τρόπο του κάνω νόημα να σωπάσει. Ο αστυνομικός τα "χρειάστηκε" γιατί θα σκέφτηκε ότι για να μου κάνει έτσι, κάτι συμβαίνει. Νόμισαν μάλλον ότι είμαστε είτε η CIA, είτε οι μυστικές υπηρεσίες. Εμείς συνεχίσαμε την πορεία μας για το Πολυτεχνείο. Όταν έφτασε η φάλαγγα στο Πολυτεχνείο το πρώτο τανκ στάθηκε στην είσοδο και τα υπόλοιπα στάθμευσαν επί της Πατησίων»

Πατησίων και Στουρνάρη

«Με τον Φιλ όταν φτάσαμε βρεθήκαμε στα 50 μέτρα από την πύλη και συγκεκριμένα έξω από το Μινιόν. Εγώ χωρίς να κρύψω την ταυτότητά μου είχα στην πλάτη μου την τσάντα και κρατούσα δύο μηχανές. Πλησιάσαμε όσο μπορούσαμε και η πόρτα φωτιζόταν με τον προβολέα. Χωρίς να χρησιμοποιήσω φλας, επειδή τότε οι δυνατότητες των μηχανών ήταν 400 asha, άρχισα δειλά-δειλά να τραβάω μερικά καρέ. Πίσω μου, δεξιά και αριστερά, ήταν αστυνομικοί με στολές και πολιτικά.

Στάθηκα τυχερός επειδή μετά από 3-4 λεπτά που κάθισα εκεί ήρθε ένας αστυνόμος, τον οποίο γνώριζα από τα γεγονότα. Με πλησίασε και με τα χέρια στη μέση μου λέει "τι θέλεις εσύ εδώ;" Τότε με ψυχραιμία του απάντησα πως "ήρθα να πάρω μερικές φωτογραφίες για το πρακτορείο". Εκείνος γύρισε και μου είπε "κάθισε εδώ επειδή θέλω να σε βλέπω και να σε προσέχω". Όταν το άκουσαν αυτό οι αστυνομικοί  πίστεψαν ότι "αυτός είναι δικός μας"» συνεχίζει ο κ. Σαρρηκώστας.

Το κόλπο με τα φίλμ

Μάλιστα αποκαλύπτει ότι «ποτέ δεν τελείωσα ένα φίλμ, Στις 8,10,12,14 το γύριζα πίσω και το έδινα στον Φιλ γιατί φοβόμουν ότι κάποιος θα με συλλάβει. Όμως κάτι τέτοιο δεν συνέβη και έμεινα εκεί να τραβάω τρομερές σκηνές. Έχω απαθανατίσει τον εισαγγελέα Τσεβά, να τους λέει με την ντουντούκα "βγείτε δεν θα σας πειράξουμε". Εκεί γύρω στις 23:00-23:30 ένα γκρουπ από 25-30 φοιτητές πήδηξε από τα παράθυρα της Στουρνάρη. Όταν κατέβηκαν τους έβαλαν σε δυάδες και τους οδήγησαν στην Πατησίων προς την πλευρά της Ακαδημίας. Μόλις έφτασαν κοντά στην Ακαδημίας τους ξυλοκόπησαν άσχημα.

Οι αστυνομικοί τότε κρατούσαν κάτι τεράστια δοκάρια και χτυπούσαν από μακριά. Δεν θα ξεχάσω μια συγκεκριμένη σκηνή. Ένας φοιτητής έχει πέσει στο έδαφος με ανοιγμένο κεφάλι, από πάνω του έχει πέσει μια κοπέλα και από το ξύλο που έφαγε έμεινε αναίσθητη πάνω του. Τότε πήγα να σηκώσω τη μηχανή αλλά είδα πενήντα, εκατό ζευγάρια μάτια, να με κοιτάζουν καθώς έβλεπαν τόσο το σκηνικό όσο και εμένα.

Τότε αποφάσισα μέσα σε δέκατα του δευτερολέπτου και είπα ή φωτογραφίζεις ή κάνεις το κορόιδο και μένεις να δεις το υπόλοιπο της ιστορίας. Ήθελα πολύ να φωτογραφίσω τη συγκεκριμένη σκηνή για να δείξω όλο το μίσος των αστυνομικών. Κατά τις 00:00 λέω στον Φιλ: "δεν φεύγεις να πας στο γραφείο το υλικό που έχουμε σώσει;". Πίστευα ότι κάποια στιγμή θα με συλλάβουν  και θα με πάνε στην ασφάλεια».

Η απόκρυψη των φιλμ και ο ρόλος της αστυνομίας

Στη συνέχεια ο κ. Σαρρηκώστας περιγράφει πως κατάφερε να κρύψει τα φιλμ που τραβούσε. «Άρχισα τότε να φωτογραφίζω και τα φίλμ που έβγαζα από τη μηχανή, άλλα τα έβαζα μέσα στις κάλτσες και άλλα στο εσώρουχο. Αυτό το έκανα επειδή φοβόμουν ότι θα μου τα πάρουν. Κάτι τέτοιο δεν συνέβη και έμεινα εκεί μέχρι το τέλος. Οι στιγμές που έβλεπα μπροστά μου ήταν συγκινητικές. Έβλεπα μπροστά μου τους στρατιώτες που φαίνονταν ότι δεν ήξεραν τι να κάνουν. Οι μόνοι σταθεροί και αμείλικτοι ήταν οι αστυνομικοί οι οποίοι έβριζαν χυδαιότατατα. Είδα μπροστά μου αστυνομικούς να τρυπάνε τα λάστιχα των περιπολικών που είχαν βάλει στην Πατησίων, έσπαγαν τα τζάμια στις κλούβες για να δείξουν την επόμενη μέρα ότι το έκαναν οι φοιτητές».

Η είσοδος του τανκ στο Πολυτεχνείο

Στη συνέχεια συγκινημένος αναφέρεται στα όσα διαδραματίστηκαν πριν την είσοδο του τανκ μέσα στο Πολυτεχνείο. «Άκουγα συνεχώς τον λοχία που βρισκόταν πάνω στο τανκ. Η απόσταση ήταν τόσο μικρή που άκουγα τα πάντα. Στο ένα χέρι κρατούσε τον ασύρματο και έλεγε "μάλιστα", "διατάξτε" και στο άλλο κρατούσε το περίστροφο του. Η ώρα ήταν περίπου 02:55 και βλέπω τον πυργίσκο του τανκ, που κοίταζε την είσοδο, να γυρίζει προς τα πίσω. Εκείνη την στιγμή έκανε όπισθεν. Τότε η Πατησίων είχε ένα πεζούλι. Το τανκ ανέβηκε πάνω του και ήρθε μπροστά από το ξενοδοχείο Ακροπόλ. Έκανα το σταυρό μου και είπα ότι θα πήρε εντολή να αποχωρήσει. Όμως έκανα λάθος καθώς έβαλε μπροστά τη μηχανή του και βγάζοντας από πίσω του έναν πυκνό μαύρο καπνό που σκέπασε τα πάντα, με όση δύναμη είχε κινήθηκε προς την πύλη.

Πρέπει να πω ότι σε αυτό το σημείο πως ο Γουνελάς υποστήριζε ότι "σκόπιμα πήγα σιγά-σιγά". Δεν πήγε καθόλου σιγά λέω εγώ. Το χειρότερο που με τρομάζει ακόμα και σήμερα είναι ότι επάνω στα κολονάκια βρίσκονταν φοιτητές. Το ίδιο συνέβαινε και πίσω από την πύλη. Οι φοιτητές είχαν τοποθετήσει ως οδόφραγμα μία Mercedes και μεταξύ του αυτοκινήτου και της πύλης είχε κόσμο. Τους έβλεπα ολοκάθαρα. Αυτοί που ήταν στα πλαϊνά σίγουρα έτρεξαν. Τι να έγιναν όμως αυτοί που ήταν στη μέση; Η αναφορά του λοχία ότι είδε ένα κομμένο πόδι μιας φοιτήτριας -είχε πει ότι έφυγε ένα σίδερο και την χτύπησε στο πόδι- είναι άστοχη καθώς την πάτησε. Πέρασε από πάνω της.

Ακόμα και σήμερα σκέφτομαι πως "πόσοι άλλοι μπορεί να μην πρόλαβαν να φύγουν;". Αυτό με τρώει ακόμα και σήμερα. Έβλεπα τον κόσμο να πέφτει από τα κολονάκια, όπως πέφτουν τα πορτοκάλια από τα δέντρα. Εκείνη τη στιγμή, φεύγω και πάω στο μέσον της Πατησίων για να έχω καλύτερη εικόνα. Το τανκ με το πρώτο χτύπημα ναι μεν έριξε την πύλη και τα κολονάκια αλλά δεν μπήκε μέσα. Σταμάτησε και με χαμηλή ταχύτητα και με όση δύναμη είχε μπήκε μέσα και παρέσυρε το αυτοκίνητο, πηγαίνοντας το 15-20 μέτρα μέσα στο προαύλιο. Ταυτόχρονα σφύριζαν όλες οι σειρήνες των τανκς.

Άκουγα πολλούς πυροβολισμούς, ενώ πολλοί αστυνομικοί από τη βιασύνη τους, έμπαιναν μέσα στο Πολυτεχνείο, από τα κάγκελα. Άκουγα πολλά ουρλιαχτά  και έφυγα, πηγαίνοντας πιο κοντά για να τραβήξω φωτογραφίες έτσι ώστε να φαίνεται το τανκ. Εξέθεσα τον εαυτό μου σε κίνδυνο. Πρόλαβα να τραβήξω δύο καρέ και βλέπω δύο αστυνομικούς να έρχονται καταπάνω μου, κρατώντας καδρόνια. Με πλησίασαν και αφού αρχικά με έβρισαν, ο ένας σήκωσε το χέρι του θέλοντας να με χτυπήσει με το καδρόνι στο κεφάλι. Τότε έπαιζα μποξ και έσκυψα για να αποφύγω το χτύπημα. Η καδρονιά με πήρε ξυστά στον ώμο και χτύπησε την τσάντα μου. Την ίδια στιγμή ο άλλος από την άλλη πλευρά έκανε το ίδιο πράγμα.

Έκανα μεταβολή και άρχισα να πηγαίνω ζικ ζακ, επειδή είδα τον έναν αστυνομικό να βγάζει όπλο. Εκείνη την ώρα μπορούσε ο καθένας να πυροβολήσει χωρίς να δώσει αναφορά σε κανέναν. Δεν με πυροβόλησαν, ωστόσο ακόμα και αν αυτό έγινε δεν το άκουσα. Με όση δύναμη είχα, άρχισα να τρέχω και μπήκα στην οδό Ακαδημίας. Μόλις μπήκα έπεσα πάνω σε ένα τείχος από τουλάχιστον 500 αστυνομικούς που είχαν κλείσει το δρόμο. Έκανα τον Γάλλο και σφυρίζοντας αδιάφορα πήγα κατευθείαν στον αξιωματικό και του λέω "μπορώ να περάσω;" Με άφησε και πέρασα. Έφτασα στο γραφείο και σε λίγα λεπτά η ιστορία είχε κάνει τον γύρο του κόσμου. Ήμασταν το μόνο πρακτορείο που ανέφερε τι είχε συμβεί. Στο Ακροπόλ μόνο βρισκόταν ο Ολλανδός Κουράντ που τράβηξε το φιλμάκι με την είσοδο του τανκ. Ήθελα οπωσδήποτε να γυρίσω πίσω στο Πολυτεχνείο για να δω τι είχε γίνει. Τους είχα στείλει οκτώ φωτογραφίες και δεν είπαν κουβέντα». 

Οι φωτογραφίες

«Είναι άξιο αναφοράς ότι ήρθε φωτορεπόρτερ από αντίπαλο πρακτορείο και συγκεκριμένα του United Press και μου λέει "Τέλη σώσε με. Είδαν τις φωτογραφίες σου και θα με απολύσουν. Μου ζητούν φωτογραφίες και εγώ δεν έχω. Τον έβαλα μέσα στο χημείο, ήταν μεγάλο μου λάθος, και αντί να του τυπώσω δύο φωτογραφίες του έκοψα επτά καρέ. Αργότερα αυτός ο άνθρωπος βγήκε και είπε "α ναι ήταν και ο Σαρρηκώστας εκεί". Εγώ όμως δεν έκανα κάτι τέτοιο. Λυπάμαι πάρα πολύ που το λέω αυτό, αλλά είναι η αλήθεια και ήταν λόγος να διακόψουμε τις σχέσεις μας. Πρέπει να σας πω ότι αυτό που έκανα δεν το ανέφερα ποτέ στον Φιλ Δόπουλο γιατί θα μου "έπαιρνε το κεφάλι" και γύρισα πίσω στο Πολυτεχνείο» λέει ο κ. Σαρρηκώστας.

Η επόμενη μέρα μετά την εισβολή

Περιγράφοντας την επόμενη μέρα της εισβολής αναφέρει τα εξής: «Η ατμόσφαιρα ήταν τόσο ποτισμένη από τα δακρυγόνα, τα μάτια δάκρυζαν και έβαζα λεμόνι και βαζελίνη. Έφτασα στην πύλη και εκεί συνάντησα δύο οχήματα της Πυροσβεστικής. Οι πυροσβέστες κρατώντας τεράστιες μάνικες καθάριζαν το προαύλιο. Eγώ μπήκα μέσα και φωτογράφισα σκισμένα παντελόνια, παπούτσια, πουκάμισα. Πρέπει να σας πω ότι είχαν καταστρέψει όλον τον ραδιοφωνικό σταθμό. Τις προηγούμενες μέρες υπήρχε μια τάξη. Εκείνη την ώρα αυτό δεν υπήρχε. Το ερώτημα είναι τι καθάριζαν οι πυροσβέστες. Καθάριζαν αίμα. Πολλοί με ρωτούν ακόμα και σήμερα και είναι εύλογο το ερώτημα. "Είδες νεκρούς;" Η ίδια η Χούντα βγήκε και είπε ότι εκείνο το τριήμερο υπήρχαν 18 νεκροί, υπάρχουν οι φωτογραφίες τους.

Είπαν ότι ήταν γύρω από το Πολυτεχνείο. Ποτέ δεν είπαν εάν μέσα στο Πολυτεχνείο σκοτώθηκε κάποιος. Η λογική λέει ότι αν πρόλαβαν αυτά τα παιδιά που ήταν πίσω από τα κάγκελα, να φύγουν έχει καλώς. Πολύ φοβάμαι ότι μερικοί δεν πρόλαβαν να φύγουν. Αυτή είναι η δική μου μαρτυρία. Το επόμενο πρωί ο Παττακός, διέψευσε τους πάντες αλλά όταν το μεσημέρι ήρθαν οι ξένες εφημερίδες που είχαν στα πρωτοσέλιδα το τανκ μέσα στο Πολυτεχνείο βγήκε και είπε, ότι έπρεπε να γίνει επέμβαση. Εκείνο το βράδυ φαίνονταν καθαρά επάνω στις σκεπές οι ελεύθεροι σκοπευτές. Πυροβολούσαν μέσα στο Πολυτεχνείο διαλέγοντας τον στόχο τους» καταλήγει ο κ. Σαρρηκώστας. 

Ο αγώνας εκείνου του Νοέμβρη δικαιώθηκε;

Ο κ. Σαρρηκώστας ακόμα και σήμερα έχει ένα ερώτημα στο οποίο αναζητάει απαντήσεις. Και αυτό δεν είναι άλλο από το εάν δικαιώθηκε ο αγώνας εκείνων των ημερών. «Το να κάνεις έναν αγώνα για να διώξεις έναν τύραννο είναι μια προσπάθεια η οποία αξίζει συγχαρητηρίων. Δεν ξέρω κατά πόσο δικαιώθηκε η τριλογία "Ψωμί-Παιδεία-Ελευθερία". Εκεί έχω ακόμα ερωτηματικά. Ξαφνικά μετά την Μεταπολίτευση, έγιναν χιλιάδες οι αντιστασιακοί. Μερικοί από αυτούς εκμεταλλεύτηκαν αυτό το γεγονός. Πολλοί όμως στάθηκαν στο ύψος τους. Δηλαδή πολέμησαν χωρίς αντίκρυσμα. Οι πραγματικοί αγωνιστές ήταν πολλοί. Υπήρχαν και κάποιοι όπως η Δαμανάκη, ο Λαλιώτης που έγιναν κάτι. Οι περισσότεροι είναι οι "αφανείς ήρωες"». 

Έκανα απλώς τη δουλειά μου

«Πολλοί μου λένε έκανες το ένα, έκανες το άλλο. Η απάντησή μου είναι ότι "έκανα το καθήκον μου". Όποιος και να ήταν στη θέση μου αυτό θα έκανε. Το πως βρέθηκα εκεί ήταν μια τρομερή συγκυρία, δεν μπορούσες να πας διαφορετικά. Είτε θα ήσουν σε κάποιο νεκροταφείο είτε σε κάποιο νοσοκομείο. Μάλλον έπρεπε να υπάρξουν αυτά τα ντοκουμέντα και χαίρομαι που είμαι αυτός που ανέλπιστα έμεινα εκεί  για ώρες. Χαίρομαι γιατί αναγνωρίστηκε αυτό που έκανα από τον πρώην πρόεδρο της Δημοκρατίας Κάρολο Παπούλια» μας λέει κλείνοντας την κουβέντα μας.

* Οι φωτογραφίες που παραθέτουμε δημοσιεύονται με την έγκριση του Αριστοτέλη Σαρρηκώστα.

ΠολυτεχνείοεξέγερσηΑριστοτέλης Σαρρηκώσταςεξέγερση Πολυτεχνείου