Ελλάδα|27.07.2019 18:11

GPS στα πρόβατα που αφανίζουν αλπικά λιβάδια…

Μαρία Ριτζαλέου

Χιλιόμετρα σε δύσβατα σημεία και χαράδρες με απότομη κλίση διανύουν τα πρόβατα για να βρουν τροφή, αλλά η υπερβόσκηση καταστρέφει τα αλπικά λιβάδια. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αποτελεί το υπαλπικό λιβάδι της Κωστηλάτας στα Θεοδώριανα της Αρτας, όπου πλέον το έδαφος είναι όξινο και φυτρώνει μόνο… φτέρη, ένα φυτό που δεν το τρώνε τα ζώα και είναι δείκτης υποβάθμισης του εδάφους.

Τα καραγκούνικης φυλής πρόβατα της Ηπείρου ανεβοκατεβαίνουν στις πλαγιές στο λιβάδι της Κωστηλάτας και διανύουν έως και 3,6 χλμ. την ημέρα σε σημεία απρόσιτα. Και αυτό γιατί είναι μεσαίου μεγέθους και ελαφριά. Ετσι, ο σωματότυπός τους τα βοηθά ώστε να είναι πιο ευέλικτα. Η απόσταση αυτή είναι μικρότερη από τα σχεδόν 4,5 χλμ. την ημέρα που διανύουν τα πρόβατα της φυλής Σερρών σε ημιορεινούς βοσκότοπους και πολύ μικρότερη από τα 11 χλμ. που καλύπτουν τα μικρόσωμα πρόβατα της Μογγολίας ή εκείνα της Αυστραλίας, τα οποία απομακρύνονται έως και 12 χλμ. από το κοπάδι για να βρουν τροφή.

Μια ομάδα αξιόλογων επιστημόνων έκαναν μια ενδιαφέρουσα μελέτη για τη συμπεριφορά βόσκησης των προβάτων στο ορεινό λιβάδι της Κωστηλάτας, το οποίο βρίσκεται σε υψόμετρο από 1.400 έως 2.393 μέτρα, περίπου 80 χλμ. βορειοανατολικά της Αρτας, στην οροσειρά των Τζουμέρκων. Οι επιστήμονες τοποθέτησαν GPS σε επτά θηλυκά (που πάντα υπερτερούν αριθμητικά σε σχέση με τα αρσενικά) από επτά διαφορετικά κοπάδια και κατέγραφαν επί δύο μήνες τη γεωγραφική τους θέση.

Από την παρατήρηση διαπιστώθηκε ότι τα πρόβατα αυτά, όπως και όλο το κοπάδι, προτιμούσαν να βόσκουν σε περιοχές έως και 500 μ. σε ευθεία απόσταση από τον χώρο σταβλισμού τους, διανύοντας την ημέρα κατά μέσο όρο μια διαδρομή 3.617 μ. στο λιβάδι της Κωστηλάτας. Από τη συσχέτιση των σημείων βόσκησης με το ψηφιακό μοντέλο εδάφους και τη χρήση της τεχνολογίας GIS διαπιστώθηκε ότι τα πρόβατα έχουν την ικανότητα να βοσκήσουν σε ιδιαίτερα απότομες κλίσεις εδάφους έως και άνω του 80%!

Επιπτώσεις στο περιβάλλον

«Αυτό συμβαίνει γιατί πρέπει να βρουν τροφή. Τα καραγκούνικα πρόβατα είναι μεσαίου μεγέθους και βάρους, και έχουν την ικανότητα να αναρριχώνται και να αξιοποιούν εκτάσεις με απότομες κλίσεις, ενώ οι αποστάσεις που διανύουν εξαρτώνται από το ανάγλυφο της περιοχής» λέει στον «Αγρότη» ο Χρήστος Ρούκος, γεωπόνος στο Περιφερειακό Κέντρο Προστασίας Φυτών, Ποιοτικού και Φυτοϋγειονομικού Ελέγχου Ιωαννίνων και αναπληρωτής διευθυντής της Διεύθυνσης Ποιότητας και Ασφάλειας Τροφίμων του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.

Ο κ. Ρούκος ήταν μεταξύ των επιστημόνων που συμμετείχαν στην έρευνα, η οποία έγινε στο πλαίσιο της διδακτορικής διατριβής του Χαράλαμπου Κουτσούκη από το ΤΕΙ Ηπείρου, με επιβλέπουσα την καθηγήτρια στο Τμήμα Χημείας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Ντίνα Ακρίδα-Δεμερτζή. Συμμετείχαν ακόμη οι Φώτης Χατζηθεοδωρίδης και Σωτήρης Κανδρέλης από τα ΤΕΙ Δυτικής Μακεδονίας και Ηπείρου, αντίστοιχα.

«Τα μονοπάτια από τα οποία περνούν τα κοπάδια δέχονται μεγάλη πίεση και σταδιακά η περιοχή κατά μήκος και γύρω από αυτά υποβαθμίζεται. Η σύσταση του εδάφους γίνεται πιο όξινη και το μοναδικό φυτό που φύεται είναι η φτέρη. Η φτέρη είναι δείκτης ότι το έδαφος είναι υποβαθμισμένο, δεν την τρώνε καν τα ζώα. Η υπερβόσκηση έχει σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον. Στο λιβάδι της Κωστηλάτας υπάρχουν ισχυρά σημάδια υποβάθμισης εξαιτίας του γεγονότος ότι οι μετακινούμενοι κτηνοτρόφοι ανεβάζουν εκεί το καλοκαίρι πολλά κοπάδια» ανέφερε ο κ. Ρούκος.

Η «γεωγραφία» της ερημοποίησης

Χαρακτηριστικό παράδειγμα ερημοποίησης των βουνών και των αλπικών λιβαδιών είναι η Κρήτη, όπου, όπως έχουν δείξει σχετικές μελέτες, ο αριθμός των ζώων είναι έως και τέσσερις φορές μεγαλύτερος από τη μέση ικανότητα βόσκησης των λιβαδιών. Η εντατική υπερβόσκηση είναι ένα σοβαρό πρόβλημα και για τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, ενώ περιβαλλοντικές οργανώσεις καταγγέλλουν πως στις βραχονησίδες έχει επέλθει ολική εξαφάνιση της χλωρίδας και έντονη διάβρωση. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αλλοιώνεται το οικοσύστημα και πλέον να μη φωλιάζουν εκεί προστατευόμενα είδη πουλιών που τα χρησιμοποιούσαν ως χώρο αναπαραγωγής επειδή δεν βρίσκουν τροφή και φωλιές. Σε περιοχές με απότομες κλίσεις και εδάφη με μεγάλη διάβρωση, αργά αλλά σταθερά επέρχεται η ερημοποίηση, γι’ αυτό και συστήνεται στους κτηνοτρόφους να μετακινούν τα κοπάδια τους για να μην καταστρέφουν συγκεκριμένες περιοχές.

Από την έρευνα που έγινε στο λιβάδι στην Κωστηλάτα διαπιστώθηκε ότι σε ποσοστό 64,5% τα πρόβατα προτιμούσαν να βόσκουν σε περιοχές έως και 500 μ. σε ευθεία από τον χώρο σταβλισμού, ενώ σε απόσταση άνω των 1.000 μέτρων σε ευθεία το ποσοστό ήταν 18,3%. Τα περισσότερα προτίμησαν να αναζητήσουν τροφή σε εκτάσεις με κλίσεις ως 60%, ένα ποσοστό όμως διόλου ευκαταφρόνητο, που άγγιξε το 30,3%, προτίμησε λιβάδια με κλίση άνω το 60%. Οσο αυξάνεται η θερμοκρασία, αυξάνεται και η απόσταση που καλύπτουν για να βρουν χορτάρι και βοσκήσιμη ύλη που θα ικανοποιεί τις ημερήσιες ανάγκες τους σε θρεπτικά συστατικά.

Ενα πολύ ενδιαφέρον στοιχείο είναι επίσης ότι από τα 9.755 στρέμματα που καλύπτει το λιβάδι στην Κωστηλάτα, η έκταση που αξιοποιούν τα ζώα είναι μόλις 5.028 στρέμματα, δηλαδή το 51,5%. Ο χρόνος στον οποίο βγαίνουν τα πρόβατα για να βοσκήσουν εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως είναι η φυλή, η περιοχή, οι κλιματολογικές συνθήκες. Ετσι έχουν την ικανότητα να τροποποιούν τον χρόνο βόσκησης, ανάλογα με τις θρεπτικές τους ανάγκες. Σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία, βόσκει περίπου το 30%-40% κάθε 24ωρου.

Ο χρόνος αυτός είναι από 4,5 έως και 13 ώρες την ημέρα, με τον μέσο όρο να κυμαίνεται στις 8 ώρες κάθε μέρα. Το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου βόσκησης καταναλώνεται τις πρωινές και τις απογεματινές ώρες, ενώ η έναρξη και η λήξη σχετίζονται με την ανατολή και τη δύση του ήλιου

βοσκοί