Η αναγνω?ριση της Γενοκτονι?ας των Ποντίων και το Β’ Παγκο?σμιο Ποντιακό Συνέδριο
Βλάσης ΑγτζίδηςΟ κάθε Μάιος αποτελεί μήνα μνήμης για όλο τον Ελληνισμό της Ανατολής [Mικρά Ασία (Πόντος, Ιωνία, Βιθυνία, Καππαδοκία κ.ά.) και Ανατολική Θράκη]. Γιατί στις 19 Μαΐου 1919 ο Τούρκος εθνικιστής αξιωματικός Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάστηκε στη Σαμψούντα του Πόντου, κήρυξε ανταρσία κατά της οθωμανικής Αρχής και ξεκίνησε εκ του μηδενός τη συγκρότηση του στρατού, με «μαγιά» τις παλιές τρομοκρατικές ομάδες του κομιτάτου «Ενωση και Πρόοδος», που βαρύνονταν με τις Γενοκτονίες Αρμενίων, Ασσυρίων και Ελλήνων στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Ετσι ξεκίνησε από τον Πόντο και τη Βιθυνία η β’ φάση Γενοκτονίας των Ελλήνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που θα κορυφωθεί τρία χρόνια μετά, με την ήττα του Ελληνικού Στρατού, τη σφαγή Ελλήνων και Αρμενίων της Ιωνίας και την καταστροφή της Σμύρνης. Για να είμαστε όμως ακριβείς, πρέπει να τονίσουμε ότι τη γενοκτονία την προκάλεσαν οι οι στρατιωτικοί εθνικιστές που από το 1908 κατέλαβαν με πραξικόπημα την οθωμανική εξουσία και σήμερα συνεχίζουν να διοικούν τη γειτονική μας Τουρκία ως ένα επιθετικό και φανατικό «βαθύ κράτος». Οσο και αν μας φαίνεται παράδοξο, συμμετοχή στη γενοκτονία δεν είχαν οι σουλτανικοί Οθωμανοί, οι οποίοι επίσης σφαγιάστηκαν και καταπιέστηκαν από τους εθνικιστές. Εξάλλου την Οθωμανική Αυτοκρατορία ο Κεμάλ Ατατούρκ την κατέλυσε δημιουργώντας το νέο κράτος που καταχρηστικά το ονόμασε «Δημοκρατία της Τουρκίας»... Επιπλέον ήταν τόση η απέχθεια των Τούρκων εθνικιστών προς το οθωμανικό παρελθόν που άλλαξαν ακόμα και το αλφάβητο (από αραβικό σε λατινικό) και κατασκεύασαν με τη στρατιωτική βία ένα νέο έθνος, το τουρκικό, στη θέση των παλιών πολύγλωσσων και πολυεθνοτικών Οθωμανών μουσουλμάνων..
Η επέτειος αυτή της 19ης Μαΐου θεωρείται ατυχώς ότι αφορά μόνον τους Ποντίους. Ομως δεν είναι ακριβώς έτσι και οφείλεται στον χαοτικό τρόπο που η προσφυγική μνήμη διεκδίκησε από το δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’80 τα όσα της χρωστούσαν. Και ακριβώς γι’ αυτό ο πρώτος νόμος για την αναγνώριση της γενοκτονίας, που θέσπισε ως Ημέρα Μνήμης τη 19η Μαΐου, περιελάμβανε τα γεγονότα που έγιναν μόνο στην περιοχή του Πόντου. Και στη συνέχεια ήρθε ο δεύτερος νόμος για τη γενο- κτονία -που θέσπισε ως Ημέρα Μνήμης τη 14η Σεπτεμβρίου- για να συμπεριλάβει το σύνολο των μικρασιατικών πληθυσμών – αφήνοντας, δυστυχώς, απέξω την περιοχή της Ανατολικής Θράκης, απ’ όπου ξεκίνησε η ενιαία γενοκτονία, τον Απρίλιο του 1914. Πάντως οι ποντιακοί φορείς κάνουν αξιοσημείωτες προσπάθειες ανάδειξης αυτών των ιστορικών σελίδων.
Η υποβάθμιση
Η γενοκτονία των χριστιανικών κοινοτήτων (Ελληνες, Αρμένιοι, Ασσύριοι) από τον τουρκικό εθνικισμό την περίοδο 1914-1923 -και ειδικότερα αυτή του ελληνικού πληθυσμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που στη συνέχεια εγκαταστάθηκε ως πρόσφυγας στην Ελλάδα- αντιμετωπίστηκε με επιφυλακτικό έως και αρνητικό τρόπο. Τα μικρασιατικά-ποντιακά γεγονότα προκαλούσαν εξαρχής μια αμφιθυμία. H υποβάθμιση της σημασίας τους, η απόκρυψη του αριθμού των θυμάτων σε ολόκληρη τη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη (τουλάχιστον 800.000), η απενοχοποίηση του τουρκικού εθνικισμού, ακόμα και η αιτιολόγηση της γενοκτονίας των χριστιανικών πληθυσμών υπήρξαν κοινός τόπος στη μετά το ’22 Ελλάδα.
H νεοελληνική ιδεολογία, όπως διαμορφώθηκε από το κυρίαρχο σύστημα εξουσίας, δεν συμπεριέλαβε την ιστορική εμπειρία του Ελληνισμού της Ανατολής. H άρνηση της Ιστορίας καθόρισε τις προτεραιότητες της ιστορικής επιστήμης, της λογοτεχνίας και της τέχνης. Ελάχιστοι υπήρξαν οι ιστορικοί που επέλεξαν να μελετήσουν τα γεγονότα. Απόπειρες έγιναν από τους ίδιους τους πρόσφυγες και τις οργανώσεις τους, καθώς και από ευαίσθητους ιδιώτες, όπως το ζεύγος Μερλιέ. O Ελληνισμός της Ανατολής και η καταστροφή του δεν αποτέλεσαν μέρος των νεοελληνικών επιστημονικών προτεραιοτήτων.
Η πρώτη ουσιαστική διαφοροποίηση του προσφυγικού λόγου, η ρήξη με το κλίμα συναίνεσης που είχε δημιουργηθεί τις προηγούμενες δεκαετίες και η αμφισβήτηση της επικυριαρχίας των κυρίαρχων ερμηνειών -τόσο των καθεστωτικών όσο και αυτών της Αριστεράς- θα εμφανιστούν στα μέσα της δεκαετίας του ’80 και θα οδηγήσουν στη διατύπωση του αιτήματος για την αναγνώριση της γενοκτονίας που υπέστησαν οι Πόντιοι από τον τουρκικό εθνικισμό.
Τη δεκαετία αυτή θα λάβει χώρα μια ενδιαφέρουσα και πρωτότυπη συνάντηση. Η υπάρχουσα πολιτική κληρονομιά του ποντιακού χώρου, με τη γνώση και τις εύστοχες επισημάνσεις που είχε κληροδοτήσει η πρώτη γενιά στους «Πόντιους επιγόνους», όπως έγραφε το ’25 ο Βαλαβάνης, συναντήθηκε με την πολιτική παράδοση της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς και με τις αντιιμπεριαλιστικές φιλομπααθικές απόψεις της Αριστεράς του κυβερνώντος σοσιαλιστικού κόμματος και μετασχηματίστηκε σε σύγχρονο ριζοσπαστικό κίνημα. Χαρακτηριστική είναι η πρώτη φράση του πρώτου σχετικού δημόσιου κειμένου-προκήρυξης που είχε ως επικεφαλίδα: «Πόντος, 64 χρόνια Προσφυγιάς, Αλλοτρίωσης και Σιωπής»: «64 χρόνια πέρασαν από τότε που οι Ελληνες αστοί, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, επικύρωσαν την παραχώρηση του ποντιακού χώρου στους Τούρκους στρατοκράτες με τη συνθήκη της Λωζάννης.
Συνθήκη-μνημείο της αστικής λογικής, όπου οι λαοί αντιμετωπίζονται σαν “πράγμα” ανταλλάξιμο... Η γνωστοποίηση των ιστορικών αυτών γεγονότων και η καταγγελία ενάντια στην Τούρκικη αστική τάξη για τη γενοκτονία και την προσφυγιά δικαιώνει μερικά τους αγώνες του Ποντιακού λαού για τη χειραφέτησή του. Από την άλλη, βάζει το πρόβλημα της συμπεριφοράς του Ελληνικού Κράτους και των πολιτικών του σχηματισμών απέναντι στους προσφυγικούς πληθυσμούς. Συμπεριφορά που ήταν η απόκρυψη της μεταχείρισής τους απ’ τον τούρκικο σωβινισμό ακόμα και διοικητικά... Η συμπεριφορά του κράτους είχε όλα τα χαρακτηριστικά της κλοπής (ανταλλάξιμη περιουσία) και του ρατσισμού. Ρατσισμός που ακόμα και σήμερα επιβιώνει, έχοντας διαχυθεί πια σ’ όλη την κοινωνία τονίζοντας την παθητικοποίησή της. Απ’ την άλλη στους πολιτικούς σχηματισμούς, κύρια τους προοδευτικούς, επικράτησε η οικονομίστικη αντιμετώπισή τους αγνοώντας την προέλευσή τους...».
Βασική ιδεολογική κατεύθυνση του νέου αυτού ρεύματος θα είναι η προσπάθεια για αναγνώριση της γενοκτονίας που συνέβη στο μικρασιατικό Πόντο. Ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο θα διαδραματίσει η ομάδα των «Ιταλών». Χαρακτηριστικό στοιχείο του τρόπου με τον οποίο προσλαμβανόταν η μνήμη των ιστορικών γεγονότων ήταν η πλήρης αποκοπή της ποντιακής εμπειρίας από την ιστορική εμπειρία του υπόλοιπου Ελληνισμού της Ανατολής. Δηλαδή επελέγη για πολιτικούς λόγους μια ανιστορική αντίληψη. Το σχήμα με το οποίο προσέγγιζαν το ποντιακό σχετιζόταν με το αντιιμπεριαλιστικό κίνημα, θεωρώντας ότι η μεγάλη αποικιακή και ιμπεριαλιστική δύναμη στην περιοχή μας είναι η Τουρκία. Επηρεασμένοι από τις αναλύσεις του Σαμίρ Αμίν, έθεταν ως στόχο «τον αγώνα ενάντια στον ιμπεριαλισμό και τα υποκατάστατά του», ώστε «να αναδειχτούν ελεύθερα και ανεξάρτητα σοσιαλιστικά έθνη που θα ανοίξουν το δρόμο σε μια ενιαία, σοσιαλιστική ανθρωπότητα».
Ο σταθμός
Ο οργανωμένος ποντιακός χώρος αντέδρασε αρχικά έντονα στις νέες αυτές προσεγγίσεις. Η άποψη των δεξιών Ποντίων, ως απόρροια της γενικής αντίληψης της Δεξιάς, ήταν ότι δεν έπρεπε να τεθεί ζήτημα γενοκτονίας. Κορυφαία στελέχη αμφισβήτησαν το ίδιο το ιστορικό γεγονός. Στη συνέχεια όμως η αρχική αντίδραση του συντηρητικού ποντιακού χώρου θα υποχωρήσει και στο Β’ Παγκόσμιο Συνέδριο του Ποντιακού Ελληνισμού, το 1988, ο στόχος της πρόταξης του αιτήματος για αναγνώριση της γενοκτονίας θα γίνει αποδεκτός από όλους. Η ερευνητική παραγωγή θα αυξηθεί και θα υπάρξει και έντονη παρέμβαση μέσω του Τύπου για τη γνωστοποίηση των άγνωστων αυτών ιστορικών στιγμών.
Η βαθμιαία αύξηση της δυνατότητας των πολιτών να παρεμβαίνουν στην κεντρική πολιτική σκηνή, να συνδιαμορφώνουν τα ιδεολογικά και κοινωνικά πρότυπα και να επηρεάζουν τις πολιτικές αποφάσεις θα επιτρέψει στον οργανωμένο ποντιακό χώρο να προωθήσει τις απόψεις του και τα αιτήματά του. Τον Φεβρουάριο του 1994 θα αναγνωριστεί ομόφωνα από την ελληνική Βουλή η Γενοκτονία στον Πόντο και θα καθιερωθεί η 19η Μαΐου ως επίσημη Ημέρα Μνήμης. Η επιτυχία του ποντιακού χώρου, που ήταν και η πρώτη πολιτική κατάκτηση των προσφύγων από το 1922, κινητοποίησε και τις υπόλοιπες μικρασιατικές οργανώσεις, οι οποίες, με αιχμή τους σοσιαλιστές βουλευτές μικρασιατικής καταγωγής, πέτυχαν να αναγνωρίσουν τη γενοκτονία των ελληνικών πληθυσμών στο σύνολο της Μικράς Ασίας και να καθιερώσουν ως επίσημη Ημέρα Μνήμης τη 14η Σεπτεμβρίου, ημέρα πυρπόλησης της Σμύρνης από τα τουρκικά στρατεύματα.
Η ομόφωνη απόφαση του ελληνικού Κοινοβουλίου το ’94 και η ενεργοποίηση της ποντιακής διασποράς στην κατεύθυνση διεθνούς αναγνώρισης της γενοκτονίας επέφεραν τη σφοδρή αντίδραση των τουρκικών κυβερνήσεων, και κυρίως του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών και των διαφόρων παρακρατικών μηχανισμών του «βαθέος κράτους». Βέβαια στην τουρκική κοινωνία, και κυρίως στο τμήμα της που σχετιζόταν με την αντικεμαλική Αριστερά, είχε αρχίσει να υπάρχει και ο αντίθετος λόγος.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην ειδική έκδοση του ΕΘΝΟΥΣ της Κυριακής (17/5) με τίτλο «Πόντος, ματωμένη γη»
- Παγκόσμια ανησυχία για τις απειλές Πούτιν μετά το χτύπημα με τον πύραυλο Oreshnik στην Ουκρανία: Τα χαρακτηριστικά του νέου όπλου της Ρωσίας
- Νέα αποκάλυψη για την υπόθεση της Αμαλιάδας: Είχε παντρευτεί εικονικά Ινδό η Ειρήνη Μουρτζούκου
- Πόλεμος της κυβέρνησης Μπάιντεν με τις εταιρείες τεχνολογίας: Ζητεί να διαχωριστεί η Google από το Chrome και το Android
- Βρετανία: Πόσο κόστισε η στέψη του βασιλιά Καρόλου – Το ιλιγγιώδες ποσό