Ολοκαύτωμα Καλάβρυτα: «Ζωντανή» η βαρβαρότητα 75 χρόνια μετά (pics+vid)
NewsroomΤο Ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων από τον γερμανικό στρατό κατοχής έχει χαραχθεί ανεξίτηλα όχι μόνο στη μνήμη των Ελλήνων αλλά και στην παγκόσμια κοινότητα. Στις αρχές Δεκεμβρίου του 1943 η 117η γερμανική μεραρχία καταδρομών είχε δολοφονήσει άμαχους, είχε πυρπολήσει σπίτια, είχε λεηλατήσει περιουσίες.
*Των Τάσου Οικονόμου, Βάσως Ασμανίδου
Η τελευταία πράξη του δράματος, όμως, έγινε στις 13 Δεκεμβρίου του 1943, ακριβώς πριν από 75 χρόνια. Εξαγριωμένοι από την ήττα που υπέστησαν στις 20 Οκτωβρίου του 1943 στη Μάχη της Κερπινής, από τον ΕΛΑΣ και με βαριές απώλειες, οι Γερμανοί ζητούσαν την εκδίκηση.
Ο Γερμανός υποστράτηγος Καρλ Φον Λε Ζουίρ, με αφορμή την εκτέλεση 78 Γερμανών αιχμαλώτων, διέταξε τη σφαγή σε όλα τα χωριά, προκειμένου να αποδυναμώσει τους αντάρτες. Η επιχείρηση «Καλάβρυτα» ξεκίνησε στις 4 Δεκεμβρίου του 1943 και ανατέθηκε στον ταγματάρχη Εμπερσμπέργκερ.
Στις 9 Δεκεμβρίου οι Γερμανοί στρατιωτικοί παραπλάνησαν τον άμαχο πληθυσμό των Καλαβρύτων, ότι δήθεν αναζητούσαν μόνο τους αντάρτες και γι' αυτό πυρπόλησαν σπίτια ανταρτών, αφήνοντας ανέπαφα τα υπόλοιπα.
Όμως στις 13 Δεκεμβρίου υποχρέωσαν όλα τα αγόρια από 13 ετών και πάνω, να συγκεντρωθούν στην κεντρική πλατεία του χωριού και από εκεί τους πήγαν στη «Ράχη του Καπή», που έγινε ο τόπος της θυσίας περίπου 800 ανθρώπων. Οι γυναίκες και τα παιδιά οδηγήθηκαν στο σχολείο. Εκεί γινόταν ο τελευταίος έλεγχος στα αγόρια, κυρίως, για τις εκτελέσεις. Ένας από αυτούς που βρέθηκε στο σχολείο και γλίτωσε από τα γερμανικά πυρά είναι και ο 88χρονος σήμερα Γιώργος Δημόπουλος, ο οποίος μιλάει στο ethnos.gr για τις εφιαλτικές εκείνες στιγμές.
«Πλημμυρισμένο παντού το αίμα»
Στο βίντεο που ακολουθεί, οι μαρτυρίες των διασωθέντων από τη γερμανική κτηνωδία σοκάρουν. Κάθε λέξη των Καλαβρυτινών, πολλές αναμνήσεις που προκαλούν πόνο, θλίψη αλλά και οργή. Ένας από τους Καλαβρυτινούς που έζησε τη γερμανική κτηνωδία και τις εκτελέσεις λέει στην κάμερα για τους νεκρούς: «Τις επόμενες ημέρες τους έβγαζαν σκυλιά, αλεπούδες. Τρώγανε τις σάρκες τους», ενώ ένας ακόμη, με δάκρυα στα μάτια, θυμάται: «Είχαν μαζευτεί πολλά γυναικόπαιδα. Και κοίταγε ο καθένας να βρει το δικό του. Ήταν πλημμυρισμένο το αίμα, παντού». Μια ακόμη Καλαβρυτινή περιγράφει: «Η μάνα μου ρώτησε ένα διασωθέντα “πού είναι τα παιδιά μου και ο άντρας μου” και εκείνος γύρισε τα μάτια προς την εκτέλεση χωρίς να της πει τίποτα άλλο».
«Δεν θα ξεχάσω τη βαρβαρότητα»
«Έζησα τη γερμανική θηριωδία. Είδα τις εκτελέσεις των νεκρών. Είδα τον πατέρα μου να πέφτει νεκρός από τα πυρά των Γερμανών». Σαν σήμερα, στις 13 Δεκεμβρίου 1943 σημειώθηκε ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα της ναζιστικής Γερμανίας κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ακριβώς πριν από 75 χρόνια οι δυνάμεις της «Βέρμαχτ» δολοφόνησαν όλους τους άνδρες κατοίκους των Καλαβρύτων, σε αντίποινα για την εκτέλεση αιχμαλώτων Γερμανών στρατιωτών από τον ΕΛΑΣ.
Ο Γιώργος Δημόπουλος ήταν ένας από αυτούς που επέζησαν της θηριωδίας. Τότε, όπως λέει ο ίδιος σήμερα στο ethnos.gr, ήταν μόλις 13 ετών. Όμως, η μαρτυρία του είναι ένα από τα καλύτερα επιχειρήματα για να μπορέσει να διεκδικήσει η ελληνική πλευρά τις γερμανικές αποζημιώσεις. Άλλωστε, ο ίδιος έγινε μάρτυρας της φρίκης, της κτηνωδίας και της εκτέλεσης περίπου 800 ανθρώπων, ανάμεσα στους οποίους και ο 48χρονος τότε πατέρας του.
«Πώς γλίτωσα την εκτέλεση»
Το πρωί της 13ης Δεκεμβρίου 1943 η καμπάνα της Μητρόπολης του χωριού άρχισε να χτυπά από τα ξημερώματα. Λίγο αργότερα δόθηκε η εντολή να συγκεντρωθούν όλοι οι κάτοικοι στο δημοτικό σχολείο, μαζί με μια κουβέρτα και τρόφιμα. Νέοι, γέροι, γυναίκες και παιδιά, όλοι μαζί συγκεντρώθηκαν στο σχολείο. Ανάμεσα στους συγκεντρωμένους ήταν και ο 13χρονος τότε Γιώργος Δημόπουλος. Στο σχολείο οι Γερμανοί αποφάσιζαν ποιους θα πάνε για εκτέλεση μαζί με τους άντρες και ποιους όχι.
«Κάθε μέρα της ζωής μου θυμάμαι το διαμελισμένο σώμα του πατέρα μου», λέει ο 88χρονος
Ο Γιώργος Δημόπουλος, όπως περιγράφει στο ethnos.gr, γλίτωσε από τύχη. Όμως, έχασε τον πατέρα του από τα πυρά των Γερμανών μαζί και την παιδική του αθωότητα. «Κάθε μέρα της ζωής μου θυμάμαι το διαμελισμένο σώμα του πατέρα μου, όπως το κατέβαζε η μητέρα μου κάτω από το λόφο για να το θάψει. Δεν μπορώ να ξεχάσω τη βαρβαρότητα, την απανθρωπιά. Δύο Γερμανοί αποφάσιζαν ποιους θα εκτελέσουν και ποιους όχι. Εμένα, με κοίταξε και με έσπρωξε προς τη μεριά αυτών που δεν θα εκτελούσαν. Ήμουν τυχερός», λέει σήμερα ο κ. Δημόπουλος, που ζει στα Καλάβρυτα.
Ο 88χρονος συνεχίζει να περιγράφει το πώς οι Γερμανοί επέλεγαν τους μελοθάνατους, τονίζοντας: «Είχε δοθεί διαταγή να συγκεντρωθούμε στο δημοτικό σχολείο του χωριού. Έπρεπε να ήμασταν μαζί όλοι οι κάτοικοι. Όταν συγκεντρωθήκαμε, στις σκάλες, προτού ανεβούμε στις αίθουσες, οι Γερμανοί μας χώριζαν σε γυναικόπαιδα και άνδρες. Η εντολή που είχαν ήταν να εκτελέσουν όσα αγόρια ήταν άνω των 13 ετών. Εγώ ήμουν ακριβώς 13 τότε», θυμάται ο κ. Γιώργος. Και συνεχίζει: «Οι δύο Γερμανοί μας... ζύγιζαν με το “μάτι”. Όσα αγόρια τους φαίνονταν 13 και πάνω, τα έβαζαν με τους άνδρες, οι οποίοι εκτελούνταν. Αυτός που αποφάσιζε για τις εκτελέσεις, με κοίταξε με αμφιβολία. Δεν ήξερε πού να με στείλει. Θυμάμαι ότι με έπιασε από τη μπλούζα. Μετά με σήκωσε στον αέρα και με άφησε να πέσω στα σκαλοπάτια. Ήρθε από πάνω μου και με έσπρωξε προς τη μεριά της μάνας μου. Έτσι τη γλίτωσα», περιγράφει.
«Τρέχαμε πανικόβλητοι, παντού υπήρχαν Γερμανοί»
Ο κ. Γιώργος Δημόπουλος θυμάται ακόμη το σχολείο να πιάνει φωτιά όσο όλοι οι κάτοικοι ήταν μέσα σε αυτό. Σε κατάσταση αλλοφροσύνης μητέρες έριχναν τα παιδιά τους από τα παράθυρα, προσπαθώντας να σωθούν. Η φρίκη, όμως, για εκείνους δεν είχε τελειώσει. Μάλιστα, ο κ. Γιώργος περιγράφει τον αγώνα που έδωσαν για να βγουν από το σχολείο, που είχε παραδοθεί στις φλόγες αλλά και τον εφιάλτη που αντίκρισαν, όταν έφτασαν στους νεκρούς: «Αρχίσαμε να βγαίνουμε πανικόβλητοι. Άλλοι προσπαθούσαν να βγουν στο προαύλιο και άλλοι έσπαγαν παράθυρα. Μια γυναίκα ποδοπατήθηκε μέχρι θανάτου, στην εξώπορτα του σχολείου. Στο προαύλιο ήταν οι εκτελεστές. Όσοι ήμασταν εκεί, σκεφτόμασταν ότι δεν θα γλιτώναμε. Όμως, δεν μας εκτέλεσαν», λέει.
«Δεν πρέπει να ξεχαστεί αυτό που ζήσαμε τότε. Δεν πρέπει να ξεχαστεί η φρίκη», είναι τα λόγια του 88χρονου Καλαβρυτινού
Στην περιγραφή του ο κ. Γιώργος συνεχίζει: «όταν έφυγαν οι Γερμανοί φανερώθηκε η κτηνωδία που είχαν προκαλέσει. Γυναίκες έτρεχαν στα σπίτια τους για να δουν αν έχουν καεί. Μια γυναίκα, της οποίας το σπίτι βρισκόταν κοντά στο σημείο της εκτέλεσης, είχε πατήσει κάτι σαν λάσπη. Μόλις σήκωσε το παπούτσι της, είδε κόκκινο χρώμα. Τότε κατάλαβε πως είχε πατήσει σε ένα ρυάκι με αίμα. Άρχισε να ουρλιάζει και δεν μπορούσε να σταματήσει. Το αίμα άρχισε να τρέχει προς το δρόμο. Το ακολουθήσαμε και φτάσαμε στον τόπο της εκτέλεσης», περιγράφει ο κ. Γιώργος.
Και συνεχίζει: «Όλοι οι άνδρες του χωριού είχαν γαζωθεί από τους Γερμανούς. Ξέρουμε ότι είναι περίπου 800 αυτοί που εκτελέστηκαν», λέει ο ίδιος και δεν μπορεί να σβήσει από τη μνήμη του, τους τραυματίες που ούρλιαζαν από τους πόνους. Ούτε μπορεί να ξεχάσει την προσπάθεια των επιζώντων για να θάψουν τους νεκρούς αλλά και να κρατήσουν ζωντανά τα Καλάβρυτα. «Άλλοι με πέτρες, άλλοι με χέρια, όλοι έκλαιγαν αλλά έπρεπε να θάψουμε τον κόσμο και να κρατήσουμε ζωντανό το χωριό μας», περιγράφει. Και μπορεί να συμπληρώνονται σήμερα 75 χρόνια από το Ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων, όμως ο ίδιος θέλει να μιλάει γι' αυτά που προκάλεσαν οι Γερμανοί στον τόπο του, γιατί όπως λέει, είναι πολύ σημαντικό οι νέοι να ξέρουν ιστορία. «Δεν πρέπει να ξεχαστεί αυτό που ζήσαμε τότε. Δεν πρέπει να ξεχαστεί η φρίκη. Γι' αυτό και πρέπει οι Γερμανοί να πληρώσουν για το κακό που έκαναν στον τόπο μας», είναι τα λόγια του 88χρονου Καλαβρυτινού, ο οποίος δεν εγκατέλειψε ποτέ τον τόπο του.
[Αρχειακό Υλικό από το Δημοτικό Μουσείο Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος - www.dmko.gr]