Ελλάδα|16.01.2020 13:29

Λέσβος: Παππούς επέζησε από τη γερμανική θηριωδία και έκλεισε τα 100

Newsroom

Γλίτωσε από τα στρατόπεδα της Γκεστάπο, τις φυλακές του Παύλου Μελά στη Θεσσαλονίκη αλλά και το στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Στάϊν της Αυστρίας. Έθαψε 700 από τους συντρόφους του που εκτέλεσαν τα SS στο μακελειό της 6ης Απριλίου 1946. Ο ίδιος επέζησε, πέφτοντας κάτω λίγο πριν ακουστεί το κροτάλισμα του πολυβόλου. Και χτες «έχω τα μυαλά μου τετρακόσια…» δήλωσε και γιόρτασε τα 100ά του γενέθλια. Στη Σκάλα των Μυστεγνών με τους φίλους του, του «Φίλους της ιστορικής μνήμης και της πολιτιστικής δημιουργίας», που οργάνωσαν τη γιορτή, τις κόρες του στην Αυστραλία να παίρνουν μέρος μέσω τηλεδιάσκεψης, εκπρόσωπο του χωριού του, το Σκαλοχώρι και των ανθρώπων του.

Αυτόπτης μάρτυρας της ναζιστικής θηριωδίας από τη Λέσβο

Ένας Μυτιληνιός αυτόπτης μάρτυρας της ναζιστικής θηριωδίας, της θηριωδίας του πολέμου είναι ο μπάρμπα Γιάννης, ο Γιάννης Καραγεωργίου. Και το να τον ακούς να διηγιέται την ιστορία του σε καθηλώνει. Τον Απρίλιο του 1942, ο Γιάννης Καραγεωργίου με τον αδελφό του Λάμπρο και με άλλους 18 νέους από το βορειοδυτικό τμήμα του νησιού αποφασίζουν να διαφύγουν και να πάνε στη Μέση Ανατολή για να πολεμήσουν τον 'Αξονα.

Στο εκκλησάκι του Αγίου Φωκά, όπου έψαχναν μέσο για να αναχωρήσουν, συλλαμβάνονται από τους Γερμανούς και μεταφέρονται στις φυλακές της Γκεστάμπο στη Σουράδα της πόλης. Μια επιστολή στα πράγματα ενός από τους συλληφθέντες που απευθύνεται σε αξιωματικό που υπηρετεί στη Μέση Ανατολή αποτελεί το υλικό στη βάση του οποίου οι 20 νέοι καταδικάζονται σε πενταετή φυλάκιση. Οδηγούνται στις φυλακές - στρατόπεδο του Παύλου Μελά στη Θεσσαλονίκη, όπου δυο χάνουν τη ζωή τους από τις κακουχίες. Τον Απρίλιο του 1944 μεταφέρονται σε φυλακές - κάτεργα στο Στάιν της Αυστρίας. Λίγες μέρες πριν τη συνθηκολόγηση της ναζιστικής Γερμανίας, τα SS εκτελούν 800 κρατούμενους των φυλακών. Ανάμεσα τους και τέσσερις από τους 18 Μυτιληνιούς. Τελευταία στιγμή ο Γιάννης Καραγεωργίου γλυτώνει.

Ζωντανές οι αφηγήσεις του κατοίκου της Λέσβου

Η αφήγησή του λίγο μετά το σβήσιμο των κεριών της τούρτας των 100ων του γενεθλίων συγκλονίζει: «Μας πήγαν και μας στήσαν σ' ένα τοίχο… Εγώ ήμουν …κατά τριάδες προς τη μεριά κοντά στον τοίχο, μπροστά μου ήταν άλλοι δυο… Προτού βάλει… σε 20-30 μέτρα είχε πολυβόλα, έπεσα κάτω… δίπλα στο τοίχο … και έπεσαν τα πτώματα πάνω μου… Κατάλαβα ότι δεν είχα φάει καμιά! Έκατσα εκεί πέρα μια μιάμιση ώρα… πάνω και δίπλα μου θα 'χαν πέσει 25 πτώματα… εγώ το ψόφιο το κοριό! Καμιά φορά φέρανε μια άλλη παρτίδα να σκοτώσουν… αλλά ήταν Ιταλοί εργάτες που είχαν χαρτιά… δεν τους σκότωσαν… αλλά και δε τους διώξανε… Τους 'δωσαν ανά δυο μια κουβέρτα και τους σκοτωμένους τους πέρασαν απο δώ και τους πήγαιναν 20 μέτρα πιο πέρα για ν' ανοίξουν τάφους.

«Έβαλα καφέ κοστούμι, είχε κάτι αίματα πάνω, τα σκούπισα»

Είχε μέσα ένα καφέ κουστούμι, πέταξα τα ρούχα της φυλακής κι έβαλα το καφέ κουστούμι… Είχε κάτι αίματα επάνω τα σκούπισα λίγο, καφέ ήταν δε φαινόταν πολύ… πιάσα κι εγώ - είπα στους Ιταλούς μη μιλάτε να δούμε τι θα γιν'… σήκωνα κι εγώ και τους πηγαίναμε κει που θ' άνοιγαν τάφους… Συνάμα σκοτώναν αράδα… καμιά φορά έρχεται ένας μ' ένα χάρακα και σημαδεύει δυο τάφους τρία επί τέσσερα μέτρα και λέει τρία μέτρα ερούντα- θα πει 3 μέτρα κάτω…

Μας πήγε σε μια αποθήκη, μας δίν' κασμά και φτιάρ'. Αρπώ ιγώ μια κασμαδάρα… Αλλά πάντα το κεφάλι κάτω, να μη με βλέπουν… Οι Ιταλοί γελούσαν… τους λέω μη γελάτε. Τελικά σκάβαμε… όλη τη μέρα σκοτώναν… σκοτώσαν κάπου 700 νομάτοι. Συνάμα εγώ όταν ανοίξαμε τους τάφους κατέβηκα κάτω… Μια πατουσά ανθρώπ', πώς παστώνουν τσ' σαρδέλις, μια πατουσά χώμα, μια πατουσά ανθρώπ', μια πατουσά χώμα… Να μη τα πολυλογούμε πιτάξαν καμιά 700 ανθρώπ' μέσα στους δυο λάκκους… Εγώ πάντα μέχρι το βράδι πάστουνα… σα τσ' σαρδέλις… Όταν ο λάκκος έφτασε μισό μέτρο από το έδαφος, φέρανε φορτηγά ασβέστη - και τον σβήσαν από πάνω… Ξέρεις γιατί; Για να μη βρωμά… όπως έμαθα αργότερα. Και τους θάψαμε λοιπόν τσ' ανθρώπ'… Μας ξαναπάν πάλι στα κελιά… Μετά από δυο μέρες μας πήραν από τις φυλακές, μας βάλαν σ' ένα σαπιοκάραβο του Δουνάβεως και μας πήγαν απ' την Αυστρία στη Βαυαρία… σ΄ ένα χωριό που το λέν' Μπερνάου…».

Από την παρέα των 20 νεαρών που θέλανε να πολεμήσουν τους Ναζί στη Μυτιλήνη επέστρεψαν οι 14. Ο μπάρμπα Γιάννης 100 χρονών γιόρτασε τα γενέθλια του. «'Αντε να δούμε τι θα γιν'…» έλεγε και ξανάλεγε χαμογελώντας.

ΓκεστάποΓιάννης ΚαραγεωργίουΛέσβος