Νικόλας Άσιμος: Όταν ο ανυπότακτος «μπαγάσας» καθόταν στα θρανία
Βασίλης ΙγνατιάδηςΟ 14χρονος Νικόλαος Ασηµόπουλος ήταν «ένας µαθητής σαν όλους τους άλλους», όπως έγραψε ο ίδιος στην εισαγωγή µιας σχολικής έκθεσης, τον Φεβρουάριο του 1963, φοιτώντας στη Β’ Τάξη του Βαλταδώρειου Γυµνασίου Αρρένων της Κοζάνης. Η καρδιά του σφυροκοπούσε πριν από κάθε διαγώνισµα και η αγωνία τον έτρωγε όσο περίµενε να δοθούν τα θέµατα των εξετάσεων.
∆ιαβάζοντας κάποιος τις εκθέσεις του σήµερα, δύσκολα εντοπίζει ψήγµατα του ταλέντου και της ανατρεπτικής σκέψης ενός ανθρώπου που ελάχιστα χρόνια µετά θα άλλαζε το όνοµά του σε Νικόλας Ασιµος και θα εξελισσόταν σε µία από τις πιο αντισυµβατικές, επαναστατικές και ανένταχτες προσωπικότητες της µουσικής και όχι µόνο. Το τετράδιο εκθέσεων της Β’ Γυµνασίου, που διασώθηκε από τα σκουπίδια και έφτασε πρόσφατα στα χέρια του µανιώδους συλλέκτη ιστορικών τεκµηρίων της Κοζάνης, Γιάννη Τσιοµπάνου, προσθέτει σηµαντικά τεκµήρια γνώσης στη διάθεση όσων σήµερα επιχειρούν να συνθέσουν το παζλ της ζωής του ασυµβίβαστου και ανυπότακτου «µπαγάσα». Φωτίζει τα χρόνια της αθωότητας στην Κοζάνη της δεκαετίας του 1960, πριν από τη δηµιουργική, όσο και ταραχώδη, περίοδο στα στενά των Εξαρχείων και το απονενοηµένο διάβηµα του Μαρτίου του 1988.
Στο ντοκουµέντο που παρουσιάζει το «Εθνος» ο µαθητής Νικόλαος Ασηµόπουλος γράφει σε µια σχολική έκθεση για τα ξενύχτια µελέτης, την ανασφάλεια και τα µαθήµατα που ήταν ασήκωτο βάρος στο µυαλό του και έκαναν το κεφάλι του να βουίζει, όπως λέει, σε κάθε εξεταστική περίοδο. Ο συλλέκτης που διέσωσε το τετράδιο από τη λήθη µιλάει για τα σχέδια αξιοποίησής του, περιγράφει πώς βρέθηκε στα χέρια του και επισηµαίνει πως δεν θα πάψει ποτέ να αναζητά χαµένες ψηφίδες της ζωής του συντοπίτη του.
«Η καρδιά μου σφυροκοπά»
Οπως προκύπτει από το τετράδιο εκθέσεων της Β’ Γυµνασίου, η γραφή του µαθητή Ασιµου είναι τυπική, εφηβική, η έκφρασή του απλοϊκή και η σύνταξή του πολλές φορές αδέξια. «Είµαι ένας µαθητής σαν όλους τους άλλους» είναι τα λόγια µε τα οποία αρχίζει την έκθεσή του µε θέµα «Οταν πλησιάζουν οι διαγωνισµοί», στις 9 Φεβρουαρίου 1963. Στη συνέχεια κάνει έναν απολογισµό τής έως τότε πορείας του στις σχολικές τάξεις, µε αφετηρία τις εύκολες πρώτες του δηµοτικού και την κλιµακωτή αύξηση της δυσκολίας µέχρι την Ε’ Τάξη, όταν «άρχισαν πλέον οι σπαζοκεφαλιές», µε την προσθήκη της Γεωµετρίας και της Χηµείας, αλλά και των γραπτών εξετάσεων. Στο Γυµνάσιο τα πράγµατα έγιναν ακόµα δυσκολότερα.
«Τα µαθήµατα έγιναν πολλά, ασήκωτα και βαραίνουν τους ώµους κάθε µαθητή» αναφέρει και αποκαλύπτει την ανασφάλεια που νιώθει µπροστά στις επερχόµενες εξετάσεις: «Θυµάµαι τα παλιά ξενύχτια και τα χτυποκάρδια που πέρασα στους διαγωνισµούς και σκέφτοµαι πώς θα µπορέσω να µάθω καλά τα µαθήµατα που µου βουίζουν το κεφάλι. Ολα αυτά τα µαθήµατα: Φυσική, Χηµεία, Μαθηµατικά, Αρχαία, Αγγλικά, στριφογυρίζουν στο κεφάλι µου και µου φαίνονται σαν ένα βάρος ασήκωτο για το µυαλό µου». Στη συνέχεια ο µαθητής επικαλείται την εµπειρία του από προηγούµενες εξεταστικές περιόδους, όταν είχε πάντα την ίδια αγωνία µέχρι να φτάσουν στα χέρια του τα θέµατα των εξετάσεων και να διαπιστώσει τελικά µε ανακούφιση ότι τα ήξερε καλά. Οµως ούτε αυτή η σκέψη τον καθησυχάζει.
«Παρόλο που τα σκέφτοµαι όλα αυτά, η αγωνία που µε τρώγει είναι µεγάλη και προσπαθώ να διαβάζω όσο περισσότερο µπορώ» λέει, για να καταλήξει: «Είµαι βέβαιος όµως ότι όπως και εις τους άλλους διαγωνισµούς, έτσι και τώρα θα γράψω πάλι καλά».
Ατίθασο παιδί
Πρώτος από τους τρεις γιους του Κοζανίτη εµπόρου Λάζαρου Ασηµόπουλου και της γυναίκας του, Μαρίκας, ο Νικόλας γεννήθηκε στις 20 Αυγούστου1949 στη Θεσσαλονίκη και µεγάλωσε στην Κοζάνη. Ο Γιώργος Αλλαµανής, στο βιβλίο του «Δίχως καβάτζα καµιά – Βίος και πολιτεία του Νικόλα Ασιµου» ρίχνει φως, µεταξύ άλλων, στα µαθητικά του χρόνια, αρχικά στο 1ο ∆ηµοτικό Σχολείο Κοζάνης -όπου µάλιστα συµµετείχε και ως σηµαιοφόρος στην παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου 1960- και στη συνέχεια στο Βαλταδώρειο Γυµνάσιο Αρρένων. Τον περιγράφει ως ένα σπιρτόζικο και ατίθασο παιδί, γεµάτο ενέργεια και µε επαναστατική διάθεση, η οποία εκδηλώνεται και απέναντι στην απόφαση του πατέρα του να τον γράψει στην Εµπορική Σχολή, µε την προσδοκία να τον διαδεχθεί στην οικογενειακή επιχείρηση.
Ως µαθητής έχει οξυµµένη αντίληψη, αλλά διαβάζει όσο πρέπει για να βρίσκεται βαθµολογικά λίγο πάνω από τον µέσο όρο, ενώ κάθεται πάντα στο τελευταίο θρανίο. ∆εν έχει κολλητούς φίλους, δεν είναι στο επίκεντρο της παρέας και δεν έχει ηγετικές φιλοδοξίες, αλλά είναι οξύθυµος, πρόθυµος να πλακωθεί µε συµµαθητή του στο διάλειµµα µέχρι να µατώσει. Οδεύοντας προς το Λύκειο αρχίζει να εκδηλώνει στοιχεία του δηµιουργικού του ταλέντου, σκαρώνοντας στιχάκια, µέχρι που έστησε µία «βιοτεχνία» µαζικής παραγωγής στίχων, έµµετρων και οµοιοκατάληκτων, όπως αναφέρει ο Αλλαµανής. Το… σπίρτο που άναψε τη δηµιουργική του φωτιά ήταν το βιβλίο µε τα «Απαντα» του Γεωργίου Σουρή, που του το έκαναν δώρο το 1964.
«Εβαζα τον πατέρα του Νικόλα να µου διηγείται ιστορίες»
Ο Κοζανίτης συλλέκτης Γιάννης Τσιοµπάνος µεγάλωσε σιγοψιθυρίζοντας στίχους του συντοπίτη του, Ασιµου, µελετώντας τη βιογραφία του ίδιου και άλλων προσωπικοτήτων της πόλης και συλλέγοντας µε µανία αντικείµενα µε ιστορική αξία. Είχε µια ιδιαίτερη σχέση µε τον πατέρα του Νικόλα, Λάζαρο Ασηµόπουλο, στα τελευταία χρόνια της ζωής του, µέχρι τον θάνατό του, το 2010. «Πολλές φορές τον έπαιρνα από το χεράκι, καθότι ηλικιωµένος, για να τον ανεβάσω στο σπίτι και µέχρι να ξεκουραστεί να µου διηγηθεί διάφορες ιστορίες για τον γιο του και για την Κοζάνη» λέει στο «Εθνος».
Σπούδασε Ιστορία – Αρχαιολογία και έκανε το χόµπι του επάγγελµα, ασχολούµενος και µε το εµπόριο συλλεκτικών ειδών. Μαζεύει µε πάθος επί χρόνια παλιές φωτογραφίες, έγγραφα και εφήµερα συλλεκτικά που σχετίζονται µε την πόλη του, ενώ απαύγασµα της πολυετούς του προσπάθειας ήταν το ιστορικό λεύκωµα που εξέδωσε µε θέµα «Κοζάνη – Οδοιπορικό στον χρόνο». Τα τελευταία χρόνια ζει στα Εξάρχεια. Περνά συχνά έξω από το στέκι του Ασιµου στην Καλλιδροµίου και έχει καταθέσει πρόταση να περιέλθει αυτό στα χέρια του ∆ήµου Κοζάνης. Ο ίδιος δυσκολεύεται να φανταστεί ως εικόνα τον 14χρονο Νικόλα µαθητή, ντυµένο µε σχολική ποδιά και πηλήκιο µε την κουκουβάγια. Για το πώς έφτασε στην κατοχή του το τετράδιο δεν θέλει να αποκαλύψει πολλά.
«Στα χέρια µου βρέθηκε από χέρια άλλου συλλέκτη. Συνηθίζεται στους κύκλους µας να αποχωριζόµαστε αντικείµενα µε τα οποία συνδεθήκαµε για κάποιο διάστηµα για διάφορους λόγους» λέει και προσθέτει πως ο προηγούµενος κάτοχος το είχε ανασύρει από έναν σωρό ρακοσυλλέκτη. «Η αλήθεια είναι ότι ένα µεγάλο µέρος της ιστορίας µας, νεότερης και σύγχρονης, συχνά καταλήγει στα σκουπίδια» σχολιάζει. Ο ίδιος εντάσσει το τετράδιο στα σηµαντικότερα τεκµήρια που συγκεντρώνει κοµµάτι κοµµάτι από παζάρια και δηµοπρασίες και προαναγγέλλει την ανάδειξη και την αξιοποίησή του. Αποκαλύπτει πως το έδειξε στον αδελφό του Νικόλα, ∆ηµήτρη Ασηµόπουλο, ο οποίος το έπιασε στα χέρια του µε µεγάλη συγκίνηση και αναγνώρισε τον γραφικό του χαρακτήρα.
- Μητσοτάκης στο υπουργικό: Δεν έχουμε την πολυτέλεια εφησυχασμού – Η ευθύνη δεν πάει διακοπές
- Σοκάρει Έλληνας από το Μαγδεμβούργο: «Νοσοκόμα μάς είπε ότι υπάρχουν μάλλον πάνω από 20 νεκροί»
- Χωρισμός για τον Μπασάρ Αλ Άσαντ - Διαζύγιο ζήτησε η σύζυγός του, Άσμα
- Πέθανε ο ηθοποιός Αρτ Έβανς σε ηλικία 82 ετών - Συμμετείχε στη δεύτερη ταινία «Die Hard»